Η Γυναίκα στη Βίβλο, (επιμέλεια Χ. Πινακούλας), Ελληνική Βιβλική Εταιρία, Αθήνα 2020

Από τον πρόλογο της έκδοσης των πρακτικών του συνεδρίου

Παρά την πρόοδο του σύγχρονου πολιτισμού μας σε σχέση με παλαιότερες εποχές, η ισότητα και η ισοτιμία μεταξύ των δύο φύλων απέχει πολύ από την πλήρη επίτευξή της. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου οι γυναίκες αποτελούν τα κατεξοχήν θύματα διακρίσεων, υποτίμησης, υποβιβασμού και κακοποίησης. Δυστυχώς τέτοιου είδους αντιλήψεις και φαινόμενα, τηρουμένων των αναλογιών, παρατηρούνται όχι μόνο στην ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα, αλλά ακόμη και σε «χριστιανικούς κύκλους» και «εκκλησιαστικά περιβάλλοντα». Βάσει αυτών των δεδομένων η Ελληνική Βιβλική Εταιρία αποφάσισε να αφιερώσει το τελευταίο της ετήσιο συνέδριο του 2019 στο θέμα «Η γυναίκα στη Βίβλο». Όπως πάντοτε βέβαια, οι διάφορες εισηγήσεις του συνεδρίου δεν περιορίστηκαν απλώς σε επί μέρους εξειδικευμένες βιβλικές θεματικές, αλλά συνέδεσαν τη μαρτυρία της Βίβλου για το πρόσωπο, τη φύση και τη θέση της γυναίκας με τα σύγχρονα κοινωνικά και εκκλησιαστικά δεδομένα. Σκοπό του συνεδρίου και βέβαια των παρόντων Πρακτικών του αποτελεί η σφαιρική και η εις βάθος ενημέρωση όλων μας σχετικά με τη συγκεκριμένη θεματική, και ακολούθως η ευαισθητοποίησή μας για διαστάσεις και παραμέτρους της, οι οποίες συχνά περνούν απαρατήρητες, χωρίς όμως να παύουν να ασκούν αρνητική επιρροή σε σύγχρονες αντιλήψεις, πρακτικές και καταστάσεις.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε καταρχάς ότι υπάρχουν βιβλικά κείμενα, τα οποία δεν θεωρούν τη γυναίκα ισότιμη με τον άνδρα. Βεβαίως μπορούμε να αναγνωρίσουμε σημαντικά ελαφρυντικά, εφόσον θεωρήσουμε, όπως οφείλουμε, τα κείμενα αυτά εντός της ιστορικοκοινωνικής τους συνάφειας. Μέσα σε βίαιες και επικίνδυνες συνθήκες η φυσική τάση που αναπόφευκτα αναπτύσσεται στις ανθρώπινες κοινωνίες είναι η προστασία των γυναικών, οι οποίες λόγω της δυνατότητάς τους να γεννούν παιδιά θεωρούνται πολυτιμότερες από τους άνδρες, και η επιβίωση –και άρα η προστασία τους– πολύ πιο σημαντική και απαραίτητη από αυτήν των ανδρών. Ο θεσμός της πολυγαμίας στην Παλαιά Διαθήκη επιβεβαιώνει όχι απλώς τη λειψανδρία της αρχαίας εκείνης εποχής λόγω της υψηλής θνησιμότητας των ανδρών, αλλά και την προστασία που απολάμβαναν οι γυναίκες, ώστε να διασφαλίζεται κατά το δυνατόν η διαιώνιση της οικογένειας, της πατριάς, της φυλής και του λαού. Αλλά αυτού του είδους η προστασία της γυναίκας σήμαινε συγχρόνως στις πλείστες των περιπτώσεων και τη στέρηση της ελευθερίας της, και άρα την υποτίμησή της, ενώ ο περιορισμός της στο «προστατευμένο» περιβάλλον του οίκου διευκόλυνε κάθε ενδεχόμενη εν κρυπτώ κακοποίησή της.

Από την άλλη πλευρά, τόσο στην Παλαιά, όσο και στην Καινή Διαθήκη, υπάρχουν και άκρως σημαντικά κείμενα τα οποία εξαίρουν την αξία της γυναίκας. Γυναικείες μορφές όπως φέρ’ ειπείν η Σάρρα, η Ραχήλ, η Ραάβ και η Ρουθ διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο στην παλαιοδιαθηκική Ιερά Ιστορία. Στην Καινή Διαθήκη πάλι, ιδιαίτερη τιμή αποδίδεται στη «Μητέρα του Κυρίου» (Λκ 1:43), τη Μαριάμ, ενώ εξαίρεται επίσης ο ρόλος των μαθητριών του Χριστού, όπως π.χ. της Μαρίας της Μαγδαληνής, της Μάρθας και της Μαρίας, αλλά και των χριστιανών γυναικών που μνημονεύει στις επιστολές του ο απόστολος Παύλος, όπως είναι η Φοίβη, η Πρίσκιλλα και η Ιουνία. Δεν είναι τυχαίο ότι στη μεταγενέστερη εκκλησιαστική παράδοση η Μαριάμ αποκλήθηκε «Παναγία», της αποδόθηκε δηλαδή ο υψηλότερος τίτλος που θα μπορούσε να λάβει ο οποιοσδήποτε άνθρωπος, ενώ η Μαρία η Μαγδαληνή, αλλά και η αγία Φωτεινή, η ανώνυμη Σαμαρείτιδα του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, αποκλήθηκαν «ισαπόστολοι», δηλαδή εξισώθηκαν ουσιαστικά με τους άνδρες αποστόλους του Χριστού. Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι ο απόστολος Παύλος αποκαλεί την Ιουνία από κοινού με τον σύζυγό της Ανδρόνικο «ἐπισήμους ἐν τοῖς ἀποστόλοις» (Ρωμ 16:7), ενώ διατυπώνει την επαναστατική για την εποχή του ρήση: «οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ 3:28).

Κατά τη δισχιλιετή ιστορία του χριστιανισμού υπήρξαν πάμπολλες μελανές σελίδες ως προς τη θέση της γυναίκας εντός των χριστιανικών εκκλησιαστικών κοινοτήτων επί τη βάσει ανδροκρατικών ερμηνειών της Βίβλου και της Παράδοσης. Υπήρξαν όμως και φωτεινές περιπτώσεις απόδοσης της πρέπουσας αξίας και τιμής στη γυναίκα, κυρίως αλλά όχι απο-κλειστικά στο πλαίσιο του γυναικείου μοναχισμού, οι οποίες επίσης θεμελιώθηκαν στη βιβλική μαρτυρία. Βάσει των ανωτέρω έχει ιδιαίτερη αξία η κριτική θεώρηση αυτής της μαρτυρίας: το να μη φοβηθούμε να αντικρίσουμε τα σκοτεινά της σημεία, να τα κατανοήσουμε εντός του ιστορικού τους πλαισίου, αλλά και να ασκήσουμε τη δέουσα κριτική επί του περιεχομένου και της μεταγενέστερης αρνητικής επιδράσεώς τους. Από την άλλη πλευρά είναι επίσης σημαντικό και το να αναγνωρίσουμε τα θετικά σημεία αυτής της μαρτυρίας και πρωτίστως την ουσιαστική της επιρροή στη διαμόρφωση του σύγχρονου πολιτισμού της ισότητας και της ισοτιμίας όλων των ανθρώπων μεταξύ τους, ανεξαρτήτως φυλής και φύλου.

Τα πρακτικά του συνεδρίου ανταποκρίνονται πλήρως σε αυτήν την προβληματική. Στο εισαγωγικό κείμενό του ο π. Βασίλειος Θερμός θίγει το διαχρονικό πρόβλημα της υποτίμησης της γυναίκας τόσο στη βιβλική εποχή, όσο και στη σημερινή εκκλησιαστική αντίληψη και πρακτική. Ο Παντελής Καλαϊτζίδης εξαίρει την εσχατολογική προοπτική στη θεώρηση των φύλων και συνδέει την υποτίμηση της γυναίκας με την τάση της ορθόδοξης θεολογίας να υποβαθμίζει την εσχατολογία. Η κ. Μυρτώ Θεοχάρους αναφέρεται στο σύγχρονο πρόβλημα της σωματεμπορίας συνδέοντάς το με συγκεκριμένες πρόνοιες που ήδη η Παλαιά Διαθήκη λαμβάνει για να προστατέψει τη γυναίκα από τη σεξουαλική κακοποίηση. Ο κ. Παναγιώτης Νικολόπουλος καταδεικνύει με την εισήγησή του περί του νομικού πλαισίου απόκτησης παιδιού από μοναχική γυναίκα ότι υπάρχουν σύγχρονες διαστάσεις του θέματος «γυναίκα», οι οποίες μπορεί να μην αποτυπώνονται στη Βίβλο, αλλά οφείλουν να αντιμετωπίζονται εντός του ευρύτερου πνεύματός της. Ο κ. Τιμολέων Γαλάνης ασχολείται εξ αφορμής μιας σύγχρονης γερμανικής μετάφρασης με τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου της Γενέσεως και με την ισοτιμία ανδρός και γυναικός, όπως αυτή προκύπτει μέσα από τη ραββινική και την πατερική ερμηνεία. Ο κ. Κωνσταντίνος Μπελέζος παρουσιάζει την ερμηνεία δύο παύλειων χωρίων (Α΄Κορ 14:34 και Α΄Τιμ 2:11-12) από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο συγκεκριμένος Πατήρ της Εκκλησίας συνηγορεί υπέρ των γυναικών, αλλά συγχρόνως υιοθετεί εν μέρει και κάποιες εις βάρος τους προκαταλήψεις της εποχής του. Η κ. Jorunn Økland ασχολείται με την τάση αποσιώπησης του ρόλου και της σημασίας της «αποστόλου» Ιουνίας και των γυναικών-μαρτύρων του κενού τάφου από πλευράς εκκλησιαστικής ερμηνείας. Η κ. Korinna Zamfir, τέλος, αντιπαραβάλλει τον ασκητισμό με τον γάμο λαμβάνοντας αφορμή από τη σύγκριση μεταξύ της Α′ προς Τιμόθεον επιστολής και των Πράξεων Παύλου καὶ Θέκλης, και καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι στο τελευταίο αυτό κείμενο ακόμη και η ηρωίδα του Θέκλα κρίνεται εμμέσως αρνητικά για την αγαμία της. Τέλος, στις τοποθετήσεις τους από τη συμμετοχή τους στη Στρογγυλή Τράπεζα του συνεδρίου οι π. Θεόδωρος Κοντίδης, αιδέσιμος κ. Μελέτης Μελετιάδης και κ. Ελένη Καραγιάννη τονίζουν με κριτική και αυτοκριτική ματιά την ανάγκη και την προοπτική μιας ουσιαστικής αλλαγής στις σχέσεις με-ταξύ γυναικών και ανδρών, που θα πηγάζει από τη βαθιά βίωση του γνή- σιου ευαγγελικού και χριστιανικού πνεύματος.

Ολοκληρώνοντας αυτό το προλογικό σημείωμα, εκφράζουμε την ευχή τα σημαντικά κείμενα του παρόντος τόμου να αποτελέσουν για όλους τους αναγνώστες του εναύσματα προβληματισμού σχετικά με το καίριας σημασίας θέμα του, αλλά και να συμβάλουν ουσιαστικά σε μια ευρύτερη συζήτηση κριτικού και αυτοκριτικού χαρακτήρα.

Μυρτώ Θεοχάρους-Χρήστος Καρακόλης

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΒΙΒΛΙΑ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.