Τρίτη και τελευταία ημέρα του διατμηματικού συνεδρίου «Στοχασμός του Θανάτου: Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις»

Οι περιλήψεις των εισηγήσεων προέρχονται από τη Φοιτητική Πρωτοβουλία Διοργάνωσης Εκδηλώσεων και Συνεδρίων Α.Π.Θ. (http://synedrianeon.blogspot.gr/), η οποία διοργανώνει το συνέδριο.

* Οι φωτογραφίες του συνεδρίου προέρχονται από τη δεύτερη μέρα.

Δημήτρης Ματάμης, Διευθυντής Μονάδας Εντατικής Θεραπείας, Νοσοκομείο Παπαγεωργίου. Τρόπος Θανάτου σήμερα, Ποιος αποφασίζει;

Όλοι οι άνθρωποι πλην σπάνιων εξαιρέσεων ομιλούν, κρίνουν, σκέπτονται φιλοσοφούν περί του θανάτου τελείως θεωρητικά, και αυτό κάνει τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Το ότι “κάποτε θα πεθάνουμε”, όλοι θεωρητικά το αποδεχόμαστε. Αν, όμως κάποιος ήξερε ότι αύριο είναι η μεγάλη ημέρα, η δικιά του ημέρα, η δικιά του ημερομηνία λήξεως, πραγματικά δεν ξέρω τι θα μπορούσε να πει και πως θα βίωνε αυτό το γεγονός. Αν ιστορικά ανατρέξουμε στη θέση του ανθρώπου απέναντι στο θάνατο, θα δούμε όπως περιγράφει στο βιβλίο του ο P. Aries ότι από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερα έχει επέλθει μια πολύ μεγάλη αλλαγή όσον αφορά την αντιμετώπιση του θανάτου από τον άνθρωπο. Μέχρι το Μεσαίωνα ο θάνατος ήταν αποδεκτός χωρίς φόβο. Ο θάνατος ούτε συντομεύονταν αλλά ούτε και παρατείνονταν. Ο θάνατος ήταν ένα κοινωνικό γεγονός και λάμβανε χώρα παρουσία της οικογένειας, των φίλων, των γειτόνων αλλά και των παιδιών. Και ο θνήσκων όχι μόνο γνώριζε αλλά και καθόριζε τη σχετική τελετουργία του θανάτου. Από το Μεσαίωνα και μέχρι το 1930 σταθερά αλλά και μετά το 1930 με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα η στάση των ανθρώπων απέναντι στο θάνατο άλλαξε από κάτι κοινό, φυσικό και αναμενόμενο σε κάτι ντροπιαστικό και απαγορευμένο. Αρχίσαμε να λέμε ψέματα. Πρώτα-πρώτα λέγαμε ψέματα σε αυτόν που επρόκειτο να πεθάνει, θέλοντας να του κρύψουμε το γεγονός διότι τον λυπόμασταν, αλλά μετά αρχίσαμε να λέμε ψέματα όχι για τον θνήσκοντα αλλά για μας τους ίδιους, γιατί εμείς είχαμε ανάγκη να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει θάνατος. Ο θάνατος είναι άσχημος και αποφεύγουμε να βλέπουμε την ασχήμια του. Νομίζω ότι πολλοί από μας έχουμε δει ένα φιλμ, όπου η δουλειά κάποιου είναι να μακιγιάρει τους νεκρούς, να κρύβει την ασχήμια του θανάτου. Η άνθρωποι δεν πεθαίνουν πια στο σπίτι τους αλλά στο νοσοκομείο ή στο γηροκομείο. Ο θάνατος παρουσία της οικογένειας δεν αποτελεί πλέον αποδεκτό γεγονός και το ζούμε όλοι μας κάθε μέρα σε κάθε εφημερία. Φέρνουν στο Νοσοκομείο ηλικιωμένους ασθενείς με παθήσεις τελικού σταδίου, γιατί δεν θέλουν να πεθάνουν στο σπίτι, δεν μπορούν να βλέπουν το Θάνατο, κι έτσι ο θάνατος των ανθρώπων λαμβάνει χώρα στο θάλαμο του νοσοκομείου και πολύ συχνά με τον θνήσκοντα μόνο. Σήμερα οι άνθρωποι έχουν μια λανθασμένη εντύπωση περί των δυνατοτήτων της μοντέρνας Ιατρικής , νομίζουν ότι η εντατική με τον υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό μπορεί να κάνει τα πάντα ακόμα και να απωθεί το θάνατο απεριόριστα. Και αν ακόμα φανταστούμε ότι δεν υπάρχουν οικονομικά προβλήματα στα συστήματα υγείας ή δεν υπάρχει πρόβλημα χώρου και γεμίσουμε τα νοσοκομεία με κρεβάτια εντατικής, θα πρέπει όλοι οι άρρωστοι να πεθαίνουν στην εντατική διασωληνωμένοι, καθετηριασμένοι, με μηχανική υποστήριξη της αναπνοής, με μηχανική υποστήριξη της νεφρικής λειτουργίας, με μηχανική υποστήριξη της καρδιακής λειτουργίας; Τότε η Μονάδα Εντατικής θεραπείας θα ήταν ένα κολαστήριο όπου κανείς δεν θα μπορούσε να πεθάνει ήσυχος . Το ερώτημα είναι στο τέλος της ζωής ποιος πρέπει να αποφασίζει για το πώς και το πότε της ζωής ενός ασθενούς τελικού σταδίου. Ο ίδιος ο ασθενής, η οικογένεια, οι γιατροί, οι γιατροί με την οικογένεια, και τι πρέπει να γίνεται όταν ο ασθενής δεν είναι σε θέση να αποφασίσει είτε λόγω φαρμάκων που επηρεάζουν τη κρίση του ή διότι δεν έχει επαφή (συνείδηση) με το περιβάλλον; Θα πρέπει να υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο; οι επιστημονικές εταιρίες θα πρέπει να εκδώσουν κατευθυντήριες οδηγίες; ή τι γίνεται όταν υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των συγγενών και του θεραπευτικού team που διαχειρίζεται την ασθένεια και τον ασθενή;

Ιωάννης Πέτρου, Καθηγητής, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. Κοινωνικοηθικά ζητήματα του τέλους της ζωής και η ελευθερία του ανθρώπου.

Σε κάθε εποχή ο άνθρωπος κατανοεί την πραγματικότητα και προβληματίζεται γύρω από τα μεγάλα ζητήματα της ζωής σύμφωνα με τις δυνατότητες, τα μέσα, τις γνώσεις και τις γενικότερες αντιλήψεις που έχει, καθώς και τις ιδιαίτερες καταστάσεις που αντιμετωπίζει. Τα ηθικά και κοινωνικά ζητήματα του τέλους της ζωής θα πρέπει να κρίνονται με βάση τη λογική, τις επιστημονικές ιατρικές γνώσεις, τη συμπάθεια προς τον πάσχοντα άνθρωπο και τις σχετικές με αυτά ηθικές αρχές και αξίες που γίνονται ευρύτερα αποδεκτές. Ιδίως με βάση την αρχή της αυτονομίας πρέπει να εξετάζονται κατά περίπτωση και όχι μέσα από γενικεύσεις. Κατά κυριολεξία θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για ευθανασία μόνο στην περίπτωση της ενεργητικής ευθανασίας. Γι’ αυτό και θα ήταν λειτουργικότερη η προσέγγιση των ζητημάτων του τέλους της ζωής εάν η έννοια της ευθανασίας δεν χρησιμοποιούνταν σε άλλες περιπτώσεις εκτός από αυτήν. Τα σχετικά ζητήματα έχουν δημιουργηθεί εξαιτίας των μοντέρνων μέσων παρέμβασης στην ανθρώπινη ζωή που διαθέτει η σύγχρονη ιατρική. Για το λόγο αυτό και δεν είναι δυνατό να απαντηθούν τα αναδυόμενα ερωτήματα με επιχειρήματα που προέρχονται από κείμενα του παρελθόντος. Η αξίωση κάποιου να αφεθεί να πεθάνει δεν βλάπτει κανέναν άλλο. Αλλά και δεν προβάλλεται μια τέτοια αξίωση εύκολα. Είναι αποτέλεσμα μιας αφόρητης ζωής λόγω κάποιας μακροχρόνιας και επώδυνης ασθένειας, η οποία είναι βέβαιο ότι θα τον οδηγήσει στο θάνατο. Στις περιπτώσεις που ο ασθενής τελικού σταδίου έχει τη δυνατότητα να εκφράσει τη θέλησή του, τότε πρέπει μετά από ενδελεχή ενημέρωσή του να λαμβάνεται υπόψη η θέλησή του και να μην παρατείνετε με ‘’τεχνητό’’ τρόπο η ζωή του. Στις περιπτώσεις βέβαια που δεν έχει τη δυνατότητα να εκδηλώσει τη βούλησή του, το λόγο για τη σχετική απόφαση έχουν οι θεράποντες ιατροί που πρέπει να αποφασίζουν με βάση την ωφέλεια και την αξιοπρέπεια του ασθενή σε συνεννόηση με τους, κατά τον Κ.Ι.Δ., οικείους του.

Αλέξης Πετρούνιας, Διδάκτωρ-Μηχανικός Πληροφοριακών Συστημάτων, Imperial College, Λονδίνο. Αναζήτηση μιας έννοιας ψηφιακού Θανάτου: Διαιώνιση της πληροφορίας, άπειροι κύκλοι και οι μηχανές Goedel.

Μελετάμε το πώς επηρεάζεται η αντίληψη που έχουμε για τον (βιολογικό) θάνατο ως έννοια και ως φυσικό γεγονός όταν ανθρώπινη και τεχνητή νοημοσύνη, σκέψη ή συνειδητότητα επικοινωνούν, συνδέονται, συγχωνεύονται, ή ακόμα και ενσωματώνονται η μία στην άλλη. Εξετάζουμε επίσης το κατά πόσον υπάρχουν (μπορούν να υπάρξουν;) υπολογιστικά συστήματα, ανεξάρτητα και αποκομμένα από την ανθρώπινη ύπαρξη, για τα οποία θα είχε νόημα η έννοια του θανάτου. Σε αυτήν την περίπτωση θα επιθυμούσαμε να προσδιορίσουμε τις ιδιότητες οι οποίες τα καθιστούν συνειδητά, καθώς και ποιες καταστάσεις τους θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως θάνατος.

Νίκη Παπαγεωργίου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. Ο θάνατος ως κοινωνικό γεγονός: Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις του τέλους της ζωής.

Ο κοινός νους και η επιστήμη δείχνουν ότι ο θάνατος συνίσταται στην παύση των ζωτικών λειτουργιών ενός οργανισμού, δηλαδή αποτελεί ένα βιολογικό γεγονός. Όταν πρόκειται όμως για το ανθρώπινο ον το βιολογικά προσδιορισμένο γεγονός του θανάτου νοηματοδοτείται από ένα σύνθετο σύνολο δοξασιών, αναπαραστάσεων, συναισθημάτων και τελετουργικών πράξεων που του δίνουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Έτσι ο θάνατος παρουσιάζει για τη συλλογική συνείδηση μια ορισμένη σημασία, καθώς διαφέρει και αλλάζει ανάλογα από εποχή σε εποχή και από κοινωνία σε κοινωνία. Διαφορετική είναι η σημασία του να πεθαίνει κανείς σήμερα, διαφορετική είναι η σημασία του να πεθαίνει κανείς σε μια άλλη εποχή, σε μια άλλη κοινωνία.

Στην εισήγηση αυτή επιχειρείται μια κοινωνιολογική προσέγγιση του γεγονότος του θανάτου. Πιο συγκεκριμένα, επιδιώκεται ο προσδιορισμός της κοινωνικής φύσης του θανάτου και των ποικίλων της διαστάσεων, όπως οι κοινωνικές στάσεις και αντιλήψεις, οι πολλαπλές προσεγγίσεις και οι παράγοντες που τις επηρεάζουν, οι διαφορετικές κοινωνικές και πολιτισμικές επιρροές και η διαμόρφωση εντέλει μιας παραδοσιακής ή μοντέρνας εικόνας του θανάτου.

Ευαγγελία Γεωργιτσογιάννη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Ιστορίας της Τέχνης και του Πολιτισμού, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο-Σαπφώ Μορτάκη, Διδάκτορας, Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας Α.Π.Θ. Ταφικά μνημεία των Ελλήνων της Διασποράς: η περίπτωση του Ελληνισμού της Ρουμανίας.

Τα ταφικά μνημεία αποτελούν μαρτυρίες σχετικά με την αντιμετώπιση του θανάτου από τον άνθρωπο και συγχρόνως εκφάνσεις τέχνης και πολιτισμού. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα μνημεία εκείνων που έζησαν και πέθαναν μακριά από τη γενέθλια γη, καθώς δίνουν πλήθος στοιχείων σχετικά με αυτούς και τις πολιτισμικές επιδράσεις που δέχθηκαν. Η παρούσα εργασία αναφέρεται ειδικότερα στα ταφικά μνημεία των Ελλήνων που έζησαν στη Ρουμανία από τον 19ο αιώνα ως το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, καθώς ο ελληνισμός που άνθησε στη Ρουμανία κατέλειπε μια πλούσια πολιτισμική κληρονομιά, η οποία δεν έχει πλήρως μελετηθεί. Η εν λόγω έρευνα βασίζεται σε αδημοσίευτο υλικό που προήλθε από επιτόπια έρευνα στα κοιμητήρια των πόλεων, όπου υπήρχαν ακμάζουσες ελληνικές κοινότητες. Μετά από την εισαγωγή, που αναφέρεται στο ιστορικό πλαίσιο, στην εργασία παρουσιάζονται ενδεικτικά μνημεία Ελλήνων της Ρουμανίας από τα νεκροταφεία των πόλεων, όπου πραγματοποιήθηκε η έρευνα. Αντλούνται μαρτυρίες σχετικά με τη ζωή και τη δραστηριότητα των ανθρώπων αυτών, για τη στάση τους απέναντι στο θάνατο, καθώς και για τη σχέση τους τόσο με τη χώρα προέλευσης όσο και με τη χώρα υποδοχής. Συνάγονται, επίσης, στοιχεία σχετικά με τους κατασκευαστές των μνημείων και για τις καλλιτεχνικές τάσεις που ακολουθούν. Σημειώνεται ότι αρκετά από τα μνημεία αυτά κατασκευάστηκαν από Έλληνες γλύπτες που κατάγονταν, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, από την Τήνο, νησί με πλούσια παράδοση στη μαρμαρογλυπτική. Στο τέλος της εργασίας καταγράφονται οι διαπιστώσεις από την ως άνω έρευνα.

Θέμις Βελένη, Διδάκτωρ, Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.-Νίκος Μυκωνιάτης, Υποψήφιος Διδάκτωρ, Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας Α.Π.Θ. Monumenta, οι άταφες μνήμες και ο ενδιάμεσος χώρος.

Η ανακοίνωση πραγματεύεται τον χειρισμό των μνημείων που έχουν αφιερωθεί σε πρόσωπα και γεγονότα που σχετίζονται με το θάνατο και τη δυναμική σχέση που εγκαθιδρύουν με το τοπίο και, ιδιαίτερα, με τον αστικό χώρο. Προσεγγίζονται ζητήματα υστεροφημίας και διαχείρισης της συλλογικής μνήμης από αμφιλεγόμενα, κυρίως, πρόσωπα, τα οποία, τόσο κατά τη διάρκεια της ζωής τους όσο και μετά τον βιολογικό θάνατό τους, επιδίωξαν να κατοχυρωθούν με ένα συγκεκριμένο τρόπο στη μνήμη των ανθρώπων, παρατείνοντας τον κοινωνικό τους θάνατο. Ταυτόχρονα, διερευνώνται γεγονότα των οποίων η σημαντικότητα σφραγίστηκε και κατοχυρώθηκε από την κατασκευή ενός μνημείου που τοποθετήθηκε σε κοινή θέα. Παρουσιάζεται η σημασία των κατασκευών για τη διατήρηση της μνήμης των νεκρών απ’αρχής της δημιουργίας του πρώτου τάφου μέχρι την οργάνωση Νεκροπόλεων ή την κατασκευή μνημείων για μαζικούς θανάτους με τις πολιτικές και κοινωνιολογικές τους προεκτάσεις. Επίσης, ερευνάται η τοποθέτηση προτομών, ανδριάντων και γλυπτικών συμπλεγμάτων με κεντρικές φιγούρες παγκόσμια γνωστές προσωπικότητες του πολιτικού χώρου με σκοπό τη διατήρηση της πολιτικής τους υπόστασης, αλλά και περιπτώσεις καθαιρέσεων και καταστροφής ως προσπάθειες διαγραφής από τη συλλογική μνήμη.

Αγγελική Ζιάκα, Επίκουρη Καθηγήτρια Θρησκειολογίας, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. Η έννοια και το βίωμα του Θανάτου στις θρησκείες του κόσμου.

Οι θρησκείες του κόσμου προσεγγίζουν το μεγάλο θέμα της ζωής και του θανάτου με ποικίλες θεωρήσεις. Οι Αβρααμικές θρησκείες δέχονται ότι ο κόσμος και η ζωή είναι δημιουργία μιας προσωπικής και αιώνιας αρχής, του Θεού, τα πάντα υπόκεινται στη θέλησή του και την πρόνοιά του, και οι πιστοί προσδοκούν στην ανάσταση και την αιώνια ζωή. Οι θρησκείες και τα φιλοσοφικά συστήματα της Άπω Ανατολής κατανοούν τον άνθρωπο ως μέρος του κόσμου και της αρμονίας του, ή κατά τον Βουδισμό ως μέρος του «αλληλεξαρτημένου γίγνεσθαι» και προσδοκούν το πέρας των ανακυκλήσεων ή μετενσαρκώσεων της ύπαρξης και την κατάσταση της αιώνιας μακαριότητας. Στην εισήγησή μας θα θίξουμε την θεωρητική έννοια περί θανάτου στις θρησκείες του κόσμου, θα παρακολουθήσουμε τις θρησκευτικές πράξεις που συνοδεύουν τον θανόντα στο επέκεινα και θα αναφερθούμε σε θρησκευτικές εμπειρίες θανάτου.

Ελπίδα Βάρελη, Υποψήφια Διδάκτωρ, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. Σεώλ. Το βασίλειο των νεκρών κατά την ιουδαϊκή σοφιολογική γραμματεία.

Η περί θανάτου αντίληψη έτσι όπως παρουσιάζεται στην Παλαιά Διαθήκη, εμφανίζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εφόσον οι κοινωνικές θρησκευτικές και πολιτιστικές συνθήκες που επικρατούν την κάθε εποχή διαμορφώνουν ανάλογα τη θρησκευτική αντίληψη περί θανάτου. Η βασική παλαιοδιαθηκική παράσταση που μας δίδεται για τον θάνατο είναι η μη ολοκληρωτική εξαφάνιση του ανθρώπου. Ο θάνατος δεν αποτελεί μια κατάσταση πλήρης εκμηδένισης του ατόμου και αυτό δικαιολογείται αν λάβει κανείς υπόψη του την εβραϊκή ανθρωπολογία, σύμφωνα με την οποία, ο άνθρωπος δε διακρίνεται σε δυο χωριστά τμήματα, το σώμα και την ψυχή, αλλά αποτελεί μια αδιάσπαστη ενότητα. Το σώμα και η ψυχή συνυπάρχουν αρμονικά χωρίς διακρίσεις. Η παραπάνω βασική αρχή είναι συνυφασμένη με την αντίληψη που επικρατεί στην Παλαιά Διαθήκη, όσο υπάρχει το σώμα ή τα οστά, ο άνθρωπος εξακολουθεί να υπάρχει σε μια κατάσταση πλήρης αδυναμίας.

Στην παρούσα εισήγηση θα παρουσιάσουμε αναλυτικά το βασίλειο των νεκρών, τον τόπο που καταλήγει ο άνθρωπος μετά το θάνατο του, βάση της Ιουδαϊκής σοφιολογικής γραμματείας. Το βασίλειο των νεκρών είναι η Σεώλ, ο τάφος όπου καταλήγουν όλοι οι νεκροί ανεξαιρέτως, εκεί συνεχίζουν να υπάρχουν σε κατάσταση απόλυτης αδυναμίας. Η Σεώλ αποτελεί μια σκιώδη μορφή της επίγειας ζωής. Στον τόπο αυτό δεν υπάρχει συναίσθηση αλλά ο άνθρωπος βρίσκεται σε κατάσταση έλλειψης συνείδησης και αυτή η ενδιάμεση κατάσταση ταυτίζεται με τον ύπνο.

Σε πολλά κείμενα της σοφιολογικής γραμματείας το θέμα του θανάτου αποτελεί αναπόφευκτο γεγονός και επικρατεί έντονα η συνειδητοποίηση του τέλους της επίγειας ζωής. Αυτή η συνειδητοποίηση του θανάτου ωθεί τις σοφές συμβουλές που παρέχουν πολλά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης και αφορούν το θάνατο χωρίς όμως να παύει να θεωρείται ως ο απρόβλεπτος αντίπαλος του ανθρώπου.

Ευλαμπία Τσιρέλη, Μεταπτυχιακή φοιτήτρια, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. Ο θάνατος στην Κέλτικη Μυθολογία και Παράδοση.

Οι αντιλήψεις περί θανάτου σε έναν κάπως άγνωστο για το ευρύ κοινό πολιτισμό. Ποιοί ήταν οι Κέλτες και ποιοί είναι σήμερα οι πραγματικοί Κέλτες; Τι μυστικά μας ψιθυρίζουν τα (ταφικά) μεγαλιθικά μνημεία τους; Τί ήταν οι δρυίδες, οι ουάτεις και οι βάρδοι; Τί ήταν η Tir na n-Og, ο Κόσμος Κάτω από τα Κύματα και ο βασιλιάς της Θάλασσας; Ποιές γιορτές συνδέονταν με το θάνατο και ποιές από αυτές τελούνται μέχρι σήμερα χριστιανικά ενδεδυμένες; Αυτά και άλλα ερωτήματα θα μας απασχολήσουν στην αναζήτηση της σχέσης των Κελτών με το θάνατο, με τον οποίο είχαν και έχουν μια ιδιαίτερη σχέση.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.