Βιβλικές προκλήσεις και Οικουμενική Κίνηση. Μήπως τελικά τίποτε δεν είναι τυχαίο στη ζωή των ανθρώπων;

Εισήγηση του π. Γεωργίου Μπασιούδη, Δρ. Θεολογίας Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, ιερατικού προϊσταμένου της ενορίας Mannheim και τ. προέδρου του Διαχριστιανικού-Οικουμενικού Συμβουλίου (ACK) του Mannheim της Γερμανίας στο οικουμενικό συμπόσιο προς τιμήν του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη

Σεβαστοί πατέρες, σεβαστοί δάσκαλοι καθηγητές, αγαπητοί φίλοι και φίλες, κυρίες και κύριοι,

μία εισήγηση που εκφωνείται στα πλαίσια ενός συμποσίου για έναν βιβλικό θεολόγο και πολύ σπουδαίο δάσκαλο, τον κ. Πέτρο Βασιλειάδη, επιβάλλεται να αρχίσει με βιβλικές αναφορές.

Η Βίβλος είναι γεμάτη με ιστορίες ανθρώπων που βρίσκονται σε κρίση, σε υπαρξιακή κρίση. Οι συγκεκριμένες ιστορίες των συγκεκριμένων ανθρώπων, είτε σε ομαδικό, είτε σε οικογενειακό, είτε σε προσωπικό επίπεδο, έχουν καταγραφεί γιατί βέβαια υπήρξε και μία ξεκάθαρη απάντηση και στάση του Θεού απέναντι σ’ αυτές τις προκλήσεις. Η στάση αυτή εκ μέρους του Θεού περιέχει πολύ συχνά το στοιχείο της έκπληξης, της ανατροπής, του απροσδόκητου.

Μία τέτοια περίπτωση αποτελεί η παρέμβαση του προφήτη Ιερεμία, ως αγγελιαφόρου του θελήματος του Θεού, στην υπαρξιακή και πολιτική στάση των αιχμάλωτων στη Βαβυλώνα Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι βρίσκονται σε συλλογική θρησκευτική και εθνική κατάθλιψη (όσο βέβαια μπορούμε να χρησιμοποιούμε τους όρους αυτούς για την εποχή εκείνη) μετά το σοκ της καταστροφής της Ιερουσαλήμ και της εξορίας τους στη Βαβυλώνα. Είναι ταπεινωμένοι, φοβισμένοι, και κλεισμένοι στον εαυτό τους. Ο ψαλμός 137 (Ο΄ 136) αποδίδει με ακρίβεια αυτή τη στάση: “Πώς άσομαι την ωδήν Κυρίου εν γη αλλοτρία;” (137,4). Στο αίτημα των βαβυλωνίων, των οποίων μάλιστα το ενδιαφέρον για τα θρησκευτικά τραγούδια των υπόδουλων Ιουδαίων θα μπορούσε να ερμηνευτεί και ως μία κίνηση φιλίας, γνήσιου ενδιαφέροντος να τους παρουσιάσουν κάτι από τη δική τους παράδοση, απαντούν αρνητικά, με τον παραπάνω τρόπο.

Αυτό που έχουν ζήσει είναι τόσο τραυματικό, και τόσο δύσκολο να το αποδεχθούν, που τους οδηγεί σε μία άρνηση της πραγματικότητας. Όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι, σ’ όλες τις εποχές, όταν βιώνουν τραυματικές καταστάσεις, αναζητούν μία διέξοδο ελπίδας και αρνούνται να αντικρύσουν κατάματα τη σκληρή πραγματικότητα. Και βέβαια σ’ αυτές τις περιπτώσεις εμφανίζονται πάντοτε κάποιοι προφήτες/ψευδοπροφήτες και ηγέτες/ψευδοηγέτες πρόθυμοι να ενσαρκώσουν αυτές τις αβάσιμες ελπίδες του λαού. Όπως για παράδειγμα ο Ανανίας, ο γιος του Αζούρ από τη Γαβαών, ο οποίος μέσα στο ναό του Κυρίου, μπροστά στους ιερείς και σ’ όλο το λαό είπε την δήθεν προφητεία του: “Ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: ‘έσπασα το ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας! Δύο χρόνια ακόμα και θα ξαναφέρω στο χώρο αυτόν όλα τα σκεύη του ναού του Κυρίου, που τα είχε πάρει ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ από το χώρο αυτόν για να τα μεταφέρει στη Βαβυλώνα” (Ιερ. 28, 3)[1].  Ο προφήτης Ιερεμίας βλέπει με συμπάθεια τον πόθο αυτό και εκφράζει την ευχή “μακάρι ο Κύριος να σε ακούσει και να εκπληρώσει τους λόγους που προφήτεψες” (Ιερ. 28, 6). Ωστόσο, είναι αυτός που βλέπει πιο καθαρά τα πράγματα και παραμένει ρεαλιστής. Ο Κύριος στηρίζει τον Ιερεμία και εξαφανίζει από τη γη τον Ανανία, ο οποίος πεθαίνει τον έβδομο μήνα εκείνης της χρονιάς. Στην επιστολή μάλιστα που υπαγορεύει στον Ιερεμία και η οποία απευθύνεται στους αιχμάλωτους στη Βαβυλώνα Ιουδαίους μιλά με σκληρή γλώσσα για τους ψευδοπροφήτες: “Ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: μην αφήνετε να σας εξαπατούν οι προφήτες σας που είναι ανάμεσά σας, ούτε οι μάντεις σας. Μη δίνετε προσοχή στα όνειρα που βλέπετε. Αυτοί σας προφητεύουν ψέματα, προσποιούμενοι ότι μιλούν εξ ονόματός μου. Δεν τους έχω στείλει εγώ” (Ιερ. 29, 8-9).

Αντίθετα προς αυτή την ανθρωπίνως απόλυτα κατανοητή στάση των εξόριστων Ιουδαίων ο Κύριος μέσω του αληθινού του προφήτη, του Ιερεμία, προσκαλεί το λαό Του, να αποδεχθεί τη σκληρή πραγματικότητα, και να δει πίσω απ’ όλα τα γεγονότα το θέλημα του Θεού. Στο στίχο 4 του 29ου κεφαλαίου το λέει ξεκάθαρα ο Κύριος  “εγώ σας οδήγησα αιχμαλώτους από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα”. Γι’ αυτό και τους παραγγέλει: “Χτίστε σπίτια και κατοικήστε σ’ αυτά. Φυτέψτε κήπους και φάτε τους καρπούς τους. Παντρευτείτε και αποχτήστε παιδιά. Παντρέψτε τους γιους σας και τις κόρες σας, για ν’ αποχτήσουν κι εκείνοι παιδιά και πολλαπλασιαστείτε εκεί – μη συρρικνωθείτε” (Ιερ. 29, 5-6). Ο Κύριος προτρέπει το λαό Του να ηρεμήσει, ν’ αποδεχθεί την πραγματικότητα και να ζήσει φυσιολογικά, ειρηνικά. Μάλιστα επιστρατεύει ένα πολιτικά πραγματιστικό επιχείρημα για να τους πείσει: “Επιδιώξτε την ευημερία της πόλης στην οποία σας οδήγησα αιχμαλώτους και προσευχηθείτε σ’ εμένα γι’ αυτήν, γιατί όταν ευημερεί αυτή ευημερείτε κι εσείς” (Ιερ. 29, 7). Το επιχείρημα είναι: “όταν ευημερεί αυτή, ευημερείτε κι εσείς”. Το γεγονός όμως ότι ο Κύριος τους προτρέπει όχι απλά να αποδεχθούν την πραγματικότητα και να προσαρμοστούν στις καινούργιες συνθήκες, αλλά και να βάλουν στις προσευχές τους τον τόπο στον οποίον τώρα ζούνε, να τον εισάγουν δηλαδή στον πιο ιερό χώρο της συνείδησής τους, υπήρξε σίγουρα μία πολύ μεγάλη πρόκληση!

Εβδομήντα ολόκληρα χρόνια χρειάστηκε να ζήσουν οι Ιουδαίοι στην εξορία. Εβδομήντα ολόκληρα χρόνια χρειάστηκε να κάνουν υπομονή. Και βέβαια όταν περνούν τόσα χρόνια, και έρχονται νέες γενιές, παιδιά και εγγόνια που γεννιούνται στον καινούργιο τόπο διαμονής, όταν έχει χτίσει κάποιος το σπίτι του εκεί, συνηθίζει, και δύσκολα ξεσηκώνεται και πάλι για κάτι καινούργιο. Κι όμως ο Κύριος μετά από εβδομήντα χρόνια θυμάται τις υποσχέσεις του, τηρεί το λόγο Του, και στον κατάλληλο καιρό στέλνει έναν άλλο πιστό και τολμηρό δούλο του, τον Ησαΐα, για ν’ αναγγείλει το θέλημα Του.

Το εντυπωσιακό στοιχείο, το απροσδόκητο, η έκπληξη συνίσταται στο πρόσωπο που χρησιμοποιεί ο Θεός για να πραγματοποιήσει το θέλημά Του και τις υποσχέσεις Του στο λαό Του. Οι Ιουδαίοι γνώριζαν ότι μετά από εβδομήντα χρόνια θα επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ, μέσω της επιστολής του Θεού που τους μετέφερε ο Ιερεμίας. Και σίγουρα περίμεναν με ανυπομονησία την ανάδειξη ενός ηγέτη, ενός δικού τους ανθρώπου, που θα τους οδηγούσε πίσω στην πατρίδα. Μπορεί ρεαλιστικά να μην διαφαίνονταν πιθανό κάτι τέτοιο, υπήρχε όμως η υπόσχεση του Θεού, ότι – αν μου επιτρέπετε να χρησιμοποιήσω μία οικεία έκφραση από την ιστορία του δικού μας λαού –  “πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι”. Να όμως που ο Θεός δεν δεσμεύεται στις επιλογές του, και εκπλήσσει πάντα τους ανθρώπους με τη συμπεριφορά Του. Χρίει τον βασιλιά των Περσών Ξέρξη όργανό Του. Και μάλιστα του δίνει εν λευκώ θα λέγαμε εξουσιοδότηση να διευθετήσει τα πάντα με την εξουσία του. Είναι εντυπωσιακό το πόσο εκτενώς αναφέρεται ο δευτερο-Ησαΐας στο θέμα αυτό (κεφ. 42, 1-9 & 45, 1-6), αλλά ακόμη εντυπωσιακότερος είναι ο τρόπος με τον οποίον μιλά ο Θεός στο λαό Του γι’ αυτή Του την επιλογή. Στο 43ο κεφάλαιο, στους στίχους 14 και εξής λέει χαρακτηριστικά: “Για χάρη σας θα στείλω στράτευμα στη Βαβυλώνα και θα συντρίψω όλους τους μοχλούς των οχυρών, οι Χαλδαίοι θα ξεσπάσουν σε θρήνους. Εγώ είμαι ο Κύριος, ο Άγιός σας, ο δημιουργός του Ισραήλ, ο βασιλιάς σας” (Ησ. 43, 14-15). Και συνεχίζει παρακάτω: “Στο παρελθόν άνοιξα δρόμο μες στη θάλασσα, δίοδο μες στα ορμητικά νερά, οδήγησα σε εκστρατεία άμαξες και άλογα, στράτευμα και πολεμιστές μαζί. Εκεί ξαπλώθηκαν για να μη σηκωθούνε πια, αφανίστηκαν, έσβησαν σαν το φυτίλι στο λυχνάρι. Τώρα όμως τα περασμένα μην τα θυμάστε και μην ξαναγυρνάτε στα γεγονότα τα παλιά. Κοιτάξτε! Εγώ κάτι καινούργιο κάνω, που κιόλας έγινε, δεν το βλέπετε; Ναι, θα κάνω δρόμο μες στην έρημο και μες στην ερημιά ποτάμια. Θα με δοξάζουν τα θηρία του αγρού, τσακάλια, στρουθοκάμηλοι, γιατί δίνω νερό στην έρημο και ποταμούς στην ερημιά, να ποτιστεί ο λαός ο εκλεκτός μου” (Ησ. 43, 16-20). Θα ήθελα να σταθώ ιδιαίτερα στη φράση “τώρα όμως τα περασμένα μην τα θυμάστε και μην ξαναγυρνάτε στα γεγονότα τα παλιά” – μία φράση εξαιρετικά προκλητική για ανθρώπους που βασίζουν την πίστη τους στο τί έχει ο κάνει γι’ αυτούς ο Θεός μέσα στην ιστορία. Και βέβαια ο Θεός δεν θέλει να ξεχάσει ο λαός Του την ιστορία του, εξάλλου ο ίδιος αναφέρεται αρχικά σ’ αυτήν. Απλά θέλει να τους προετοιμάσει για κάτι καινούργιο, θέλει να τους ταρακουνήσει ούτως ώστε να μην μείνουν προσκολημένοι με στείρο τρόπο στο τί έγινε κάποτε, αλλά να αντιληφθούν τί κάνει ο Θεός τώρα γι’ αυτούς, και μάλιστα μ’ έναν εντελώς πρωτότυπο τρόπο! “Κοιτάξτε! Εγώ κάτι καινούργιο κάνω, που κιόλας έγινε, δεν το βλέπετε;” Στη συνέχεια χρησιμοποιεί και πάλι ο Θεός τις γνωστές εικόνες, αυτή τη φορά όμως με συμβολικό τρόπο: “Ναι, θα κάνω δρόμο μες στην έρημο και μες στην ερημιά ποτάμια”. Η επιλογή Του να εξουσιοδοτήσει τον βασιλιά των Περσών Ξέρξη και να τον χρησιμοποιήσει ως όργανο για την πραγματοποίηση των υποσχέσεών Του απέναντι στο λαό Του τη στιγμή που δεν διαφαίνονταν κάποια άλλη λύση στον ορίζοντα ισοδυναμεί με τη διάνοιξη δρόμου μέσα στην έρημο ή με το πότισμα της χέρσας γης από ποτάμι.

Το συμπέρασμα λοιπόν που εξάγεται από την ανάγνωση των δύο αυτών περιστατικών της ιστορίας του περιούσιου λαού στην αρχή και στο τέλος της βαβυλώνειας αιχμαλωσίας είναι ότι ο Θεός παραμένει Κύριος της Ιστορίας. Το εντυπωσιακό στοιχείο όμως είναι ότι η στάση του Θεού απέναντι στην ιστορία και τους συντελεστές της δεν είναι πάντα αυτή που περιμένουν οι ευσεβείς και οι επαγγελματίες προφήτες. Πολλές φορές ανατρέπει τα δεδομένα με τρόπο που μας εκπλήσσει. Χρησιμοποιεί τους δυνατούς της κάθε εποχής για ν’ ανοίξει καινούργιους δρόμους στο λαό Του, αλλά παραμένει και πραγματιστής και ειρηνόφιλος όταν χρειάζεται.

Η διάκριση του θελήματος του Κυρίου μέσα στην Ιστορία παραμένει λοιπόν ένα ζητούμενο, και ένα δύσκολο πνευματικά άθλημα. Ως πιστοί, ως δάσκαλοι και θεματοφύλακες, ως ποιμένες έχουμε πάντως το χρέος να παλέψουμε με τον ίδιο το Θεό στην εποχή μας, όπως το έκαναν οι άνθρωποι σε κάθε εποχή, από τον Ιακώβ μέχρι και τον ίδιο τον Ιησού στον κήπο της Γεθσημανή, για ν’ ανακαλύψουμε το νόημα κάποιων πραγμάτων που συγκροτούν την καθημερινότητά μας, που συγκροτούν το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζούμε και κινούμαστε, για ν’ ανακαλύψουμε με ποιον τρόπο εκφράζεται το θέλημα του Κυρίου στην ιστορική σάρκα του πολιτισμού μας και της κοινωνίας μας. Μέσα απ’ αυτή την πάλη ίσως τελικά ανακαλύψουμε ότι “τίποτε δεν είναι τυχαίο στη ζωή των ανθρώπων”, ότι δηλαδή ο Θεός έχει τη δύναμη να χρησιμοποιεί ακόμη κι εκείνες τις εξελίξεις στην ιστορία, στην κοινωνία και στον πολιτισμό που μας προκαλούν άγχος και σύγχυση.

Τη βιβλική αυτή θεμελίωση την προσκομίζω εδώ στην εκλεκτή ομήγυρή μας για να στηρίξω μία μείζονα επιλογή της σύγχρονης Ορθοδοξίας, την οποία υπηρέτησε με θάρρος, συνέπεια και πνεύμα αυταπάρνησης ακόμη, ο τιμώμενος δάσκαλός μας, ο καθηγητής Πέτρος Βασιλειάδης, τη συμμετοχή στην Οικουμενική Κίνηση. Η συμμετοχή αυτή απολαμβάνει θεωρητικά τη στήριξη όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, με πανορθόδοξη μάλιστα διαβούλευση και συμφωνία, στην πράξη όμως παραμένει για τους περισσότερους ορθόδοξους χριστιανούς μία πρόκληση. Ιδιαίτερα μάλιστα στη διαδικτυακή εποχή μας, όπου ειδήσεις και φωτογραφικά ντοκουμέντα μεταφέρονται αστραπιαία από το ένα άκρο της γης στο άλλο, δημιουργώντας προκλήσεις σε ανθρώπους που δεν ζούνε σε πνευματικό περιβάλλον που τους δίδει τα εφόδια να καταλάβουν την πράξη ενός αδελφού τους που ζει σ’ ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, σε μία άλλη χώρα, σε μία άλλη κοινωνία.

Αυτό που θέλω να υποστηρίξω λοιπόν σήμερα είναι ότι η πρόκληση αυτή προέρχεται από τον ίδιο τον Κύριο, ο οποίος τελικά είναι παρών μέσα στην ιστορία και κατευθύνει το λαό Του, τον νέο Ισραήλ σε δρόμους που μερικές φορές είναι καινούργιοι και απροσδόκητοι!

Πιο συγκεκριμένα, η θέση μου είναι ότι η ίδια η εξέλιξη της ιστορίας “έσπρωξε” τους ορθόδοξους να μπούνε στην Οικουμενική Κίνηση. Και επειδή κάθε μείζονα εξέλιξη στην ιστορία δεν μπορούμε παρά να τη βλέπουμε και ως μία ευκαιρία νέων δρόμων μαρτυρίας του Ευαγγελίου, θα πρέπει να ερμηνεύσουμε θετικά τις προκλήσεις που προέκυψαν ως αποτέλεσμα του ανακατώματος των λαών και των ομολογιών που σταδιακά λάμβανε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις στη διάρκεια του 20ου αιώνα. Σε τέσσερα κυρίως μεγάλα ιστορικά γεγονότα θα ήθελα με πολύ μεγάλη συντομία να σταθώ:

α. Η οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσσία και η επικράτηση του υπαρκτού σοσιαλισμού οδήγησε πολλούς ρώσσους στη διασπορά. Ανάμεσά τους, ως γνωστόν, υπήρξαν λαμπροί θεολόγοι, οι οποίοι στελέχωσαν τις επιτροπές των ορθοδόξων που συμμετείχαν στα πρώτα στάδια της Οικουμενικής Κίνησης, και έθεσαν τα θεμέλια του τρόπου συμμετοχής της Ορθόδοξης Εκκλησίας στα διάφορα πανχριστιανικά φόρα. Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ υπήρξε ο επιφανέστερος όλων των παραπάνω. Δεν υπεισέρχομαι σε περαιτέρω λεπτομέρειες, μας είναι λίγο πολύ γνωστά όλα αυτά.

β. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, όπως ως ένα σημείο και ο πρώτος, αποτέλεσαν ένα πολύ μεγάλο σοκ για τον λεγόμενο χριστιανικό κόσμο, που οδήγησε τις χριστιανικές εκκλησίες στη δύση (προτεσταντικές και ρωμαιοκαθολική) στη συνειδητοποίηση της ανάγκης άμεσης καταλλαγής κοινωνικά και θρησκευτικά ολόκληρου του χριστιανικού κόσμου.

γ. Το τρίτο ιστορικό δεδομένο σχετίζεται με τα κύματα μαζικής μετανάστευσης ορθοδόξων χριστιανών, κυρίως από την Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία στη δυτική Ευρώπη στις δεκαετίες του 60 και του 70 του 20ου αιώνα – ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε και τα προηγούμενα κύματα μετανάστευσης προς την αμερικάνικη ήπειρο και την Αυστραλία.

δ. Τέλος, η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού το 1989/1990 έδωσε την ελευθερία σε μεγάλες μάζες ορθοδόξων από ανατολικές χώρες (Ρωσσία, Ρουμανία, Βουλγαρία) για τη μετακίνησή τους σε χώρες που παραδοσιακά κατοικούνταν από ετερόδοξους χριστιανούς.

Όλα τα παραπάνω μείζονα ιστορικά δεδομένα είχαν ως αποτέλεσμα την αλλαγή του ομολογιακού χάρτη της Ευρώπης και όλου του κόσμου, τη διασπορά και μόνιμη πλέον εγκατάσταση αξιόλογων αριθμητικά και συμπαγών[2] ορθοδόξων κοινοτήτων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του δυτικού κόσμου, σε χώρες που παραδοσιακά κατοικούνταν από ετερόδοξους χριστιανούς.

Οι ετερόδοξοι αρχικά αντιμετώπισαν με αδιαφορία, προκαταλήψεις ή στην καλύτερη περίπτωση ρομαντισμό (οι ορθόδοξοι είναι κάτι „εξωτικό“) τους ορθοδόξους που ήρθαν και πήραν τις δουλειές τους και εγκαταστάθηκαν στις γειτονιές τους φέρνοντας νέα ήθη και έθιμα στις τακτοποιημένες και δομημένες κοινωνίες τους. Σιγά σιγά ωστόσο άρχισαν να πραγματοποιούνται κάποια ανοίγματα. Αρχικά μέσω κάποιων προφητικών μορφών και από τις δύο πλευρές, οι οποίοι συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορεί κάποιος που μοιράζεται μαζί σου σε ποσοστό άνω του 80% (το νούμερο είναι εντελώς πρόχειρο και αυθαίρετο, απλά δείχνει ότι το ποσοστό είναι μεγάλο) την πίστη σου και βρίσκεται δίπλα σου και βρίσκεται σε μία ανάγκη, να σου είναι αδιάφορος. Και αντίστοιχα ότι ο ετερόδοξος αδερφός θα καταλάβει ότι δεν είμαστε ξωτικά ζώα που τελούν τις περίεργες τελετουργίες τους με εντυπωσιακό τρόπο, αλλά αδερφοί χριστιανοί που σκοπό έχουμε να υμνούμε τό όνομα του Τριαδικού Θεού και να ζούμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, και άρα μπορεί να μας εμπιστευθεί και να μας παραχωρήσει κάποιο χώρο για τον εκκλησιασμό μας, για την τέλεση της λατρείας μας. Έτσι ξεκίνησε μία συμβίωση, η οποία προϊόντος του χρόνου υποστηρίχθηκε και από τις ευρύτερες εξελίξεις στην κοινωνία, και την επικράτηση ενός πλουραλιστικού και ανεκτικού κλίματος. Ζώντας λοιπόν κανείς μαζί με τον ετερόδοξο, αρχίζει να τον βλέπει με άλλα μάτια, σαν αδελφό και φίλο. Όταν αναπτύσσονται αληθινές φιλίες, όταν οι ετερόδοξοι εκφράζουν στήριξη, εκτίμηση, αγάπη και γίνονται τα όργανα του Θεού για να λατρεύεται ορθοδόξως το όνομα του Κυρίου στη δύση είναι δυνατό να μην βλέπει κανείς σαν μια ευλογία το φαινόμενο αυτό; Όταν σε μία μεγάλη και ιστορική πόλη όπως το Μόναχο, σε εποχές δύσκολες για τις ανθρωπιστικές σπουδές, η ρωμαιοκαθολική και η αντίστοιχη ευαγγελική θεολογική σχολή θυσιάζουν, δωρίζουν μία θέση καθηγητή στην Ορθόδοξη Εκκλησία, για να συγκροτηθεί Τμήμα Ορθοδόξου Θεολογίας ικανό να δίδει πτυχία και διδακτορικά διπλώματα, είναι δυνατό να μην βλέπει κανείς σαν μια ευλογία το φαινόμενο αυτό;

Μήπως τελικά τίποτε δε συμβαίνει τυχαία στη ζωή των ανθρώπων; Ο Κύριος παραμένει ενεργός μέσα στην ιστορία. Και η παρουσία των ορθοδόξων εκκλησιών στο δυτικό κόσμο δίνει πλέον την ευκαιρία για τη συμμετοχή της Ορθοδοξίας στους διαχριστιανικούς διαλόγους και την ευρύτερη Οικουμενική Κίνηση σε ίση βάση, με το ζωντανό παράδειγμα της βιούμενης πίστης και παράδοσής της στο σύγχρονο κόσμο.

Θα κλείσω τη σύντομη αυτή εισήγησή μου με τις παρακάτω σκέψεις: στη διασπορά, όπου τίποτε πλέον δεν είναι δεδομένο για την πίστη και την ορθόδοξη παράδοση, προετοίμασε ο Θεός τους ανθρώπους Του, και μίλησε μέσω των σύγχρονων πατέρων, μητέρων και θεολόγων, μέσω των κειμένων τους που αποπνέουν μία άλλη κατανόηση, μία άλλη γλώσσα πιο προσιτή στο σύγχρονο άνθρωπο, ούτως ώστε σήμερα και αύριο, που ζούμε πια σε μεταχριστιανικό περιβάλλον, και όπου πουθενά δεν είναι πλέον τίποτε δεδομένο, να υπάρχουν τα εφόδια εκείνα τα οποία θα μας δώσουν τα κριτήρια για να πορευθούμε με συνέπεια και αυθεντικότητα στο δρόμο που ανοίγει σε κάθε εποχή και σε κάθε κοινωνία η Πρόνοια του Κυρίου. Στα πλαίσια αυτά οι παραπάνω άνθρωποι του Θεού συνειδητοποίησαν ότι η πάλη του χριστιανικού κόσμου γύρω από την εναγώνια παράκληση του Κυρίου προς τον Θεό Πατέρα για τη διαφύλαξη της ενότητας των μαθητών Του αποτελεί χρέος και παρακαταθήκη που μας άφησε ο ίδιος ο Κύριος, αλλά και κομμάτι της πάλης του σύγχρονου ανθρώπου με το Θεό. Παλεύουμε σαν χριστιανοί να βρούμε το δρόμο μας στην κοινωνία που ζούμε, να ζήσουμε αυθεντικά το Ευαγγέλιο, να δώσουμε μαρτυρία Ιησού Χριστού εσταυρωμένου και αναστάντος, να παραμείνουμε συνεπείς σε ό,τι διακηρύττουμε. Εάν στα πλαίσια αυτά λησμονήσουμε το ότι για την ευρύτερη κοινωνία αποτελεί σκάνδαλο η διαίρεση του χριστιανικού κόσμου σε ομάδες, κλίκες, συμφέροντα και τελικά σε εθνικές ή πολιτιστικά και ιστορικά καθιερωμένες „εκκλησίες“, τότε απλά αρνούμαστε να κοιτάξουμε κατάματα την πραγματικότητα και έχουμε ανάγκη ενός Ιερεμία που θα μας ανοίξει τα μάτια θυμίζοντάς μας, μεταξύ άλλων, ότι το αγαθό της ειρήνης και της ευημερίας, έστω και ως κοινωνικής ειρήνης, δεν είναι κάτι που θα πρέπει να υποτιμούμε: “επιδιώξτε την ευημερία της πόλης στην οποία εγώ σας οδήγησα αιχμαλώτους και προσευχηθείτε σε μένα γι’ αυτήν, γιατί όταν ευημερεί αυτή ευημερείτε κι εσείς”.

Δάσκαλε, σ’ ευχαριστούμε για το θάρρος σου να βαδίσεις με υπαρξιακή βεβαιότητα στο δρόμο αυτό, για τους ορίζοντες που μας άνοιξες, τους οικουμενικούς ορίζοντες, για τα πολύτιμα μαθήματα ζωής που πήραμε στην ευρύτερη οικουμένη καταρτισμένοι με τα πολύτιμα εφόδια που μας είχες προμηθεύσει.


[1]    Χρησιμοποιώ τη μετάφραση της Βιβλικής Εταιρείας, η οποία έχει γίνει από το μασωριτικό κείμενο, εξ ου και η διαφορετική αρίθμηση των κεφαλαίων στον Ιερεμία, σε σχέση με τους Ο΄.

[2]    Ως συμπαγή ορθόδοξη κοινότητα ορίζω στη συγκεκριμένη περίπτωση την κοινότητα της οποίας τα μέλη προέρχονται από καθαρά ορθόδοξο περιβάλλον και πολιτισμό, αυτό που στα γερμανικά εκφράζουμε με τον όρο volkskirchliches Hintergrund και βέβαια είναι και αριθμητικά αξιόλογη και εύρωστη, σε αντιδιαστολή με μία κοινότητα η οποία απαρτίζεται από μέλη που έχουν μεταστραφεί ως ενήλικες στην ορθόδοξη πίστη ή διαθέτει λίγα μέλη, γεγονός το οποίο δεν της επιτρέπει να έχει μία αξιόλογη παρουσία στη δημόσια ζωή ενός τόπου. 

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.