Εκ βαθέων αναφορά στο πρόσωπο και το έργο του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη

Του επίκουρου καθηγητή της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών Δημήτριου Πασσάκου

Σεβαστέ μου Δάσκαλε,

Οικογενειακοί λόγοι με κράτησαν μακριά από το σπουδαίο αυτό συνέδριο που γίνεται προς τιμήν σου. Χαίρομαι, που, χωρίς να το έχω προσχεδιάσει, σου πρόσφερα πριν από λίγο καιρό ένα μικρό αντίδωρο για τα όσα έχεις κάνει για μένα, στο συνέδριο της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Ηρακλείου Κρήτης. Παρακάλεσα τον άλλο μαθητή σου και συνάδελφό μου, Μόσχο Γκουτζιούδη, να διαβάσει αυτές τις λίγες, εκ βαθέων, βγαλμένες σκέψεις μου και ελπίζω να μου συγχωρήσεις τη φυσική μου απουσία. Ξέρω ότι αυτά που ακολουθούν ίσως δεν ταιριάζουν σε ένα επιστημονικό συνέδριο, όπως αυτό. Ας μου επιτραπεί όμως αυτή τη φορά να μη μιλήσω ακαδημαϊκά, αλλά καρδιακά…

Πρέπει να έχουν περάσει τριάντα ένα χρόνια. Ήμουν δευτεροετής φοιτητής στο Τμήμα Θεολογίας και οι βιβλικές σπουδές είχαν ήδη κεντρίσει το ενδιαφέρον μου. Προερχόμουν, βέβαια, από ένα συντηρητικό θεολογικό περιβάλλον, όπου λέξεις όπως οικουμενικός διάλογος, Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, ενότητα των εκκλησιών, λειτουργική αναγέννηση, ανοικτότητα προς τον άλλο, δημιουργούσαν τουλάχιστον αρνητικούς συνειρμούς. Ο τότε καθηγητής μου στον ερμηνευτικό τομέα, κ. Καραβιδόπουλος, μου γνώρισε έναν νέο καθηγητή, τον κ. Πέτρο Βασιλειάδη, μαθητή του αείμνηστου κ. Αγουρίδη στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. «Αυτός είναι ο καθηγητής που θα σε αναλάβει από εδώ και πέρα», μου είπε. Έτσι ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι, το οποίο ακόμα συνεχίζεται.

Σεβαστέ μου Δάσκαλε, μέσα από τις παραδόσεις σου και από τα συγγράμματά σου, αγάπησα ακόμα περισσότερο τις βιβλικές σπουδές. Χωρίς ίσως να το επιδιώξεις με οδήγησες σε μια διαδικασία κριτικής αποτίμησης των θεολογικών παρακαταθηκών που συνειδητά ή ασυνείδητα κουβαλούσα μαζί μου. Έλεγες συχνά ότι ειδικά οι βιβλικές σπουδές μπορούν να υπηρετήσουν καλύτερα την οικουμενικότητα που οφείλει πάντα να προβάλλει η Ορθόδοξη Θεολογία. Παράλληλα όμως έβλεπες ότι το μεγαλύτερο ίσως εμπόδιο σε μια νηφάλια ορθόδοξη προσέγγιση της οικουμενικότητας είναι οι διάφορες εσωστρεφείς θεωρήσεις της Θείας Ευχαριστίας στον Ορθόδοξο χώρο. Έχω την αίσθηση ότι για τον λόγο αυτό, όταν τελείωσα τις πτυχιακές μου σπουδές με κατεύθυνες να αναλάβω την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής στο «ευαίσθητο» αυτό θέμα της Θείας Ευχαριστίας και παράλληλα με ενθάρρυνες να συνεχίσω τις σπουδές μου στο εξωτερικό.

Αγωνιούσες περισσότερο από μένα για το μέλλον μου. Είχες την υπομονή να μου εξηγείς κάθε φορά τις πρακτικές συνέπειες των επιλογών μου στον επιστημονικό χώρο. Ακόμα κι όταν εγώ φαινόταν να μην έχω πάρει όσο σοβαρά έπρεπε τις σπουδές μου και τη μελέτη μου, εσύ επέμεινες να με παροτρύνεις να συνεχίσω. Θυμάμαι με πόση λεπτότητα με καθοδήγησες στην εκπόνηση της διατριβής. Ποτέ δεν μου επέβαλες δικές σου απόψεις, αντίθετα με καθοδηγούσες να δημιουργήσω δικές μου. Και παρά την αγωνία σου για την όσο το δυνατόν ταχύτερη ολοκλήρωση της διατριβής, μόνο φιλικά παράπονα μου έκανες όταν εγώ καθυστερούσα. Δε νομίζω ότι θα σβήσει ποτέ από τη μνήμη μου ο τρόπος με τον οποίο με βοήθησες και με ενθάρρυνες την ημέρα της υποστήριξης της διατριβής.

Θυμάμαι πώς επέμεινες να συμμετέχω με εισηγήσεις στα συνέδρια των Ορθοδόξων Βιβλικών Θεολόγων ήδη από τα πρώτα μεταπτυχιακά μου χρόνια. Οι εμπειρίες από τη Λευκωσία, το Βουκουρέστι, τη Μεσημβρία, την Ιερισσό, τον Βόλο ομολογουμένως με έχουν σημαδέψει. Καθόσουν και διάβαζες την εισήγησή μου πριν την ανακοινώσω για να με βοηθήσεις να διορθώσω αβλεψίες και να αποφύγω «κακοτοπιές». Αυτό όμως που μου έκανε μεγάλη εντύπωση σ’ αυτά τα συνέδρια ήταν η μεγάλη αγάπη και εκτίμηση που είχε για σένα ο δικός σου δάσκαλος, ο αείμνηστος Σάββας Αγουρίδης. Αναρωτιόμουν μάλιστα μέσα μου αν θα κατάφερνα κι εγώ ποτέ να εμπνεύσω την ίδια εκτίμηση στον δικό μου δάσκαλο.

Μου έκανε πάντα εντύπωση η απλότητα και η σεμνότητά σου. Θυμάμαι πώς άνοιξες το σπίτι σου και με δέχτηκες σαν να ήμουν παιδί σου. Έτσι γνώρισα την ωραία σου οικογένεια, την Μαρίνα και τα κορίτσια, και με έκανες να νιώσω κι εγώ μέλος της οικογένειάς σου. Δεν ήσουν άλλωστε ποτέ ο τύπος τού «από καθέδρας» απρόσιτου καθηγητή. Ούτε ήθελες οι μαθητές σου να σε αντιμετωπίζουν με τρόπο ώστε να διατηρείται η τυπική απόσταση ανάμεσά σας. Κι όμως πάντα ενέπνεες και εμπνέεις έναν βαθύτατο σεβασμό προς το πρόσωπό σου από κάθε συνομιλητή σου.

Κοιτάζοντας προς τα πίσω όλα αυτά τα χρόνια κι έχοντας πλέον την δυνατότητα να βλέπω τα πράγματα από απόσταση, δεν νομίζω ότι είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι σημάδεψες με το ήθος σου, τον χαρακτήρα σου, τα συγγράμματά σου και την γενικότερη ακαδημαϊκή σου υπηρεσία μια ολόκληρη γενιά βιβλικών, και όχι μόνο, θεολόγων. Δεν μιλάω υπερβολικά, ούτε υπό την επήρεια ενός άκρατου συναισθηματισμού. Άλλωστε η αναγνώριση προς το πρόσωπό σου δεν έρχεται μόνο από τους μαθητές σου. Όλοι οι συνάδελφοί σου στις Θεολογικές Σχολές, ακόμα κι όσοι πιθανόν σε πίκραναν, δεν μπορούν παρά να αναγνωρίσουν ότι έβαλες και τη δική σου σφραγίδα στις βιβλικές σπουδές στην Ελλάδα και διεθνώς.

Όσοι από εμάς συνδεθήκαμε με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, διαπιστώνουμε την βαθιά εκτίμηση και την ειλικρινή αναγνώριση που έχουν κι εκεί προς το πρόσωπό σου. Θυμάμαι για παράδειγμα πώς στο παγκόσμιο ιεραποστολικό συνέδριο που έγινε στην Αθήνα το 2005, το Συμβούλιο εσένα είχε ως τον άνθρωπο-κλειδί όχι μόνο για την αντιμετώπιση των πρακτικών ζητημάτων, αλλά κυρίως και για το ίδιο το περιεχόμενο και τις κατευθύνσεις που τελικά υιοθέτησε. Την ίδια εκτίμηση και αναγνώριση της αυθεντίας σου διαπίστωσα και στο πρόγραμμα του Π.Σ.Ε. για τη φτώχεια, τον πλούτο, και την οικολογία (PWE), για όσο καιρό συμμετείχα κι εγώ σ’ αυτό.

Νομίζω επίσης ότι το έργο που άφησες ως παρακαταθήκη στην Συνοδική Επιτροπή Λειτουργικής Αναγέννησης είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Παρά τις σφοδρές αντιδράσεις και τα πισωγυρίσματα, έγιναν βήματα που δεν θα μπορούσε κανείς να διανοηθεί σε άλλες εποχές. Βέβαια, όπως σε κάθε πρωτοποριακό έργο, κι εκεί «πλήρωσες το αντίτιμο». Δεν σου κρύβω ότι πάντα με εξέπληττε η νηφαλιότητα και η ηρεμία με τις οποίες αντιμετώπιζες κάθε φορά τις αντιδράσεις στο έργο της Επιτροπής που συνδέθηκε με το όνομά σου.

Σεβαστέ μου Δάσκαλε, τώρα που ολοκληρώνεις το διδακτικό έργο σου στη Σχολή και παραδίδεις τη σκυτάλη σε μας τους μαθητές σου, αισθανόμαστε ότι η ευθύνη που μας εναποθέτεις στους ώμους μας είναι μεγάλη. Οφείλουμε να συνεχίσουμε στην υπηρεσία της βιβλικής επιστήμης ακολουθώντας τα βήματά σου, να παραδειγματιστούμε από το ήθος, την απλότητα και την ευθύτητά σου και να βάλουμε κι εμείς, οι μαθητές σου, ένα λιθαράκι στο οικοδόμημα της επιστήμης που όλοι μας υπηρετούμε.

Ελπίζουμε να τα καταφέρουμε!

Ευχαριστούμε, σεβαστέ μας Δάσκαλε!

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.