Μητροπολίτη Κορέας Αμβροσίου (Ζωγράφου), Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ

Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Μητροπολίτη Κορέας Αμβροσίου για βιωματική προσέγγιση ενόψει της 10ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.) με θέμα «Θεέ της ζωής, οδήγησέ μας στη δικαιοσύνη και την ειρήνη» (30 Οκτωβρίου-8 Νοεμβρίου, Μπουσάν, Νότια Κορέα). 

Σκοπὸς τοῦ παρόντος ἄρθρου εἶναι ἡ παρουσίαση τοῦ τρόπου λειτουργίας τῆς ὀρθόδοξης Διασπορᾶς στὴν Κορέα, ὡς ἐλάχιστη συμβολὴ στὶς προσπάθειες οἱ ὁποῖες καταβάλλονται τελευταίως πανορθοδόξως, μὲ τὴν πρωτοβουλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, πρὸς ἐπίλυση τοῦ φλέγοντος καὶ ἀκανθώδους, συνάμα, γιὰ ἱστορικοὺς καὶ ποιμαντικοὺς λόγους, προβλήματος τῆς Ὀρθόδοξης Διασπορᾶς.

Στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν θὰ γίνει πρῶτον, μιὰ ἱστορικὴ ἀναδρομὴ τῆς  Ἐκκλησίας τῆς παροικούσης ἐν Κορέᾳ, στὴν ὁποία θὰ παρουσιαστοῦν, ὅσο γίνεται πιὸ σύντομα, οἱ κυριώτεροι σταθμοὶ ἀπ᾽ τὴν ἵδρυσή της μέχρι σήμερα, ὥστε νὰ χρησιμεύσει ὡς ἱστορικὸ ὑπόβαθρο, γιὰ νὰ καταγραφεῖ ἐν συνεχείᾳ, δεύτερον, τὸ χρονικὸ δημιουργίας τῆς ὀρθόδοξης Διασπορᾶς στὴν Κορέα καὶ ἡ ποιμαντικὴ διακονία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορέας σ᾽ αὐτή.

Ἡ παροῦσα μελέτη προσφέρεται μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ σεβασμὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἰταλίας καὶ Μελίτης κ. Γενναδίου, ἐπ᾽ εὐκαιρίᾳ συμπληρώσεως πενῆντα χρόνων εὐδοκίμου διακονίας του στὴν Ἐκκλησία.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Ἡ Κορέα δὲν εἶναι μιὰ ὀρθόδοξη οὔτε κἄν μιὰ χριστιανικὴ χώρα[1]. Ὁ Χριστιανισμὸς ὑπὸ τὴν ρωμαιοκαθολικὴ καὶ προτεσταντικὴ ἐκδοχή του ἔκανε τὴν ἐμφάνισή του στὴν Κορέα μὲ ὀργανωμένες ἱεραποστολὲς τὸν 18ο αἰ. παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ρωμαιοκαθολικοὶ ἱεραπόστολοι εἶχαν ἀρχίσει μικρὴ ἱεραποστολικὴ προσπάθεια στὴν Κορέα ἀπὸ τὸν προηγούμενο αἰῶνα[2].

Ἡ παρουσία τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Κορέα ἔχει ἱστορία ἑκατὸν δέκα χρόνων. Τὸ ἔργο τῆς ὀρθόδοξης μαρτυρίας στὴν κορεατικὴ χερσόνησο ξεκίνησε τὸ 1900 ἀπὸ τὴν ἐν Ρωσσίᾳ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία[3] καὶ ἀπὸ τὸ 1955 μέχρι σήμερα συνεχίζεται ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. Τὰ βασικώτερα ἱστορικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴν Κορέα ἔχουν, πολὺ σύντομα, ὡς ἑξῆς[4]:

H ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΚΟΡΕΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΣΙΑΣ

Ὑπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ἁγίας Πετρουπόλεως

Στὶς 2 Ἰουλίου τοῦ 1897 ἡ Ἱερὰ Διοικοῦσα Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας ἀποφάσισε τὴν ἵδρυση στὴν Κορέα «Ρωσσικῆς Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς» (ἀπόφαση ὑπ᾽ ἀριθ. 2195), μὲ σκοπὸ «τήν ἐξυπηρτηση τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν Ὀρθοδξων Ρσσων ποὺ διέμεναν στν Κορα καὶ τὴν ἐνδεχμενη διδοση τῆς ἁγας Ὀρθοδόξου Πστεως μεταξὺ τοῦ αὐτχθονος εἰδωλολατρικοῦ πληθυσμοῦ». Δύο χρόνια ἀργότερα, τὸ 1899 ἀφίχθη στὴν Σεούλ ὁ ἱεροδιάκονος Νικόλαος Ἀλεξέγιεφ (1869-1952), ὁ πρῶτος δηλαδὴ Ρῶσσος ἱεραπόστολος ποὺ ἔφθασε στὴν Κορέα[5]. Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1900 στάλθηκε διορισμένος ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας ὡς προϊστάμενος τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα ὁ Ἀρχιμ. Χρύσανθος Σετκόφσκυ (1869-1906)[6], σὲ ἀντικατάσταση τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου Γκοῦντκο ὁ ὁποῖος εἶχε διορισθῆ προϊστάμενος στὶς 9 Ὀκτωβρίου τοῦ 1897[7]. Στὶς 17 Φεβρουαρίου ἔγινε ὁ καθαγιασμὸς τοῦ προσωρινοῦ Παρεκκλησίου, ἀφιερωμένου στὸν Ἅγιο Νικόλαο, σὲ κατάλληλα διαμορφωμένη αἴθουσα τοῦ Ρωσσικοῦ Προξενείου, στὸ ὁποῖο τελέστηκε καὶ ἡ πρώτη θ. Λειτουργία, γι᾽ αὐτὸ ἡ 17 Φεβρουαρίου 1900 θεωρεῖται ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς ἐν Κορέᾳ Ἐκκλησίας. Ἐν συνεχείᾳ τὸ 1903 μεγάλη αἴθουσα τοῦ ἰδιόκτητου σχολείου τῆς Ἱεραποστολῆς διαμορφώθηκε σὲ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἀλλὰ τὸ ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς διεκόπη μετὰ τὴν νίκη τῶν Ἰαπώνων κατὰ τὸν ρωσσο-ιαπωνικὸ πόλεμο καὶ τὴν ἀπέλαση ὅλων τῶν Ρώσσων ἱεραποστόλων. Ἡ λειτουργία τῆς Ἱεραποστολῆς συνεχίστηκε τὸ 1906 μὲ τὸν νέο προϊστάμενο τοῦ ἱεραποστολικοῦ κλιμακίου Ἀρχιμ. Παῦλο Ἰβανόφσκυ (1874-1919)[8] .

Ὑπὸ τὴν Ἱερὰ Ἐπισκοπὴ Βλαδιβοστὸκ

Ἡ εὐθύνη τοῦ ἔργου τῆς ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα, μὲ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Διοικούσης Συνόδου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας, μεταβιβάστηκε τὸ 1908 ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἁγίας Πετρουπόλεως στὸν Ἐπίσκοπο Βλαδιβοστόκ.

Τὸ 1911 χειροτονήθηκε Διάκονος ὁ Ἰωάννης Kang-Tak (1877-1939), ὁ πρῶτος Ὀρθόδοξος Κορεάτης κληρικός, ποὺ ὑπηρετοῦσε μέχρι τότε ὡς διδάσκαλος στὸ σχολεῖο τῆς Ἱεραποστολῆς. Τὸ 1912 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Τό 1918 ἀποχώρησε ἀπό τήν Ἱεραποστολή. Μετέβη στὸ Χαρμπὶν ὅπου διακόνησε τὴν ἐκεῖ  Ἐκκλησία μέχρι τοῦ θανάτου του τὸ 1939. Τὸ 1913 χειροτονήθηκε Διάκονος ὁ Ὀρθόδοξος Κορεάτης Λουκᾶς Kim Hyi Jun (1881-1929) καὶ πρεσβύτερος τὸ 1924.

Τὸ 1912 μετέβη στὴν Κορέα ὡς προϊστάμενος τῆς Ἱεραποστολῆς (1912-1914) ὁ Ἀρχιμ. Εἰρήναρχος Σεμανόφσκυ (1873-1923). Τὸ 1917 ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη τῆς Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα ὁ ἱερομόναχος Παλλάδιος Σελέτσκυ (1880-;), ὁ ὁποῖος παρέμεινε στήν Κορέα μόνο τρεισήμισυ μῆνες. Τὸ 1917 αὐτοαποσχηματίσθηκε ἀπὸ κληρικός.

Τὸ 1917 διορίστηκε ὡς προϊστάμενος τῆς Ἱεραποστολῆς Κορέας ὁ ἱερομόναχος Θεοδόσιος Περεβάλωφ (1875-1933). Τὴν θέση αὐτὴ κατεῖχε μέχρι τὸ 1930, ὁπότε παραιτήθηκε καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὸ Τόκυο[9].

Ὑπὸ τὴν Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Τόκυο

Μετὰ τὴν μπολσεβικικὴ ἐπανάσταση τὸ 1917 καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ κομμουνισμοῦ στὴν Ρωσσία, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀντιμετώπισε, ὡς γνωστόν, σκληρὸ διωγμό. Τὸ χειμαζόμενο Πατριαρχεῖο Μόσχας ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βλαδιβοστόκ, στὸν ὁποῖο, ὅπως προαναφέρθη, εἶχε ὑπαχθεῖ ἡ ὀρθόδοξη κοινότητα τοῦ Ἁγίου Νικολάου Σεοὺλ, δὲν εἶχαν πλέον καμμία ἐπικοινωνία μὲ τὴν Κορέα, οὔτε μποροῦσαν νὰ τὴν ἐνισχύσουν καθ᾽ οἱονδήποτε τρόπο, ὅπως γινόταν κατὰ τὶς δύο πρῶτες δεκαετίες ἀπὸ τῆς ἱδρύσεώς της. Πρὸς τοῦτο ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας στὴν συνεδρία αὐτῆς τῆς 24ης Νοεμβρίου 1921 μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθμ. 1571 ἀπόφασή της ὑπήγαγε τὴν Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολὴ Κορέας στὸν Ἀρχιεπίσκοπο Τόκυο Σέργιο (Τιχομίρωφ). Ὁ ἑκάστοτε Ἀρχιεπίσκοπος Τόκυο εἶχε συμβουλευτικὸ ρόλο στὰ θέματα τῆς Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα καὶ μεριμνοῦσε γιὰ τὴν χειροτονία καὶ τὸν διορισμὸ τῶν κληρικῶν τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Σεούλ.

Ἀπὸ 1931 μέχρι τὸ 1936 προΐστατο τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα ὁ Ἀρχιμ. Ἀλέξανδρος Τσιστυακώφ, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε στὴν Μαντζουρία. Τὸ 1936 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του καὶ ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Κορέα.

Τὸ 1932 χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Τόκυο Σέργιο ὁ Κορεάτης ψάλτης Ἀλέξιος Kim Yi-Han (1895-1950). Τό 1947 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Τό 1950 συνελήφθη ἀπὸ τὸν βορειοκορεατικὸ στρατὸ καὶ ἔκτοτε χάθηκαν τὰ ἴχνη του.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας στὴν Κορέα ἦρθε τὸ 1935 καὶ Ρῶσσος ἱερέας ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὴν Ὑπερόριο Ρωσσικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Διασπορᾶς. Ὁ ἱερέας Ἰωάννης Τροστιάνσκυ λειτουργοῦσε στὸν ἰδιωτικὸ ναὸ τῆς οἰκογένειας Γιανκόφσκυ στὴν πόλη Novina (στὸ ΒΑ τμῆμα τῆς κορεατικῆς χερσονήσου) καὶ ὑπηρέτησε ἐκεῖ μέχρι τὸ 1953.

Τὸ 1936 ἀφίχθη στὴν Κορέα ὡς προϊστάμενος τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς ὁ ἱερομόναχος Πολύκαρπος Πριιμάκ (1912-1989). Ὑπηρέτησε στὴν Κορέα μέχρι τὶς 29 Ἰουνίου τοῦ 1949, ὁπότε συνελήφθη ἀπὸ τὴν κορεατικὴ ἀστυνομία σὰν σοβιετικὸς κατάσκοπος καὶ ἀπελάθηκε μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του. Ἔτσι ἔκλεισε ἡ πρώτη περίοδος τῆς ὑπὸ τὴν δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολὴ τῆς Κορέας κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Κορεατικοῦ Πολέμου.

Τὸ 1950, ὡς γνωστόν, ἄρχισε ὁ κορεατικὸς πόλεμος (1950-1953). Οἱ ὀρθόδοξοι Κορεάτες πιστοί, ὅπως καὶ οἱ περισσότεροι συμπατριῶτες τους ὑπέφεραν τὰ πάνδεινα. Οἱ περισσότεροι προκειμένου νὰ σωθοῦν κατέφυγαν στὸ Πουσὰν καὶ στὰ νότια διαμερίσματα τῆς χώρας. Ἔτσι τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο διασκορπίστηκε. Σημαντικὴ πνευματικὴ καὶ ὑλικὴ βοήθεια πρόσφεραν σ᾽ αὐτὴ τὴν δύσκολη ἐποχὴ τὸ Ἐκστρατευτικὸ Σῶμα Ἑλλάδας (ΕΚ.Σ.Ε.) στὴν Κορέα (1950-1955), ποὺ συμμετεῖχε στὴν εἰρηνευτικὴ δύναμη τοῦ Ὀργανισμοῦ Ἡνωμένων Ἐθνῶν, καὶ ἰδιαιτέρως οἱ στρατιωτικοὶ ἱερεῖς, ποὺ συνόδευαν τὸ Σῶμα γιὰ τὶς λειτουργικές του ἀνάγκες. Πρῶτος στρατιωτικὸς ἱερέας, ποὺ ἦρθε σὲ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς Ὀρθόδοξους Κορεάτες ἦταν ὁ Ἀρχιμανδρίτης Χαρίτων Συμεωνίδης (μετέπειτα Μητροπολίτης Πολυανῆς καὶ Κιλκισίου). Κατόπιν ἀπὸ τὸ 1953 ἕως τὸ 1954 στὸ Ὀρθόδοξο ποίμνιο προσέφερε μεγάλη βοήθεια ὁ Ἀρχιμ. Ἀνδρέας Χαλκιόπουλος[10]. Μὲ πρωτοβουλία του ἀνακαινίστηκε ὁ ἐρειπωμένος ναὸς τοῦ Ἁγίου Νικολάου Σεούλ, δι᾽ ἐράνου ποὺ διενήργησε μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν. Ὁ π. Ἀνδρέας φρόντισε, πρὶν νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὴν Κορέα, νὰ ἀφήσει ἕναν Κορεάτη ἱερέα στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἡ ὀρθόδοξη Κοινότητα πρότεινε ὡς ὑποψήφιο ἱερέα τὸν Βόριδα Μούν (Moom Yi-Han 1910-1977), ὁ ὁποῖος χειροτονήθηκε στὴν Ἰαπωνία σὲ Διάκονο καὶ πρεσβύτερο ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Τόκυο Εἰρηναῖο, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πλησιέστερος Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος τῆς περιοχῆς. Λόγῳ τοῦ πολέμου ἀλλὰ καὶ τῶν ἐχθρικῶν σχέσεων μεταξὺ Κορέας καὶ Ἰαπωνίας τὴν περίοδο αὐτὴ ἦταν ἀπηγορευμένη ἡ ἔξοδος ὁποιουδήποτε Κορεάτου ἀπὸ τὴν χώρα καὶ ἰδιαιτέρως ἡ μετάβασή του στὴν Ἰαπωνία. Ὁ π. Ἀνδρέας Χαλκιόπουλος κατόρθωσε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ἀμερικανικοῦ στρατοῦ νὰ δοθεῖ ἡ σχετικὴ ἄδεια γιὰ τὴν μετάβαση τοῦ Βόριδος Μοὺν στὴν Ἰαπωνία γιὰ τὴν χειροτονία του. Μεταμφιεσμένος, λοιπόν, σὲ μαῦρο Ἀμερικανὸ στρατιώτη, ὁ Βόρις Μοὺν συμπεριελήφθη στὴν δύναμη ὁμάδας Ἀμερικανῶν πεζοναυτῶν, ποὺ πήγαινε στὴν Ἰαπωνία. Μετὰ τὴν χειροτονία του ἐπέστρεψε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο στὴν Κορέα καὶ διακόνησε μὲ ἀφοσίωση τήν Ἐκκλησία μέχρι καὶ τὸν θάνατό του (14/9/1977).

Η ΕΝ ΚΟΡΕᾼ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ

Ὑπὸ τὴν Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Βορείου καὶ Νοτίου Ἀμερικῆς

Τὰ πολεμικὰ γεγονότα τοῦ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τὰ δεινὰ ποὺ ὑπέφερε ὁ κορεατικὸς λαὸς ἀπὸ τὴν πολὺ σκληρὴ ἰαπωνικὴ κατοχὴ (1910-1945) καὶ οἱ πολιτικὲς ἀνακατατάξεις στὴν κορεατικὴ χερσόνησο ἐπηρέασαν τὶς σχέσεις τῆς Ὀρθόδοξης Κοινότητας Σεοὺλ μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἰαπωνίας. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας. Μετὰ τὸν κορεατικὸ πόλεμο (1950-1953), ἐπειδὴ οἱ Νοτιοκορεάτες διέκειντο δυσμενῶς πρὸς τὴν Ρωσσία ἐξ᾽ αἰτίας τῆς συμμαχίας της μὲ τὴν Βόρεια Κορέα, οἱ Ὀρθόδοξοι Κορεάτες δὲν ἤθελαν νὰ ἔχουν καμμιὰ σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ βρεθεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Κοινότητα τῆς Σεοὺλ ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δηλαδὴ χωρὶς νὰ ἀνήκει οὐσιαστικὰ σὲ καμμιὰ ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία.

Τὸ πολὺ σοβαρὸ αὐτὸ ἐκκλησιολογικὸ πρόβλημα διευθετήθηκε μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο: Στὶς 25 Δεκεμβρίου τοῦ 1955, μετὰ ἀπὸ τὴν θ. Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων, ἡ Γενικὴ Συνέλευση τῆς Ὀρθόδοξης Κοινότητας τοῦ Ἁγίου Νικολάου Σεοὺλ ἀποφάσισε ὁμόφωνα νὰ ζητήσει τὴν ὑπαγωγή της στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἔκανε δεκτὸ τὸ αἴτημα καὶ ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα ἡ ἐν Κορέᾳ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι Ἐπαρχία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου.

Μὲ ἀπόφαση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀνατέθηκε τὸ 1956 ἡ διαποίμανση τῆς ἐν Κορέᾳ Ἐκκλησίας κατ᾽ ἀρχὴν στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Αὐστραλίας καὶ μετὰ ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ  Βορείου καὶ Νοτίου Ἀμερικῆς μὲ Ἔξαρχο Κορέας τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς Μιχαήλ (Κωνσταντινίδη). Τὸ 1962 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Β. καὶ Ν. Ἀμερικῆς Ἰάκωβος (Κουκούζης) πραγματοποίησε ποιμαντικὴ ἐπίσκεψη στὴν Κορέα καὶ στήριξε μὲ οὐσιαστικὸ τρόπο τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο.

Τὸ 1967 ἐκποιήθηκε ἡ ἐκκλησιαστικὴ περιουσία στὴν περιοχὴ Τσόνγκ Ντόγκ καὶ μὲ τὰ χρήματα ἀπὸ τὴν ἐκποίηση ἀγοράστηκε μεγάλο οἰκόπεδο στὴν περιοχὴ Μάπο-κου καὶ  ἄρχισε ἡ ἀνέγερση τοῦ σημερινοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

Τὸ 1969 ὁ Ἀρχιμ. Εὐγένιος Παπαγιάννης (Πάπας) τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς ὁρίστηκε προϊστάμενος τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Νικολάου Σεούλ, γιὰ νὰ συνδράμη τὸν φιλάσθενο π. Βόριδα Μούν. Ὑπηρέτησε στὴν Κορέα μέχρι τὸ 1973.

Ὑπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ν. Ζηλανδίας

Στὶς 8 Ἰανουαρίου τοῦ 1970 ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας καὶ ὁ νεοεκλεγεὶς Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας Διονύσιος (Ψάχας) ὁρίστηκε καὶ Ἔξαρχος Κορέας.

Τὴν 1η Δεκεμβρίου τοῦ 1975 ἔφθασε στὴν Κορέα μὲ ἀπόσπαση ἀπὸ τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν ὁ Ἀρχιμανδρίτης Σωτήριος Τράμπας [μετέπειτα Ἐπίσκοπος Ζήλων (1993-2004), κατόπιν Μητροπολίτης Κορέας (2004-2008) καὶ νῦν Μητροπολίτης Πισιδίας], ἀνταποκρινόμενος σὲ σχετικὸ αἴτημα τῆς Ὀρθόδοξης Κοινότητας Σεούλ[11]. Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας καὶ Ἔξαρχος Κορέας Διονύσιος μὲ τὴν στενὴ συνεργασία τοῦ π. Σωτηρίου ὡς Ἀρχιμανδρίτη κατ᾽ ἀρχὰς καὶ ὡς βοηθοῦ Ἐπισκόπου Ζήλων κατόπιν ἐπιτέλεσαν μαζὶ πράγματι ἕνα θαυμαστὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε προηγούμενο σὲ ἔκταση καὶ ποιότητα. Τὸ ἔργο αὐτὸ δὲν περιορίστηκε μόνον στὴν Κορέα, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ 1980  καὶ ἑξῆς ἐπεκτάθηκε καὶ στίς χῶρες τῆς Νοτιο-Ἀνατολικῆς Ἀσίας (Ἰνδία, Ἰνδονησία, Χόνγκ-Κόνγκ, Φιλιππῖνες, Σιγκαπούρη, Ταϋλάνδη), περιοχὲς ὑπαγόμενες στὴν δικαιοδοσία τοῦ Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας.

Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας

Στὶς 20 Ἀπριλίου 2004 ἱδρύθηκε ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας. Πρῶτος Μητροπολίτης της ἐκλέχθηκε ὁ Ἐπίσκοπος Ζήλων Σωτήριος, τοῦ ὁποίου ἡ ἐνθρόνιση πραγματοποιήθηκε στὶς 20 Ἰουνίου ὑπὸ τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς Δημητρίου, ὡς ἐκπροσώπου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου.

Κατὰ τὰ τελευταῖα τριάντα τρία χρόνια (1975-2008), χάρις στὴν ἀνύστακτη φροντίδα καὶ τὸν ἀξιοθαύμαστο καὶ ἀξιομίμητο μεγάλο ἱεραποστολικὸ ζῆλο τοῦ π. Σωτηρίου ἡ ἐν Κορέᾳ Ἐκκλησία ἀναπτύχθηκε, ὀργανώθηκε καὶ ἀπέκτησε γερὲς ρίζες στὴν κορεατικὴ γῆ. Ἔτσι σήμερα ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας διαθέτει ἑπτὰ ὀργανωμένες ἐνορίες στὴν Ν. Κορέα (στὶς πόλεις Σεούλ, Πουσάν, Ἰντσόν, Τσόντζου, Πάλανγκ-λι, Τσούντσον καὶ Οὐλσάν) καὶ μία στὴν Β. Κορέα (Πιονκγιάνγκ)[12], δέκα τρία παρεκκλήσια, ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι, ἱεραποστολικὸ κέντρο, ἐκδοτικὸ οἶκο ὑπὸ τὴν ἐπωνυμία “Korean Orthodox Editions” μὲ πολλὲς καὶ ἀξιόλογες ἐκδόσεις στὰ κορεατικά, δύο βιβλιοπωλεῖα (Book Café “Φιλοκαλία” καὶ Book Café “Λόγος”), ὁ ἱστοχῶρος orthodox.or.kr, κατασκήνωση, Παιδικὸ Σταθμὸ μὲ τὴν ὀνομασία “Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου”, Kέντρο Mερίμνης Ὑπερηλίκων, ἰδιόκτητο ὀρθόδοξο κοιμητήριο καὶ ἑτοιμάζεται ἡ ἀνέγερση τοῦ Ἀσιατικοῦ Ὀρθόδοξου Ἐκπαιδευτικοῦ καὶ Συνεδριακοῦ Κέντρου, στὸ ὁποῖο θὰ λειτουργήσει καὶ ἡ πρώτη Ὀρθόδοξη Θεολογικὴ Σχολὴ στὴν Ἀνατολικὴ Ἀσία. Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας εἶναι μέλος τοῦ τοπικοῦ συμβουλίου Ἐκκλησιῶν The National Council of Churches in Korea (NCCK) καὶ συμμετέχει στοὺς θεολογικοὺς διαλόγους. Ἡ Α.Θ. Παναγιότητα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος ἐπισκέφθηκε τρεῖς φορὲς τὴν Κορέα (8-13/4/1995, 26/2-2/3/2000 καὶ ….-28/6/2005). Κατὰ τὶς τρεῖς αὐτὲς κεφαλαιώδους σημασίας γιὰ τὴν ζωὴ τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ποιμαντικὲς ἐπισκέψεις τοῦ Παναγιωτάτου, καὶ οἱ ὁποῖες φανερώνουν τὴν μεγάλη ποιμαντικὴ μέριμνα τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως γιὰ τὴν διάδοση τῆς ὀρθόδοξης μαρτυρίας στὴν Κορέα, κατετέθησαν θεμέλιοι λίθοι καὶ ἐγκαινιάστηκαν ἱεροὶ ναοὶ καὶ κτήρια. Ἐπίσης μὲ τὴν μεσολάβηση τοῦ Παναγιωτάτου κατὰ τὴν πρώτη Του ἐπίσκεψη τὸ 1995 ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ τὸ Κορεατικὸ Κράτος τὸ “Ἵδρυμα Συντηρήσεως καὶ Διαφυλάξεως τῆς Περιουσίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴν Κορέα” ὡς Νομικὸ Πρόσωπο, μὲ τὸ ὁποῖο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Κορέα ἔλαβε νομικὴ ὑπόσταση. Σύμφωνα μὲ τὸ ἐγκεκριμένο καταστατικὸ τὸ ἐν λόγῳ Ἵδρυμα καὶ ἡ περιουσία του τελοῦν ὑπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τοῦ Κορεατικοῦ Κράτους.

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΟΡΕΑΣ

Στὴν Κορέα, ὅπως καὶ στὶς λοιπὲς χῶρες τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, ὁ πληθυσμὸς τῆς χώρας ἦταν μέχρι τὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽40 ἀμιγῶς γηγενής. Σπανιώτατα συναντοῦσε κανεὶς στὴν Κορέα μὴ Κορεάτη. Οἱ ἐλάχιστοι μὴ Κορεάτες ἦσαν Κινέζοι, Ἰάπωνες καὶ κάποιοι δυτικοὶ ἱεραπόστολοι, περισσότεροι ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ καὶ μερικοὶ ἀπὸ τὴν Εὐρώπη. Ὅμως μετὰ τὸν πόλεμο τῆς Κορέας (1950-1953) ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους ὅλο καὶ περισσότεροι ξένοι, κυρίως Ἀμερικανοί. Ἔτσι, δειλὰ δειλά, ἄρχισαν νὰ ἔρχονται ἀλλοδαποὶ ἀπὸ τὴν Δύση, γιὰ ἐμπορικοὺς κυρίως λόγους, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦταν δυνατὸν νὰ βρεθεῖ καὶ κάποιος Ὀρθόδοξος.

Βεβαίως ἀπὸ τὶς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ 19ου αἰ., στὴν Σεοὺλ καὶ σὲ ἄλλα μεγάλα ἀστικὰ κέντρα τῆς Κορέας ὑπῆρχαν σημαντικὲς ρωσσικὲς παροικίες, μὲ Ρώσσους προερχομένους κυρίως ἀπὸ τὴν ἀπωανατολικὴ Ρωσσία. Ἀλλὰ μετὰ τὴν νίκη τῶν Ἰαπώνων κατὰ τὸν ρωσσο-ιαπωνικὸ πόλεμο (1904) ὅλοι οἱ Ρῶσσοι ὑπήκοοι ὑποχρεώθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν κορεατικὴ χερσόνησο[13]. Ἔτσι καὶ πάλι μετὰ δυσκολίας μποροῦσε κανεὶς νὰ συναντήσει μὴ Κορεάτη Ὀρθόδοξο. Ἡ εἰκόνα, ὅμως, ἄλλαξε μετὰ ἀπὸ τὴν κατάρρευση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος στὴν Ρωσσία καὶ στὶς βαλκανικὲς χῶρες τὴν δεκαετία τοῦ ᾽90, ὅταν δηλαδὴ ἄρχισαν νὰ ἐμφανίζονται στὴν Κορέα ἀπὸ ὀρθόδοξες χῶρες οἱ πρῶτοι οἰκονομικοὶ μετανάστες. Ἐρχόμενοι στὴν Κορέα, ἄγνωστοι μεταξὺ ἀγνώστων, πολλοὶ ἐξ αὐτῶν ἐνδιαφέρθηκαν νὰ βροῦν ὀρθόδοξο ναό. Ἐξ ἀρχῆς βρῆκαν καταφυγὴ καὶ συμπαράσταση στὴν ἀγκαλιὰ τῆς ἐν Κορέᾳ Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ὁ τότε Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Ζήλων Σωτήριος τοὺς ἀγκάλιασε μὲ ὅλη του τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πατρικὴ στοργὴ καὶ σιγὰ σιγὰ δημιουργήθηκε ὁ πρῶτος πυρήνας σλαβοφώνων Ὀρθοδόξων. Ὁ ἴδιος ἔμαθε νὰ λειτουργεῖ στὰ σλαβονικὰ καὶ τελοῦσε ἀπὸ τὸ 1992 στὴν Σεοὺλ (στὸ παρεκκλήσι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου) ἤ στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στὸ Καπιόνγκ, στὴν ὁποία ἔμεναν οἱ προσκυνητὲς τὰ σαββατοκύριακα, τὴν θ. Λειτουργία. Ἐπίσης τελοῦσε ἰδιαίτερες ἀκολουθίες γιὰ τοὺς σλαβόφωνους τὰ Χριστούγεννα καὶ στὶς μεγάλες ἑορτὲς μὲ τὸ παλαιὸ ἑορτολόγιο, γιὰ νὰ αἰσθάνονται “σὰν τὸ σπίτι τους”. Ἐν συνεχείᾳ, τὸ 1995, κατὰ τὴν ἱστορικὴ πρώτη ἐπίσημη ποιμαντικὴ ἐπίσκεψη τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κυρίου Κυρίου Βαρθολομαίου στὴν Κορέα, ἐτέθη ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου ὁ θεμέλιος λίθος τοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ, στὸ ὁποῖο ἔκτοτε οἱ σλαβόφωνοι ἐξυπηρετοῦνται λειτουργικῶς. Κατόπιν, τὸ ἔτος 1998, ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Ζήλων Σωτήριος ἐζήτησε, μέσῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, νὰ σταλεῖ στὴν Κορέα ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας ἕνας Ρῶσσος ἱερέας γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴν ποιμαντικὴ μέριμνα τῶν Ρώσσων καὶ τῶν ὑπολοίπων σλαβοφώνων[14]. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἐνέκρινε τὸ αἴτημα. Στὴν αἴτηση τοῦ Θεοφιλεστάτου καθίστατο σαφὲς ὅτι ὁ ἀποσταλησόμενος ἱερέας θὰ ἔπρεπε νὰ ἀνήκει στὴν δύναμη τῆς ἐν Κορέᾳ Ἐκκλησίας ἀπ᾽ τὴν ὁποία θὰ ἐλάμβανε μισθὸ καὶ θὰ μνημόνευε τὸν οἰκεῖο Μητροπολίτη[15]. Τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας δὲν ἀνταποκρίθηκε στὸ αἴτημα ἀμέσως. Πέρασαν δύο χρόνια καὶ τελικῶς τὸ 2000 ἐστάλη ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας ὁ Ρωσσοκορεάτης ἱερομόναχος Θεοφάνης Κίμ. Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ζήλων Σωτήριο, ὁ τότε Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σμολένσκ καὶ Καλίνινγκραντ Κύριλλος (νῦν Μακαριώτατος Πατριάρχης Μόσχας), ὑπεύθυνος ἐπὶ τῶν Ἐξωτερικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχέσεων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, ἀνέφερε τὰ ἑξῆς χαρακτηριστικά:

“Θεοφιλέστατε, Σᾶς χαιρετῶ ἐγκάρδια καὶ εὐχαριστῶ γιὰ τὸ γράμμα Σας, ποὺ εἶναι γεμᾶτο μὲ ἀρχιερατικὴ φροντίδα γιὰ τὴν πνευματικὴ διαποίμανση τοῦ ρωσσοφώνου ὀρθοδόξου ποιμνίου, ποὺ ζεῖ μονίμως στὴν Κορέα. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ρωσσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας συμμερίζεται τὴν ἀνησυχία Σας καὶ τὴν οὐσιαστικὴ ἀνάγκη ἐποικοδομητικῆς λύσης τοῦ ζητήματος.

Σὲ ἀπάντηση τῆς ἐπιστολῆς Σας Σᾶς πληροφορῶ, ὅτι ἀπὸ τὴν Ρωσσικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποστέλλεται προσωρινὰ στὴν Κορέα γιὰ ποιμαντικὴ διακονία ὁ ἱερομόναχος Θεοφάνης Κίμ, ὁ ὁποῖος θὰ τελεῖ στὴν διάθεση τῆς Θεοφιλίας Σας καὶ θὰ ἐκτελεῖ ὅλα τὰ ἀνατιθέμενα σ᾽ αὐτὸν διακονήματα, ἀλλὰ δικαιοδοσιακὰ θὰ συνεχίσει νὰ ἀνήκει στὴν Ρωσσικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Παρακαλῶ, Θεοφιλέστατε νὰ στείλετε τὴν κατάλληλη πρόσκληση στὸν Ἱερομόναχο Θεοφάνη γιὰ τὴν χορήγηση βίζας εἰσόδου στὴν Κορέα.

Μὲ ἀδελφικὴ ἐν Κυρίῳ ἀγάπη

Ὁ Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Ἐξωτερικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχέσεων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας

+Μητροπολίτης Σμολένσκ καὶ Καλίνινγκραντ ΚΥΡΙΛΛΟΣ[16]

Τελικῶς ὁ ἱερομόναχος Θεοφάνης Κίμ ἔφθασε στὴν Κορέα τὸν Αὔγουστο τοῦ 2000 καὶ ἀνέλαβε ἀπὸ τὸν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ζήλων Σωτήριο τὴν διακονία του πρὸς τοὺς Ρώσσους καὶ σλαβόφωνους πιστούς.

Σήμερα ἡ Ὀρθόδοξη Μητρόπολη Κορέας ἔχει ὑπὸ τὴν εὐθύνη της τὴν ποιμαντικὴ μέριμνα ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ διαμένουν στὴν χώρα, ἀλλὰ καὶ τῶν Ὀρθοδόξων διερχομένων ναυτικῶν καὶ ἐπιχειρηματιῶν. Δηλαδὴ οἱ Ὀρθόδοξοι ὅλων τῶν ἐθνικοτήτων (Κορεάτες, Ρῶσσοι, Οὐκρανοί, Ρουμάνοι, Ἕλληνες, Σέρβοι, Βούλγαροι, Ἀμερικανοί, Εὐρωπαῖοι, Αὐστραλοί, Σύριοι, Αἰγύπτιοι κ.ἄ) εἶναι κάτω ἀπὸ τὸ ὠμοφόριο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου. Γιὰ τὴν καλύτερη ποιμαντικὴ ἐξυπηρέτηση ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, στὴν μὲν Σεοὺλ λειτουργεῖ στὸν χῶρο τοῦ Ἱεραποστολικοῦ Κέντρου, ἐκτὸς τοῦ καθεδρικοῦ ἱεροῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, καὶ ὁ ἱερὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ, στὸν ὁποῖο χρησιμοποιεῖται ὡς λειτουργικὴ γλῶσσα ἡ σλαβονική, γιὰ τοὺς σλαβόφωνους Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ κατὰ καιροὺς καὶ ἡ ἀγγλικὴ γιὰ τοὺς ἀγγλόφωνους. Ἐπίσης στὴν Ἐνορία “Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου” στὴν πόλη Πουσὰν λειτουργεῖ τὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ ὁποῖο τελεῖται στὰ σλαβονικὰ ἡ θ. Λειτουργία.

Ἀπὸ τὸ 1992 μέχρι σήμερα ἱκανὸς ἀριθμὸς Ρώσσων καὶ λοιπῶν σλαβόφωνων κατηχήθηκαν καὶ βαπτίστηκαν Ὀρθόδοξοι καὶ τελέστηκε τὸ Μυστήριο τοῦ Γάμου σὲ ὅσους εἶχαν τελέσει μόνον πολιτικὸ γάμο. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν πνευματικὴ συμπαράσταση πολλοὶ ἔχουν βοηθηθεῖ καὶ ὑλικῶς ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας. Ἀρκετοὶ π.χ. φιλοξενήθηκαν καὶ φιλοξενοῦνται στὸν ξενῶνα τοῦ Ἱεραποστολικοῦ Κέντρου τῆς Σεοὺλ γιὰ μικρὰ ἤ μεγάλα διαστήματα, ἄλλοι ἔχουν λάβει βοήθεια σὲ περιπτώσεις προβλημάτων ὑγείας, ἐργασίας κ.λπ. Οἱ σλαβόφωνοι καὶ ἀγγλόφωνοι Ὀρθόδοξοι τῆς Σεοὺλ στὶς μεγάλες γιορτὲς συλλειτουργοῦνται μὲ τοὺς Κορεάτες πιστοὺς στὸν Καθεδρικὸ Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴν Σεοὺλ. Κάθε Κυριακὴ συμμετέχουν στὸ γεῦμα ἀγάπης, ποὺ παρατίθεται γιὰ ὅλους τοὺς πιστοὺς σὲ κάθε Ἐνορία. Ἐπίσης τὰ παιδιά τους συμμετέχουν στὰ κατηχητικὰ καὶ κατασκηνωτικὰ προγράμματα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Κλῖμα ἀληθινῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης καὶ ἀτμόσφαιρα Πεντηκοστῆς ἐπικρατεῖ στὶς κυριακάτικες εὐχαριστιακὲς συνάξεις, γιατὶ ἡ ἐν Κορέᾳ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἑνώνει τοὺς πιστοὺς τῶν διαφόρων ἐθνικοτήτων σὲ μία πνευματικὴ οἰκογένεια.

Καθοριστικὴ σημασία γιὰ τὴν καλλιέργεια τοῦ οἰκουμενικοῦ πνεύματος τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Κορέα εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἐπίσημος τίτλος τῆς ἐν Κορέᾳ Ἐκκλησίας στὶς δημόσιες ὑπηρεσίες, στὶς πινακίδες στοὺς δρόμους ἤ ἔξω ἀπ᾽ τοὺς ναούς, στὰ ἔγγραφα, στὶς ἐκδόσεις βιβλίων καὶ ἄλλων ἐντύπων εἶναι ἀπὸ τὸ 2004, ἔτος ἱδρύσεως τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορέας, “Orthodox Metropolis of Korea”, ἐνῶ μέχρι τὸ 2004 ἦταν “Korean Orthodox Church”. Μὲ ἄλλα λόγια πουθενὰ δὲν θὰ συναντήσει κανεὶς ἐθνικοὺς τίτλους ὅπως “Greek Orthodox”[17], “Russian Orthodox” κ.λπ ἤ πουθενὰ δὲν θὰ δεῖ νὰ κυμματίζει κάποια ἐθνικὴ σημαία. Οἱ Ὀρθόδοξοι Κορεάτες γνωρίζουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι δική τους καὶ ὄχι τῶν Ἑλλήνων ἤ τῶν Ρώσσων, καὶ πὼς μέσα στὴν Ἐκκλησία τους ἔχουν θέση ΟΛΟΙ οἱ Ὀρθόδοξοι οἱ κατοικοῦντες καὶ παροικοῦντες στὴν φιλόξενη χώρα τους.

Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω θὰ μποροῦσε, νομίζουμε, νὰ ἰσχυριστεῖ κανεὶς συμπερασματικὰ ὅτι ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας πλησιάζει τὴν αὐστηρῶς κανονικὴ τάξη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας ὡς πρὸς τὸ ζήτημα τῆς Ὀρθόδοξης Διασπορᾶς, ποὺ εἶναι, δηλαδή, ἡ ὕπαρξη ἑνὸς καὶ μόνον Ἐπισκόπου σὲ κάθε τόπο[18], μὲ μοναδικὸ κριτήριο τὸ γεωγραφικὸ καὶ ποτὲ τὸ γλωσσικὸ ἤ τὸ ἐθνικοφυλετικό.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ

Ἔγιναν κατὰ καιροὺς προσπάθειες ἀπὸ ρωσσικῆς πλευρᾶς, (δηλαδὴ ἀπὸ ἐκκλησιαστικοὺς καὶ διπλωματικοὺς παράγοντες) νὰ ἐγκατασταθεῖ ρωσσικὴ ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία στὴν Κορέα. Ἐπανειλημμένως ἀσκήθηκε πίεση στὴν Κορεατικὴ Κυβέρνηση μὲ δημοσιεύματα στὸν ἡμερήσιο τύπο καὶ στὸ διαδίκτυο, μὲ προσωπικὲς ἐπαφὲς κ.ἄ. διπλωματικοὺς χειρισμούς, προκειμένου νὰ δοθεῖ ἄδεια ἀνεγέρσεως ρωσσικοῦ ναοῦ γιὰ τὶς “ἀνάγκες” τῶν Ρώσσων. Οἱ προσπάθειες ἀπέτυχαν διότι οἱ κυβερνητικοὶ παράγοντες γνωρίζουν τὴν ὕπαρξη καὶ λειτουργία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορέας, ἀφοῦ ἡ ἐν Κορέᾳ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἀναγνωρισμένη ἀπὸ τὸ Κορεατικὸ Κράτος ἀφ᾽ ἑνὸς καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου οἱ ἴδιοι οἱ Ρῶσσοι ἐκκλησιαζόμενοι πιστοί, εἶναι εὐχαριστημένοι καὶ πολλὲς φορὲς μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἐκφράζουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους πρὸς τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Κορέας, τὴν ὁποία αἰσθάνονται δική τους.

Ἐν συνεχείᾳ θὰ θέλαμε νὰ προσθέσουμε δύο σχόλια, τὰ ὁποῖα, νομίζουμε, ἔχουν μεγάλη σημασία γιὰ ὅποιον ἐνδιαφέρεται εἰλικρινῶς καὶ χωρὶς σκοπιμότητες γιὰ τὴν περαιτέρω ἐξάπλωση τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Κορέα.

Α)  Ἡ ὕπαρξη μιᾶς καὶ μόνον ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς εἶναι, αὐτὴ καθ᾽ ἑαυτήν, μεγίστη μαρτυρία τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Κορέα. Χάρις στὴν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων ὁποιασδήποτε ἐθνικότητας ἡ φωνὴ τῆς ἐν Κορέᾳ Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς καὶ προτεσταντικοὺς κύκλους γίνεται λίαν σεβαστή. Εἶναι ἀπολύτως σαφὲς ὅτι στὴν περίπτωση κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Κορέα θὰ παρουσιαζόταν κατακερματισμένη σὲ διάφορες δικαιοδοσίες δὲν θὰ διέφερε στὴν σκέψη τῶν Κορεατῶν ἀπὸ τὶς τριακόσιες πενῆντα καὶ πλέον προτεσταντικὲς ὁμολογίες, εὐκτήριους οἴκους τῶν ὁποίων συναντᾶ κανεὶς σὲ κάθε σχεδὸν συνοικία τῶν μεγάλων πόλεων. Καὶ ἀκριβῶς ἡ μαρτυρία μας στὰ πανεπιστήμια, στὰ ὁποῖα καλούμεθα νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἤ πρὸς τοὺς ἐπισκέπτες τῶν ναῶν μας, ποὺ ἔρχονται καθ᾽ ὁμάδας γιὰ νὰ πληροφορηθοῦν περὶ τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης ἐπικεντρώνεται στὸ σημεῖο τῆς ἑνότητας τῆς Ὀρθοδοξίας, γιὰ νὰ γίνει σαφὴς ἡ διάκριση μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τοὺς λέμε, εἶναι ἡ συνέχεια τῆς Ἀρχαίας Ἐκκλησίας καὶ εἶναι μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολική. Εἶναι ΜΙΑ σὲ ὅλο τὸν κόσμο.

Β) Ἀλλὰ ἡ μαρτυρία τῆς ἑνότητας εἶναι μεγίστη ὑπόθεση καὶ γιὰ τὴν στήριξη τῆς πίστης τῶν γηγενῶν Ὀρθοδόξων Κορεατῶν. Οἱ διαφορετικὲς δικαιοδοσίες θὰ προκαλοῦσαν σύγχυση στοὺς πιστοὺς γιὰ τὸ ποιὰ ἀπ᾽ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ποὺ ὑπάρχουν στὴν χώρα τους εἶναι ἡ πλέον γνήσια καὶ ἀληθινή. Καὶ θὰ ἦταν ἀσφαλῶς μεγάλος πειρασμὸς γιὰ νὰ δημιουργήσουν, κατὰ τὸ προτεσταντικὸ πρότυπο, καὶ οἱ ἴδιοι δικές τους “ὀρθόδοξες ἐκκλησίες”.  Ἤδη ὑπάρχει, δυστυχῶς, στὴν Κορέα ἡ περίπτωση τοῦ καθηρημένου ἱερέα κ. Ἰουστίνου Κάνγκ, ὁ ὁποῖος φεύγοντας ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μετὰ τὴν ποινὴ τῆς καθαιρέσεώς του ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου[19], ἔχει δημιουργήσει στὸ σπίτι του ἕναν εὐκτήριο οἶκο τὸν ὁποῖο ἀποκαλεῖ “Korean Orthodox Mission. Russian Orthodox Church Outside of Russia”[20], ἔχοντας πρὸς τοῦτο τὴν συμπαράσταση σχισματικῶν παραγόντων ρωσσικῆς προελεύσεως. Τελευταίως μάλιστα τὸν “ἔκειραν” καὶ μεγαλόσχημο μοναχὸ καὶ τὴν σύζυγό του μεγαλόσχημη μοναχὴ καὶ τοὺς ἐγκατέστησαν τὸν μέν ἕνα ἡγούμενο, τὴν δὲ ἄλλη ἡγουμένη ἀνυπάρκτων μονῶν!

* * *

Ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἀρχαίας πατροπαράδοτης Κανονικῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως στὴν Κορέα, τῆς μιᾶς, δηλαδή, δικαιοδοσίας ὑπὸ ἕναν κυρίαρχο Ἐπίσκοπο, ἡ ὁποία ὀφείλεται, στὴν διορατικότητα, στὶς ἄοκνες προσπάθειες ἀλλὰ καὶ  στὴν διπλωματία τῆς ἀγάπης τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πισιδίας Σωτηρίου, πρέπει πάσῃ θυσία νὰ διατηρηθεῖ γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη συνέχεια τῆς διαδόσεως τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς μαρτυρίας στὴν χώρα τῆς “Πρωϊνῆς Γαλήνης”. Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ, τέλος, νὰ εὐχηθοῦμε, τὸ κορεατικὸ ἐκκλησιαστικὸ “μοντέλο”, ὡς πρὸς τὸ θέμα τῆς ὀρθόδοξης Διασπορᾶς, νὰ γίνει παράδειγμα πρὸς μίμηση καὶ πρὸς τὶς ἄλλες ἱεραποστολικὲς λεγόμενες χῶρες, στὶς ὁποῖες κηρύσσεται τὸ ὀρθόδοξο μήνυμα τῆς σωτηρίας. Τοιουτοτρόπως θὰ ἀποφευχθῆ ὁ σκανδαλισμὸς τῶν ἐνδιαφερομένων γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἀδελφῶν μας, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐφάμαρτη ἀνταγωνιστικὴ νοοτροπία τῶν διαφόρων ἐθνικῶν ἐκκλησιαστικῶν δικαιοδοσιῶν.


[1]  Τὸ κορεατικὸ κράτος δὲν ἔχει καμμιὰ ἐπίσημη θρησκεία γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ κορεατικὴ κοινωνία χαρακτηρίζεται ἀπὸ πλήρη ἀνεξιθρησκεία. Ἀκόμη καὶ τὰ μέλη τῆς ἴδιας οἰκογένειας μπορεῖ νὰ ἀκολουθοῦν διαφορετικὲς θρησκεῖες. Σύμφωνα μὲ τὰ ἐπίσημα στατιστικὰ στοιχεῖα τῆς τελευταίας ἀπογραφῆς τοῦ κορεατικοῦ πληθυσμοῦ (2005) τὸ 53.1% τοῦ λαοῦ ἀνήκει σὲ κάποια θρησκεία (Βουδδιστὲς 43.0%, Προτεστάντες 34.5%, Ρωμαιοκαθολικοὶ 20.6% Κομφουκιανοὶ 0.4%, Won-buddhism 0.5% καὶ λοιπὰ θρησκεύματα 0.1%) ἐνῶ τὸ 46.5% εἶναι ἄνευ θρησκεύματος.
[2]  Βάσει ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων ὑποστηρίζεται ἡ ἄποψη  ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς στὴν Κορέα μπορεῖ νὰ ἔχει ἱστορία 1200 χρόνων. Γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ βλέπε περισσότερα στὴν ἐργασία μας Ὁμοιότητες στὴν εἰκονογραφία Χριστοῦ καὶ Βούδα, Ἀθήνα: Μαΐστρος, 2009, 113-116.
[3] Ὡς γνωστὸν ἡ ἐν Ρωσσίᾳ Ἐκκλησία ἀνεκηρύχθη Αὐτοκέφαλη τὸ 1448. Τὸ 1589 μὲ Πατριαρχικὸ Τόμο, ποὺ ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἱερεμία Β´ τὸν Τρανὸ ἀνυψώθηκε σὲ Πατριαρχεῖο μὲ πρῶτο Πατριάρχη Μόσχας τὸν Μητροπολίτη Κολόμνας Ἰὼβ (26/1/1589).  Τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας καταργήθηκε τὸ 1700 ἀπὸ τὸν τσάρο Πέτρο Α´ τὸν Μεγάλο. Ὁ Μέγας Πέτρος ἀνάμεσα στὶς ἄλλες μεταρρυθμίσεις ποὺ ἔκανε τροποποίησε καὶ τὸ Καταστατικὸ τῆς Ρωσσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀρνούμενος νὰ διορίσει νέο Πατριάρχη Μόσχας μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχη Ἀνδριανοῦ. Ἀπὸ τὸ 1700 ἕως τὸ 1917 τὴν διοίκηση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας ἐξασκοῦσε ἡ Ἱερὰ Διοικοῦσα Σύνοδος. Τὸ 1917 ἐπὶ Λένιν ἔγινε ἡ ἐπανίδρυση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καὶ στὶς 5(18)/11/1917 ἐξελέγη ὁ Πατριάρχης Τύχων.
[4]  Ὡς πηγὴ γιὰ τὴν σύνταξη τοῦ ἱστορικοῦ μέρους τῆς παρούσης ἐργασίας χρησιμοποιήθηκε κυρίως τὸ ἔργο τοῦ Ἀνδρέου Στ. Χελιώτη, Ἡ Ὀρθοδοξία στὴν Κορέα, Συνοπτικὸ χρονικὸ τῆς Ἱεραποστολῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴν Κορέα, Ἀθήνα: Πατριαρχικὸν Ἵδρυμα Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, 2005.
[5] Ὁ ἱεροδιάκονος Νικόλαος Ἀλεξέγιεφ χειροτονήθηκε τὸ 1901 ἱερομόμαχος. Ὑπηρέτησε στὴν Κορέα μέχρι τὸ 1903. Ἐπανῆλθε τὸ 1908, λόγῳ ἐλλείψεως ἱερέων στὴν ἱεραποστολή, καὶ ἀναχώρησε ὁριστικὰ τὸ 1911 γιὰ τὸ Βλαδιβοστόκ.
[6] Παρέμεινε στὴν Κορέα μέχρι τὸ 1904, ποὺ ἐκδιώχθηκε κατὰ τὸν ρωσσο-ιαπωνικὸ πόλεμο ἀπὸ τοὺς Ἰάπωνες. Τὸ ἴδιο ἔτος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Τσεμποκσάρσκ καὶ τὸ 1905 μετετέθη στὴν Ἐπισκοπὴ Ἐλισαβετγκράντ, τῆς Ἐπαρχίας Χερσῶνος.
[7] Τὰ μέλη τοῦ πρώτου ἱεραποστολικοῦ κλιμακίου, τὸ ὁποῖο ἀποφασίστηκε νὰ σταλεῖ στὴν Κορέα ἀπὸ τὴν Διοικοῦσα Σύνοδο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας ἀποτελοῦνταν ἐκτὸς τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου καὶ ἀπὸ τὸν διάκονο Νικόλαο Ἀλεξέγιεφ καὶ τὸν ψάλτη Ἀ. Κράσιν. Λόγῳ ὅμως δυσκολιῶν δὲν μπόρεσαν νὰ πάρουν βίζα γιὰ τὴν Κορέα καὶ ἔτσι παρέμειναν στὴν περιοχὴ Οὐσσούρι μέχρι νὰ τοὺς ἐπιτραπεῖ ἡ εἴσοδός τους στὴν Κορέα. Ἀργότερα ἡ Διοικοῦσα Σύνοδος ἀναγκάστηκε νὰ ἀνακαλέσει τὸν διορισμὸ τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου λόγῳ προβλημάτων ποὺ παρουσιάστηκαν στὸ Νοβοκίεβσκ μεταξὺ τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου καὶ τῶν ἀξιωματούχων τοῦ ἐγκατεστημένου ἐκεῖ στρατιωτικοῦ συντάγματος.
[8] Ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Κορέα τὸ 1912, ὁπότε ἐξελέγη Βοηθὸς Ἐπίσκοπος Νικόλσκυ τῆς ἐπαρχίας Βλαδιβοστόκ καὶ ἀπὸ τὴν νέα του θέση εἶχε τὴν ἐποπτεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα.
[9] Μετέβη γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Κορέα τὸ 1906 ὡς ψάλτης. Τὸ 1908 ἐκάρη μοναχὸς καὶ τὸ 1911 χειροτονήθηκε ἱεροδιάκονος καί ἱερομόναχος. Τὰ ἔτη 1911-1913 διηύθυνε τὸ Μετόχι τῆς Ἱεραποστολῆς στὸ Βλαδιβοστόκ.
[10]  Ἐπίσης ἀπὸ τὸ 1954 ἕως τὸ 1955 διακόνησε στὶς ἀνάγκες τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς καὶ ὁ ἱερέας τοῦ Ἑ.Ἐκ. Σώματος Ἀρχιμ. Δανιήλ Ἰβηρίτης.
[11] Ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω ἀναφερομένων τεσσάρων Ἑλλήνων κληρικῶν διακόνησαν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Κορέα γιὰ μικρὰ ἤ μεγαλύτερα διαστήματα καὶ οἱ ἑξῆς ἐξ Ἑλλάδος προερχόμενοι κληρικοί: Πρωτοπρ. Κωνσταντῖνος Χαλβατζάκης, Ἀρχιμ. Παγκράτιος Μπρούσαλης, Ἀρχιμ. Σωφρόνιος Γραβάνης, Ἀρχιμ. Κύριλλος Χριστάκης (νῦν Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος), Ἀρχιμ. Θεόκλητος Τσίρκας, Ἀρχιμ. Νικόδημος Γιαννακόπουλος, Ἀρχιμ. Γεώργιος Στέφας, Μητροπολίτης Ἀχελώου Εὐθύμιος, Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ρακιντζάκης (νῦν Ἐπίσκοπος Ἀνθίδων), Δαμασκηνὸς Βολιώτης,  Ἱερομ. Ἰγνάτιος Σεννῆς (νῦν Ἐπίσκοπος Μαδαγασκάρης), Πρωτοπρ. Νικόλαος Γαλιλαῖος καὶ Πρωτοπρ. Ἐλευθέριος Χαβάτζας.
[12] Γιὰ τὴν ἀνέγερση ὑπὸ τῆς βορειοκορεατικῆς κυβερνήσεως τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίας Τριάδος Πιονκγιάνγκ ἐστάλη στὴν Β. Κορέα ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορέας μεγάλη οἰκονομικὴ βοήθεια ὅπως π.χ. οἰκοδομικὰ ὑλικά, ἀνυψωτικὸς γερανός, ἠλεκτρογενήτριες, κλιματιστικά, κ.λπ.
[13] Βλ. Ἀνδρέα Χελιώτη, ὅ.π. σελ.  27 καὶ 69.
[14] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας, Ἐπιστολὴ (Ἀριθμ. Πρωτ. 12/29-1-1998) τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ζήλων Σωτηρίου πρὸς τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Ν. Ζηλανδίας καὶ Ἔξαρχο Κορέας Διονύσιο περὶ ἀποστολῆς Ρώσσου Ἱερέως ἐκ τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας στὴν Κορέα.
[15] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας,  Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ζήλων Σωτήριο (10-7-2000) ὁ τότε Ἀρχιγραμματεύων τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου Σεβ. Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Μελίτων, πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Ρώσσου ἱερέως γράφει ὅτι “κατὰ τὸ διάστημα τῆς διακονίας αὐτοῦ ὁ εἰρημένος κληρικὸς (σ.σ. δηλαδὴ ὁ Ἱερομόναχος Θεοφάνης Κίμ) κατὰ τὰς ἱερὰς ἀκολουθίας καὶ τελετὰς θὰ μνημονεύῃ τοῦ ὀνόματος μόνον τοῦ κυριάρχου Μητροπολίτου, ἤτοι τοῦ Σεβ. Νέας Ζηλανδίας κ. Διονυσίου· ἐν περιπτώσει δὲ συλλειτουργίας μετὰ τῆς ὑμετέρας Θεοφιλίας τοῦ ὀνόματος ὑμῶν” (σ.σ. ἐννοεῖται τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ζήλων Σωτηρίου).
[16] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας,  Ἀριθμ. Πρωτ. 1188/3.7.2000.
[17] Γιὰ τὸ περιεχόμενο καὶ τὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη τοῦ ὅρου “Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία” βλ. Ἀρχιμ. Ἐλπιδοφόρου Λαμπρυνιάδου, Ἀρχιγραμματέως τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, “Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ ἐν ΗΠΑ Ἐκκλησία”, Ἐπίσκεψις, ἔτος 41ο, ἀριθμ. 715/31 Ἰουλίου 2010, σελ. 8-10.
[18] Βλ. Ἀπόφαση γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Διασπορὰ τῆς Δ´ Προσυνοδικῆς Πανορθόδοξης Διάσκεψης στὸ ἐν Σαμπεζὺ Ὀρθόδοξο Κέντρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀπὸ 6- 13 Ἰουνίου 2009.

[19] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας, Ἀπόφαση καθαιρέσεως Ἰουστίνου Κάνγκ, Ἀριθμ. Πρωτ. 74/12-2-1993. 

[20] Βλ. τὴν ἱστοσελίδα http://www.korthodox.org
Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.