Πνευματικοί, ακαδημαϊκοί και ποιμαντικοί βηματισμοί από τα καντούνια της Κέρκυρας στα ίχνη του Φραγκίσκου της Ασίζης και του Αντωνίου της Πάδοβας

D300_51

Η εισήγηση της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ Ευαγγελίας Αμοιρίδου στην ημερίδα που ήταν αφιερωμένη στον Αρχιεπίσκοπο Καθολικών Κερκύρας, Ζακύνθου και Κεφαλληνίας και Αποστολικό Βικάριο Θεσσαλονίκης κ. Ιωάννη Σπιτέρη

Αν και πρωτοσυνάντησα πριν από τρεις και πλέον δεκαετίες τον Σεβασμιότατο Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη, συνειδητοποίησα, όταν μου ανατέθηκε η σημερινή παρουσίασή του, ότι είναι ελάχιστα αυτά που γνωρίζω γι’ αυτόν. Ο ίδιος, όταν μιλάει, αποφεύγει να αναφέρεται στον εαυτό του. Το ολίγων δε γραμμών βιογραφικό του φέρει –μάλλον- την δική του σφραγίδα επιλογής στην ανάδειξη των σημείων, που ο ίδιος θέλει να θυμάται, συνεπώς και οι άλλοι να γνωρίζουν γι’ αυτόν. Στο βιογραφικό του λοιπόν, εκτός από τους γονείς του, μνημονεύονται, επιμελώς, τα πρόσωπα εκείνα που συνδέονται με τα διάφορα στάδια της ιερατικής του πορείας, καθώς και τα σχολεία όλων των βαθμίδων, στα οποία φοίτησε και στα οποία δίδαξε. Από όλη την υπόλοιπη πορεία του, από την οποία προφανώς προσπερνούνται τα περισσότερα, μέσα από την λιτή τους αναφορά αναδεικνύονται κυρίως: η αρχιεροσύνη, η εκλογή στην ποντιφική Ακαδημία Θεολογίας και η πρωτοβουλία του για την από κοινού διοργάνωση με το τμήμα μας των διεθνών θεολογικών συμποσίων. Ωστόσο ακόμα και κάτω από τις λίγες αυτές γραμμές- στα δικά μου, τουλάχιστον, μάτια- κρύβεται μία προσωπικότητα αθόρυβα δραστήρια και, συνάμα, εμφανώς σημαντική. Του λόγου το αληθές φρονώ πως θα διαφανεί από τα σχετικά ελάχιστα, που ο περιορισμένος χρόνος επιτρέπει να ακουστούν. Είναι αυτονόητο πώς μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια του ορισμένου χρόνου είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον να παρακολουθήσει κανείς λεπτομερώς τον μονόδρομο –ουσιαστικά- που συνθέτουν οι πνευματικοί, ακαδημαϊκοί και ποιμαντικοί βηματισμοί του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη Σπιτέρη. Από την άλλη, η συνοπτική και επιλεκτική προσέγγισή τους εξίσου αδυνατεί να αποτυπώσει επακριβώς συνολικά την πορεία του. Όμως, ἐξ ὄνυχος τὸν λέοντα και θα αρχίσω όχι από τα καντούνια της Κέρκυρας, αλλά από λίγο πιο δυτικά, από την Μάλτα.
Κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας (1814-1864) τα Ιόνια Νησιά –όπως προηγουμένως και η Μάλτα- έγιναν βρετανικό προτεκτοράτο, με πρωτεύουσα την Κέρκυρα. Το κοινό σημείο αναφοράς στην ιστορία των δύο αυτών μεσογειακών νησιών είναι ένας βρεττανός, ο κυβερνήτης της Μάλτας και στη συνέχεια ο πρώτος Λόρδος Ύπατος Αρμοστής των Ιονίων νήσων, ο Sir Thomas Maitland. Ο λόρδος, φτάνοντας στην Κέρκυρα και προκειμένου να επιταχύνει και να διασφαλίσει την εγκατάσταση-κατοχή των Βρετανών στο νησί, μεταξύ άλλων, αποφάσισε να ενισχύσει το παλιό ενετικό φρούριο με νέες συνοικίες, να κατασκευάσει νέα φυλακή και, φυσικά, ένα παλάτι, στην πλατεία της πόλης (σήμερα το «Μουσείο Ασιατικών Τεχνών»).

Πρώτη ύλη για αυτά τα έργα σκέφτηκε την γνώριμη σ’ αυτόν, από τα χρόνια της παραμονής του στο νησί, λαμπερή πέτρα της Μάλτας και τους επιδέξιους τεχνίτες της. Έτσι, το 1815 αποφάσισε και μεταφέρει στην Κέρκυρα 40 τεχνίτες πέτρας με τις οικογένειές τους, οι οποίοι αρχικά εγκαταστάθηκαν στην περιοχή δυτικά της πλατείας Σαρρόκκο και νότια από το Μανδούκι, στην περιοχή της Πλατυτέρας, στις Κουλίνες και το Σολάρι. Και σήμερα οι περισσότεροι απόγονοί τους αλλά και κατοπινοί μετανάστες είναι συγκεντρωμένοι στις περιοχές ΄Μαλτέζικα’ και Κωτσέλλα (Cozella), από το όνομα του νησιού Gozo, του 2ου σε μέγεθος, της Μάλτας)[1]. Από τα πιο γνωστά οικογενειακά επώνυμα είναι: Αζοζαρδής, Σουέρεφ, Αλαμάνγκο, Μπουχάγιαρ (με τους οποίους συγγένεψα κι εγώ εξ αγχιστείας) Σάκκος και Σπιτέρης.

Στην Κωτσέλλα, λοιπόν, στις 27 Αυγούστου 1940 γεννιέται το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά του Σπύρου και της Αντωνίας Σπιτέρη, το οποίο θα βαφτίσουν δύο μήνες αργότερα, την 28η Οκτωβρίου του 1940, στην ενορία της Ιεράς Καρδίας του Ιησού. Πρόκειται για το μοναστηριακό παρεκκλήσιο, που ίδρυσαν οι μοναχές του μαλτέζικου Τάγματος της Ιεράς Καρδίας φτάνοντας στην Κέρκυρα (1907), το οποίο ο τότε Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Λεονάρδος Πρίντεζης, αναβάθμισε στην φερώνυμη ενορία, την δε πνευματική επιστασία της παραχώρησε λίγο αργότερα, το 1924, στην νεοϊδρυμένη Μονή των Καπουκίνων  μοναχών. Ο πρώτος που εγκαταστάθηκε στην Μονή ήταν ο π. Αναστάσιος Αρμάος, ο οποίος τέλεσε το μυστήριο της βάπτισης του μικρού Γιάννη. Τα πρώτα του γράμματα έμαθε τα στο σχολείο που διατηρούσαν στον ίδιο χώρο οι μοναχές της Ιεράς Καρδίας.  Εκεί πρωτοήρθε σε επαφή και με τον μοναχισμό.

Νωρίς, σε τρυφερή ακόμα ηλικία, τον Οκτώβριο του 1953, φεύγει για την Ιταλία. Πρώτος του σταθμός η Sciacca της Σικελίας, όπου παραμένει έναν χρόνο για την εκμάθηση της ιταλικής γλώσσας. Αρχίζει τις γυμνασιακές σπουδές στο μικρό ιεροσπουδαστήριο των πατέρων Καπουκίνων και τις ολοκληρώνει στο ιεροσπουδαστήριο της ορεινής Caltanissetta. Συνεχίζει με σπουδές στην φιλοσοφία (1960-1964) και την θεολογία (1964-1968).

D300_55

Β. Στα ίχνη του Φραγκίσκου της Ασίζης

Ο δρόμος του Αγίου Φραγκίσκου γίνεται ο δρόμος ζωής για τον νεαρό Ιωάννη, ο οποίος νωρίς τον ακολουθεί. Στο μικρό χωριό της Calascibetta, στις 17 Σεπτεμβρίου 1959 λαμβάνει το μοναχικό σχήμα, στο στάδιο του δόκιμου μοναχού, με το όνομα Αναστάσιος, προς τιμήν του π. Αναστασίου Αρμάου, που τέλεσε και την βάπτισή του. Ένα χρόνο αργότερα (29 Σεπτεμβρίου 1960) δίνει τις πρώτες μοναχικές υποσχέσεις και στις 10 Δεκεμβρίου 1963 τους παντοτινούς μοναχικούς όρκους του. 4 χρόνια αργότερα  (14 Ιουλίου 1967) στην εκκλησία του Διεπαρχιακού Ινστιτούτου των Καπουκίνων του Παλέρμο, στη Σικελία, χειροτονείται υποδιάκονος από τον αρμένιο καπουκίνο Επίσκοπο Cirillo Giovanni Zohrabian, (1881-1972) που έχει ανακηρυχθεί Δούλος του Θεού από την Καθολική Εκκλησία.  Ο εν λόγω επίσκοπος συνδέεται και με τον ελληνισμό του Πόντου. Ο  Κωνσταντίνος Φωτιάδης, στο Μαρτυρολόγιο του 1921, τον μνημονεύει ως «ο καπουτσίνος μοναχός της Τραπεζούντας Cirillo Giovanni Zohrabian, μια ηρωική και δυναμική φυσιογνωμία, που βοήθησε πολύπλευρα τους Έλληνες της περιοχής του». Ο Ιωάννης χειροτονήθηκε διάκονος στις 23 Δεκεμβρίου 1967 από τον Αρχιεπίσκοπο του Παλέρμο, Καρδινάλιο Francesco Carpino.

Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του επιστρέφει στην γενέτειρα Κέρκυρα, όπου την Τετάρτη 24 Ιουλίου 1968 χειροτονείται ιερέας από τον Επίσκοπό του Αντώνιο Βαρθαλίτη (1924-2007). Αμέσως μετά τη χειροτονία του, ο νέος ιερομόναχος πλέον Ιωάννης διακονεί τις κοινότητες των Καπουκίνων στην Κέρκυρα, στην Αθήνα όπου θα διατελέσει και υπεύθυνος του Γηροκομείου που διατηρούσε η αδελφότητα στους Αγίους Αναργύρους, αλλά και στην Κρήτη. Από εκείνη την εποχή αξιοσημείωτη υπήρξε επίσης η αποστολή και παρουσία του στην παροικία των κερκυραίων του Κάρντιφ στην Ουαλία, μία ζωντανή κοινότητα μαλτεζοκερκυραίων που είχαν εγκατασταθεί εκεί τα πρώτα χρόνια μετά τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο.

Η απαιτητική και πολύπλευρη διακονία του πληρώματος, ωστόσο, δεν εξάλειψε την δίψα του π. Ιωάννη για την συνέχιση των σπουδών. Έτσι, επιστρέφει στην Ρώμη και συνεχίζει τις μεταπτυχιακές πλέον σπουδές του στο Ποντιφικό Πανεπιστήμιο του Λατερανού (1969-1970) και στον τομέα της Δογματικής. Διατριβή, με ειδίκευση στη βυζαντινή θεολογία, εκπονεί στο Πανεπιστήμιο του Freibourg της Ελβετίας (1973-1977), παρακολουθώντας, συγχρόνως τα μαθήματα ορθόδοξης θεολογίας στο Οικουμενικό Ινστιτούτο του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στο Bossey της Ελβετίας, όπου τότε δίδασκε ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, Νικόλαος Νησιώτης. Παράλληλα, ορίζεται μέλος σε διάφορες επιτροπές και θεσμούς της Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδος.

Στις 15 Μαρτίου 2003 ο πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β’ υπογράφει την εκλογή του π. Ιωάννη σε Αρχιεπίσκοπο και στις 22 του ίδιου μήνα ανακοινώνεται ο διορισμός του σε Αρχιεπίσκοπο Κερκύρας, Ζακύνθου-Κεφαλληνίας και Τοποτηρητή του Αποστολικού Βικαριάτου Θεσσαλονίκης. Η πανηγυρική χειροτονία και η ενθρόνισή του πραγματοποιήθηκε στον Καθεδρικό Καθολικό Ναό Κέρκυρας την Κυριακή 18 Μαΐου 2003 και την Κυριακή 15 Ιουνίου 2003 στον Καθεδρικό Καθολικό Ναό της Αμιάντου Συλλήψεως της Παναγίας, εδώ στη Θεσσαλονίκη.

D300_60

Γ. Στα ίχνη του Αντωνίου της Πάδοβας

Η ακαδημαϊκή διαδρομή του Σεβ. Ιωάννη αρχίζει το 1980. Κατά την διάρκειά της διδάσκει στα πιο γνωστά πανεπιστημιακά ιδρύματα της Ρώμης και της Βενετίας. Σε κάποια από αυτά τον συνάντησαν και οι συνάδελφοί μας (Παν. Σκαλτσής) που σπούδασαν εκεί. Συγκεκριμένα: 1. στο Φραγκισκανικό Ινστιτούτο Πνευματικότητας Antonianum (1980-2003) διδάσκει θέματα από την Ανατολική πνευματικότητα. 2. Στο Ποντιφικό Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών (1987-2006) διδάσκει βυζαντινή σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία. 3. Στο Ποντιφικό Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο (1992-2001),  διδάσκει βυζαντινή θεολογία (1992-2001), 4. στο Ποντιφικό Πανεπιστήμιο του Λατερανού διδάσκει συστηματική ορθόδοξη θεολογία  και, τέλος, διδάσκει ορθόδοξη θεολογία και εκκλησιολογία στο 5. Ινστιτούτο Οικουμενικών Σπουδών «San Bernardino» της Βενετίας.

Εν ολίγοις, θεματικά κινείται στην ανατολική εκκλησιολογία και ανθρωπολογία, την ορθόδοξη πνευματολογία και μυστηριακή θεολογία, την σύγκριση φραγκισκανικής και ορθόδοξης πνευματικότητας. Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, ο  θεολογικός χώρος της ορθοδοξίας βρίσκεται στο κέντρο του ερευνητικού του ενδιαφέροντος και συνιστά το αντίκειμενο της ακαδημαϊκής διδασκαλίας του Σεβασμιότατου Ιωάννη Σπιτέρη. Στα πεδία αυτά κινείται και το κύριο μέρος της συγγραφικής του παραγωγής, για την οποία θα γίνει λόγος στην συνέχεια. Διετέλεσε επίσης (για την δεκαετία, 1990-1999), μέλος της Επιτροπής της Ρωμαϊκής Συνόδου για την Αρωγή φοιτητών θεολογίας από τις Ανατολικές Εκκλησίες. Από δε τον Πάπα Ιωάννη Παύλο τον Β’ ορίστηκε Γνωμοδότης στην Επιτροπή της Ρωμαϊκής Συνόδου για τις Ανατολικές Εκκλησίες και μέλος της Διεθνούς Θεολογικής Επιτροπής για την προετοιμασία του Μεγάλου Ιωβηλαίου του έτους 2000. Στα πλαίσια αυτών των καθηκόντων του εκπόνησε ιδιαίτερη μελέτη για το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το Άγιο Πνεύμα. Η ουσιαστική αναγνώριση του ουσιαστικού έργου του θα έρθει το 1999 με την εκλογή του ως τακτικού Μέλους της Ποντιφικής Ακαδημίας της Θεολογίας, θέση στην οποία προσφέρει την εμπειρία και τις γνώσεις του ως σήμερα.

Μεταξύ άλλων, ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης είναι (από το 2005) μέλος της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής Διαλόγου Ορθοδόξων-Καθολικών και της Μικτής Συντονιστικής Επιτροπής, καθώς και Πρόεδρος διαφόρων Συνοδικών Επιτροπών της Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδος και από το 2003 Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας.

Πολύ σημαντική είναι η πρωτοβουλία του που πραγματοποιείται από κοινού με τη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την τακτική διοργάνωση διεθνών Συμποσίων θεολογίας μεταξύ ορθόδοξων και καθολικών θεολόγων, που παγιώθηκε και συνεχίζεται ως θεσμός μέχρι σήμερα. Μία πρωτοβουλία, η οποία δεν έχει ακόμα αποτιμηθεί στο σύνολό της και από την οποία οι περισσότεροι εξ ημών αποκόμισαν πολλά.

D300_95

Συγγραφικό έργο

Το συγγραφικό έργο του Σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη είναι εκτενές και ποικίλο. Ως προς την έκτασή του, ο π. Ιωάννης Ασημάκης στο Donorun commutatio, τον Τιμητικό Τόμο για τα 70στά γενέθλια του Αρχιεπισκόπου, απαριθμεί, ως Βιβλιογραφία του μέχρι το 2010, 162 δημοσιεύματά του. Δεδομένου ότι ο Σεβ. συνέχισε να γράφει, είναι βέβαιο ότι ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί αρκετά. Ως προς το περιεχόμενο, το έργο του συντίθεται από άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους, εγκυκλοπαιδικά λεξικά και στον εκκλησιαστικό –ημερήσιο και περιοδικό- τύπο, βιβλιοκρισίες, αλλά και πολλές μονογραφίες, αρκετές εκ των οποίων έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες και σχεδόν όλες τους με θέμα την εκκλησία και θεολογία της Ανατολής

La critica bizantina del primate romano nel secolo XII (1979)

La vita Cristiana esperienza di liberta nella traditione del cristianesimo orientale, 1994

Cabasilas: teologo e mistico bizantino. Nicola Cabasilas Chamaetos e la sua sintesi teologica, 1996

Palamas: la grazia e l’ esperienza. Gregorio Palamas nella discussione teologica, 1996

Francesco e l’ Oriente Cristiano. Un confrontο, 1999

Salvezza e peccato nella tradizione orientale, 2000

Ecclesiologia ortodossa. Temi a confront tra Oriente e Occidente, 2003

Liberta di Dio e liberta dell’ uomo nel cristianesimo orientale, 2004

Με την ενδεικτική αυτή αναφορά στο συγγραφικό του έργο του, δίνω τον λόγο στον μαθητή του, πατέρα Luca Biachi, για να το παρουσιάσει σε βάθος, ελπίζοντας ότι με το όσα ελάχιστα –τόν όνυχα-  προανέφερα, σκιαγραφήθηκε στοιχειωδώς και ο «λέων», ο Σεβασμιότατος Αρχιεπίσκοπος Καθολικών Κερκύρας, Ζακύνθου και Κεφαλληνίας και Αποστολικός Βικάριος Θεσσαλονίκης Ιωάννης (Σπιτέρης).

D300_68

[1] http://www.maltamigration.com/history/exodus/chapter3-2.shtml

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.