Η ομιλία του καθηγητή Ιωάννη Κονιδάρη στην παρουσίαση του βιβλίου: Βαβούσκος Α.-Λιάντας Γ., Οι θεσμοί του αυτοκεφάλου και του αυτονόμου καθεστώτος στην Ορθόδοξη Εκκλησία από τις εκδόσεις Μέθεξις

ΒΛ_62

Σεβασμιώτατε εκπρόσωπε της Α. Θ. Παναγιότητος του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, Άγιε Γρεβενών κ. Δαβίδ,

Εξοχώτατε κ. Υπουργέ Παιδείας και Θρησκευμάτων

Σεβασμιώτατοι,

Άγιε Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. Θεόκλητε,

Άγιε Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ. Ιωάννη,

Θεοφιλέστατε Καθηγούμενε της Ι. Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Βλατάδων κ. Νικηφόρε,

Πανοσιολογιώτατε εκπρόσωπε του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου,

Κύριοι Υπουργοί,

Κύριε Σωματάρχα,

Ελλογιμώτατοι,

Κυρίες και Κύριοι, Φίλες και φίλοι,

ΒΛ_11

Η όλως εμπεριστατωμένη, θα έλεγα σχεδόν εξαντλητική, παρουσίαση των εισαγωγικών μελετών του βιβλίου, που έχω τη χαρά και την τιμή να παρουσιάζω σήμερα από τον προηγηθέντα στο βήμα συνάδελφο Καθηγητή του Κανονικού Δικαίου στη Θεολογική Σχολή Αθηνών, δεν αφήνει περιθώρια άλλης αναλύσεως των σχετικών με την αυτοκεφαλία και την αυτονομία θεωρητικών και όλως ειδικών ζητημάτων. Συνεπώς, θα αυτοπεριοστώ στην ανάδειξη του μέρους εκείνου του έργου, που καλύπτεται στον υπότιτλο με τη ορολογία «Πηγές», πράγμα που είναι, όμως, κατά τη γνώμη μου, όχι μόνο το κυρίως μέρος (σ. 81-230), αλλά και η ουσία, το «ψαχνό» της όλης εργασίας.

ΒΛ_12

Έρχομαι απευθείας από το Συνέδριο που διοργάνωσε το «Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία» στην Αίθουσα της Γερουσίας, με θέμα «η δικτατορία των Συνταγματαρχών και η αποκατάσταση της Δημοκρατίας».

Στο Συνέδριο αυτό, στην επέτειο των 40 ετών από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας, εισηγήθηκα το θέμα «Η Εκκλησία κατά τη Δικτατορία και στη Μεταπολίτευση». Αντικείμενο της εισηγήσεώς μου ήταν δηλ. η παθολογία των σχέσεων Εκκλησίας και Δικτατορίας, η σειρά των  επεμβάσεων της Πολιτείας, και δη της στρατοκρατίας, με συνέπειες ανωμαλίες και δυσπλασίες στον εκκλησιαστικό οργανισμό, τόσο στην εκκλησιαστική διοίκηση όσο και στην εκκλησιαστική δικαιοσύνη.

Τί όμως οδήγησε αλήθεια (και οδηγεί) σε τέτοιες εκτροπές;

Τί οδήγησε τις δικτατορίες στην επιλογή προσώπων προσκείμενων σε αυτές στη διοικούσα Εκκλησία, δηλ. επικεφαλής της κατά καιρόν εκκλησιαστικής διοικήσεως;

ΒΛ_97

Τί οδήγησε τη δικτατορία  Μεταξά να ανατρέψει τον νομίμως και κανονικώς εκλεγμένο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, τον Δαμασκηνό (Παπανδρέου) και να τον αντικαταστήσει με τον συμπαθώς διακείμενο προς την κρατούσα τότε κατάσταση Χρύσανθο – και μάλιστα, τελικώς, να τον περιορίσει, οιονεί να τον εξορίσει, στη Μονή Φανερωμένης στην Σαλαμίνα;

Τί οδήγησε τον συνταγματάρχη Γ. Παπαδόπουλο και τους υπ’ αυτόν πραξικοπηματίες αρχικώς μεν να επιχειρήσουν να οδηγήσουν σε παραίτηση τον πολιό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο (Χατζησταύρου) και τελικώς, τεχνηέντως, να τον κηρύξουν έκπτωτο από το Θρόνο των Αθηνών, στον οποίο ακολούθως ανήλθε από «Αριστίνδην», δηλ. διορισμένη Σύνοδο ο προσκείμενος στο καθεστώς Ιερώνυμος (Κοτσώνης), καθηγητής, φευ(!) του Κανονικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο;

Τί οδήγησε την επόμενη φάση της Δικτατορίας και τον «ισχυρό άνδρα» αυτής ταξίαρχο Δημ. Ιωαννίδη να προσεταιρισθεί τον τότε Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σεραφείμ (Τίκα) για να ορκίσει όλως αντικανονικώς τον Στρατηγό Γκιζίκη ως «Πρόεδρο της Δημοκρατίας» και τον Αδαμ. Ανδρουτσόπουλο ως «Πρωθυπουργό» και ακολούθως να τον επιβάλει με τη μέθοδο του τριπρόσωπου δελτίου ως νέο Αρχιεπίσκοπο και Πρόεδρο της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος;

ΒΛ_131

Η απάντηση είναι απλή:

Στις εκτροπές αυτές οδήγησε, πέραν όλων των άλλων και της συγκυρίας, η πλημμελής μελέτη και η ηθελημένη ή μη παραβίαση των κειμένων εκείνων, τα οποία ανακήρυξαν την Εκκλησία της Ελλάδος Αυτοκέφαλη, εν προκειμένω ο Πατριαρχικός δηλ. και Συνοδικός Τόμος του 1850, ο οποίος μεταξύ πολλών άλλων προβλέπει ότι η Εκκλησία αυτή θέλει διοικείται «κατά τους θείους και ιερούς κανόνας ελευθέρως και ακωλύτως από πάσης κοσμικής επεμβάσεως».

Αυτά ακριβώς τα κείμενα, που ανακήρυξαν το αυτοκέφαλο ή το αυτόνομο, κατά περίπτωση, των επιμέρους Ορθόδοξων Εκκλησιών, οι οποίες αποσπάσθηκαν από το κλήμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της πρωτοθρόνου Κωνσταντινουπόλεως, εξακολουθούν όμως να αποτελούν «κληματίδες» του, αυτά τα κείμενα συγκεντρώνει και ερμηνεύει το έργο που παρουσιάζεται επισήμως σήμερα.

΄Εργο, το οποίο αποτελεί υλοποίηση μιας ιδέας του έγκριτου νομοκανονολόγου κ. Αναστασίου Κ. Βαβούσκου, με τη συνδρομή και του κ. Γρηγ. Λιάντα, επίκουρου καθηγητή σήμερα της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης.

Τον σχόντα την πρωτοβουλία της συγκεντρώσεως και παρουσιάσεως των κειμένων αυτών, τον κ. Αν. Βαβούσκο, ο οποίος είχε το δυσμενές προνόμιο ότι έπρεπε να διαχειρισθεί τη βαρειά πατρική κληρονομιά, είχα την χαρά να γνωρίσω ήδη από την εποχή της υποσττηρίξεως της διδακτορικής του διατριβής στο εκκλησιαστικό δίκαιο.

Η διατριβή αυτή, στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η οποία καταρτίσθηκε υπό την επίβλεψη του προώρως εκλιπόντος συναδέλφου Χαράλαμπου Παπαστάθη, έλαβε, προτάσει του επιβλέποντος καθηγητή, τον βαθμό «Άριστα».

Έκτοτε η συγγραφική παραγωγή του, ολοέν βελτιούμενη και αυξανόμενη, έδωσε σημαντικά δείγματα γραφής. Σε αυτήν ακριβώς οφείλεται και η ένταξή του από διετίας στη θέση του μέλους της Συντακτικής Επιτροπής στην Επιθεώρηση Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου «Νομοκανονικά», την οποία ίδρυσα προ δωδεκαετίας και πλέον και διευθύνω.

Η εκτίμηση και αξιολόγηση της εργασίας που απαιτήθηκε για να καταρτισθεί η  παρουσιαζόμενη σήμερα έκδοση προϋποθέτει εξειδίκευση. Μόνον οι μυημένοι, οι ειδικοί περί την έκδοση χειρογράφων και επέκεινα με την παλαιογραφία και τη διπλωματική, μπορούν να κατανοήσουν την εργώδη προσπάθεια, εν ταυτώ και την ιδιαίτερη ευθύνη, που απαιτήθηκε και η οποία πρέπει να καταβάλλεται, για να συγκεντρωθούν και να παρουσιασθούν τέτοια και τόσης σημασίας κείμενα.

Στο σημείο αυτό θα ήταν παράλειψή μου να μη αναφερθώ και στις εκδόσεις «Μέθεξις» και τον ρέκτη εκδότη του έργου κ. Γιάννη Καραδέδο, που τους αξίζει κάθε έπαινος, διότι είναι γνωστό ότι βιβλία, όπως το προκείμενο, δεν στοχεύουν τόσο στην εμπορική πλευρά όσο, και κατ’ εξοχήν, στη επιστημονική διάκριση.

ΒΛ_95

Δεν θέλω, όμως, σεβόμενος την οικονομία της εκδηλώσεως και το χρόνο σας, να κλείσω τη σύντομη αυτή παρουσίαση, χωρίς να αναφερθώ και σε άλλη μια πτυχή του σημαντικού εγχειρήματος. Συγκεκριμένα δε, στη διάσωση, συστηματική κατάταξη και επιμελημένη έκδοση μιας ομάδας κειμένων, φορέων ενός σπάνιου λεκτικού πλούτου, ενός πλούτου που χαρακτηρίζει άλλωστε από αιώνων την γλώσσα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Και μάλιστα σε εποχές δεινής λεξιπενίας, η οποία μαστίζει ιδίως τη νεολαία μας, με κίνδυνο τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας αν όχι ήδη, πολύ σύντομα να μιλούν καλύτερα μια ξένη γλώσσα, παρα την ελληνική. Την οποία, την μητρική τους δηλ. γλώσσα, στη μεν λόγια μορφή τους δεν αντιλαμβάνονται πλέον, στην καθομιλουμένη δε μορφή της, μεταφράζουν, ατυχώς, στα γνωστά σε όλους μας «greeklish»…

Καταλήγοντας, θέλω να ευχηθώ στους συντελεστές του εγχειρήματος κάθε επιτυχία στο βιβλίο τους, να είναι καλοτάξιδο, να ευχαριστήσω δε όλους για την υπομονή και την προσοχή σας.

Ευχαριστώ πολύ!

* Ο Ιωάννης Κονιδάρης είναι καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.