Δήμητρα Κούκουρα, «Η εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο. Επικοινωνιακή προσέγγιση»

Διημερίδα_181[22326]

Η εισήγηση της καθηγήτριας του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στην επιστημονική ημερίδα που διοργάνωσε η Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ με την Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης στις 27 Απριλίου 2017, με τίτλο «Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος και το μήνυμά της στον σύγχρονο κόσμο»

Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος αναγνώσθηκε στους ιερούς ναούς τον μήνα Φεβρουάριο 2017 ένα κείμενο[1] διάρκειας πέντε έως έξι λεπτών της ώρας. Φέρει τον τίτλο «Προς τον Λαό. Για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης»[2] και στο προοίμιό του αναγράφονται οι αποδέκτες και ο στόχος του: «Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος απευθύνεται προς όλους τους πιστούς, προκειμένου να τους ενημερώσει για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, η οποία συνήλθε τον Ιούνιο του 2016 στην Κρήτη».

Οι παράγοντες της επικοινωνίας και ο επιδιωκόμενος στόχος της εγκυκλίου παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την έρευνα και ενισχύουν τον προβληματισμό για τη σύγχρονη Ορθόδοξη μαρτυρία.

1. Ο πομπός του μηνύματος

Η Εκκλησία της Ελλάδος με συνοδικές αποφάσεις συμμετείχε σε όλα τα προπαρασκευαστικά στάδια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου: Ρόδος (1961, 1963, 1964), Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Σαμπεζύ Γενεύης (1968 και τέσσερις φορές κατά το διάστημα 1976-2009), Κωνσταντινούπολη (2014, Σύναξη Ορθοδόξων Προκαθημένων, όπου αποφασίστηκε ο χρόνος της σύγκλησης), Σαμπεζύ (2015 Ε’ Προσυνοδική, Ιανουάριος 2016 Σύναξη Προκαθημένων, όπου καθορίστηκε η Κρήτη ως τόπος της διεξαγωγής των εργασιών). Ομοίως συμμετείχε στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο στην Κρήτη (Ιούνιος 2016) και στα τέλη του μηνός Νοεμβρίου 2016 στην έκτακτη Σύνοδο της Ιεραρχίας αποφάσισε καθηκόντως να ενημερώσει τον Λαό.

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι στην εκτενή ενημερωτική εισήγηση του Μητροπολίτου Σερρών κ. Θεολόγου ενώπιον της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος[3], περιλαμβάνονται ως κατακλείδα ουσιαστικές προτάσεις που αποσκοπούν στην ποιμαντική αξιοποίηση των αποφάσεων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, με παραπομπή στις αρμόδιες συνοδικές επιτροπές και συνεργασία με τις Θεολογικές Σχολές: «προς νηφάλιον μελέτην, αγιοπατερικήν εμβάθυνσιν, διασαφήνισιν, ποιμαντικήν ωρίμανσιν, ανάλυσιν και αξιοποίησιν». Εξίσου αναγκαία κρίνεται και η υπεύθυνη ενημέρωση του κλήρου, των μοναστικών κοινοτήτων και των αμέσων συνεργατών των Ιεραρχών «γενικώς περί της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και των αποφάσεων αυτής και ειδικώς περί των σχετικών αποφάσεων – θέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, προς οικοδομήν και αποφυγήν παρερμηνειών με προσεκτική μελέτη και αξιοποίηση του σχετικού υλικού, των ψηφισθέντων κειμένων, Εγκυκλίων, του Μηνύματος, επιστημονικών μελετών και αναλύσεων».

Επίσης προστίθεται η ποιμαντική οφειλή για την πληροφόρηση του πληρώματος της Εκκλησίας της Ελλάδος σε ποικίλες πνευματικές συνάξεις και «δι’ εκδόσεως ευσυνόπτου και σε κατανοητήν γλώσσαν Εγκυκλίου, ως έπραξεν ήδη η Εκκλησία της Κύπρου, προς οικοδομήν και υπεύθυνον ενημέρωσιν. (Έκδοσις, μερίμνη της Δ.Ι.Σ., του ενημερωτικού φυλλαδίου «Προς τον λαό»). Η πληροφόρηση περιλαμβάνει και τη χρήση του Ρ/Σ και της ιστοσελίδας της Εκκλησίας της Ελλάδος  για την ανάρτηση και τον σχολιασμό των σχετικών κειμένων.

Οι προτάσεις της εισήγησης έγιναν δεκτές[4] και το πρώτο βήμα για την ενημέρωση του εκκλησιαστικού πληρώματος, δύο μήνες μετά από τη σύγκληση της Ιεραρχίας και οκτώ μετά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, ήταν η ανάγνωση στους ιερούς ναούς μιας εγκυκλίου και η διανομή της με τη μορφή ενημερωτικού φυλλαδίου στο εκκλησίασμα.

ΙΜΘ_90

2. Οι αποδέκτες

Στο κείμενο αναφέρονται δύο παραλήπτες: «ο λαός» και «όλοι οι πιστοί». Ο λαός πιθανόν να αποτελεί έναν τεχνικό όρο που προσιδιάζει σε ανοικτή δημόσια  επιστολή ή σε ένα μήνυμα για ένα καίριο θέμα με πολλαπλούς αποδέκτες, όπως προκύπτει από τα ανάλογα 47 μέχρι σήμερα μηνύματα της Εκκλησίας της Ελλάδος[5]. Στη συνέχεια  του κειμένου με τη φράση «προς όλους τους πιστούς» οι παραλήπτες προσδιορίζονται. Αν όμως ο λαός είναι ταυτόσημος με όλους τους πιστούς, εξαιρείται ένα ευρύ φάσμα ακροατών ή αναγνωστών: όσοι δεν είναι αρκούντως πιστοί ή όσοι είναι αδιάφοροι. Παρ’ όλα αυτά, σε άλλα μηνύματα «προς τον Λαό» οι παραλήπτες δεν προσδιορίζονται μόνον από την πίστη τους αλλά και από την προαίρεσή τους, όπως π.χ.[6]: «Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία συνήλθε στην τακτική της συνεδρία από 5ης έως 8ης τ.έ. αισθάνεται την ανάγκη να απευθυνθεί προς το πλήρωμά της, στον λαό του Θεού, αλλά και σε κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο, για να μιλήσει με τη γλώσσα της αλήθειας και της αγάπης». Πρόκειται για το μήνυμα με τίτλο «Η Εκκλησία απέναντι στη σύγχρονη κρίση».

Το ερώτημα που τίθεται είναι σαφές: για ποιον λόγο εξαιρέθηκαν οι άνθρωποι καλής θελήσεως από ένα ενημερωτικό μήνυμα για ένα μοναδικό γεγονός για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όπου προσεγγίστηκαν σημαντικά θέματα για την πορεία της μέσα στην τρίτη χιλιετία και οριοθετήθηκε η στάση της απέναντι στον σύγχρονο κόσμο και τους προβληματισμούς του. Οι ίδιοι όμως συμπεριελήφθησαν α) στην Εγκύκλιο[7] της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου: « Ὅθεν, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ ἀπευθύνομεν τόν λόγον τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος (Α΄ Πέτρου γ,15) προς τα τέκνα της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας, αλλά και προς πάντα άνθρωπον «τον μακράν και τον εγγύς» (Εφεσ. β,17) και β) στο Μήνυμά της[8]: «προς τον Ορθόδοξο λαό και κάθε άνθρωπο καλής θελήσεως».

Η Εκκλησία της Κύπρου στο ανάλογο Μήνυμά της απευθύνεται «προς άπαν το πλήρωμα της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Κύπρου»[9]. Όμως στο «άπαν πλήρωμα» υπάρχει χώρος για όλες τις διαβαθμίσεις των πιστών, και τους δυνάμει και τους ενεργείᾳ και τους εν οδώ και τους εν στάσει, εν αποστάσει ή εν αποστασίᾳ. Με αυτόν τον τρόπο η μία κατηγορία οικοδομείται πνευματικά και η άλλη προσεγγίζεται ποιμαντικά, ώστε να συνδεθεί και πάλι με τη ζωή της ευχαριστιακής κοινότητας.

Η προσεκτική μελέτη του Μηνύματος προς τον Λαό δίνει την εντύπωση πως το κείμενο απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες: α) στους πιστούς, που έχουν ήδη διδαχθεί τα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου από άλλους, «επικαλουμένους φανταστικούς λόγους δογματικής ακριβείας», πάσχοντες όμως «από δυσίατες πνευματικές ασθένειες με φανατικές και σχισματικές τάσεις» και β) σε αυτούς τους «ακριβείς δογματολόγους», οι οποίοι ωθούμενοι από ποικίλα κίνητρα ανέπτυξαν επιθετικούς μηχανισμούς εναντίον της Συνόδου της Κρήτης. Το αποτέλεσμα είναι η σύγχυση και ο φανατισμός, που οδήγησαν στην αυστηρή ειδοποίηση της Ιεράς Συνόδου στην κατακλείδα της εγκυκλίου/φυλλαδίου: «Σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο: “το σχίσαι Εκκλησίαν, και φιλονείκως διατεθήναι, και διχοστασίας εμποιείν, και της συνόδου διηνεκώς εαυτόν αποστερείν, ασύγγνωστον και κατηγορίαν άξιον και πολλήν έχει την τιμωρίαν”».

 3. Το περιεχόμενο

Στο Δελτίο Τύπου που ακολούθησε τις εργασίες της έκτακτης Ιεραρχίας αναφέρεται η απόφασή της να συνταχθεί από την Δ.Ι.Σ. «ανακοινωθέν προς ενημέρωση του ιερού κλήρου και του λαού»[10] στηριγμένο στις προτάσεις της Εισήγησης και στη μελέτη όλων των κειμένων που υπεβλήθησαν.

Το φυλλάδιο ωστόσο που κυκλοφόρησε περιέχει επιλεκτικές, αποσπασματικές και ενίοτε ανακριβείς πληροφορίες για τα θέματα που συζητήθηκαν και τις αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, με θεματικές προτάσεις, απομονωμένες από τη νοηματική τους συνάφεια στα κείμενα της Συνόδου, με ύφος τηλεγραφικό και τάση απολογητική[11]. Ομοίως απέφυγε να περιλάβει τον υπεύθυνο προβληματισμό των Ορθοδόξων για τα σύγχρονα ποιμαντικά προβλήματα που ρυθμίζουν τη ζωή των πιστών και προ πάντων δεν μετέφερε το πνεύμα μιας Ορθοδοξίας που έχει «ανοικτούς ορίζοντες στην Οικουμένη και αισθάνεται την ευθύνη της στον χώρο και τον χρόνο με προοπτική την αιωνιότητα»[12]. Εξάλλου η έγκαιρη και περιεκτική ενημέρωση της Εκκλησίας της Κύπρου[13] που προτάθηκε από την Εισήγηση ως υποδειγματική ελάχιστα ακολουθήθηκε. Εν κατακλείδι, ένας μέσος αποδέκτης που δεν γνώριζε την «αντιρρητική» σπερμολογία, δεν έχει ιδιαίτερη πρόσβαση ή χρόνο για να ενημερώνεται από τις επίσημες ιστοσελίδες, ακούοντας ή μελετώντας το φυλλάδιο, ελάχιστα απεκόμισε για ένα μοναδικό εκκλησιαστικό γεγονός.

Α) Τα κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου

Τα επίσημα κείμενα που συζητήθηκαν και εγκρίθηκαν στην Κρήτη είναι οκτώ[14]. Τα έξι αναφέρονται σε συγκεκριμένα ποιμαντικής και νομοκανονικής φύσεως θέματα: 1. Η σπουδαιότης της νηστείας και η τήρησις αυτής 2. Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον 3. Το αυτόνομον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού. 4. Η Ορθόδοξος Διασπορά. 5. Το μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού. 6. Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω. Τα άλλα δύο εκφράζουν το συνολικό πνεύμα των συζητήσεων, των αποφάσεων και των τελικών κειμένων και απευθύνονται προς πολλαπλούς αποδέκτες. Πρόκειται α) για την Εγκύκλιο, η οποία αποτελεί πολύμοχθη προσπάθεια της Γραμματείας της Συνόδου πριν από την έναρξη των εργασιών στην Κρήτη, συντάχθηκε σε λόγια γλώσσα και έχει αρκετή έκταση και β) για το συντομότερο Μήνυμα που είναι γραμμένο στη Νέα Ελληνική και τελικά είναι αυτό που αναγνώσθηκε στη διάρκεια της καταληκτικής θείας Λειτουργίας την Κυριακή των Αγίων Πάντων 2016.

Στην εμπεριστατωμένη Εγκύκλιο, μετά το προοίμιο που έχει δοξαστικό χαρακτήρα και καταγράφει το χρονικό της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου (ποιος, πού, πότε, τί και γιατί), περιλαμβάνονται οι εξής θεματικές ενότητες που αναπτύσσονται με νοηματική αλληλουχία και βιβλική και πατερική θεμελίωση.

Ι. Η Εκκλησία: Σώμα Χριστού, εικών της Αγίας Τριάδος, ΙΙ. Η αποστολή της Εκκλησίας εν τω κόσμω, ΙΙΙ. Η οικογένεια – εικών της αγάπης του Χριστού προς την Εκκλησίαν, IV. Η κατά Χριστόν παιδεία, V. Η Εκκλησία ενώπιον των συγχρόνων προκλήσεων, VI. Η Εκκλησία ενώπιον της παγκοσμιοποιήσεως, ακραίων φαινομένων βίας και μεταναστεύσεως, VII. Η Εκκλησία μαρτυρία εν διαλόγω.

Το Μήνυμα[15] με ευσύνοπτο τρόπο μετά τη δοξολογία και το χρονικό της Συνόδου στο προοίμιο, στη συνέχεια μεταφέρει με ύφος οικείο τις συζητήσεις, τις θέσεις και το όραμα της Ορθοδοξίας στον κόσμο της τρίτης χιλιετίας συνοψίζοντας την εκτενέστερη Εγκύκλιο σε 12 ενότητες με το εξής περιεχόμενο: 1. Διακήρυξη της ενότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας – συνοδικότητα – Επισκοπικές Συνελεύσεις Διασποράς, 2. Το χρέος της ορθόδοξης μαρτυρίας (επανευαγγελισμός -ευαγγελισμός) ως απόρροια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, 3. Σημασία του διαλόγου με τους ετεροδόξους Χριστιανούς για τη γνωστοποίηση της γνησιότητας της ορθόδοξης παράδοσης, 4. Η Σημασία διαθρησκειακού διαλόγου για την προώθηση της ειρήνης ως αντίδοτο του φονταμενταλισμού, 5. Η διαχρονική συμβολή Χριστιανισμού στον Δυτικό πολιτισμό, σε σχέση με τις συντηρητικές περί Εκκλησίας απόψεις, 6. Ο γάμος ακατάλυτη σχέση ανδρός και γυναικός σε σχέση με τη σύγχρονη προσέγγισή του. Το ασκητικό ήθος δεν αποκόπτει από τη ζωή και τον συνάνθρωπο, 7. Η Ορθόδοξη Εκκλησία σέβεται και επαινεί τους επιστήμονες αλλά επισημαίνει τους κινδύνους σε θέματα Βιοηθικής, 8. Η οικολογική κρίση οφείλεται σε πνευματικά και ηθικά αίτια. Η μετάνοια, η εγκράτεια, το ασκητικό ήθος αντίδοτα στην υπερκατανάλωση των φυσικών πόρων, 9. Σεβασμός στην ιδιοπροσωπία ανθρώπων και λαών απέναντι στην ισοπεδωτική ομογενοποίηση, 10. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναμειγνύεται στην πολιτική, έχει διακριτό και προφητικό λόγο, στα ανθρώπινα δικαιώματα προσθέτει την ευθύνη αυτοκριτικής και κριτικής πολιτικών και πολιτών και τονίζει το θεμελιώδες δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, 11. Οι νέοι αποτελούν το παρόν της Εκκλησίας και καλούνται να προσφέρουν τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς και τις προσδοκίες του. 12. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος άνοιξε τον ορίζοντα στη σύγχρονη πολύμορφη οικουμένη. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διατηρώντας τον μυστηριακό και σωτηριολογικό χαρακτήρα της είναι ευαίσθητη στον πόνο, στις αγωνίες και την κραυγή για δικαιοσύνη των λαών. Ευαγγελίζεται «ἡμέραν ἐξ ἡμέρας τό σωτήριον αὐτοῦ˙ ἀναγγέλλουσα τοῖς ἔθνεσι τήν δόξαν αὐτοῦ, ἐν πᾶσι τοῖς λαοῖς τά θαυμάσια αὐτοῦ (Ψαλμ. 95). 

Β)  Η Εγκύκλιος και το Μήνυμα της Εκκλησίας της Κύπρου[16]

Στα τέλη Ιουλίου 2016, ένα μήνα μετά τη διεξαγωγή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η Εκκλησία της Κύπρου με συνοδική της απόφαση απηύθυνε προς το πλήρωμά της Εγκύκλιο και Μήνυμα, τα οποία κυκλοφόρησαν σε μορφή επιμελημένου τεύχους[17]. Ο στόχος της εγκυκλίου είναι συγκεκριμένος: «Ἐπειδὴ ἔχουν λεχθεῖ καὶ γραφεῖ πολλὰ γιὰ τὸ τί εἶναι ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος, ἡ ὁποία συνῆλθε στὴν Κρήτη, ἐπιθυμοῦμε, ὡς Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου, νὰ ἐνημερώσουμε ὑπευθύνως τὸ πλήρωμα τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας μας…». Αυτή η υπεύθυνη ενημέρωση α) τεκμηριώνει τον χαρακτήρα της Συνόδου της Κρήτης ως Αγίας και Μεγάλης, β) τονίζει την αναγκαιότητα της σύγκλησης για την αντιμετώπιση ποιμαντικών προβλημάτων στις σύγχρονες κοινωνίες και διοικητικών λόγω της Ορθόδοξης Διασποράς και γ)υπογραμμίζει το συνοδικό σύστημα ως τρόπο επιλύσεως δογματικών και ποιμαντικών θεμάτων.

Στη συνέχεια απαριθμείται ο κατάλογος των δέκα θεμάτων που είχαν κατ’ αρχάς επιλεγεί για να συζητηθούν στη Σύνοδο και γίνεται αναφορά στις Συνάξεις των Ορθοδόξων Προκαθημένων του 2014 και 2016 όπου αποφασίστηκε η διεξαγωγή, ο χρόνος, ο  τόπος και ο κατάλογος έξι μόνον θεμάτων. Στη συνέχεια περιγράφεται το πνεύμα αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού που επικράτησε στις συζητήσεις και παρατίθεται ο κατάλογος των  κειμένων που ενέκρινε η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος. Η Εγκύκλιος απαντά σε θέματα που προκάλεσαν αντιρρήσεις για τη σύγκληση της Συνόδου, όπως είναι η απουσία τεσσάρων Εκκλησιών ή θεολογικούς διαξιφισμούς και κατά τη διάρκειά της, όπως είναι οι σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο. Τέλος, υποστηρίζει την επιτυχή λήξη μιας μακροχρόνιας προσυνοδικής προετοιμασίας και χαιρετίζει την πρόταση σύγκλησης Πανορθοδόξων Συνόδων ανά επτά ή δέκα έτη. Το υπόλοιπο τμήμα της εκτενούς εγκυκλίου σχολιάζει εκτεταμένα παραθέματα από την  Εγκύκλιο και το Μήνυμα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης και καταλήγει σε προτροπή προς κληρικούς και λαϊκούς για την προσεκτική μελέτη των κειμένων της Κρήτης και ευρύτερη ενημέρωση των πιστών μελών της Εκκλησίας της Κύπρου.

Το Μήνυμα αναγνώσθηκε στους ιερούς ναούς την Κυριακή 31 Ιουλίου 2016, είναι συντομότερο και επικεντρώνεται στη σημασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου για τη ζωή των Ορθοδόξων και πέραν της λεκάνης της Μεσογείου ή της Ανατολικής Ευρώπης όπου γης. Γι’ αυτόν τον λόγο επισημαίνει τις αποφάσεις για την ποικιλία της διατροφής στη διάρκεια της νηστείας ανάλογα με τη γεωγραφική ιδιαιτερότητα, καθώς και τη δυνατότητα ιερολογίας μικτών γάμων με ετεροδόξους υπό προϋποθέσεις. Επίσης απαντώντας σε διαδικτυακές και όχι μόνον αμφισβητήσεις για τον χαρακτήρα της Συνόδου, υπογραμμίζει ότι είναι συνέχεια των Οικουμενικών και των άλλων μεγάλων, ορισμένες εκ των οποίων έχουν οικουμενικό κύρος και εξηγεί ότι ο όρος «εκκλησία», όταν αποδίδεται σε ομάδες που απεσχίσθησαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ιστορική σημασία. Το υπόλοιπο περιεχόμενο του Μηνύματος παραθέτει εν συντομία τα υπόλοιπα θέματα και τις θέσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.

Η Εκκλησία της Κύπρου ενημέρωσε εγκαίρως «άπαν το ποίμνιό της» για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή της Συνόδου, την αναγκαιότητα της σύγκλησης, την ατμόσφαιρα που επικράτησε, τα θέματα που συζητήθηκαν, την επιχειρηματολογία της Συνόδου απέναντι σε αντιδράσεις ακραίων κύκλων, καθώς και το περιεχόμενο των κειμένων που αποφασίστηκαν. Τέλος, προέτρεψε κλήρο και λαό να μελετήσουν τα κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, για να δίνουν λόγο «μετά γνώσεως καί εὐθύνης παντί τῷ αἰτοῦντι».

ΙΜΘ_129

Γ) Η εγκύκλιος (ανακοινωθέν, φυλλάδιο) «Προς τον λαό της Εκκλησίας της Ελλάδος»

Η ενημέρωση που προεξαγγέλλεται στο προοίμιο της εγκυκλίου ακολουθείται από την εισαγωγική φράση «Με βάση τα συμπεράσματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» και έπονται τα σημεία που σταχυολογήθηκαν από την Εγκύκλιο και το Μήνυμα της Κρήτης.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει την ενότητα και την καθολικότητά Της δια των Ιερών Μυστηρίων. Η συνοδικότητα υπηρετεί την ενότητα και διαπνέει την οργάνωση της Εκκλησίας, τον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις Της και καθορίζει την πορεία Της. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η Αγία Σύνοδος δεν αναφέρθηκε μόνον στο κύρος των γνωστών Οικουμενικών Συνόδων, αλλά σε αυτήν για πρώτη φορά αναγνωρίσθηκαν ως Σύνοδοι «καθολικού κύρους», δηλαδή ως Οικουμενικές, η Μεγάλη Σύνοδος επί Μεγάλου Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (879-880), οι επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Μεγάλες Σύνοδοι (1341, 1351, 1368), και οι εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλες και Αγίες Σύνοδοι για την αποκήρυξη της ενωτικής Συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1439), των προτεσταντικών δοξασιών (1638, 1642, 1672, 1691) και του εθνοφυλετισμού ως εκκλησιολογικής αιρέσεως (1872)».

Η θεματική πρόταση της πρώτης παραγράφου αποτελεί συνοπτική διατύπωση φράσεων για την ενότητα της Εκκλησίας, που περιλαμβάνονται στο Μήνυμα[18] και στην Εγκύκλιο[19] της Κρήτης. Μία μεμονωμένη φράση χωρίς την κειμενική συνάφεια στην οποία ανήκει δεν είναι κατανοητή από τον άμοιρο των θεολογικών γραμμάτων αποδέκτη, ο οποίος δεν γνωρίζει τη νοηματική αλληλουχία ενότητας και μυστηρίων.  Στη συνέχεια η απρόσωπη έκφραση «αξίζει να σημειωθεί ότι» καθώς και η έντονη αντιθετική σύνδεση «δεν αναφέρθηκε μόνον στο κύρος των γνωστών Οικουμενικών Συνόδων, αλλά σε αυτήν για πρώτη φορά αναγνωρίσθηκαν…» παραπέμπει σε απολογητικό ύφος, ενώ προφανώς με τον ίδιο στόχο καταγράφεται και μία ανακρίβεια «για πρώτη φορά αναγνωρίσθηκαν ως Σύνοδοι «καθολικού κύρους», δηλαδή ως Οικουμενικές. Στην Εγκύκλιο της Κρήτης οι σπουδαιότατες Σύνοδοι που ακολούθησαν τις επτά αναγνωρισμένες ως Οικουμενικές πουθενά δεν αναφέρονται κατά λέξιν ως οικουμενικές[20].

Η θεματική πρόταση στη δεύτερη ενότητα της εγκυκλίου επαναλαμβάνει κατά λέξη έναν εναργή αποφατικό ορισμό από το Μήνυμα για την εν Συνόδῳ έκφραση της ενότητας και της καθολικότητας της ορθοδόξου Εκκλησίας: «Οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες δεν αποτελούν συνομοσπονδία Εκκλησιών, αλλά την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία»[21] και αμέσως προχωρεί  στο θέμα των Επισκοπικών Συνελεύσεων στη Διασπορά, χωρίς άλλες επεξηγήσεις όπως συμβαίνει στο Μήνυμα, γεγονός που μειώνει τη δυνατότητα να γίνει κατανοητό το διοικητικό ζήτημα της Διασποράς από εκείνους που δεν το γνωρίζουν.

Στην πέμπτη ενότητα «Η Ορθόδοξη Εκκλησία καταδικάζει τους διωγμούς...», προξενεί εντύπωση η αποσιώπηση του διαθρησκειακού διαλόγου, του οποίου η συμβολή χαρακτηρίζεται ως ουσιαστική για την προώθηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της ειρήνης εν μέσω επικινδύνων φονταμενταλιστικών εκρήξεων[22].

Στην έβδομη ενότητα εντοπίζεται μία ακόμη ανακρίβεια που εμφανώς εντάσσεται στον απολογητικό χαρακτήρα του κειμένου, με στόχο την κατάπαυση των αντιδράσεων των διαμαρτυρoμένων δήθεν υπερασπιστών της Ορθοδοξίας: «Ο διάλογος κυρίως με τους ετεροδόξους χριστιανούς (άλλες χριστιανικές ομολογίες – αιρέσεις)». Σε κανένα κείμενο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης οι άλλες χριστιανικές ομολογίες ή παραδόσεις δεν αναφέρονται ή ερμηνεύονται ως αιρέσεις.

Τέλος, η έκτη παράγραφος που αναφέρεται στο χρέος της Ορθόδοξης μαρτυρίας με τη μακρόσυρτη πρόταση, την απουσία θεολογικής τεκμηρίωσης και την ασάφεια των όρων ελάχιστα εκφράζει τον αγώνα, τον οποίο προβάλλει: «Βασικό έργο της Εκκλησίας είναι η Ιεραποστολή, δηλαδή ο αγώνας Της να δίνει συνεχώς την μαρτυρία της πίστεως και να κηρύττει το ευαγγέλιο είτε στους πιστούς που ζουν μέσα στις σύγχρονες εκκοσμικευμένες κοινωνίες είτε σε όσους δεν έχουν γνωρίσει ακόμη τον Χριστό». Δεν εξηγούνται οι λόγοι για ένα παρόμοιο εγχείρημα και δεν ορίζεται με ακρίβεια ποιοι είναι οι πιστοί που χρειάζονται και πάλι να ακούσουν το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Η Εγκύκλιος και το Μήνυμα της Κρήτης ορίζουν την ορθόδοξη μαρτυρία ως απόρροια της μετοχής στη θεία Ευχαριστία, ως λειτουργία μετά τη θεία Λειτουργία, ως υπακοή προς την ἐντολή τοῦ Κυρίου πρό τῆς Ἀναλήψεώς Του: «καί ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἰερουσαλὴμ καί ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καί Σαμαρείᾳ καί ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πράξ. α΄, 8)[23].

Το ευαγγέλιο διαρκώς κηρύττεται στους πιστούς για να προκόπτουν στην πίστη και να ενηλικιώνονται εν Χριστώ. Χρειάζεται όμως να κηρυχθεί με κατάλληλους κώδικες  και πάλι από την αρχή με Βαπτισματικές Κατηχήσεις στο ολοένα αυξανόμενο πλήθος ανθρώπων που έχουν  βαπτισθεί αλλά αγνοούν την πίστη και ηθελημένα ή αθέλητα μένουν μακριά από τη ζωή της Εκκλησίας και την εξαγιαστική της χάρη.  Βεβαίως η Ιεραποστολή – Ορθόδοξη μαρτυρία, ο ευαγγελισμός των «εθνών» αφορά και σε όσους δεν έχουν ακόμη ακούσει την ευφρόσυνη είδηση και ευρίσκονται εις τα έσχατα της γης ή της δικής μας παγκοσμιοποιημένης γειτονιάς.

Στο φυλλάδιο «Προς τον Λαό» γίνεται επίσης αναφορά για την εγκράτεια και το ασκητικό ήθος, την εγγύηση της οικογένειας για τη γέννηση και την ανατροφή των τέκνων και την αγιότητα ως μετοχή στο μυστήριο της Εκκλησίας με επίκεντρο τη θεία Ευχαριστία. Η καταληκτική του φράση εντάσσεται και αυτή στην προσπάθεια καταλλαγής των αντιμαχομένων τους διαχριστιανικούς διαλόγους, στους οποίους η Εκκλησία της Ελλάδος με συνοδικές αποφάσεις μετέχει επί δεκαετίες: «Η Εκκλησία αναμένει πάντοτε την επιστροφή όλων των ανθρώπων, ετεροδόξων και αλλοδόξων σε Αυτήν». Η θέση αυτή δεν απαντά επακριβώς στην Εγκύκλιο της Συνόδου, όπου γίνεται σαφής λόγος ότι οι διαχριστιανικοί «διάλογοι εἶναι μαρτυρία περί τῆς Ὀρθοδοξίας, ἑδραζομένη ἐπί τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος «Ἔρχου καί ἴδε» (Ἰωάν. α΄, 46), ὅτι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ἰωάν. δ΄, 8)[24].

Στην κατακλείδα του φυλλαδίου τονίζεται η ανάγκη της περαιτέρω μελέτης των κειμένων της Συνόδου, του νηφαλίου διαλόγου και δίδεται η διαβεβαίωση σε α΄ πληθυντικό πρόσωπο «ότι όλοι οι Επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδος αγρυπνούμε και παραμένουμε αμετακίνητοι στην Ορθόδοξη πίστη και αφοσιωμένοι στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία». Αυτή η καθησυχαστική δήλωση που συνοδεύεται από την αποστολική προτροπή «Αδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείσθε, το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε, και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ’ ημών» (Β΄ Κορ. 13,11), δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι το ενημερωτικό φυλλάδιο έλαβε υπόψη του συγκεκριμένους αποδέκτες και ο ενημερωτικός του στόχος ήταν επικεντρωμένος στους ζηλωτές εναντίον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και στον κύκλο των οπαδών τους.

Με αυτόν τον τρόπο το πλήρωμα της Εκκλησίας της Ελλάδος και η ευρύτερη κοινή γνώμη από τα επίσημα υπεύθυνα χείλη της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ελάχιστη πληροφόρηση προσέλαβε για ένα μοναδικό ιστορικό γεγονός. Δεν ενημερώθηκε για την ποιμαντική οικονομία των μεικτών γάμων και την ποικιλία της διατροφής στην περίοδο της νηστείας, δεν άκουσε μία λέξη για τη στάση της Ορθοδοξίας σε θέματα Βιοηθικής, Οικολογίας, παιδείας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οικονομικής κρίσης, φονταμενταλισμού, μεταναστευτικής κρίσης. Δεν αναφέρθηκε καθόλου στους νέους.

Όσοι είχαν τη δυνατότητα, τον χρόνο και τη θέληση έμαθαν περισσότερα από την ιστοσελίδα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και από την καθημερινή έγκυρη ενημέρωση την περίοδο των εργασιών. Αυτοί όμως είναι αριθμητικά λίγοι. Μία άλλη ομάδα ανθρώπων παγιώθηκε στις αρνητικές θέσεις των δήθεν αμυντόρων της Ορθοδοξίας και όχι λίγοι ταύτισαν τη Σύνοδο στην Κρήτη με τις ποικίλες δημοσιογραφικές πληροφορίες.

Η επίσημη ενημέρωση τον Φεβρουάριο του 2017 υπήρξε δυσανάλογη ενός θεσμικού οργάνου με αδιαμφισβήτητο πνευματικό κύρος, όπως είναι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας και ενός λαού, στον οποίον συμπεριλαμβάνονται ποικίλες κατηγορίες πολιτών, οι οποίοι θα ήθελαν από ουσιαστικό ενδιαφέρον, φιλομάθεια  ή και απλή περιέργεια, να ακούσουν μία θεσμική ενημέρωση για ένα πρωτόγνωρο για την εποχή μας γεγονός, το οποίο οφειλετικώς τίμησε η Ελληνική Πολιτεία και συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινής γνώμης. Προ πάντων δεν άκουσαν για τον θησαυρό της πίστεως που αρδεύει την Οικουμένη με τα νάματα της θεογνωσίας, όταν δεν κλείνεται στον εαυτό της «αλλά μοιράζεται τα αγαθά της με τους εγγύς και τους μακράν[25]».

ΙΜΘ_93

* Εγκύκλιος είναι η επιστολή που αποστέλλεται από μία ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και έχει ημιεπίσημο χαρακτήρα, Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής ΑΠΘ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 412.

[1] http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/prostolao/47.pdf. Συντάχθηκε και κυκλοφόρησε στη συνέχεια αποφάσεων της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος 23-24 Νοεμβρίου 2016, ως ανακοινωθέν  προς ενημέρωση του κλήρου και του λαού. Το ίδιο κείμενο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως μήνυμα ή και εγκύκλιος, εφόσον το περιεχόμενό του συνάδει προς τον ορισμό και των δύο αυτών εννοιών. Η αλληλογραφία προς τις Ιερές Μητροπόλεις το χαρακτηρίζει φυλλάδιο, ίσως διότι προοριζόταν για ευρύτερη διάδοση. Στην εισήγησή μας επιλέξαμε τον όρο «εγκύκλιος».

[2] Εστάλη από την Ιερά Σύνοδο στις Ιερές Μητροπόλεις στα τέλη Ιανουαρίου ως 49/Ιανουάριος 2017 Φυλλάδιο Προς τον Λαό.

[3]«Ενημέρωσις περί των διεξαχθεισών εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίαςhttp://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/eisigiseis/serron_ierarxia.pdf

[4] «Εν κατακλείδι, μετά από Εισήγηση του Μακαριωτάτου Προέδρου, η οποία έγινε ομόφωνα αποδεκτή, τονίζεται η, μετά την ενδελεχή και λεπτομερή ενημέρωση του Σώματος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, επιβεβαίωση της ενότητός Της, και αποφασίσθηκε η έγκριση των προτάσεων της Εισηγήσεως, καθώς και η μελέτη και όλων των κειμένων που υπεβλήθησαν, από την Δ.Ι.Σ., ώστε να συνταχθεί ανακοινωθέν προς ενημέρωση του ιερού κλήρου και του λαού. http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/holysynod.asp?id=2174&what_sub=d_typou

[5] http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/prostolao.htm

[6] http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/prostolao/44.pdf

[7] https://www.holycouncil.org/-/encyclical-holy-council

[8] https://www.holycouncil.org/-/message

[9] http://churchofcyprus.org.cy/wp-content/uploads/2017/01/pdf

[10] http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/holysynod.asp?id=2174&what_sub=d_typou

[11] http://www.amen.gr/article/gia-poia-agia-kai-megali-synodo-pliroforei-to-anakoinothen-tis-isynodou-tis-ekklisias-tis-ellados

[12] https://www.holycouncil.org/-/message & 12

[13] 4. Πληροφορήσεως, ως ποιμαντικώς οφείλομεν, του πληρώματος της Εκκλησίας της Ελλάδος δι’ εκδόσεως ευσυνόπτου και σε κατανοητήν γλώσσαν Εγκυκλίου, ως έπραξεν ήδη η Εκκλησία της Κύπρου, προς οικοδομήν και υπεύθυνον ενημέρωσιν. (Έκδοσις, μερίμνη της Δ.Ι.Σ., του ενημερωτικού φυλλαδίου «Προς τον λαό»). http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/eisigiseis/serron_ierarxia.pdf

[14] https://www.holycouncil.org/

[15] Συντάκτης του με απόφαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ύστερα από πρόταση του Προέδρου της Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου είναι ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος.

[16] http://churchofcyprus.org.cy/wp-content/uploads/2017/01/

[17] Εγκύκλιος και Μήνυμα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας, Λευκωσία 2016.

[18] 1) Βασική προτεραιότητα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου ὑπῆρξε διακήρυξη τς νότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Στηριγμένη στή θεία Εὐχαριστία καί τήν Ἀποστολική Διαδοχή τῶν Ἐπισκόπων, ἡ ὑφισταμένη ἑνότητα εἶναι ἀνάγκη νά νισχύεται καί νά φέρνει νέους καρπούς. Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία εἶναι Θεανθρώπινη κοινωνία, πρόγευση καί βίωση τῶν Ἐσχάτων ἐντός τῆς Θείας Εὐχαριστίας….»

[19] 2) …..Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό, ἐτονίσθη πάντοτε ἡ ἄρρηκτος σχέσις τόσον τοῦ ὅλου μυστηρίου τῆς ἐν Χριστῷ θείας Οἰκονομίας πρός τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας, ὅσον καί τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας πρός τό μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία βεβαιοῦται συνεχῶς εἰς τήν μυστηριακήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας διά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος….

[20] 3) Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐν τῇ ἑνότητι καί καθολικότητι αὐτῆς, εἶναι ἡ κκλησία τν Συνόδων, ἀπό τήν Ἀποστολικήν ἐν Ἱεροσολύμοις σύνοδον (Πράξ. ιε´, 5-29) ἕως τῆς σήμερον. Ἡ Ἐκκλησία αὐτή καθ’ αὑτήν εἶναι Σύνοδος ὑπό τοῦ Χριστοῦ συνεστημένη καί ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διά τῶν Οἰκουμενικῶν καί τῶν Τοπικῶν συνόδων . Τό συνοδικόν ἔργον συνεχίζεται ἐν τῇ ἱστορίᾳ ἀδιακόπως διά τῶν μεταγενεστέρων, καθολικοῦ κύρους, συνόδων – ὡς λ.χ….». tps://www.holycouncil.org/-/encyclical-holy-council & 3. Βλέπε επίσης σχετικά σχόλια http://www.amen.gr/article/gia-poia-agia-kai-megali-synodo-pliroforei-to-anakoinothen-tis-isynodou-tis-ekklisias-tis-ellados

[21] 1…. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐκφράζει τήν ἑνότητα καί καθολικότητά της ἐν Συνόδῳ. Ἡ συνοδικότητα διαπνέει τήν ὀργάνωση, τόν τρόπο πού λαμβάνονται οἱ ἀποφάσεις καί καθορίζεται ἡ πορεία της. Οἱ Ὀρθόδοξες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες δέν ἀποτελοῦν συνομοσπονδία Ἐκκλησιῶν λλά τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Κάθε τοπική Ἐκκλησία, προσφέρουσα τήν θεία Εὐχαριστία, εἶναι ἡ ἐν τόπῳ παρουσία καί φανέρωση  τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ὡς πρός τήν Ὀρθόδοξο Διασπορά στίς διάφορες χῶρες τῆς ὑφηλίου https://www.holycouncil.org/-/message

[22] Βλέπε & 17 Εγκυκλίου και & 4 Μηνύματος.

[23] Βλέπε Εγκύκλιο ΙΙ, &6 και Μήνυμα &2.

[24] Εγκύκλιος & 20.

[25] «Η Εκκλησία δεν ζη για τον εαυτό της. Προσφέρεται δι’ ολόκληρον την ανθρωπότητα, δια ανακαίνισιν του κόσμου εις καινούς ουρανούς και γην» Εγκύκλιος σελ. 1.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.