Η αφήγηση του Πάθους του Ιησού: Δομική επισκόπηση και σημασία

Σπιτάκια_7

Του Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ Χαράλαμπου Γ. Ατματζίδη

Είναι αναμφισβήτητο ότι το Πάθος του Ιησού, καθώς και τα διάφορα συμβάντα γύρω από αυτό, είναι κεντρικής σημασίας για τους χριστιανούς. Κάθε χρόνο οι απανταχού χριστιανοί αφιερώνουν μεγάλες χρονικές περιόδους για να θυμηθούν και να γιορτάσουν  τα γεγονότα αυτά. Παρακάτω θα επιχειρήσουμε ν’ εξετάσουμε το θέμα του Πάθους του Ιησού, όπως αυτό περιγράφεται στα Ευαγγέλια. Σημειώνουμε ότι η εξέτασή μας δεν είναι εξαντλητική. Επίσης, ότι αυτή στηρίζεται στα πορίσματα της σύγχρονης ερμηνευτικής της Καινής Διαθήκης. Θεωρούμε ότι σήμερα, την εποχή της ύστερης νεοτερικότητας, που τα μεγάλα αφηγήματα έπαψαν να θεωρούνται ότι είναι οι αποκλειστικοί φορείς της μιας και μοναδικής αλήθειας, σήμερα που το κάθε κείμενο θεωρείται ότι μπορεί να προσληφθεί πολύτροπα, σήμερα επιβάλλεται μια σύγχρονη προσέγγιση των κειμένων της Καινής Διαθήκης. Αυτή βέβαια δεν αποκλείει τις παλιές δοκιμασμένες ερμηνευτικές μεθόδους. Αντίθετα, προβάλλει την ανάγκη της συνεργασίας όλων των ερμηνευτικών μεθόδων μεταξύ των.

2015_66

Ι

Ο αφηγηματικός χαρακτήρας της διήγησης του Πάθους του Ιησού

Με τη λέξη «Πάθος (του Ιησού)» (<πάσχω=υποφέρω) αναφερόμαστε στα τελευταία τραγικά γεγονότα της ζωής του Ιησού,  που σχετίζονται με τη σύλληψη, τη δίκη και την εκτέλεσή του στην Ιερουσαλήμ γύρω στο έτος 30. Τα συμβάντα αυτά παρατίθενται κατά τρόπο αφηγηματικό, αφενός στα Συνοπτικά Ευαγγέλια, πρώτα στο κατά Μάρκον και έπειτα στο κατά Ματθαίον και στο κατά Λουκάν Ευαγγέλια (Μκ 14,1-15,47 πρλ.) και αφετέρου στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (Ιω 18-19). Αντίθετα, στην πηγή Q δεν έχουμε αντίστοιχη περιγραφή.

Πρέπει να επισημάνουμε από την αρχή ότι οι διηγήσεις του Πάθους του Ιησού δεν είναι απλές συρραφές επιμέρους διηγήσεων. Αντίθετα, με βάση τις νέες μεθόδους ανάλυσης των Ευαγγελίων, όπως είναι η αφηγηματολογία, η αναγνωστική θεωρία κ.ά., η διήγηση του Πάθους συντελείται με την βοήθεια πιο περίπλοκων γλωσσικών μέσων, όπως είναι οι αφηγηματικές και οι μεταφορικές νοηματικές κατασκευές.  Αυτές δημιουργήθηκαν σε μια χρονική περίοδο, περί το τέλος του πρώτου αιώνα μ.Χ., και περιγράφουν το Πάθος του Ιησού. Τα γλωσσικά αυτά μέσα, επειδή είναι ολοκληρωμένες νοηματικές κατασκευές, δεν μπορούν ν’ αλλάξουν και γι’ αυτό προσλαμβάνονται και κατανοούνται όπως είναι.

Το ερώτημα είναι, αν οι νοηματικές αυτές κατασκευές και συγκεκριμένα αυτές που αναφέρονται στο Πάθος του Ιησού πρέπει να εκληφθούν ως δημιουργήματα της φαντασίας του εκάστοτε Ευαγγελιστή ή ως δημιουργήματα συνδεδεμένα με την ιστορία. Σήμερα, γίνεται ευρύτερα αποδεκτό ότι οι αφηγηματικές και μεταφορικές αυτές ολοκληρωμένες νοηματικές κατασκευές εξαρτώνται από γεγονότα, τα οποία αυτές μεταφέρουν με το δικό τους γλωσσικό τρόπο. Επίσης είναι δεδομένο ότι αυτές βασίζονται στο κήρυγμα για τον Ιησού που αναπτύχθηκε στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες.

Σημειώνουμε ότι το πρωτοχριστιανικό κήρυγμα εκφράστηκε μέσα από συγκεκριμένες φόρμουλες πίστης. Αυτές είναι μικρές κειμενικές ενότητες που περιέχουν κατά τρόπο συνεπτυγμένο την θεολογία των πρώτων χριστιανών, αλλά και ιστορικά στοιχεία. Τέτοιες φόρμουλες πίστης που μεταφέρουν στους κόλπους τους ταυτόχρονα την ιστορία και το κήρυγμα για τον Ιησού είναι το Ρωμ 1,3β-4α, Α΄ Κορ 15,3β-5 και Α΄ Κορ 11,23-26. Ιδιαίτερα σημαντική για το θέμα μας είναι φόρμουλα πίστης του Α΄ Κορ 15,3β-5α, την οποία ο Παύλος στο κεφάλαιο 15, που αναφέρεται στην ανάσταση των νεκρών. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι στο χωρίο αυτό ενυπάρχει και ο τίτλος «Χριστός» («Ιησούς Χριστός»). Ο Παύλος για να δηλώσει ότι το κείμενο αυτό δεν είναι δικό του χρησιμοποιεί τις λέξεις «παρέδωκα” και “παρέλαβον”. Στο κείμενο αυτό φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι πρώτοι χριστιανοί, πριν τον Παύλο, μαρτυρούν ότι πιστεύουν σε ένα υπαρκτό πρόσωπο, τον ιστορικό Ιησού, τον οποίο γνώρισαν και ο οποίος έζησε, σταυρώθηκε, πέθανε, θάφτηκε, αναστήθηκε και εμφανίστηκε στους μαθητές του. Επίσης, σε αυτή την φόρμουλα πίστης, καταγράφεται και η πίστη και η θεολογία των πρώτων χριστιανών. Αυτοί πιστεύουν: α) ότι ο Ιησούς είναι το πρόσωπο για το οποίο μίλησαν οι Γραφές.  β) Επίσης πιστεύουν ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος μεσσίας, αφού τον αποκαλούν Χριστό. γ) Τέλος, θεωρούν ότι ο Ιησούς σταυρώθηκε για να τους απαλλάξει από τις αμαρτίες. Η φόρμουλα αυτή πίστης (Α΄ Κορ 15,3β-5α) παραλαμβάνεται από τους Ευαγγελιστές -με πρώτο τον Μάρκο- και εντάσσεται δημιουργικά στις νέες αφηγηματικές και μεταφορικές νοηματικές κατασκευές, δηλαδή στα Ευαγγέλια. Εκεί αυτή φυλάσσεται στην νέα αφηγηματική μορφή της και σε αυτή τη παγιωμένη πλέον μορφή της μας προκαλεί να την προσεγγίσουμε.

Έτσι είναι πλέον γενικά αποδεκτό ότι το παρελθόν το σχετικό με το Πάθος του Ιησού, όπως αυτό είναι αποτυπωμένο στη σχετική αφήγηση, μπορεί κάποιος να το προσεγγίσει μόνον μέσα από τη γλώσσα. Το παρελθόν αποκτά νόημα και  συνδέεται με τον άνθρωπο μόνον με την παρέμβαση της γλώσσας. Επίσης, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι οι αφηγηματικές και μεταφορικές αυτές κατασκευές εξαρτώνται και από την ίδια τη γλώσσα. Με άλλα λόγια αυτές περιορίζονται ή καλύτερα ετεροπροσδιορίζονται από προϋπάρχοντα και παγιωμένα γλωσσικά υποδείγματα, όπως είναι παραπάνω αναφερθείσες φόρμουλες πίστης. Μόνον με την αναγκαστική συνδρομή των υποδειγμάτων αυτών συντελείται η παραγωγή των αφηγηματικών και μεταφορικών νοηματικών κατασκευών για το  Πάθος του Ιησού.

Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι οι νοηματικές αφηγηματικές και μεταφορικές κατασκευές για το Πάθος του Ιησού εξαρτώνται από την διαδικασία επικοινωνίας που αναπτύσσεται μεταξύ των νοηματικών αυτών κατασκευών με συγκεκριμένους ανθρώπους. Αυτοί, προσλαμβάνουν ή αλλιώς ερμηνεύουν τις αφηγηματικές και μεταφορικές αυτές νοηματικές κατασκευές ανάλογα με τις δικές τους προϋπάρχουσες κρίσεις. Με άλλα λόγια, η πειστικότητα των νοηματικών αυτών κατασκευών επιβεβαιώνεται, μόνον όταν αυτές συναντηθούν με την εμπειρία των ανθρώπων και επιβεβαιωθούν από αυτή.

Σημειώνουμε επίσης, ότι με βάση την ιστορικοκριτική ανάλυση των Ευαγγελίων, η διήγηση του Μάρκου θεωρείται ως η αρχική και ως εκ τούτου η πιο κοντινή στα γεγονότα νοηματική αφηγηματική περιγραφή του Πάθους του Ιησού. Η διήγηση του Μάρκου αποτελεί το πρότυπο και την πηγή, απ’ όπου άντλησαν ο Ματθαίος και ο Λουκάς. Η διήγηση του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου αποτελεί μια ιδιαίτερη διήγηση και ως εκ τούτου αυτή εξετάζεται στο πλαίσιο της ιωάννειας γραμματείας.

Η ολοκληρωμένη, λοιπόν, νοηματική αφηγηματική περιγραφή του κατά Μάρκον Ευαγγελίου θα είναι το κέντρο της έρευνάς μας για την περιγραφή του Πάθους του Ιησού. Ακόμη, πρέπει να σημειώσουμε ότι η αφήγηση του Πάθους είναι εγκιβωτισμένη στην όλη αφήγηση του Μάρκου για τον Ιησού.

Τέλος, σημειώνουμε ότι η αφήγηση του Πάθους, επειδή ακριβώς είναι αφήγηση, συνιστά μια πρόσληψη των γεγονότων του Πάθους από τον Ευαγγελιστή Μάρκο και όχι μια «ιστορική» καταγραφή τους. Ουσιαστικά η αφήγηση του Πάθος, όπως και όλο το Ευαγγέλιο άλλωστε, καθρεφτίζει την κοινότητα του Μάρκου του πρώτου αιώνα μ.Χ., μετά το σημαδιακό 70 μ.Χ., όταν καταστρέφεται ο Ναός της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους και μαζί μ’ αυτόν και το θρησκευτικό κέντρο των Ισραηλιτών. Μέσα, λοιπόν, από τη συγκεκριμένη αφηγηματική περιγραφή του Πάθους του Ιησού από τον Ευαγγελιστή Μάρκο άλλα και από τους άλλους Ευαγγελιστές καλούμαστε ν’ ανιχνεύσουμε τις τελευταίες στιγμές του Ιησού.

2015_5

ΙΙ

Η δομή της αφήγησης του Πάθους του Ιησού

Τα γεγονότα του Πάθους καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος των Ευαγγελίων και φυσικά του κατά Μάρκον Ευαγγελίου. Αξίζει στο σημείο αυτό να θυμίσουμε την περίφημη θέση του Μ. Kähler ότι το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο είναι μια αφήγηση του Πάθους με μια εκτεταμένη εισαγωγή. Το Ευαγγέλιο, ως αφήγημα που είναι, υπόκειται στους παραπάνω αναφερθέντες «κανόνες» της αφηγηματολογίας και αποσκοπεί σε μια δυναμική κατανόηση του Πάθους του Ιησού. Με την έκφραση  δυναμική κατανόηση εννοούμε την ιδιότητα που έχει η εν λόγω αφήγηση να προσλαμβάνεται με τόσους τρόπους όσοι είναι και οι αναγνώστες της.

Ο Μάρκος μας αφηγείται το Πάθος του Ιησού στα κεφάλαια 14-15 του Ευαγγελίου του. Σημειώνουμε ότι το Πάθος προαναφέρεται υπαινικτικά στο Μκ 1,14, όπου περιγράφεται η έναρξη του κηρύγματος του Ιησού μετά τη σύλληψη του Ιωάννη, και στο Μκ 6,14-29, όπου περιγράφεται η σύλληψη και η θανάτωση του Ιωάννη του Βαπτιστή. Επίσης, το Πάθος του Ιησού προαναγγέλλεται τρεις φορές στο μέσον περίπου του Ευαγγελίου, στα Μκ 8,31· 9,12 και 10,32-34.

Ακόμη σημειώνουμε ότι σε όλη την ενότητα (Μκ 14-15) τονίζεται η γνώση του Ιησού για όσα θα υποστεί, καθώς και η σχέση του Πάθους του Ιησού με την Γραφή, δηλαδή την Π.Δ. Αναφορά της γνώσης αυτής του Ιησού υπάρχει στην αφήγηση της μυράλειψης του Ιησού. Εκεί ο Ιησούς τονίζει ότι η γυναίκα που τον άλειψε με μύρο είναι σαν να τον προετοιμάζει για ενταφιασμό. Επίσης, το σπίτι, όπου πραγματοποιήθηκε το τελευταίο δείπνο του Ιησού τονίζεται ότι είναι έτοιμο από πριν (Μκ 14,12-16). Ακόμη, ο Ιησούς περιγράφεται να γνωρίζει ποιος θα τον προδώσει (Μκ 14,18). Επίσης, γνωρίζει ότι οι μαθητές του θα τον αρνηθούν. Μάλιστα φέρεται να αναφέρει ότι την άρνηση αυτή προφήτευσε η Γραφή (Μκ 14,27. 49-50). Ακόμη, ο Ιησούς προαναγγέλλει την άρνηση του Πέτρου (Μκ 14,30. 72). Επίσης, σε όλη τη διήγηση του Πάθους ενυπάρχουν αναφορές από την Π.Δ. που τονίζουν ότι όλα υπόκεινται σε μια θεϊκή παρέμβαση (Μκ 14,21. 32). Ειδικότερα επισημαίνεται ότι στον Ιησού προσφέρεται πάνω στον σταυρό «ἐσμυρνισμένος οἶνος» (Μκ 15,23· πρβλ. Πρμ 31,6), ότι οι στρατιώτες μοιράζονται τα ρούχα του (Μκ 15,24· πρβλ. Ψλ 21[ΜΚ 22], 19), και ότι τον λοιδορούν, ενώ αυτός είναι πάνω στον σταυρό (Μκ 15,29· πρβλ. Ψλ 21[ΜΚ 22], 8-9]).

Όμως πρέπει να τονιστεί ότι ο Ιησούς, ενώ παρουσιάζεται στην αφήγηση να γνωρίζει από πριν τι θα υποστεί, εν τούτοις στο Ευαγγέλιο επισημαίνεται ότι με το Πάθος αναδεικνύεται η βούληση του Θεού. Στον κήπο της Γεσθημανή ο Ιησούς φέρεται ν’ απευθύνεται στον Θεό και να του λέει: «ἀββα ὁ πατήρ, πάντα δυνατά σοι· παρένεγκε τὸ ποτήριον τοῦτο ἀπ᾿ ἐμοῦ· ἀλλ᾿ οὐ τί ἐγὼ θέλω ἀλλὰ τί σύ» (Μκ 14,36).

Τα γεγονότα του Πάθους του Ιησού διαδραματίζονται σύμφωνα με την αφήγηση του Μάρκου εντός πέντε ημερών. Η πρώτη μέρα είναι η Τετάρτη, πριν την έναρξη  του εβραϊκού Πάσχα, όταν ο Ιησούς αλείφεται με μύρο από την άγνωστη γυναίκα (Μκ 14,1-11). Η δεύτερη μέρα είναι η Πέμπτη, η ημέρα προετοιμασίας του δείπνου (Μκ 14,12). Αυτό οδηγεί στην τρίτη ημέρα, που αρχίζει το απόγευμα της έναρξης του εβραϊκού Πάσχα, όταν ο Ιησούς συνεορτάζει με τους μαθητές του και μετέχει στο πασχαλινό δείπνο και στη συνέχεια, το βράδυ, συλλαμβάνεται και οδηγείται και δικάζεται από το Συνέδριο (Μκ 14,12-72). Η τρίτη  ημέρα είναι η Παρασκευή, κατά την οποία συνεχίζεται η εορτή του εβραϊκού Πάσχα -ουσιαστικά είναι η πρώτη ημέρα της εορτής- και οδηγείται ο Ιησούς ενώπιον του Ρωμαίου Επιτρόπου Πιλάτου, δικάζεται, καταδικάζεται, σταυρώνεται, πεθαίνει και θάβεται (Μκ 15,1-47). Η τέταρτη ημέρα είναι το Σάββατο, που έχουμε την «αποκορύφωση» της γιορτής του Εβραϊκού Πάσχα, κατά το οποίο επικρατεί απόλυτη αργία και ο Ιησούς είναι πλέον ενταφιασμένος (Μκ 16,1α). Η πέμπτη ημέρα είναι η πρώτη ημέρα της εβδομάδας κατά τους Iσραηλίτες, «η μία τῶν σαββάτων» (Μκ 16,2), που σήμερα ονομάζεται από τους Χριστιανούς Κυριακή. Κατά  την ημέρα αυτή τρεις γυναίκες έφτασαν στον τάφο του Ιησού και τον βρήκαν κενό (Μκ 16,1-8).

Σημειώνουμε ότι η αφήγηση του Πάθους, επειδή μοιάζει με την αρχαία Τραγωδία, μπορεί  να  χωριστεί και σε πέντε πράξεις:

Οι πέντε πράξεις του δράματος του Ιησού (Πάθος)

1η πράξη             Μκ 14,1-11                     Βηθανία

2η πράξη            Μκ 14,12-26                 Το τελευταίο δείπνο

3η πράξη            Μκ 14,27-53α               Γεσθημανή

4η πράξη            Μκ 14,53β-15,15          Θανατική καταδίκη

5η πράξη            Μκ 15,16-47· 16,1-8     Γολγοθάς, Αποθέωση

Ο παραπάνω χωρισμός του Πάθους σε πέντε σκηνές που μας θυμίζουν αρχαία τραγωδία είναι χρήσιμος, γιατί μας βοηθά να κατανοήσουμε την πλοκή της διήγησης του Πάθους. Σημειώνουμε ότι ο χωρισμός αυτός ακολουθεί παλαιότερη θέση, που υποστήριξε ότι το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο μοιάζει με μια τραγωδία. Η θέση αυτή στηρίχτηκε στον Αριστοτέλη, ο οποίος στο έργο του «Ποιητική» αναφέρεται στην «τραγωδία» και στο «έπος».

Όμως, η θέση αυτή αμφισβητήθηκε και αντιπροτάθηκε η θεωρία ότι το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο είναι διήγηση σε διάφορα επεισόδια (episodische Erzählung), στα οποία περιλαμβάνεται και το επεισόδιο του Πάθους. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι και η θέση αυτή στηρίχτηκε στην Ποιητική του Αριστοτέλη. Η θέση αυτή υποστήριξε ότι το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο μοιάζει περισσότερο με το αρχαίο Έπος , όπως το περιγράφει ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του, και όχι με την αρχαία Τραγωδία. Επίσης, επισημάνθηκε ότι ο χαρακτήρας, ο αριθμός και η εναλλαγή των επεισοδίων στην Τραγωδία είναι διαφορετικοί από τον χαρακτήρα, τον ρυθμό και την εναλλαγή των επεισοδίων στο Έπος και ότι το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, ως προς τα χαρακτηριστικά αυτά  είναι πιο κοντά στο Έπος.

Ιδιαίτερα ως προς τη διήγηση του Πάθους τονίστηκε ότι αυτή δεν είναι μια διήγηση που περιγράφει την «περιπέτεια» του Ιησού, όπως αυτή κατανοείται στην αρχαία Τραγωδία. Γιατί, ο Ιησούς, δεν παρουσιάζεται στο Ευαγγέλιο, όπως ο τραγικός ήρωας που είναι έρμαιο της μοίρας. Αντίθετα ο Ιησούς, όπως αναφέραμε και παραπάνω, περιγράφεται στο κατά  Μάρκον Ευαγγέλιο να γνωρίζει από πριν τα του Πάθους του.

Τα παραπάνω αναφερθέντα εγείρουν και ένα ακόμη πρόβλημα σχετικά τον Μάρκο και την διήγηση του Πάθους, που απασχόλησε την καινοδιαθηκική επιστήμη. Τελικά, πώς προήλθε η διήγηση του Πάθους; Μήπως υπήρχε σαν παράδοση, την οποία παρέλαβε ο Μάρκος και δημιούργησε τη δική του διήγηση για το Πάθος του Ιησού; Μήπως ο Μάρκος ενήργησε σαν δημιουργός και παρήγαγε την διήγηση του Πάθους; Μήπως ο Μάρκος παρέλαβε την προϋπάρχουσα παράδοση και δημιούργησε την δική του διήγηση για το Πάθος του Ιησού;

Τελικά δεν αποκλείεται ο Μάρκος να υιοθέτησε και προϋπάρχουσες παραδόσεις. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι, ενώ η όλη πλοκή του Πάθους εξελίσσεται σύμφωνα με τους αφηγηματικούς κανόνες, έχουμε μέσα στη διήγηση ενδείξεις ότι ο Μάρκος υιοθετεί μια πρότερη παράδοση. Έτσι, παρατηρούμε ότι από τη μια μεριά λείπουν από τη αφήγηση τα θαύματα και οι έντονες συγκρούσεις του Ιησού με τους φαρισαίους, στοιχεία που δείχνουν ότι ο Μάρκος λειτουργεί ως ανεξάρτητος αφηγητής. Από την άλλη μεριά όμως έχουμε τη συμπερίληψη στην αφήγηση συμβάντων, όπως η μυράλειψη του Ιησού (Μκ 14,3-9) και το τελευταίο δείπνο του Ιησού (Μκ 14,22-29· πρβλ. Α΄ Κορ 11, 23εξ.). Αυτή η συμπερίληψη αφήνει να εννοηθεί ότι συγκεκριμένα στοιχεία της παράδοσης εντάσσονται στην όλη αφήγηση του Πάθους.

Ταυτόχρονα όμως υπενθυμίζουμε και υπογραμμίζουμε ότι η διήγηση του Πάθους στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, είναι η μοναδική αφήγηση -αυτόνομη, ολοκληρωμένη και νοηματική γλωσσική κατασκευή- που έχουμε εμπρός μας και η οποία είναι εγκιβωτισμένη στην όλη αφήγηση του Μάρκου για τον Ιησού. Επίσης ότι η αφήγηση του Πάθους εξαρτάται από τα γεγονότα και από την επικοινωνιακή διαδικασία που αναπτύσσεται μεταξύ της αφήγησης του Πάθους και του αναγνώστη της αφήγησης του Πάθους. Αυτό βέβαια δεν εμποδίζει το ενδεχόμενο η διήγηση του Πάθους να εμπεριέχει στοιχεία που σχετίζονται με την Τραγωδία ή με το Έπος ή με τις προϋπάρχουσες φόρμουλες πίστης.

Μ. Πέμπτη_10

ΙΙΙ

Σημασία της αφήγησης του Πάθους του Ιησού

Ήδη τονίσαμε ότι τα γεγονότα του Πάθους του Ιησού υφίστανται την διαπλαστική παρέμβαση πρωτίστως του αφηγητή Ευαγγελιστή Μάρκου και δευτερευόντως των άλλων Ευαγγελιστών. Ο Μάρκος είναι εκείνος που διαμορφώνει πρώτος τη σχετική αφήγηση, βασιζόμενος στις παραδόσεις της πρωτοχριστιανικής κοινότητας (π.χ. Α΄ Κορ 15,3β-5· 11,23-26). Συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι η αφήγηση του Πάθους θίγει δύο κυρίως θέματα. Το ένα σχετίζεται με τον Ιησού και την αυτοσυνειδησία του και το άλλο με τη χριστιανική κοινότητα και την αυτοσυνειδησία της.

1) Σε ό,τι αφορά τον Ιησού και την αυτοσυνειδησία του, διαπιστώνουμε ότι με την αφήγηση του Πάθους περιγράφεται η τελική φάση της δράσης του Ιησού. Πρόκειται για το Έπος του «ήρωα» Ιησού, ο οποίος ενσυνείδητα αποδέχεται τον θάνατο προκειμένου να φέρει εις πέρας την αποστολή του, που του ανατέθηκε από τον Θεό.

Η όλη δράση του Ιησού, επομένως και το Πάθος του, συνδέονται και εξαρτώνται από την πολιτική, θρησκευτική και εν γένει πολιτισμική συνάφεια της περιοχής του Ισραήλ του πρώτου αιώνα μ.Χ.  Στο πλαίσιο αυτό ο Ιησούς αναγνωρίζει την παθογένεια που μαστίζει το θρησκευτικό κέντρο των Ισραηλιτών και προσπαθεί ν’ αφυπνίσει τους συμπατριώτες του γι’ αυτό. Αυτό ο Ιησούς το επιχειρεί είτε με τις συμβολικές του πράξεις της εκδίωξης των εμπόρων από τον Ναό και της ξήρανσης της άκαρπης συκιάς, είτε με τη σφοδρή σύγκρουσή του με τους τοπικούς θρησκευτικούς και πολιτικούς ηγέτες. Ταυτόχρονα με τις ενέργειές του αυτές και τον προφητικό του λόγο στο Μκ 11,17 αναδεικνύει την αδυναμία του όλου θρησκευτικού και κοινωνικού συστήματος ν’ ανταποκριθεί στις ανάγκες, για τις οποίες αυτό συστήθηκε. Για τον Ιησού αυτό που απομένει είναι η αναπόφευκτη ανατροπή του. Αυτή θα πραγματοποιηθεί κατά τον χειρότερο τρόπο, με την καταστροφή του θρησκευτικού και εθνικού κέντρου των Ισραηλιτών, δηλαδή της Ιερουσαλήμ και του Ναού από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ., όπως συνέβη και παλαιότερα.

Ταυτόχρονα όμως ο Ιησούς αφήνει να εννοηθεί ότι στο πλαίσιο της ΒτΘ, που ο ίδιος περιγράφει με τους λόγους και τις πράξεις του, ανοίγεται ένα παράθυρο ελπίδας για την ανασύνταξη του λαού του Θεού. Ο Ιησούς προβάλλει το δικό του πρότυπο για να ξεπεραστεί η Ισραηλιτική αυτή θρησκευτικό-κοινωνική κρίση. Το πρότυπό του αυτό  συνοψίζεται σε όσα λέει και πράττει ο Ιησούς στο τελευταίο του δείπνο με τους μαθητές του. Πρόκειται για την θρησκευτική και κοινωνική αναγέννηση της Ισραηλιτικής κοινότητας. Αυτή θα εμπνέεται από τον ίδιο τον Ιησού και θα ταυτίζεται  με αυτόν, τον επικό ήρωα, ο οποίος προσφέρει ακόμη και τη ζωή του προκειμένου να υλοποιηθεί το σχέδιό του για την θρησκευτική και κοινωνική αναγέννηση των Ισραηλιτών.

Ο Ιησούς προτείνει το νέο αυτό μοντέλο θρησκευτικό-κοινωνικής αναγέννησης έχοντας πλήρη συναίσθηση των λόγων και των πράξεων του. Σε πολλά σημεία της δημόσιας δράσης του έχουμε νύξεις του Ιησού για το σχέδιό του για μια θρησκευτική-κοινωνική αναγέννηση των Ισραηλιτών. Το τελευταίο δείπνο του Ιησού και ο λόγος του προς τους μαθητές του είναι το αποκορύφωμα της παρουσίασης του προγράμματός του για μια θρησκευτική-κοινωνική αναγέννηση, που επιστεγάζεται με τον τραγικό του θάνατο.

Ταυτόχρονα όμως ο Ιησούς είναι απόλυτα πεπεισμένος ότι ο ίδιος και το αναγεννητικό του σχέδιο εντάσσονται στο γενικότερο σωτηριολογικό σχέδιο του Θεού και ότι όλα ελέγχονται και κατευθύνονται από τον Θεό στο πλαίσιο της εγκαθίδρυσης της ΒτΘ. Όμως, οι προσπάθειες του Ιησού προσκρούουν στο θρησκευτικό-κοινωνικό κατεστημένο που κυριαρχεί στην περιοχή και ελέγχει τον Ναό της Ιερουσαλήμ. Αυτό, μη μπορώντας να τον εξοντώσει φυσικά τον παραδίδει στην ρωμαϊκή εξουσία, που έχει αποκλειστικά το δικαίωμα της επιβολής της ποινής του θανάτου (jus gladii). Τελικά ο Ιησούς πεθαίνει πάνω στον σταυρό με την κατηγορία του υποκινητή ανατρεπτικών ενεργειών κατά του ρωμαϊκού κράτους.

2) Σε ό,τι αφορά τη χριστιανική κοινότητα και την αυτοσυνειδησία της, διαπιστώσαμε ότι η αφήγηση του Ευαγγελίου ή των Ευαγγελίων δεν περιορίζεται να καταγράψει  αυστηρά τα ιστορικά δεδομένα, όσο αυτό είναι βέβαια δυνατόν. Αντίθετα, αυτή επεμβαίνει διαπλαστικά σε αυτά και τα εμπλουτίζει με στοιχεία, που χρωματίζουν θεολογικά και κοινωνιολογικά το Πάθος του Ιησού.

Πρώτ’ απ’ όλα επισημαίνεται μέσα από την όλη αφήγηση η αδιάλειπτη παρουσία του Θεού, ο οποίος παρακολουθεί άγρυπνα και κατευθύνει τα πάντα, και την ζωή και τη δράση του Ιησού, για τη σωτηρία της χριστιανικής κοινότητας.

Επίσης, επισημαίνεται ότι ο Θεός του Ευαγγελίου του Μάρκου είναι ο Θεός του Ισραήλ που επεμβαίνει σωστικά για μια ακόμη φορά. Αυτή τη φορά όμως τονίζεται ότι η σωτηρία που προσφέρεται από τον Θεό, πραγματοποιείται μέσω του Ιησού. Ακόμη, στην αφήγηση του Πάθους είναι εμφανής η χριστιανική πρόσληψη της Εβραϊκή Βίβλου (Thanakh). Σχεδόν όλα τα παθήματα του Ιησού παρουσιάζονται στο Ευαγγέλιο να έχουν προαναγγελθεί στους Ψαλμούς και σε άλλα κείμενα της Εβραϊκής Βίβλου.

Επίσης, είναι αξιοπρόσεκτο ότι η όλη τελετουργία του τελευταίου δείπνου του Ιησού, όπως αυτή περιγράφεται στο Μκ 14,22-25 μοιάζει με την τελετουργία του Εβραϊκού πασχαλίου δείπνου. Ταυτόχρονα όμως  το τελευταίο δείπνο του Ιησού ξεχωρίζει ως προς το ότι ο άρτος που μοιράζεται είναι ο ίδιος ο Ιησούς και ο οίνος που προσφέρεται είναι πάλι ο ίδιος ο Ιησούς. Στο εβραϊκό πασχάλιο δείπνο, η συμμετοχή των Ισραηλιτών στο δείπνο επιβεβαιώνει τους δεσμούς τους με τους προγόνους τους και πιστοποιεί την Ισραηλιτική τους ταυτότητα. Οι Ισραηλίτες είναι εκείνοι που ο Θεός σώζει. Στο τελευταίο δείπνο του Ιησού, η συμμετοχή των μαθητών στο τελευταίο δείπνο του Ιησού  σηματοδοτεί τους δεσμούς των χριστιανών με τον Ιησού και πιστοποιεί την χριστιανική τους ταυτότητα.

Τέλος, το Πάθος του Ιησού, όπως αυτό περιγράφεται στις αρχικές πρωτοχριστιανικές παραδόσεις (πρβλ. π.χ. Α΄ Κορ 15,3β-5· 11,23-26) και στις ευαγγελικές αφηγήσεις, θ’ αποτελέσει το σημείο αναφοράς όλων των χριστιανών. Στη διάρκεια της πρόσληψης του Πάθους του Ιησού από τους χριστιανούς θα προβληθούν ιδιαίτερα τα δύο κεντρικά σημεία του, ο σταυρικός θάνατος του Ιησού και το τελευταίο δείπνο του Ιησού. Αυτά θ’ αποτελέσουν στη συνέχεια και τους δύο πόλους ανάπτυξης της θεολογίας, της χριστολογίας, της σωτηριολογίας και της ηθικής.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.