Η ομιλία του πρωτοπρεσβύτερου και ομότιμου καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης Αλκιβιάδη Καλύβα στο διεθνές συνέδριο εις μνήμην του καθηγητή Ιωάννη Φουντούλη

18-200_20Παναγιώτατε, Σεβασμιώτατοι, Θεοφιλέστατοι, Πανοσιολογιώτατοι, Συμπρεσβύτεροι αδελφοί, ελλογιμώτατοι κύριοι Καθηγητές, αγαπητοί Φοιτητές, ευχαριστώ θερμώς τα μέλη της οργανωτικής επιτροπής του παρόντος συνεδρίου για την ευγενή τους πρόσκληση. Η συμμετοχή μου αποτελεί ευλογία Θεού και εξαιρετική τιμή. Επίσης εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου προς τον Παναγιώτατον Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμον και την Πρυτανεία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για τη φιλοξενία.

Σήμερα αποδίδουμε τιμή στην ιερή μνήμη, τον άψογο βίο, το πλούσιο έργο και την εξαίρετη προσφορά του Καθηγητή Ιωάννη Μιχαήλ Φουντούλη. Ο μακαριστός δάσκαλός μας με τις παραδόσεις  και τα συγγράμματά του μυσταγώγησε αναρίθμητους κληρικούς και λαϊκούς από όλη την Οικουμένη στη λατρευτική ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στον πλούτο και την ιερότητά της, στην εξαγιαστική της δύναμη. Η λατρεία αυτή στο πέρασμα του χρόνου προσέλαβε ένα συγκεκριμένο λειτουργικό σχήμα, τον Βυζαντινό Λειτουργικό Τύπο, που αποτελεί την κοινή πνευματική κληρονομία όλων των Ορθοδόξων λαών επί της γης.

Στα είκοσι περίπου λεπτά που προβλέπονται από το πρόγραμμα, θα αναφερθώ εν συντομία σε δυο συγγενή θέματα: στον δυναμικό χαρακτήρα της λατρείας μας και στη ενσάρκωσή της στην Αμερικανική πραγματικότητα.

Ο Βυζαντινός λειτουργικός τύπος, όπως τόνιζε ο αείμνηστος Καθηγητής Φουντούλης, «δεν είναι ένα απολίθωμα, ούτε ένα άψυχο αντικείμενο ερεύνης». Είναι μάλλον ένας πολυσύνθετος ζωντανός οργανισμός, παλαιός και νέος συγχρόνως. Έχει μέσα του πνεύμα ανακαινιστικό που του δίνει τη δυνατότητα να εξελίσσεται και να ενσαρκώνεται στα πολιτιστικά βιώματα διαφόρων λαών. Και, όπως ο ίδιος ομολογεί σ’ ένα άρθρο του, στο συμπέρασμα αυτό  οδηγήθηκε από τη «μελέτη των πηγών, από την αναζήτηση της ορθής τάξης και της ορθής λειτουργικής παράδοσης, από την αγάπη και τον πόθο του για τη βελτίωση των λειτουργικών πραγμάτων και από τον οραματισμό για την ακριβή τάξη και εύτακτη τέλεση των ιερών ακολουθιών». Αφιέρωσε τη ζωή του στην καλλιέργεια μιας λατρείας «αληθινών προσκυνητών», ώστε να λατρεύουν τον Θεόν «εν Πνεύματι και αληθεία…ευαρέστως μετά αιδούς και ευλαβείας».

18-200_16

Για μας τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, όπως υπογράμμιζε συχνά ο πατήρ Γεώργιος Φλορόφσκυ, η Εκκλησία είναι πρωτίστως και κυρίως λατρεύουσα κοινότητα, όπου η λατρεία κατέχει προνομιακή θέση και προτεραιότητα. Είναι η πίστη της Εκκλησίας εν κινήσει. Η Εκκλησία ζει, επιβεβαιώνει και εορτάζει τα σωτηριώδη γεγονότα με τη λατρεία. Στις λειτουργικές συνάξεις, τα ιερά κείμενα, οι τελετές, οι εικόνες και το θείο κήρυγμα μας διδάσκουν να βιώνουμε διαρκώς  τα ιερά δόγματα και τις διδασκαλίες της πίστεώς μας. Στις λειτουργικές συνάξεις η Εκκλησία ανακαλύπτει συνεχώς τις αιώνιες αλήθειες του Ευαγγελίου, ώστε να μπορούμε να αποκτούμε την εμπειρία του αληθινού και αιωνίου τρόπου υπάρξεως, τον οποίο ο Απόστολος Παύλος ονομάζει «καινή κτίση» και «ζωή εν Χριστώ».

Η Εκκλησία επιτελεί το σωτήριο έργο της με  τη λατρεία, τον συνεχή ευαγγελισμό του κόσμου και τον επανευαγγελισμό των πιστών, με τη διδασκαλία της ορθής πίστεως και με την άσκηση έργων αγάπης. Κέντρο όλων αυτών των ενεργειών είναι η λατρεία. Και τούτο, διότι ο ευαγγελισμός του κόσμου, δηλαδή η ιεραποστολική δράση προς τα έξω και προς τα έσω, η κατήχηση του λαού και η φιλανθρωπία πληροφορούνται, ενεργοποιούνται και πραγματοποιούνται κατά πρώτον λόγον σε κάθε λατρευτική σύναξη, ενοριακή και μοναστηριακή. Εκεί, δηλαδή, που ο αιώνιος Θεός είναι παρών στον λαό Του και ο λαός συναντά και δέχεται τη μεταμορφωτική χάρη, την ευλογία και την απεριόριστη θυσιαστική αγάπη του Κυρίου. Στις λειτουργικές αυτές συνάξεις ο Κύριος πραγματοποιεί την υπόσχεσή Του, «ου γαρ εισίν δυο η τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών» και ο λαός επικαλείται την χάρη Του προσφέροντάς Του «θυσίαν αινέσεως και θυσίας πνευματικάς».

 Η λατρεία μας οδηγεί στο κατώφλι ενός άλλου κόσμου. Φτάνουμε και διασχίζουμε τα έσχατα,  αγγίζουμε την αιωνιότητα, νιώθουμε την παρουσία μιας πραγματικότητας που μας υπερβαίνει, κοινωνούμε με τον αιώνιο Τριαδικό Θεό.

Γι’ αυτό δεν αρκεί μόνον να θαυμάζουμε τη λατρεία της Εκκλησίας. Πρέπει να την αγαπούμε, να την μελετούμε και να την ζούμε. Επιπλέον, με σεβασμό προς την παράδοση, με προσοχή και σύνεση, να εξετάζουμε αν τα διάφορα στοιχεία του λειτουργικού μας τύπου φέρουν αποτελέσματα  σε σχέση με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του σύγχρονου κόσμου.

Η λατρεία της Εκκλησίας θυμίζει ένα λεπτό μουσικό όργανο. Για παράδειγμα το βιολί,  για να εκπληρώσει τον σκοπό του, πρέπει να το χειρίζονται  με τέχνη, αφοσίωση και πάθος. Τότε το μουσικό αποτέλεσμα είναι άριστο, εμπνέει, τέρπει και συγκινεί και τον οργανοπαίκτη και τον ακροατή. Όταν όμως ο βιολιστής είναι ερασιτέχνης, τότε  δημιουργείται δυσαρμονία ήχων. Γι’ αυτόν τον λόγο κλήρος και λαός ευθύνονται για την ποιότητα της ενοριακής λατρείας.

DSC_0606

Φωτογραφίες: Δημοσθένης Τσαβδαρίδης

Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν στη δημιουργία μιας υγιούς λατρευτικής ατμόσφαιρας. Πρωτίστως, ένας σεμνός, μετριόφρων, ευλαβής, κόσμιος λειτουργός, χωρίς θεατρινισμούς. Η  ενεργός συμμετοχή του λαού – του «βασιλείου ιερατεύματος» – στα δρώμενα της λατρείας. Περιεκτικά και πειστικά κηρύγματα,  κατανοητή λειτουργική γλώσσα και σωστή εκφώνηση των λειτουργικών κειμένων, όπου κρύβονται πολύτιμα μαργαριτάρια σοφίας και τα βαθύτερα μηνύματα της πίστεως. Σεμνή ψαλμωδία που ερμηνεύει τον ποιητικό λόγο, αγγίζει ψυχές και ανυψώνει το φρόνημα των πιστών. Ευπρέπεια του οίκου, τάξη και ευλάβεια στην επιτέλεση των ακολουθιών και των διακονημάτων.

Η μεταφορική εικόνα του μουσικού οργάνου έχει και άλλη πτυχή. Το βιολί, για να αποδίδει σωστή και ποιοτική μουσική, έχει ανάγκη από τη φροντίδα και τη συντήρηση του βιολιστή. Κατά καιρούς πρέπει να το καθαρίζει και να το χορδίζει. Αλλιώς, δεν θα αποδίδει όπως πρέπει. Το ίδιο συμβαίνει και με τη λατρεία της Εκκλησιάς. Θέλει φροντίδα, για να μη φθαρεί και γίνει άψυχη τυπολατρία. Θέλει φροντίδα, για να παραμένει δυναμική και αποτελεσματική, ικανή να προσαρμόζεται προς την μεταβαλλόμενη και εξελισσόμενη πορεία της ιστορίας. Αυτό σημαίνει λειτουργική ανανέωση, την οποία ο αείμνηστος Καθηγητής Φουντούλης την περιέγραψε ως «αγάπη και πόθο για την βελτίωση των λειτουργικών πραγμάτων».

Προφανώς στον ίδιο αυτόν σκοπό αποβλέπουν και τα σημαντικά πανελλήνια λειτουργικά συμπόσια της Εκκλησίας της Ελλάδος, με τις αξιόλογες ανακοινώσεις οι  οποίες έχουν δημοσιευθεί σε είκοσι και πλέον τεύχη στη Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη.

Ο λόγος του Χριστού για το Σάββατο αρμόζει και στη λατρεία: «το Σαββατον διά τον άνθρωπον εγένετο και όχι ο άνθρωπος δια το σάββατον.» Η λατρεία δεν είναι αυτοσκοπός. Ο άνθρωπος δεν την εξυπηρετεί,  αλλά η ίδια τον εξυπηρετεί. Η Εκκλησία προσφέρει τη λατρεία στον λαό της, όπου «τα άνω τοις κάτω συνεορτάζει και τα κάτω τοις άνω συνομιλεί». Γι’ αυτό το κέντρο κάθε συζήτησης περί της λατρείας πρέπει να καταλαμβάνει ο πιστός λαός, ο κόσμος του, οι αναζητήσεις, οι ανάγκες, οι απαιτήσεις του, ακόμα και οι αδυναμίες και οι αμφιβολίες του. Αλλιώς, η λατρεία θα υποχωρεί σιγά-σιγά προς την τυπολατρία, για να γίνει ένα απολίθωμα, ένα άψυχο λείψανο. Η Εκκλησία όμως είναι ζωντανός οργανισμός και η λατρεία της οφείλει να αντανακλά τη ζωτικότητά της.

18-200_57

Η ιστορική έρευνα μαρτυρεί ότι οι δομές, τα κείμενα, τα σύμβολα, οι τελετές, και όλα όσα αποτελούν τον λειτουργικό μας τύπο είναι προϊόν μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας. Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε όσα  τόνισε ο καθηγητής Ευάγγελος Θεοδώρου, ότι «το πλέον σταθερό γνώρισμα της Ορθοδόξου λειτουργικής παραδόσεως, ιδίως σε χρόνους ανθήσεως της εκκλησιαστικής ζωής, είναι όχι η στατικότις, αλλά η συνεχής ανανέωσίς της. Επομένως, δεν είναι άρνησις της παραδόσεως η ανανέωσις της λατρείας».

Ο μακαριστός Καθηγητής Φουντούλης, με το πολύτιμο επιστημονικό έργο του, μας δώρισε τη δυνατότητα να διακρίνουμε τα πρωτογενή και ουσιώδη  από τα δευτερογενή και τυχαία (περιπτωσιακά) στοιχεία της λατρείας. Σ’ αυτήν ακριβώς τη διάκριση βασίζεται κάθε ανανεωτική προσπάθεια για τη βελτίωση της λειτουργικής ζωής των πιστών. Και σ’ αυτήν τη διάκριση στηρίζεται και η σωστή ερμηνεία της πνευματικής, αισθητικής, λογικής και μυστικής διάσταση της Ορθόδοξης λατρείας.

Αλλαγές και αναμορφώσεις στα συστατικά της λατρείας δεν έχουν λείψει ποτέ. Στη ροή της ιστορίας οι ιεροτελεστίες άλλοτε έγιναν εκτενέστερες με την προσθήκη νέων στοιχείων, άλλοτε βραχύτερες με την αφαίρεση στοιχείων και άλλοτε έχουν υποστεί αλλοιώσεις. Και όλα αυτά επισήμως ή ανεπισήμως, συνήθως βαθμηδόν και ανεπαισθήτως, για ποιμαντικές ή δογματικές ανάγκες. Η αφετηρία για τη λειτουργική ανανέωση είναι κυρίως οι εύλογες ποιμαντικές ανάγκες της τοπικής Εκκλησίας. Γι’ αυτό η αυθεντική ανανέωση και αναμόρφωση των λειτουργικών πραγμάτων αποστρέφεται κάθε επιπόλαια, αβασάνιστη και αυθαίρετη κίνηση, οσοδήποτε καλοπροαίρετη, διότι μπορεί από απροσεξία να παγιώσει κάποια αμφίβολη πράξη.

Ανανεωτικές τάσεις είναι εμφανέστερες στις Ορθόδοξες Εκκλησίες της λεγόμενης Διασποράς, δηλαδή στις χώρες, όπου εγκαταστάθηκαν Ορθόδοξοι μετανάστες ή ακόμη προσήλθαν στην Ορθοδοξία μέλη  από άλλες χριστιανικές παραδόσεις, ύστερα από ιεραποστολικές προσπάθειες.

18-200_53

Στην Αμερική η Ορθοδοξία πρωτοεμφανίστηκε το έτος 1794 από Ρώσους ιεραποστόλους στη μακρινή Αλάσκα, όταν ανήκε ακόμα στη Ρωσία. Η εξάπλωσή της άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα με την ίδρυση κοινοτήτων από μετανάστες  που κατέφθασαν στην Αμερικανική Ήπειρο από τις Ορθόδοξες χώρες και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Η πρώτη κοινότητα  είναι η Ελληνική Εκκλησία της Αγίας Τριάδος στη Νέας Ορλεάνη που ιδρύθηκε το έτος 1864 από Έλληνες εμπόρους με την καθοδήγηση του Έλληνος προξένου. Στην αρχή, οι πρώτες μικρές κοινότητες που είχαν ιδρυθεί από λαϊκούς χωρίς καμία επισκοπική ή ιερατική εποπτεία, εξυπηρετούσαν όλους τους Ορθοδόξους, αδιακρίτως εθνικής καταγωγής για πολλές δεκαετίες. Κατά  τα τέλη του 19ου αιώνα οι κοινότητες είχαν ήδη αρχίσει να αποκτούν εθνική ιδιαιτερότητα, η οποία διατηρείται μέχρι τις ημέρες μας. Ως εκ τούτου, στην Αμερική υπάρχουν δώδεκα κανονικές δικαιοδοσίες, εκ των οποίων η μεγαλύτερη και η πιο οργανωμένη είναι η Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αμερικής, γεγονός που δεν απηχεί την ενότητα.

Οι μετανάστες έφεραν μαζί τους και τις τοπικές τους συνήθειες και παραδόσεις, οι οποίες δεν εξαλείφτηκαν, παρ’ όλο το μεγάλο χρονικό διάστημα της παραμονής τους μακριά από τις χώρες προελεύσεως, με αποτέλεσμα σήμερα να παρατηρούνται αρκετές διαφορές ανάμεσα στις δικαιοδοσίες, ως προς τη λειτουργική, διοικητική και ποιμαντική πράξη. Κατά τη γνώμη μου, το γεγονός αυτό εγκυμονεί κινδύνους, διότι οι πρακτικές αυτές προϋποθέτουν και κάποιο θεολογικό υπόβαθρο, όπως για παράδειγμα οι εξής: ο τρόπος που εκλέγονται οι επίσκοποι και διοικούνται οι επισκοπές και οι ενορίες, τα προαπαιτούμενα της χειροτονίας κληρικών, η θέση των πρεσβυτέρων στα ενοριακά συμβούλια, η συγκρότηση και οι ευθύνες των πνευματικών δικαστηρίων, ο τρόπος λύσεως των γάμων και εκδόσεως διαζυγίων, η τάξις για την υποδοχή προσηλύτων κληρικών και λαϊκών, θέματα που αφορούν στην εξομολόγηση και τα επιτίμια, η στάση απέναντι στους καθηρημένους κληρικούς και αφορισμένους λαϊκούς, οι διαφορετικές τυπικές διατάξεις και τρόποι τέλεσης των ιερών ακολουθιών και άλλα.

Ειδικότερα θα σας αναφέρω μερικά παραδείγματα που αφορούν στην Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αμερικής, η όποια αποτελείται από την Αρχιεπισκοπή και 8  Μητροπόλεις, 550 ενορίες, 20 μοναστικές κοινότητες, 575 εν ενεργεία ιερείς, 50 συνταξιούχους, εκ των οποίων αρκετοί εξακολουθούν να προσφέρουν υπηρεσίες, 23 ιερείς και 67 διακόνους, που ασκούν και διάφορα άλλα επαγγέλματα. Οι περισσότεροι κληρικοί έχουν γεννηθεί στην Αμερική από ελληνικές οικογένειες ή προέρχονται από μικτούς γάμους. Επίσης αρκετοί είναι προσήλυτοι. Οι περισσότεροι κληρικοί είναι απόφοιτοι της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης, πολλοί εκ των οποίων έχουν πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές σε διάφορους κλάδους της θεολογικής επιστήμης ή και σε άλλες επιστήμες. Ο κλήρος μισθώνεται από την ενορία, η όποια διοικείται από το ενοριακό συμβούλιο και από τη γενική συνέλευση των μελών της. Το ενοριακό συμβούλιο εκλέγεται από τους ενορίτες και συνεδριάζει μια φορά τον μηνά, ενώ η γενική συνέλευση δυο φορές τον χρόνο. Ο εφημέριος, ως η κεφαλή της ενορίας, είναι, εκ της θέσεώς του, μέλος του ενοριακού συμβουλίου. Οι ενορίες διοικούνται συμφώνα με τις Ομοιόμορφες Ενοριακές Διατάξεις της Αρχιεπισκοπής και τους κανονισμούς εκάστης Πολιτείας για τις θρησκευτικές οργανώσεις. Κάθε δυο χρόνια γίνονται οι Κληρικο-Λαϊκές Συνελεύσεις της Αρχιεπισκοπής, οι οποίες, εξαιρούμενων των δογματικών και κανονικών ζητημάτων, ασχολούνται περί πάντα τα θέματα τα αφορώντα στη ζωή, την αποστολή, την αύξηση και την ενότητα της Αρχιεπισκοπής.

DSC_0838

Φωτογραφίες: Δημοσθένης Τσαβδαρίδης

Το έργο των κληρικών της Αμερικής είναι πολύπλευρο, ακόμα και στις μικρότερες ενορίες. Εκτός από τα λειτουργικά του καθήκοντα, ο κάθε ιερέας είναι υποχρεωμένος να δημιουργεί και να διατηρεί ένα πολύπλευρο και περιεκτικό ποιμαντικό έργο. Επιπλέον, εποπτεύει τις εκπαιδευτικές, φιλανθρωπικές, ιεραποστολικές και κοινωνικές δραστηριότητες της ενορίας, επιβλέπει το προσωπικό, τις οργανώσεις και τα σχολεία της ενορίας, δίνει κατευθύνσεις στα διοικητικά και οικονομικά θέματα, κηρύττει ανελλιπώς τον θείο λόγο, κατηχεί ενηλίκους και προσήλυτους, επισκέπτεται ασθενείς, αντιπροσωπεύει την ενορία του σε διάφορα θρησκευτικά, πολιτιστικά, δημόσια και εκπαιδευτικά συμβούλια και άλλα πολλά.

Απόλυτη ομοιομορφία στα λειτουργικά θέματα δεν υπάρχει, κυρίως στα δευτερεύοντα πράγματα που αφορούν στις διατάξεις. Για παράδειγμα, πολλοί ιερείς, για πρακτικούς λόγους, τελούν την κουρά των νεοφύτων αμέσως μετά την κατάδυση και το Χρίσμα, ενώ άλλοι προς το τέλος της ακολουθίας μετά την απόλουση κατά τη διάταξη του Ευχολογίου. Όλοι οι κληρικοί όμως κοινωνούν τους νεοφύτους ή μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου ή προ του τέλους της ακολουθίας του Βαπτίσματος. Σε μερικές ενορίες παραλείπονται οι στίχοι των Ψαλμών στα Αντίφωνα, ενώ σε άλλες τηρείται η τάξη. Κατά γενικό κανόνα, αποφεύγονται οι επαναλήψεις στις ιερές ακολουθίες. Για παράδειγμα, στη Θεία Λειτουργία δεν επαναλαμβάνονται οι αιτήσεις μετά την αγία Αναφορά, ούτε ψάλλονται δύο φορές τα τροπάρια στους εσπερινούς και όρθρους.

Σας αναφέρω και δυο ακόμη παραδείγματα που αφορούν στις εορτές και στην Προηγιασμένη Θεια Λειτουργία. Όταν πέσει μια εορτή μεσοβδόμαδα, μερικές ενορίες, για τη διευκόλυνση των πιστών, την εορτάζουν με  Θεια Λειτουργία αφ’ εσπέρας, ενώ άλλες ανήμερα το πρωί με όρθρο και Θεία Λειτουργία. Η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων τις Τετάρτες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής στις περισσότερες ενορίες τελείται αργά το απόγευμα, ενώ σε ελάχιστες τελείται το πρωί. Στις περισσότερες ενορίες η Προηγιασμένη τις Παρασκευές της Τεσσαρακοστής σπάνια τελείται, κατά κανόνα το πρωί, διότι το εσπέρας τελούνται οι Χαιρετισμοί.

Παρ’ όλο που δεν πρόκειται για αμιγώς λειτουργικό θέμα, σημειώνουμε ότι από της ιδρύσεως της Αρχιεπισκοπής Αμερικής το 1922 η εξωτερική ενδυμασία του κλήρου ακολούθησε τα ισχύοντα  στο νέο περιβάλλον. Το ράσο απεβλήθη και επικράτησε η λεγόμενη πολιτική ενδυμασία. Τα τελευταία χρόνια, μερικοί νέοι κληρικοί επανέφεραν δημοσίως το ζωστικό, από μοναστικές επιδράσεις  και σε ελάχιστες περιπτώσεις το καλυμμαύχι, το οποίο παραξενεύει πολλούς. Πλην των αγάμων κληρικών, ελάχιστοι φορούν το καλυμμαύχι στις ιερές ακολουθίες, το οποίο, άλλωστε,  δεν είναι λειτουργικό άμφιο.

18-200_81

Ως προς τη ναοδομία παρατηρούμε τα εξής. Αρχικά, χώροι λατρείας ήταν  ενοικιασμένες αίθουσες ή κατοικίες των μεταναστών. Σε μια δεύτερη φάση, η οργανωμένη κοινότητα αγόραζε έναν Προτεσταντικό ναό ή μια συναγωγή ή κάποια άλλη αίθουσα και διαμόρφωνε κατάλληλα τον χώρο με τα απαραίτητα λειτουργικά προσαρτήματα και αντικείμενα. Όταν υπήρχε η οικονομική ευχέρεια, η κοινότητα έκτιζε δικό της ναό εκ θεμελίων, συνήθως σε ρυθμό βασιλικής ή βασιλικής μετά τρούλου. Επιβλητικοί ναοί της εποχής αυτής είναι οι Καθεδρικοί Ναοί της Νέας Υόρκης και της Βοστώνης. Ο ενοριακός ναός, όπως δήποτε, έπρεπε να είχε γραφεία και αίθουσες για τις κοινωνικές εκδηλώσεις και τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες της ενορίας. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν παρατηρήθηκε μετακίνηση προς τα προάστια των μεγαλουπόλεων, τότε ιδρύθηκαν πολλές νέες ενορίες και άρχισαν να κτίζονται μέχρι σήμερα, σε όλη τη Β. Αμερική, νέοι περικαλλείς ναοί  Βυζαντινής ή νεο-βυζαντινής τεχνοτροπίας, με αξιόλογα κοινοτικά κέντρα και  βοηθητικούς χώρους για τις διάφορες δραστηριότητες της ενορίας.

Προ της δεκαετίας του 1950 οι ναοί κοσμούντο με αγιογραφίες δυτικού η ρωσικού τύπου, διότι η παραδοσιακή Βυζαντινή τέχνη βρισκόταν σε παρακμή. Οι αγιογράφοι των εικόνων  στους  πρώτους ναούς ήταν Ελληνοαμερικανοί. Πολλές φορές κατέφθαναν εικόνες από την Ελλάδα, το Άγιον Όρος ή από αλλού. Με την αναγέννηση της Βυζαντινής τέχνης στη Ελλάδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αρχιεπισκοπή Αμερικής μερίμνησε για τη διάδοση της βυζαντινής τέχνης από μαθητές του Φώτη Κόντογλου και άλλους Έλληνες αγιογράφους. Σήμερα, έχει πλέον  καθιερωθεί η Βυζαντινή τέχνη, η οποία θεραπεύεται από άριστους Ελληνοαμερικανούς και Έλληνες αγιογράφους.

Η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία έφερε και μιαν άλλη σημαντική αλλαγή. Στις αρχές της για πρώτη φορά επισήμως  η αγγλική γλώσσα εισχώρησε στη λατρεία και τα λειτουργικά κείμενα από το ελληνικό πρωτότυπο αποδόθηκαν στην Αγγλική , ώστε να αντιμετωπιστούν νέες ποιμαντικές ανάγκες. Αρχικά, η Αγγλική χρησιμοποιήθηκε εκ παραλλήλου με την Ελληνική  για τις Βιβλικές περικοπές της Θειας Λειτουργίας, των άλλων Μυστηρίων και ακολουθιών, το Σύμβολο της Πίστεως, την Κυριακή προσευχή και το κήρυγμα. Ωστόσο με την πρακτική αυτή η τέλεση των μυστηρίων και των ακολουθιών εμάκρυναν πολύ. Βαθμηδόν, η χρήση της Αγγλικής επεκτάθηκε. Σήμερα, στις περισσότερες ενορίες, έχει επικρατήσει η αγγλική γλώσσα, εφόσον το εκκλησίασμα είναι είτε δίγλωσσο είτε μόνον αγγλόφωνο. Πρόκειται ήδη για στην τέταρτη και πέμπτη γενεά Ελλήνων μεταναστών, ενώ ο αριθμός των μικτών γάμων ολοένα και αυξάνεται. Οι προκλήσεις και το δίλημμα είναι μεγάλο. Όμως για την ορθή αντιμετώπισή τους τους βοήθησε το ίδιο το νόημα της λατρείας.

Ωστόσο η χρήση της αγγλικής δημιούργησε και η ίδια άλλου είδους προβλήματα, που σχετίζονται με τη μετάφραση των ιερών κειμένων.

 Όλα τα λειτουργικά βιβλία δεν έχουν ακόμη μεταφρασθεί στην αγγλική και αυτό ισχύει για όλες τις δικαιοδοσίες. Εξάλλου οι διάφορες μεταφράσεις των κειμένων που κυκλοφορούν και είναι εν χρήσει έχουν γίνει από ιδιώτες,  από κάποιες επιτροπές ή από μοναστικές κοινότητες. Το αποτέλεσμα είναι να  διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τον γλωσσικό τύπο (αρχαϊκή ή νεώτερη αγγλική) και την ποιότητα. Οι ύμνοι παρουσιάζουν την μεγαλύτερη μεταφραστική δυσκολία, διότι εκτός από τον ποιητικό λόγο, πρέπει να διατηρηθεί, όσο το δυνατόν, και το βυζαντινό μουσικό μέλος. Έργο που απαιτεί πολλές γνώσεις και τάλαντα.

Από επίδραση και μίμηση άλλων χριστιανικών παραδόσεων, σχεδόν εξ αρχής,  στους ναούς τοποθετήθηκαν καθίσματα, τα οποία  περιορίζουν την κίνηση των πιστών, αλλά συγχρόνως συμβάλλουν στην τήρηση της τάξης και στη δημιουργία ήρεμης ατμόσφαιρας  που τονώνει την αίσθηση της ιερότητας του χώρου.

Από ίδιες επιδράσεις  πολύ ενωρίς εισήχθησαν στους ναούς μας και οι μικτές χορωδίες και το όργανο. Υπάρχουν όμως και πολλές χορωδίες που ψάλλουν acappella, χωρίς όργανο. Σε μερικές ενορίες μαζί με τη χορωδία των ενηλίκων υπάρχει και παιδική. Οι χορωδίες συνήθως ψάλλουν τους ύμνους της Θείας Λειτουργίας και άλλων συγκριμένων ακολουθιών ανάλογα με τις ικανότητές τους,  προσφέροντας ένα σημαντικό ποιμαντικό έργο: συνδέουν τα μέλη τους με την λατρευτική και ενοριακή ζωή και δημιουργούν φιλίες, που συμβάλλουν στο κοινωνικό έργο της ενορίας.

Η έλλειψη ικανών ιεροψαλτών είναι ένα σοβαρό πρόβλημα πολλών ενοριών της Αρχιεπισκοπής, εφόσον οι περισσότεροι είναι ερασιτέχνες. Σε μερικές ενορίες ευλαβείς ταλαντούχες γυναίκες καλύπτουν την έλλειψη ανδρών ψαλτών. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα τροπάρια του όρθρου της Κυριακής και των εορτών διαβάζονται «χύμα» από ευσεβείς άνδρες ή γυναίκες, επειδή δεν υπάρχουν ψάλτε. Όλες αυτές οι δυσκολίες εδώ και χρόνια οδήγησαν στην αφαίρεση του κανόνα από τον όρθρο των Κυριακών και των εορτών, οπότε ψάλλονται μόνον οι καταβασίες.

Επί σειρά ετών, η ακολουθία του όρθρου των Κυριακών και των εορτών κυκλοφορεί με δίγλωσσο κείμενο προερχόμενο από δυο πηγές. Η μία εκδίδει κατ’ έτος δυο τεύχη που περιέχουν τις ακολουθίες των Κυριακών. Η άλλη αναρτεί τα κείμενα κάθε εβδομάδα στο διαδίκτυο εβδομαδιαίως. Σοβαρό μεταφραστικό και μουσικό έργο επιτελούν και οι δυο μοναστικές κοινότητες, του Αγίου Αντωνίου της Αριζόνας και της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στη Μασσεχουσέτη. Οι εκδόσεις είναι πολύ χρήσιμες. Μόνο που οι μεταφράσεις τους διαφέρουν, γεγονός  που προβληματίζει.

Δυστυχώς, για πολλούς λόγους η καθημερινή νυχθήμερος ακολουθία – εσπερινός και όρθρος – έχει πέσει σχεδόν σε αχρηστία στους περισσότερους ενοριακούς ναούς. Το τυπικό της τηρείται στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού και οπωσδήποτε στις ιερές μονές της Αρχιεπισκοπής.

Στις περισσότερες δίγλωσσες εκδόσεις της Θειας Λειτουργίας που κυκλοφορούν, παραλείπονται η εκτενής δέηση, τα Κατηχούμενα και η πρώτη ευχή των πιστών, ενώ σπανίως και η δεύτερη προσευχή των πιστών. Σημειωτέον πολλοί ιερείς απαγγέλλουν τις ευχές της Θειας Λειτουργίας εις επήκοον των πιστών.

Ενθαρρύνεται η ενεργός συμμετοχή του λαού στη Θεία Λειτουργία και στις άλλες ακολουθίες. Το Σύμβολο της Πίστεως και η Κυριακή Προσευχή λέγονται από κοινού και ο λαός συμψάλλει ή υποψάλλει τους ύμνους με τον χορό. Ο ασπασμός της αγάπης μεταξύ των εκκλησιαζομένων έχει επανέλθει σε πολλές ενορίες και παντού ενισχύεται η συχνή συμμετοχή στη Θεία Κοινωνία.

18-200_110Σε πολλές ενορίες, προ της Θείας Κοινωνίας ο λαός απαγγέλλει την ευχή, «Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ» και μετά τη Θεία Μετάληψη συμψάλλει με τον χορόν τον ύμνο, «Είδομεν το φως το αληθινόν» και τον αρχαίο ύμνο, «Πληρωθήτω το στόμα ημών αινέσεώς, Κύριε». Και κάτι πιο προωθημένο, μερικοί ιερείς καλούν το εκκλησίασμα να απαγγείλουν μαζί πριν την ανάγνωση του Ευαγγελίου την ευχή «Έλλαμψον εν ταις καρδίαις ημών…», ώστε με αυτόν τον τρόπο να ευαισθητοποιήσουν ακόμη περισσότερο το εκκλησίασμα για την ακρόαση και την αποδοχή του θείου λόγου.

Στενά συνδεδεμένο με τα αναγνώσματα είναι και το κήρυγμα, το οποίο θεωρείται αναπόσπαστον στοιχείο της Θείας Λειτουργίας. Στην Αμερική ο λαός θέλει και απαιτεί το κήρυγμα σε κάθε Λειτουργία. Το κήρυγμα και οι λόγοι νουθεσίας απαντούν και στα ιερά μυστήρια του Βαπτίσματος, του Γάμου και της Κηδείας. Το περιμένει ο λαός, έστω σύντομο και στις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας και στις των άλλες εορτές. Πολλές φορές, αντί κηρύγματος, μετά την ιερά ακολουθία προσφέρεται ομιλία επί διαφόρων θεμάτων στο πλαίσιο κοινής τραπέζης. Ο λαός θέλει τον ιερέα του όχι μόνον καλόν λειτουργό αλλά και ικανό κήρυκα του Λόγου. Η ευθύνη είναι μεγάλη. Και ανταποκρίνονται όσοι κληρικοί την έχουν συνειδητοποιήσει.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.