Χαράλαμπος Ατματζίδης, Μια σύντομη περιήγηση στο βιβλικό τοπίο των παραβολών της πηγής των Λογίων (Q) και των κανονικών Ευαγγελίων

Εισήγηση του καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στο Biblicum 2019-2020 του Τομέα Βιβλικής Γραμματείας και Θρησκειολογίας (25/11/2020)

Στην πηγή των Λογίων (Q) και στα κανονικά Ευαγγέλια περιλαμβάνονται πλήθος παραβολικών διηγήσεων. Αυτές αποδίδονται στον Ιησού, ο οποίος και τις συνδέει με την Βασιλεία του Θεού, δηλαδή με  την πρωτοβουλία του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων και του κόσμου.

Στη σύντομη περιήγησή μας στον κόσμο των παραβολικών αυτών διηγήσεων θα αναφερθούμε πρώτα στη λογοτεχνική ιδιαιτερότητά τους, δεύτερο, στις ερμηνευτικές μεθόδους προσέγγισής τους, και τρίτο στην θεολογική και ανθρωπολογική σημασία τους. Θα ολοκληρώσουμε την εισήγησή μας με τα συμπεράσματα.

Η λογοτεχνική ιδιαιτερότητα των παραβολών

Οι παραβολικές αυτές διηγήσεις, οι οποίες αποκαλούνται στα μεν Συνοπτικά Ευαγγέλια «παραβολές» στο δε κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο «παροιμίες»[1], αποτελούν ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό «είδος», αυτό των παραβολών.

1) Με βάσει τις σύγχρονες γλωσσολογικές και ερμηνευτικές θεωρίες, όπως είναι η θεωρία της  πρόσληψης του  H.-G. Gadamer, περί της σύμμειξης των οριζόντων του κειμένου και του αναγνώστη[2], καθώς επίσης και οι σχετικές αναγνωστικές θεωρίες των H. R. Jauss[3] , D. Bleich[4], S. Fish[5] και W. Iser[6], με βάσει, λοιπόν τις θεωρίες αυτές το λογοτεχνικό είδος των παραβολών θεωρείται ότι αποτελεί μέρος μιας επικοινωνιακής διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη. Στη διαδικασία αυτή συμμετέχουν από τη μια μεριά το είδος των παραβολών και από την άλλη οι αναγνώστες  που προσλαμβάνουν το είδος αυτό. Οι παραβολές είναι ένα «ανοικτό σύστημα», τα όρια του οποίου είναι συνεχώς μεταβαλλόμενα. Αυτά άλλοτε επεκτείνονται και άλλοτε περιορίζονται. Ο λόγος της «ρευστότητας» του ανοικτού αυτού συστήματος οφείλεται στην πρόσληψή του από αυτούς που συμμετέχουν στην επικοινωνιακή αυτή διαδικασία. Αυτοί προσλαμβάνουν το εν λόγω είδος διαφορετικά και ανάλογα με τις προϋποθέσεις τους.

Σε ό,τι αφορά τις παραβολές που σχετίζονται με τον Ιησού (: Παραβολές του Ιησού), παρατηρούμε ότι ισχύουν και σε αυτές οι παραπάνω «αρχές». Οι παραβολές του Ιησού εντάσσονται σε μια συγκεκριμένη, διαρκή, εξελικτική και μεταβαλλόμενη επικοινωνιακή διαδικασία.

Στο πλαίσιο αυτής της επικοινωνιακής διαδικασίας οι παραβολές του Ιησού, επειδή είναι ανοικτά συστήματα, παραμένουν ανοικτές και μεταβαλλόμενες ως προς τα όριά τους.

Επίσης, οι παραβολές του Ιησού, στο πλαίσιο της επικοινωνιακής αυτής διαδικασίας, προσδιορίζουν και επηρεάζουν αυτούς που συμμετέχουν στην διαδικασία αυτή και ταυτόχρονα προσδιορίζονται και επηρεάζονται από αυτούς.

Τέλος, η όλη αυτή διαδικασία επικοινωνίας, στην οποία κινούνται οι παραβολές του Ιησού δεν περιορίζεται χρονικά. Αντίθετα, η διαδικασία αυτή είναι ενεργή και υπέρ-χρονική, αγγίζει δηλαδή τα μέλη της πρωτοχριστιανικής κοινότητας και τα κατοπινά μέλη των χριστιανικών κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένων και των μελών της σημερινής χριστιανικής κοινότητας.

Οι ερευνητές στην προσπάθειά τους να οριοθετήσουν τις παραβολές του Ιησού εντόπισαν σε αυτές συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Από αυτά παραθέτουμε εκείνα που θεωρούμε ως τα πλέον σημαντικά[7]. Έτσι  μπορούμε να πούμε ότι μια παραβολή του Ιησού:

α) Είναι μια σύντομη, μικρή αφήγηση, μια αφηγηματική μινιατούρα.

β) Επίσης, ότι αυτή είναι μια φτιαχτή ιστορία, την οποία φαντάστηκε ο Ιησούς και δεν αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα.

γ) Ακόμη, ότι μια παραβολή του Ιησού είναι ταυτόχρονα ρεαλιστική, με την έννοια ότι αυτή αντλεί τα θέματά της από την πραγματική καθημερινή ζωή και όχι από κάποια εικονική πραγματικότητα.

δ)  Επίσης, ότι μια παραβολή του Ιησού έχει μια μεταφορική σημασία. Είναι ένα φανταστικό κείμενο με συγκεκριμένο περιεχόμενο, το όποιο όμως βοηθά τον αποδέκτη να μεταφερθεί σε άλλες σημασιολογικές περιοχές.

ε) Ακόμη, μια παραβολή του Ιησού προκαλεί να σηματοδοτηθεί. Η παραβολή είναι ανοικτή σημασιολογικά και καλεί τους αποδέκτες κατά την επικοινωνιακή διαδικασία να την νοηματοδοτήσουν. Η νοηματοδότηση αυτή είναι πολυποίκιλη, συνεχής και επαναλαμβανόμενη, αγγίζει, δηλαδή, όλους τους αποδέκτες της παραβολής διαχρονικά.

στ)  Τέλος, μια παραβολή του Ιησού είναι πάντα ενταγμένη σε μια κειμενική συνάφεια, η οποία την επηρεάζει. Γι’ αυτό κατά την εξέταση της εκάστοτε παραβολής πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η εκάστοτε συνάφεια.

2) Οι παραβολές του Ιησού πλημμυρίζουν και γονιμοποιούν την πρωτοχριστιανική παράδοση. Αυτό αναγνωρίζεται και από παλαιότερους ερευνητές, όπως οι A. Julicher[8] και Ι. Καραβιδόπουλος[9]. Μάλιστα, ένας τρίτος από τους παλαιότερους αυτούς ερευνητές, ο J. Jeremias, στο έργο του Die Gleichnisse Jesu χαρακτηρίζει τις παραβολές ως έναν από «τους ακρογωνιαίους λίθους της (πρωτοχριστιανικής) παράδοσης» (: “…Sie sind ein Stück Urgestein der Überlieferung“)»[10]. Αλλά και οι νεότεροι ερευνητές αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα των παραβολών. Αναφέρω από αυτούς τον R. W. Funk και το άρθρο του “The Parabel as Metaphor“[11], τους G. Theißen & A. Merz και το κλασικό πλέον έργο τους για τον ιστορικό Ιησού[12], τον J. Schröter και το έργο του Jesus aus Galiläa-Retter der Welt[13], τον αείμνηστο J. P. Meier και το κλασικό έργο του A Marginal Jew: Rethinking the Historical Jesus. Probing the Authenticity of the Parables[14] και τέλος, τον R. Zimmermann και την ιδιαίτερα κατατοπιστική εισαγωγή του για τις παραβολές στο συλλογικό έργο Kompendium der Gleichnisse Jesu[15] .

Ταυτόχρονα όμως διαπιστώνεται ότι οι παραβολικοί λόγοι του Ιησού δεν μεταφέρονται αυτούσιοι στα βιβλικά κείμενα. Από τη στιγμή που ο Ιησούς εκφώνησε τους λόγους αυτούς μέχρι την γραπτή καταχώρησή τους έχει παρεμβληθεί μια περίοδος τουλάχιστον 40 χρόνων, κατά την οποία οι λόγοι αυτοί του Ιησού ήταν επόμενο να υποστούν αλλαγές. Γι’ αυτό και παλαιότεροι ερευνητές, όπως ο J. Jeremias[16], επιχείρησαν ν’ απαλλάξουν τις παραβολές των Ευαγγελίων από τις αναθεωρητικές παρεμβάσεις των Ευαγγελιστών, ώστε ν’ αναδειχθεί το αρχικό τους νόημα, αυτό που είχε κατά νου ο Ιησούς. Οι προσπάθειες αυτές των παλαιότερων ερευνητών δεν στέφθηκαν πάντοτε με επιτυχία, γιατί οι περισσότερες από αυτές σχετίζονταν και υπαγορεύονταν από δογματικές ή ομολογιακές προκαταλήψεις που είχαν οι ερευνητές σχετικά με το πρόσωπο του ιστορικού Ιησού. Ακόμη και οι προσπάθειες των ερευνητών ν’ απαντήσουν στο ερώτημα για τον ιστορικό Ιησού, που ονομάζουμε «δεύτερο ερώτημα για τον Ιστορικό Ιησού» και «τρίτο ερώτημα για τον ιστορικό Ιησού» (third quest), δεν απέδωσαν ως προς το θέμα των παραβολών[17].

Αυτός είναι και ο λόγος που νεότεροι ερευνητές επιχείρησαν να προσεγγίσουν διαφορετικά τις παραβολές. Θεώρησαν ότι αυτές είναι το «μέσο», με τα οποίο περιγράφεται η ανάμνηση των πρώτων χριστιανών για τον Ιησού.  Επίσης, ότι αυτές καθρεφτίζουν την κοινωνία και γενικά τον πολιτισμό της εποχής του Ιησού. Τέλος, ότι αυτές είναι μέρος της όλης διαδικασίας, που σχετίζεται με την πρόσληψη και την παραγωγή λογοτεχνικών ειδών.

Με βάση τα παραπάνω, θεωρείται σήμερα βέβαιο ότι ο Ιησούς μιλούσε με παραβολές. Αβέβαιο είναι, αν ο Ιησούς αφηγήθηκε τις παραβολές, όπως αυτές μας διασώζονται στα Ευαγγέλια. Και αυτό γιατί παρατηρούμε ότι πολλές φορές η ίδια παραβολή μας παραδίδεται διαφορετικά σε κάθε Ευαγγέλιο, ενώ σε άλλες περιπτώσεις  δεν είναι καθόλου βέβαιο, αν ο Ιησούς διατύπωσε μια συγκεκριμένη παραβολή.

Επίσης σήμερα, έχει εγκαταλειφθεί η ιδέα ν’ αναζητήσουμε στα ευαγγελικά κείμενα την αρχική μορφή των παραβολών, όπως δηλαδή αυτές διατυπώθηκαν αρχικά από τον Ιησού. Αντίθετα, γίνεται αποδεκτό ότι οι παραβολικοί λόγοι του Ιησού επίδρασαν στους αποδέκτες των παραβολών, οι οποίοι στη συνέχεια φρόντισαν να τους καταγράψουν, με τον τρόπο που αυτοί θεώρησαν ως πιο κατάλληλο. Επίσης, είναι αποδεκτό ότι ακόμη και αν οι παραβολές καταγράφηκαν πολύ αργότερα από τη στιγμή που τις αφηγήθηκε ο Ιησούς, εν τούτοις αυτές περιέχουν στον πυρήνα τους αυθεντικά στοιχεία που συνδέονται κατευθείαν με τον Ιησού.

3) Οι πρωτοχριστιανικές παραβολές που αποδίδονται στον Ιησού  σχετίζονται με την ελληνορωμαϊκή ρητορική, τις αρχαίες ισραηλιτικές ή ιουδαϊκές παραβολές (mashal), καθώς και την αρχαία ισραηλιτική ή ιουδαϊκή αφηγηματολογία.

Παλαιότερα και σε ό,τι αφορά το θέμα αυτό είχαν προβληθεί διάφορες θέσεις για τις παραβολές. Αναφέρω ενδεικτικά  τη θέση του J. Jeremias ότι οι «παραβολές του Ιησού είναι κάτι το εντελώς νέο»[18], καθώς επίσης την θέση του A. Julicher, ότι μόνον ο Ιησούς κατόρθωσε να διατυπώσει τέτοιες αξεπέραστες παραβολές[19]. Επίσης τονίστηκε από άλλους ερευνητές, μεταξύ των άλλων, ότι οι παραβολές διαφέρουν σε πολύ μεγάλο βαθμό από σχετικές ισραηλιτικές παραδόσεις. Ακόμη, τονίστηκε ότι ο Ιησούς ως αφηγητής παραβολών βρίσκεται πολύ πιο πάνω από την ιουδαϊκή Hagada και ότι η αυθεντία των λόγων του αναδεικνύεται μέσα από την μαεστρία του να ομιλεί με παραβολές. Από τις παραπάνω θέσεις αναδεικνύεται η επίδραση των ομολογιών στην οριοθέτηση των παραβολών του Ιησού, στην οποία αναφερθήκαμε και προηγουμένως.

Σήμερα, όμως, είναι γενικά αποδεκτό ότι οι παραβολές σχετίζονται:

Πρώτον, με ανάλογα κείμενα της Εβραϊκής Βίβλου (Παλαιάς Διαθήκης). Αναφέρω ενδεικτικά το Ησ 5,1-7 (παραβολή του αμπελιού),  το Β΄ Σαμ (Βασιλειών Β΄) 12,1-15 (Ο ελεγκτικός λόγος του Νάθαν προς τον Δαβίδ), το Κριτ 9,7-21 (Ο παραβολικός λόγος με τα δένδρα του Ιωθάμ), το Β΄ Βασ (Βασ Δ΄) 14,8εξ. (ο παραβολικός λόγος του Ιωάς) και το  Ιεζ 17,3-10 (η παραβολή των αετών). Στην έρευνα επισημαίνεται επίσης η νοηματική συγγένεια της λέξης «παραβολή» με την εβραϊκή λέξη «mashal», την οποία οι Εβδομήκοντα (Ο΄) αποδίδουν με την λέξη «παραβολή». Συγκεκριμένα, ο C. Westermann[20], στο έργο του Vergleiche und Gleichnisse im Alten und Neuen Testament, θεωρεί συγγενείς τις παραβολές της Π.Δ. και της Κ.Δ. και στο πλαίσιο αυτό επισημαίνει ότι με τη λέξη “mashal” περιγράφεται μια διαδικασία σύγκρισης, που απαντάται και στις παραβολές της Κ.Δ. Η διαδικασία αυτή μπορεί ν’ αφορά είτε τη σύγκριση δύο μεγεθών είτε την συγκριτική αντιπαραβολή δύο μεγεθών. Επίσης ο διαπρεπής αυτός παλαιοδιαθηκολόγος τονίζει ότι με τη λέξη “mashal” τονίζεται το αινιγματικό στοιχείο που κρύβεται μέσα στην παραβολική διήγηση και το οποίο παραπέμπει σε μια άλλη κατάσταση πέρα από την περιγραφόμενη στην “mashal”.

Δεύτερον, τονίστηκε, μεταξύ των άλλων, από τους E. Rau[21] και D. Dormeyer[22] ότι οι παραβολές σχετίζονται με ανάλογα κείμενα της ελληνορωμαϊκής γραμματείας που έχουν ρητορικό χαρακτήρα, αποβλέπουν δηλαδή στην πειθώ των ακροατών. Π.χ. ο Αριστοτέλης, καθώς αναφέρεται στο «παράδειγμα» ως μέσον αποδείξεως και πειθούς – το άλλο αποδεικτικό μέσο είναι το «ενθύμημα»[23] – εντάσσει στο παράδειγμα την «παραβολή» και τον «μύθο», όπως είναι οι μύθοι του Αισώπου[24].

Τέλος τρίτον, ο W. Harnisch[25] επισήμανε  τη συγγένεια των παραβολών της Κ.Δ. με τους αρχαιοελληνικούς μύθους του Αισώπου και άλλων συγγραφέων.

Οι παραβολές και οι μέθοδοι προσέγγισής τους

Παραπάνω και κατά την οριοθέτηση των παραβολών τονίσαμε ιδιαίτερα τη συγχρονική ερμηνευτική προσέγγισή τους. Όμως, σήμερα η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση δεν είναι η μοναδική. Αντίθετα εξακολουθεί να χρησιμοποιείται και η διαχρονική ερμηνευτική προσέγγιση των παραβολών, που πάλαι ποτέ κυριαρχούσε στην ερμηνευτική της Κ.Δ.

Έτσι διαπιστώνομε ότι στη σύγχρονη έρευνα οι παραβολές προσεγγίζονται πολυποίκιλα από τους ερευνητές της Καινής Διαθήκης. Σχηματικά και για λόγους πρακτικούς που σχετίζονται με την παρούσα εισήγηση θα μπορούσαμε να εντάξουμε τους ερευνητές αυτούς σε δύο ομάδες.

Η πρώτη ομάδα προσεγγίζει τις παραβολές του Ιησού διαχρονικά. Δηλαδή χρησιμοποιεί την ερμηνευτική μέθοδο της διαχρονικής προσέγγισης των παραβολών και αναζητά τα στοιχεία εκείνα που τη συνδέουν με την ιστορία. Η διαχρονική αυτή προσέγγιση επιτυγχάνεται με τη χρήση  της μεθόδου της ιστορικοκριτικής ανάλυσης των κειμένων της Κ.Δ., η οποία περιλαμβάνει την ιστορική κριτική, την κριτική των πηγών, την κριτική των μορφών και την κριτική της αναθεώρησης. Αναφέρω ενδεικτικά τρεις εκπροσώπους της τάσης αυτής, δύο Γερμανούς και έναν Έλληνα, τον A. Julicher και J. Jeremias καθώς και τον Ι. Καραβιδόπουλο[26]. Επίσης, αναφέρω και δύο σύγχρονα και αξιοπρόσεκτα έργα, που τροχιοδρομούνται όμως στις ίδιες παραδοσιακές ράγες, αυτά των  R. K. Snodgrass[27] και J. Meier[28].

Η δεύτερη ομάδα ερευνητών προσεγγίζει τις παραβολές του Ιησού συγχρονικά. Δηλαδή, χρησιμοποιεί την ερμηνευτική μέθοδο της συγχρονικής προσέγγισης των παραβολών και αναζητά την υπέρ-χρονική επίδρασή τους στους εκάστοτε αποδέκτες των παραβολών. Η συγχρονική αυτή ερμηνευτική προσέγγιση των παραβολών επιτυγχάνεται με τη χρήση ερμηνευτικών μεθόδων, που στηρίζονται στις θεωρίες της πρόσληψης, της αφηγηματολογίας, της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας.  Ως εκπροσώπους της ερμηνευτικής αυτής τάσης αναφέρω ενδεικτικά  τους R. Zimmermann[29], L. Schottroff[30] (εν μέρει), K. Erlemann[31] και E. Drewermann[32].

Παράλληλα όμως θέλω  να επισημάνω την έλλειψη στεγανών μεταξύ των δύο παραπάνω ερμηνευτικών προσεγγίσεων. Αυτές σήμερα συνεργάζονται αρμονικά και μας προσφέρουν μια σφαιρική ερμηνευτική προσέγγιση των παραβολών. Ως κλασικό παράδειγμα τέτοιας συνδυαστικής ερμηνείας των παραβολών αναφέρω το συλλογικό έργο με εκδότη τον  R. Zimmermann, Kompendium der Gleichnisse Jesu, στο οποίο οι παραβολές εξετάζονται πολύπλευρα και υπό το πρίσμα των δύο παραπάνω γενικών ερμηνευτικών τάσεων.

Ταυτόχρονα όμως, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι  εξακολουθούν να υπάρχουν και ερμηνευτικές προσεγγίσεις των παραβολών, που πραγματοποιούνται υπό το πρίσμα συγκεκριμένων ερμηνευτικών μεθόδων.

Τη δυνατότητα να ερμηνεύονται οι παραβολές ταυτόχρονα, πολύπλευρα και με την βοήθεια πολλών ερμηνευτικών μεθόδων, ώστε ν’ αναδεικνύεται το πολυσήμαντο νόημα τους, μας την παρέχουν πολλές φορές οι ίδιες οι επιμέρους ερμηνευτικές μέθοδοι. Δεν θα επεκταθώ στο θέμα αυτό. Απλώς θα παραθέσω ως παράδειγμα την αναθεωρητική κριτική. Αυτή, αν και ανήκει στην ομάδα των μεθόδων της διαχρονικής προσέγγισης των παραβολών, εν τούτοις ανοίγεται και συναντάται με την άλλη κύρια ερμηνευτική τάση της συγχρονικής προσέγγισης των παραβολών.

Ακριβέστερα,  η αναθεωρητική κριτική κατά την εξέταση μιας παραβολής του Ιησού από τη μια μεριά επιμένει στην ιστορία και στο πώς ο αναθεωρητής  συντάκτης προσάρμοσε την παραβολή που παρέλαβε και πώς την ενέταξε στην συνάφεια του Ευαγγελίου του, που αυτός ήθελε.

Από την άλλη μεριά, η αναθεωρητική κριτική αναζητά και τις παρεμβάσεις του συγγραφέα, με τις οποίες αυτός επιχειρεί να επιδράσει στους αναγνώστες της παραβολής και να τους κινητοποιήσει. Έτσι η αναθεωρητική κριτική υπεισέρχεται στην περιοχή της συγχρονικής ανάλυσης, η οποία, μεταξύ των άλλων, επιχειρεί ν’ αναδείξει την πρόθεση του συγγραφέα να επιδράσει στους αναγνώστες της παραβολής και να τους κινητοποιήσει. Επισημαίνω ότι οι αναγνώστες αυτοί μπορεί να είναι διαφορετικοί από το πρώτο ακροατήριο της παραβολής, αυτό της  εποχής που την εκφώνησε ο Ιησούς[33].

Κλασικό παράδειγμα διαχρονικής ερμηνευτικής προσέγγισης με τη χρήση της αναθεωρητικής κριτικής, που όμως εμπεριέχει και παράλληλες πινελιές συγχρονικής ερμηνευτικής προσέγγισης είναι η παραβολή του δείπνου που μας παραδίδεται  στα Λκ 14,15-24 & Μτ 22,1-10. Και οι δύο Ευαγγελιστές παραλαμβάνουν από την παράδοση την εν λόγω παραβολή (πρβλ. Q 14,16-18.?21.23 [Μτ 22,1-14//Λκ 14,15-24]· Ευαγγέλιο Θωμά 64[34]). Ταυτόχρονα όμως οι Ευαγγελιστές αυτοί παρεμβαίνουν αναθεωρητικά στο κείμενο.  Στην πρώτη περίπτωση, του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, ο συγγραφέας θέλει να τονίσει με την αναθεωρητική του παρέμβαση τη συμμετοχή των ανθρώπων στην ΒτΘ, στη δεύτερη περίπτωση, του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, ο αναθεωρητής  συγγραφέας στο πλαίσιο της παρέμβασής του προβαίνει σε ένα συνδυασμό και θέλει να τονίσει τη συμμετοχή των ανθρώπων στην ΒτΘ, την τελική κρίση και την κατάλληλη προετοιμασία των ανθρώπων εν όψει της τελικής κρίσης.  Ταυτόχρονα όμως και οι δύο αναθεωρητές συγγραφείς κατορθώνουν με τις διαφορετικές αφηγήσεις της πάλαι ποτέ μιας παραβολής να προκαλέσουν την αφύπνιση ή καλύτερα να επηρεάσουν και να κινητοποιήσουν τους τότε αναγνώστες τους, καθώς και όλους τους μετέπειτα αναγνώστες της παραβολής. Το τελευταίο όμως στοιχείο της κινητοποίησης του εκάστοτε αναγνώστη είναι στοιχείο που αναδεικνύεται συνήθως μέσα από τις συγχρονικές προσεγγίσεις του κείμενου των παραβολών. Παρόλα αυτά από τα παραπάνω διαπιστώνουμε ότι μπορούν να συνδυαστούν παραδοσιακές ερμηνευτικές μέθοδοι, με αντίστοιχες σύγχρονες.

Η παραπάνω περιγραφείσα νέα τάση της ταυτόχρονης, διττής -διαχρονικής και συγχρονικής- και εν τέλει πολυμορφικής ερμηνείας των παραβολών, είναι, κατά τη γνώμη μας εφικτή, επειδή, όπως διαπιστώσαμε και από το παράδειγμα της παραβολής του δείπνου, μπορούμε κατά την εξέταση των παραβολών υπό το πρίσμα των δύο αυτών γενικών ερμηνευτικών τάσεων να βρούμε κοινούς τόπους κατά την ανάλυση, που να δικαιολογούν τη συνδυαστική αυτή ερμηνευτική προσέγγιση.

Επίσης, η διττή και εν τέλει πολυμορφική προσέγγιση των παραβολών βοηθά στην υπέρβαση των επιμέρους επιστημονικών «διαπληκτισμών» των ερευνητών για την εγκυρότητα της μιας ή της άλλης ερμηνευτικής μεθόδου και στην ισότιμη αποδοχή τους. Ακόμη, η τάση αυτή βοηθά στην αναζήτηση και ανάδειξη όλων των σημασιολογικών πτυχών μιας παραβολής.

Τέλος, σημειώνω ότι η συνδυαστική ερμηνευτική αυτή τάση ταιριάζει και με το πνεύμα της μετανεοτερικής εποχής, κατά την οποία  υπερισχύει η αντίληψη περί της ύπαρξης στο εκάστοτε κείμενο πολλών αληθειών και όχι μιας και μοναδικής αλήθειας[35].

Στο σημείο αυτό και πριν περάσω στην θεολογική και ανθρωπολογική σημασία των παραβολών θα σας παραθέσω ένα παράδειγμα μιας παραβολής, που ερμηνεύεται  πολύπλευρα από τους καινοδιαθηκολόγους.

Πρόκειται για την παραβολή που αναφέρεται στον ποιμένα και στην αναζήτηση του χαμένου προβάτου.

Η παραβολή αυτή υπάρχει και στην πηγή Q, στα δύο Συνοπτικά Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά, ακριβέστερα στα  Q 15,4-5α.7 [Μτ 18,12-14//Λκ 15,1-7] και στο Ευαγγέλιο Θωμά 107. Σημειώνεται ότι η παραβολή αυτή στην Q αναφέρεται στην ΒτΘ, χωρίς όμως να την  κατονομάζει. Παραθέτω την παραβολή όπως υπάρχει στην πηγή Q:

«τίς < > ἄνθρωπος ἐξ ὑμῶν < > ἔχ< > ἑκατὸν πρόβατα καὶ ⟦ἀπολέσας⟧ ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐ⟦χὶ ἀφήσ⟧ει τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα ⟦ἐπὶ τὰ ὄρη⟧ καὶ πορευ⟦θεὶς ζητεῖ⟧ τὸ ⟦ἀπολωλὸς⟧; καὶ ἐὰν γένηται εὑρεῖν αὐτό, λέγω ὑμῖν ὅτι χαίρει ἐπ᾿ αὐτῷ μᾶλλον ἢ ἐπὶ τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα τοῖς μὴ πεπλανημένοις». (Q 15,4-5α.7 [Μτ 18,12-14//Λκ 15,1-7])[36]

Η μικρή αυτή παραβολή είναι ανοικτή σε πολλές ερμηνείες, που παραλλάσσουν ανάλογα με την οπτική ανάγνωσής της[37].

Η κλασική ερμηνεία της παραβολής είναι ότι ο ποιμένας συμβολίζει τον έμπλεο αγάπης Θεό, ο οποίος αναζητά και σώζει τον χαμένο και απομακρυσμένο από τον Θεό άνθρωπο. Ο Θεός θέλει μέσω του Ιησού να επανεντάξει στην βασιλεία Του όλα τα «απολωλότα πρόβατα». Αξιοπρόσεκτο είναι ότι στην παραβολή δεν τίθεται κάποια προϋπόθεση, όπως η μετάνοια του ανθρώπου ή η παρέλευση μιας κάποιας προθεσμίας. Το μόνο που τονίζεται είναι η επίμονη φροντίδα του Θεού ν’ αναζητήσει και να επαναφέρει τον απολωλότα άνθρωπο κοντά του. Ταυτόχρονα οι υπόλοιποι ενενήντα εννέα άνθρωποι δεν απαξιώνονται. Απλά, πρέπει να δεχθούν την φροντίδα του Θεού για τον απολωλότα άνθρωπο.

Αν όμως η παραβολή προσεγγιστεί αυτόνομα, χωρίς αυτή να ενταχθεί πρώτα σε κάποια συνάφεια, όπως γίνεται στο Μτ 18 και Λκ 15, τότε η παραβολή μπορεί να ερμηνευτεί και κοινωνιολογικά. Στην περίπτωση αυτή η παραβολή θέλει να τονίσει πώς ο ποιμένας, στο πλαίσιο της ΒτΘ, ως ο ηγέτης της κοινότητας, είναι υπεύθυνος και εγγυητής της ενότητας και της συνοχής της. Όταν ορισμένα μέλη της κοινότητας απομακρύνονται από αυτή και κινδυνεύουν να χαθούν και να μη μπορούν να ενσωματωθούν ξανά σε αυτή, τότε ο ηγέτης λειτουργεί ενωτικά και φροντίζει να τους βοηθήσει να επανενταχθούν στην κοινότητα. Αξιοπρόσεκτη είναι η αναφορά στην παραβολή ότι ο ποιμένας-ηγέτης, όταν βρίσκει τον απολωλότα άνθρωπο, χαίρεται περισσότερο για τον απολωλότα που βρήκε παρά για τα υπόλοιπα ενενήντα εννέα μέλη της κοινότητας.  Γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος οι απολωλότες άνθρωποι να χαθούν για πάντα παρά τις προσπάθειες του ηγέτη να τους αναζητήσει και να τους εντάξει ξανά στην κοινότητα. Η παραβολή, λοιπόν, σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή δεν αποβλέπει να τονίσει το ιδεώδες, ότι είναι άρρηκτη η ενότητα και η συνοχή της κοινότητας. Αντίθετα θέλει να τονίσει ότι στο πλαίσιο της αναμφίβολης αγαπητικής φροντίδας του Θεού και του Ιησού για την κοινότητα, αναφύονται και περιπτώσεις απολωλότων προβάτων.

Τέλος, αν η παραβολή προσεγγιστεί ρητορικά, τότε αναδύεται ακόμη μια ερμηνευτική δυνατότητα. Ο πρωταγωνιστής της παραβολής δεν είναι το απολωλός πρόβατο, αλλά ο ποιμένας που το αναζητεί. Στην κλασική ερμηνεία της παραβολής, που παραθέσαμε παραπάνω, ο ποιμένας αυτός συμβολίζει τον Θεό ή τον Ιησού. Στην νέα αυτή ερμηνεία ο ποιμένας είναι ο «κάθε άνθρωπος». Αυτός, μέσα από τις εικόνες που χρησιμοποιεί η παραβολή (ποιμένας, απολωλός πρόβατο, αναζήτηση, εύρεση και χαρά), αναδεικνύεται σε παράδειγμα ηθικής συμπεριφοράς. Ενδιαφέρεται για τον συνάνθρωπο και φροντίζει να τον συμπαραστέκεται και να τον βοηθά να επαναπροσδιορίσει την ζωή του. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με την νέα αυτή ερμηνεία της παραβολής, ο άνθρωπος-ποιμένας είναι πρότυπο ηθικής συμπεριφοράς, με τον οποίο καλούνται να ταυτιστούν οι άλλοι συνάνθρωποί του στο πλαίσιο της ΒτΘ.

Η θεολογική και ανθρωπολογική σημασία των παραβολών

Ο Ιησούς, όπως είδαμε, χρησιμοποιεί τις παραβολές για να περιγράψει τη ΒτΘ, δηλαδή τη νέα πρωτοβουλία του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων και του κόσμου. Η επιλογή αυτή του Ιησού είναι συνειδητή και επιτυχημένη. Γιατί μέσα από τις παραβολές ο Ιησούς μας περιγράφει, πρώτο, την δυνατότητα προσέγγισης και κατανόησης του Θεού και της δράσης Του στον κόσμο με την θεμελίωση της Βασιλείας Του και δεύτερο, το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά της ΒτΘ. Ειδικότερα:

1) Με τις παραβολές του Ιησού για την ΒτΘ καθίσταται δυνατό να κατανοήσουμε τον Θεό και την δράση Του στον κόσμο με την θεμελίωση της Βασιλείας Του με ανθρώπινα μέσα, όπως είναι η χρήση από τον άνθρωπο της γλώσσας των εικόνων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Μκ 4,30 περιγράφεται πώς ο Ιησούς καταγράφει το χάσμα που χωρίζει τον Θεό από τον άνθρωπο και ταυτόχρονα δίνει την λύση για την υπέρβαση του χάσματος αυτού λέγοντας «Καὶ ἔλεγεν· πῶς ὁμοιώσωμεν τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ ἢ ἐν τίνι αὐτὴν παραβολῇ θῶμεν;». Παρατηρούμε ότι στην πρώτη πρόταση δηλώνεται η δυσκολία προσέγγισης και κατανόησης του Θεού και της Βασιλείας Του. Στη δεύτερη πρόταση δηλώνεται ότι μπορούμε να προσεγγίσουμε τον Θεό και να κατανοήσουμε την ΒτΘ με την βοήθεια διάφορων περιγραφών και συγκρίσεων, δηλαδή με την βοήθεια των παραβολών. Με τη χρήση της λέξης «παραβολή», που προέρχεται από το ρήμα «παρά-βάλλω» που σημαίνει «συγκρίνω», τοποθετούνται δίπλα-δίπλα το θεϊκό και το ανθρώπινο. Από τη μια μεριά υπάρχει το ανθρώπινο που όλοι μας γνωρίζουμε και από την άλλη το θεϊκό που δεν μπορούμε να γνωρίσουμε. Με άλλα λόγια «οι παραβολές μιλούν για τον Θεό με εικόνες του κόσμου»[38].

Στις παραβολές πραγματοποιείται επίσης η σύζευξη και η «εξίσωση» του θεϊκού στοιχείου με το ανθρώπινο. Αυτό φαίνεται να δείχνει π.χ. η φράση «ὅμοιός ἐστιν» που χρησιμοποιείται για τη ΒτΘ π.χ. στο Q 6,48-49 [Μτ 7,24-27//Λκ 6,46-49][39]. Όμως, η σύζευξη και η εξίσωση αυτή δεν υπακούει στη λογική των μαθηματικών. Η έκφραση «ὅμοιός ἐστιν» εμπεριέχει ταυτόχρονα και τη σημασία του «οὐχ ὅμοιός ἐστιν».  Στην παραβολή ενυπάρχει ταυτόχρονα η γνώση του ανθρώπου ότι αδυνατεί να κατανοήσει τον Θεό και ταυτόχρονα η παράτολμη ενέργειά του να προσεγγίζει και να κατανοήσει τον Θεό και την βασιλεία Του με την βοήθεια ενός ανθρώπινου δημιουργήματος, ενός λογοτεχνικού είδους, της παραβολής.

Ακόμη, πέρα από την παραπάνω προσέγγιση και κατανόηση του Θεού και της Βασιλείας του μέσω της παραβολής, ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα, πάλι μέσω της παραβολής, να προσδιορίσει ξανά την ύπαρξή του και τον κόσμο. Οι παραβολές τον βοηθούν να  ξεπεράσει κατεστημένες αντιλήψεις για τον άνθρωπο και τον κόσμο και να προσπαθήσει να εφαρμόσει εκείνες τις θέσεις για τον άνθρωπο και τον κόσμο που προαναγγέλλονται στις παραβολές. Π.χ. η παραβολή του φιλεύσπλαχνου πατέρα (Λκ 15) και ο τονισμός της αγάπης του Θεού Πατέρα για όλους τους ανθρώπους βοηθά τον άνθρωπο να ανατρέψει την υπάρχουσα στον κόσμο περιθωριοποίηση μεγάλων ομάδων ανθρώπων.

Τέλος σημειώνουμε ότι οι παραβολές μιλούν τη γλώσσα των ανθρώπων και χρησιμοποιούν τις εικόνες του κόσμου τούτου αποφεύγοντας έτσι να δημιουργούν μια δυσνόητη και αφηρημένη θεολογική ορολογία. Γι’ αυτόν το λόγο οι παραβολές μπορούν να καταστούν εργαλεία για την έναρξη ενός διαλόγου και με τον έξω κόσμο. Όπως τονίζεται από τον R. Zimmermann[40], η ανθρώπινη γνώση προσδιορίζεται εν πολλοίς από παραβολές και μεταφορές. Χρειάζεται μοντέλα και εικόνες για να προχωρήσει στην σύλληψη κάτι νέου. Μέσω των εικόνων αυτών ο άνθρωπος είναι σε θέση να προσδιορίζει καταστάσεις που, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, δεν είναι δυνατόν να περιγράψει με άλλον τρόπο. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι αυτό ισχύει και στην επιστήμη της φυσικής. Αυτή, προκειμένου αυτή ν’ αναφερθεί κατά τρόπο ευρύτερα κατανοητό σε αφηρημένα φυσικά φαινόμενα, δανείζεται όρους από τη φύση, που εμπεριέχουν σύγκριση και μεταφορά. Τέτοιοι όροι είναι το «σωματίδιο», τα «κύματα», η «νάνο (: από το «νάνος») – τεχνολογία» κ.λπ. Δηλαδή θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε μαζί με τον H.-P. Dürr ότι, ο Ιησούς μιλά με παραβολές για γίνει κατανοητός, όπως «ακόμη και η Επιστήμη (ως Επιστήμη της φύσης) μιλά μόνον με παραβολές»[41], για να γίνει κατανοητή.

2) Ολοκληρώνομε το θέμα για την θεολογική και ανθρωπολογική σημασία των παραβολών με την επισήμανση ότι με τις παραβολές περιγράφεται με τον καλύτερο τρόπο το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά της ΒτΘ. Από αυτά, άλλα αναφέρονται περισσότερο στη «φύση» της ΒτΘ και άλλα στην σχέση της ΒτΘ με τον άνθρωπο.

α) Παραβολές που αναφέρονται περισσότερο στη «φύση» της ΒτΘ είναι:

  1. i. Η παραβολή του σποριά[42] (Μκ 4,3-9· (10-12) 13-20[43]), που αναφέρεται στην ΒτΘ και στο πώς εντός της καλλιεργείται και καρποφορεί η μαθητεία κοντά στον Ιησού.
  2. ii. Η παραβολή για τον σπόρο που αυξάνει μόνος του[44] (Μκ 4,26-29[45]), που αναφέρεται στο κήρυγμα για τη ΒτΘ, και στο πώς αυτή αυξάνεται και θεριεύει αυτόματα, εξαιτίας της σχέσης της με τον δημιουργό Θεό.

iii. Η παραβολή για τον σπόρο του σιναπιού[46] (Μκ 4,30-32[47]), που αναφέρεται στην ΒτΘ και στο πώς αυτή στηριζόμενη στην δύναμη του Θεού εξελίσσεται δυναμικά και πέρα από τους φυσικούς νόμους σε μια παγκόσμια κυριαρχία του Θεού που εκμηδενίζει τις όποιες άλλες βασιλείες του κόσμου.

  1. iv. Η παραβολή για το προζύμι[48] (Q 13,20-21 [Μτ 13,33//Λκ 13,20-21][49]), που αναφέρεται στην ΒτΘ και στο πώς αυτή αυξάνει κατά τρόπο ανορθολογικό με τη βοήθεια του Θεού.
  2. v. Η παραβολή για τον κρυμμένο θησαυρό και το πανάκριβο μαργαριτάρι[50] (Μτ 13,44.45-46[51]), που αναφέρεται στην ΒτΘ και στο πώς αυτή έχει ανυπολόγιστη αξία, ωθεί τον άνθρωπο να την αναζητήσει, να την βρει και να την αποκτήσει. Και όταν αυτός αποκτήσει την ΒτΘ, τότε γεμίζει από ανείπωτη χαρά.
  3. vi. Τέλος, η παραβολή για το δίχτυ[52] (Μτ 13,47-50[53]), που αναφέρεται στην ΒτΘ και τονίζεται ότι πριν την είσοδο στην ΒτΘ προηγείται η κρίση. Μόνον οι δίκαιοι εισέρχονται στην ΒτΘ.

Σημειώνουμε ότι η γλώσσα της συγκεκριμένης παραβολής ταιριάζει με τη γλώσσα που χρησιμοποιείται στην παραβολή με τα ζιζάνια[54] μια και οι δύο παραβολές αναφέρονται στην κρίση των ανθρώπων πριν να εισέλθουν στην ΒτΘ. Η παραβολή όμως με το δίχτυ δεν είναι απλώς μια επανάληψη της παραβολής με τα ζιζάνια. Η παραβολή με τα ζιζάνια εστιάζει και στην διαδικασία ανάπτυξης των ζιζανίων στο χωράφι και στην τελική κρίση και στους δίκαιους. Αντίθετα, η παραβολή με το δίχτυ εστιάζει απευθείας στο τέλος της παραβολής, όπου γίνεται λόγος για την κρίση και την επιλογή.

β) Παραβολές που αναφέρονται περισσότερο στη σχέση της ΒτΘ με τον άνθρωπο είναι:

  1. i) Η παραβολή του χαμένου πρόβατου[55] (Q 15,4-5α.7 [Μτ 18,12-14//Λκ 15,1-7][56]), που αναφέρεται στην ΒτΘ, χωρίς να την κατονομάζει, Σε αυτή τονίζονται τρία ακόμη χαρακτηριστικά της ΒτΘ: πρώτον ότι ο Θεός δεν εγκαταλείπει τον άνθρωπο που απομακρύνθηκε και χάθηκε, τον αναζητά, τον βοηθά και τον εντάσσει στην Βασιλεία Του. Δεύτερο, ότι είναι ανάγκη η χριστιανική κοινότητα να διατηρεί την ενότητα μεταξύ των μελών της υπό την καθοδήγηση και φροντίδα του ηγέτη. Τρίτο, ότι οι πιστοί κινητοποιούνται να ταυτιστούν με τον ποιμένα που αναζητά το χαμένο πρόβατο. Αυτός είναι το ηθικό πρότυπο με το οποίο καλούνται να ταυτιστούν οι συνάνθρωποί του.

Σημειώνουμε ότι παρόμοιου περιεχομένου παραβολές είναι η παραβολή για το χαμένο νόμισμα[57] και η παραβολή του σπλαχνικού πατέρα ή του ασώτου υιού[58].

  1. ii) Η παραβολή για τους εργάτες του αμπελιού[59] (Μτ 20,1-16[60]), που αναφέρεται στη ΒτΘ και στην οποία τονίζεται κυρίως ότι ο Θεός ενεργεί τελείως διαφορετικά από οποιονδήποτε κύριο του κόσμου τούτου. Όλα, η αγάπη Του, το έλεος Του, η καλοσύνη Του, η ανεκτικότητά Του, η γενναιοδωρία Του προς τον άνθρωπο δεν έχουν το ταίρι τους στις συμπεριφορές των αρχόντων του κόσμου τούτου. Αντίθετα ο Θεός ανατρέπει κατεστημένες αντιλήψεις και συμπεριφορές και θεμελιώνει μια καινούργια βασιλεία, την ΒτΘ, στην οποία μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι άνθρωποι που θα θελήσουν ν’ ακολουθήσουν – μαθητεύσουν κοντά στον Ιησού.

iii) Τέλος, η παραβολή του κακού δούλου[61] (Μτ 18,23-35[62]), που αναφέρεται στη ΒτΘ και τονίζεται κυρίως ότι οι χριστιανοί οφείλουν να συγχωρούν ο ένας τον άλλον, όπως ο Θεός συγχωρεί τον άνθρωπο και του δίνει τη δυνατότητα να ξανακτίσει τη ζωή του.

Συμπεράσματα

Οι παραβολές της πηγής Q και των κανονικών Ευαγγελίων αποτελούν ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό είδος με το οποίο περιγράφεται αρχικά από τον Ιησού και στη συνέχεια από τους Ευαγγελιστές η Βασιλεία του Θεού και η συμμετοχή των ανθρώπων σε αυτή. Με τις παραβολές, που μας μιλούν για τον Θεό με εικόνες του κόσμου, επιτυγχάνεται η ευεργετική και σωστική για τον άνθρωπο και τον κόσμο σύζευξη και «εξίσωση» του θεϊκού στοιχείου με το ανθρώπινο και η καλύτερη κατανόηση της υπέρλογης αυτής σχέσης.

Στην ανάδειξη της αξίας των παραβολών συνεισφέρει σήμερα ιδιαίτερα η καινοδιαθηκική επιστήμη με την πολυμορφική και συνδυαστική ερμηνευτική προσέγγιση των παραβολών, την οποία επιτυγχάνει με την παράλληλη επιστράτευση σύγχρονων ερμηνευτικών μεθόδων προσέγγισης των παραβολών. Μέσα από την συνδυαστική αυτή χρήση πολλών ερμηνευτικών μεθόδων επιτυγχάνεται η ανάδειξη των πολλών και διαφορετικών μηνυμάτων που εκπέμπει η κάθε παραβολή. Ακόμη, αναδεικνύεται ο εικονικός και μεταφορικός τους χαρακτήρας των παραβολών, καθώς και η υπέρ-χρονική  αξία τους.

Με τις παραβολές και την ανάγνωσή τους από τον εκάστοτε αναγνώστη επανεξετάζεται η σχέση του αναγνώστη με τον Θεό και τον έξω κόσμο και πραγματοποιείται ένας επαναπροσδιορισμός της ύπαρξής του απέναντι στον Θεό και στον συνάνθρωπο, καθώς και απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο.

Η παραπάνω διαδικασία πρόσληψης των παραβολών, που είναι ταυτόχρονα και μια αναθεωρητική διαδικασία σε ό,τι αφορά τη στάση του ανθρώπου  απέναντι στον Θεό, τον συνάνθρωπο και τον κόσμο, είναι άκρως σημαντική για την χριστιανική θεολογία και ηθική. Και αυτό γιατί μέσα από τις διαδικασίες αυτές αναδεικνύεται η σωστική δράση του Θεού στον κόσμο, η συνεισφορά του Ιησού στην σωτηρία, βασικές αρχές της διδασκαλίας του Ιησού και του πρώτου χριστιανισμού, καθώς και κεντρικές αρχές που διέπουν ή πρέπει να διέπουν τις σχέσεις των ανθρώπων με τον Θεό και μεταξύ τους.

Με άλλα λόγια οι παραβολές του Ιησού ήταν, είναι και θα είναι μια αστείρευτη πηγή της χριστιανικής θεολογίας και ηθικής.

[1] Πρβλ. π.χ. Μκ 4,33-34. «Καὶ τοιαύταις παραβολαῖς πολλαῖς ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον καθὼς ἠδύναντο ἀκούειν· χωρὶς δὲ παραβολῆς οὐκ ἐλάλει αὐτοῖς, κατ᾿ ἰδίαν δὲ τοῖς ἰδίοις μαθηταῖς ἐπέλυεν πάντα»· Ιω 16,25 «Ταῦτα ἐν παροιμίαις λελάληκα ὑμῖν· ἔρχεται ὥρα ὅτε οὐκέτι ἐν παροιμίαις λαλήσω ὑμῖν, ἀλλὰ παρρησίᾳ περὶ τοῦ πατρὸς ἀπαγγελῶ ὑμῖν».

[2] H.-G. Gadamer, Wahrheit und Methode: Grundzüge einer philosophischen Hermeneu­tik, Mohr Siebeck; Auflage: 7., durchgesehene Auflage. Jubiläumsausgabe, Juni 2010.

[3] H. R. Jauss, Literaurgeschichte als Provokation der Literaturwissenschaft, Konstanz 1969· του ίδιου Towards an Aesthetic of Reception, University of Minnesota Press 1982 · του ίδιου, Η θεωρία της πρόσληψης. Τρία μελετήματα, Εισαγωγή, Μετάφραση, Επίμετρο, Εκδ. Εστία, Αθήνα 1995.

[4] D. Bleich, Subjective Criticism. Baltimore: The Johns Hopkins University Press, 1978.

[5] S. Fish, Surprised by Sin: The Reader in Paradise Lost, New York: St. Martin’s, 1967.

[6] W. Iser, Der Akt des Lesens: Theorie asthetischer Wirkung, Munchen, W. Fink, 1976· του ίδιου, The Act of Reading: A Theory of Aesthetic Response. Baltimore: The Johns Hopkins University Press, 1978.

[7] Αναλυτικά για το θέμα βλ. την εισαγωγή του R. Zimmermann στο συλλογικό έργο R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, Gütersloher Verlaghaus, Gütersloh, 2007, (κλασικό πλέον έργο για τις παραβολές), 3-46, ιδίως 25-28· Βλ. και R. Zimmemann, (έκδοση), Hermeneutik der Gleichnisse Jesu: Methodische Neuansätze zum Verstehen urchristlicher Parabeltexte, Mohr Siebeck, 2011, passim.

[8] A. Julicher, Die Gleichnissen Jesu, Tübingen, 1910.

[9] Ι. Καραβιδόπουλου, «Αι παραβολαί του Ιησού», ΕΕΘΣΘ, 15 (1970), παράρτημα 5.

[10] J. Jeremias, Die Gleichnisse Jesu, (11η επανέκδοση) 1998, 7. 

[11] R. W. Funk, „The Parabel as Metaphor“, του ίδιου, Language, Hermeneutic, and Word of God. The Problem of Langauage in the New Testament and Contemporary Theology, New York, 1966, 124-222, ειδικά 136.165.

[12] G. Theißen/A. Merz, Der historische Jesus. Ein Lehrbuch, Göttingen, 2001, 286-310.

[13] J. Schröter, Jesus aus Galiläa-Retter der Welt, Leibzig, 2006, 188-213.

[14] J. P Meier, A Marginal Jew: Rethinking the Historical Jesus. Probing the Authenticity of the Parables, Vol. V, Anchor Yale Bible Reference Library, 2016.

[15] R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, 3εξ.

[16] Πρβλ.  J. Jeremias, Die Gleichnisse Jesu, 19.

[17] Βλ. σχετικά στο Χ. Ατματζίδης, Θεολογία της Καινής Διαθήκης, Εκδόσεις Ostracon, Critical Approaches to the Bible, Vol. XIX, Θεσσαλονίκη 2019, 93εξ.

[18] J. Jeremias, Die Gleichnisse Jesu, 8.

[19] A. Julicher, Die Gleichnissen Jesu, 165.173. Οι παραπομπές είναι από το R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, 5.

[20] Βλ. C. Westermann, Vergleiche und Gleichnisse im Alten und Neuen Testament, Stuttgart 1984, passim. 

[21] E. Rau, Reden in Vollmacht. Hintergrund, Form und Anliegen der Gleichnisse Jesu, Göttingen 1990, 18-107.

[22] D. Dormeyer, Das Neue Testament im Rahmen der antiken Literaturgeschichte, Darmstadt 1993, 140-158. 

[23] Γενικά για την ρητορική και την Κ.Δ. βλ., μεταξύ των άλλων, Χ. Ατματζίδης, Ερμηνευτικό Υπόμνημα στην Β΄ Πέτρου, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3, 83-103.

[24] Αριστοτέλης, Ρητορική, 1393a: «Παραδειγμάτων δὲ εἴδη δύο· ἓν μὲν γάρ ἐστιν παραδείγματος εἶδος τὸ λέγειν πράγματα προγεγενημένα, ἕν δὲ τὸ αὐτό ποιεῖν. Τούτου  δὲ ἕν μὲν παραβολή ἕν δὲ λόγοι, οἷον οἱ Αἰσὠπειοι καὶ Λυβικοί».

[25] W. Harnisch, Die Gleichniserzählungen Jesu: Eine hermeneutische Einführung, Göttingen, 2001, 97-105.

[26] A. Julicher, Die Gleichnissen Jesu, Tübingen, 1910 · J. Jeremias, Die Gleichnisse Jesu, (11η επανέκδοση) Göttingen 1998· Ι. Καραβιδόπουλου, «Αι παραβολαί του Ιησού», ΕΕΘΣΘ, 15 (1970), παράρτημα 5.

[27] R. K. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, Eerdmans/Grand Rapids, 2008.

[28] J. Meier, A Marginal Jew: Rethinking the Historical Jesus, Volume V: Probing the Authenticity of the Parables, Yale University Press, 2016.

[29] R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, Gütersloher Verlaghaus, Gütersloh, 2007.

[30] L. Schottroff, Die Gleichnisse Jesu, Gütersloh, 2005.

[31] K. Erlehmannn, Gleichnisauslegung. Ein Lehr und Arbeitsbuch, Franke Verlag, 1999.

[32] E. Drewermann, Tiefenpsychologie und Exegese. Wunder, Vision, Weissagung, Apokalypse, Geschichte, Gleichnis, Bd.2, Patmos Verlag, 1990. 

[33] Βλ. και Βλ. και S. Finnern/J. Rüggemeier, Methoden der neutestamentlichen Exegese, UTB 4212, A. Franke Verlag, Tübingen, 2016, 238, στο παράρτημά με τον τίτλο Die Textnachwirkung in der Biblischen Exegese.

[34] Q 14,16-18.?21.23 [Μτ 22,1-14//Λκ 14,15-24]: «ἄνθρωπός τις ἐποίει δεῖπνον ⟦μέγα, καὶ ἐκάλεσεν πολλοὺς⟧ καὶ ἀπέστειλεν τὸν δοῦλον αὐτοῦ ⟦τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου⟧ εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστιν… ἀγρὸν, …καὶ < > ὁ δοῦλος < > τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα.» τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπεν τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ ὅσους ἐὰν εὕρ<ῃς> καλέσ<ον>, ἵνα γεμισθῇ μου ὁ οἶκος». Για την παραβολή αυτή πρβλ. και Ευαγγέλιο Θωμά 64 (Nag Hammadi [μετάφραση]): «Ο Ιησούς μίλησε: κάποιος άνθρωπος είχε καλεσμένους, κι’ όταν ετοίμασε το δείπνο, έστειλε το δούλο του να φωνάξει τους επισκέπτες. Ήλθε στον πρώτο και λέγει: Ο κύριος μου σε καλεί. Εκείνος είπε: έχω δώσει χρήματα σε εμπόρους · αυτοί θα έλθουν το βράδυ σ’ εμένα, και εγώ θα πάω να τους δώσω εντολές· παραιτούμαι από το δείπνο. Ήλθε σ’ άλλον (και) του λέγει· ο κύριος μου σε καλεί. Εκείνος του είπε: αγόρασα σπίτι και με χρειάζονται για μια μέρα· δεν έχω καιρό. Ήλθε σ’ άλλον (και) του λέγει· ο κύριος μου σε καλεί. Αυτός είπε: ο φίλος μου θα κάνει το γάμο του, κι’ εγώ θα είμαι υπεύθυνος του συμποσίου του· παραιτούμαι από το δείπνο. Ήλθε σ’ άλλον (και) του λέγει· ο κύριος μου σε καλεί. Αυτός είπε: Αγόρασα ένα κτήμα, πηγαίνω να πάρω το ενοίκιο, δεν μπορώ να έλθω, παραιτούμαι (από το δείπνο). Επέστρεψε ο δούλος και είπε στον κύριό του· αυτοί που κάλεσες στο δείπνο παραιτούνται. Ο κύριος είπε στον δούλο του· βγες στους δρόμους και όσους βρεις φέρε τους εδώ να δειπνήσουν. Οι αγοράζοντες και εμπορευόμενοι δεν θα εισέλθουν] στους τόπους του Πατέρα μου». Το κείμενο της πηγής Q είναι από το Accordance Bible Software, Critical Εdition of Q (Lucan Order). Για τα συγκεκριμένα κείμενα της Q και του Ευαγγελίου του Θωμά βλ. P. Hoffmann & C. Heil, Die Spruchquelle Q, WBG/Peeters Publishes, 2002, 94-95 και Χ. Ατματζίδης, Θεολογία της Καινής Διαθήκης, 1127-1128. Για την πηγή των λογίων (Q) και την θεολογία της βλ., μεταξύ των άλλων, Χ. Ατματζίδης, Θεολογία  της Καινής Διαθήκης, 727-754 (βιβλιογραφία). Αναλυτική ερμηνεία της παραπάνω παραβολής ή των παραπάνω παραβολών βλ., μεταξύ των άλλων, R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση L. Schottroff, 461-487 (ερμηνεία του Μτ 22,1-14)· R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση L. Schottroff, 593-603 (ερμηνεία του Λκ 14,12-24 & του Ευαγγελίου Θωμά 64)· Μ. Γκουτζιούδης, Ερμηνεία ευαγγελικών κειμένων, Τόμος Α΄, Εκδόσεις Ostracon, Critical Approaches to the Bible, Vol. VIII, Θεσσαλονίκη, 2018, 363-425 (παράλληλη και συγκριτική ερμηνεία όλων των παραπάνω παραβολών).

[35] Βλ. Σχετικά Χ. Ατματζίδης, Μετά-νεοτερική ερμηνεία της Καινής Διαθήκης, Απολλώνια ΚΑΙ Διονυσιακή Ερμηνεία, Εκδόσεις OSTRACON, Gritical Approaches to the Bible, Θεσσαλονίκη, 2019, ιδιαίτερα την εισαγωγή.

[36] Πρβλ. και Ευαγγέλιο Θωμά 107 (Nag Hammadi [μετάφραση]): Ο Ιησούς μίλησε: η βασιλεία μοιάζει με βοσκό που έχει εκατό πρόβατα· ένα από αυτά, το μεγαλύτερο, χάθηκε. Άφησε τα εννενήντα εννέα, (και) αναζήτησε το ένα, έως ότου το βρήκε. Αφού κουράστηκε είπε στο πρόβατο: σε αγαπώ περισσότερο από τα εννενήντα εννέα. Το κείμενο της πηγής Q είναι από το Accordance Bible Software, Critical Εdition of Q (Lucan Order). Για τα συγκεκριμένα κείμενα της Q και του Ευαγγελίου του Θωμά βλ. P. Hoffmann & C. Heil, Die Spruchquelle Q, 102-103 και Χ. Ατματζίδης, Θεολογία της Καινής Διαθήκης, 1130-1131. Για την πηγή των λογίων (Q) και την θεολογία της βλ., μεταξύ των άλλων, Χ. Ατματζίδης, Θεολογία της Καινής Διαθήκης, 727-754 (βιβλιογραφία). Αναλυτική ερμηνεία της παραβολής, όπως αυτή βρίσκεται στην Q, στο Μτ, στο Λκ και στο Ευαγγέλιο Θωμά βλ., μεταξύ των άλλων, R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση A. Oveja, 205-219 (όπου και βιβλιογραφία). Περιληπτική αναφορά στην παραβολή και σε σχέση με την διδασκαλία του Ιησού για την Βασιλεία του Θεού βλ. Χ. Ατματζίδης, Θεολογία της Καινής Διαθήκης, 138-155, ιδίως 147-149.

[37] Για το θέμα της πολλαπλής ερμηνείας βλ. Χ. Ατματζίδης, «Απολλώνια ΚΑΙ Διονυσιακή ερμηνεία της Καινής Διαθήκης. Μια ερμηνευτική πρόταση στην εποχή της μετανεοτερικότητας», Εισήγηση στο διεθνές συνέδριο της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, με θέμα «Ορθόδοξη ερμηνευτική της Καινής Διαθήκης», Βόλος, 11-14 Μαΐου 2017, https://auth.academia.edu/CharalabosAtmatzidis (ανάκτηση 07/08/2017)· του ίδιου, Μετά-νεοτερική Ερμηνεία της Καινής Διαθήκης. Απολλώνια ΚΑΙ Διονυσιακή Ερμηνεία, Εκδόσεις Ostracon, Critical Approaches  to the Bible,  Vol. XX, Θεσσαλονίκη, 2019, 15-34.

[38] R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, 10.

[39] Q 6,47-49 [Μτ 7,24-27 // Λκ 6,46-49]: «πᾶς ὁ ἀκούων μου τ… λόγ… καὶ ποιῶν αὐτούς, ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ ὃς ᾠκοδόμησεν ⟦αὐτοῦ τὴν⟧ οἰκίαν ἐπὶ τὴν πέτραν· καὶ κατέβη ἡ βροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταμοὶ ⟦καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι⟧ καὶ προσέπεσαν τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ οὐκ ἔπεσεν, τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν. καὶ ⟦πᾶς⟧ ὁ ἀκούων ⟦μου τοὺς λόγους⟧ καὶ μὴ ποιῶν ⟦αὐτοὺς⟧ ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ ὃς ᾠκοδόμησεν ⟦αὐτοῦ τὴν⟧ οἰκίαν ἐπὶ τὴν ἄμμον· καὶ κατέβη ἡ βροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταμοὶ ⟦καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι⟧ καὶ προσέκοψαν τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ εὐθὺς ἔπεσεν καὶ ἦν ⟦ἡ πτῶσις⟧ αὐτῆς μεγά⟦λη⟧».

Βλ. και Χ. Ατματζίδης, Θεολογία της Καινής Διαθήκης, 301-304.

[40] R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, 11.

[41] H.-P. Dürr, Auch die Wissenschaft spricht nur im Gleichnissen. Die neue Beziehung zwischen Religion und Naturwissenschaft, Freiburg i. Βr., 2004. Η παράθεση της φράσης είναι από R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, 11.

[42] Έτσι η ΕΒΕ (Ελληνική Βιβλική Εταιρία).

[43] Μκ 4,3-9· (10-12) 13-20 [Q 13,19· Μτ 13,3-9.18-23· Λκ 8,5-8.11-15]. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση K. Dronsche, 297-311 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 145-178.

[44] Έτσι η ΕΒΕ.

[45] Μκ 4,26-29. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση D. Dormeyer, 318-326 (όπου και βιβλιογραφία).

[46] Έτσι η ΕΒΕ.

[47] Μκ 4,30-32 [Q 13,18-19· Μτ 13,31-32· Λκ 13,18-19]. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση G. Gäbel, 327-336 (όπου και βιβλιογραφία).

[48] Έτσι η ΕΒΕ.

[49] Q 13,20-21 [Μτ 13,33//Λκ 13,20-21]: «⟦καὶ πάλιν⟧· τίνι ὁμοιώσω τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ; ὁμοία ἐστὶν ζύμῃ, ἣν λαβοῦσα γυνὴ ἐνέκρυψεν εἰς ἀλεύρου σάτα τρία ἕως οὗ ἐζυμώθη ὅλον»). Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση K.-H. Ostmeyer, 185-191 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 228-235.

[50] Έτσι η ΕΒΕ.

[51] Μτ 13,44.45-46. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση P. Müller, 420-428 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 236-253.

[52] Έτσι η ΕΒΕ.

[53] Μτ 13,47-50. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση Chr. Münch, 429-434 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 482-491.

[54] Μτ 13,40-43. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση P. von Gemünden, 405-419 (όπου και βιβλιογραφία).

[55] Έτσι η ΕΒΕ.

[56] Q 15,4-5α.7 [Μτ 18,12-14//Λκ 15,1-7]: «τίς < > ἄνθρωπος ἐξ ὑμῶν < > ἔχ< > ἑκατὸν πρόβατα καὶ ⟦ἀπολέσας⟧ ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐ⟦χὶ ἀφήσ⟧ει τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα ⟦ἐπὶ τὰ ὄρη⟧ καὶ πορευ⟦θεὶς ζητεῖ⟧ τὸ ⟦ἀπολωλὸς⟧; καὶ ἐὰν γένηται εὑρεῖν αὐτό, λέγω ὑμῖν ὅτι χαίρει ἐπ᾿ αὐτῷ μᾶλλον ἢ ἐπὶ τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα τοῖς μὴ πεπλανημένοις». Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση A. Oveja, 205-219 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 95-110.

[57] Λκ 15,8-10. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση A. Mertz, 610-617 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 111-115.

[58] Λκ. 15,11-32. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση K.-H. Ostemeyer, 618-633 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 117-143.

[59] Έτσι η ΕΒΕ.

[60] Μτ 20,1-16. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση F. Avemarie, 461-472 (όπου και βιβλιογραφία).

[61] Έτσι η ΕΒΕ.

[62] Μτ 18,23-35. Βλ. αναλυτικά R. Zimmermann, (Hrg.), Kompendium der Gleichnisse Jesu, ανάλυση H. Roose, 445-460 (όπου και βιβλιογραφία)· Ρ. Κ. Snodgrass, Stories with Intent. A comprehensive Guide to the Parables on Jesus, 61-75.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.