Από τον πρόλογο του βιβλίου
Τό ζήτημα τής σωτηρίας στη θεολογία του εύαγγελιστού Ίωάννου φαίνεται ότι δεν συνιστά τό πρωτεύον στις σύγχρονες έκκοσμικευμένες και μετα-εκκοσμικευμένες κοινωνίες. Ωστόσο, τό υπαρξιακό βάθος τής έν Χριστώ άλήθειας πού κυριαρχεί στά βιβλικά κείμενα του Ίωάννου άναδεικνύουν τό γεγονός τής σωτηρίας ώς τό θεμελιώδες, την ώραιότερη θεολογική μαρτυρία μέσα στη σημερινή «οικουμένη τών θρησκειών».
Πρίν από 60 σχεδόν χρόνια, μέ τό εύρύτερο θέμα τής σωτηρίας στην Καινή Διαθήκη είχε άσχοληθεί -ανάμεσα σέ άλλους έρευνητές- και ό J. Ross, ό όποιος στόν πρόλογό του κατέγραφε τήν προσωπική του διαπίστωση ότι ό χρόνος μιας ζωής θά ήταν ανεπαρκής γιά τήν πλήρη έκθεση του θέματος. Αυτή έπιβεβαιώνεται και άπό τόν γράφοντα, καθώς «ό πελαγίζων ποταμός τής του Θεού σοφίας τά νάματα» (κατά τόν όσιο Θεόδωρο Στουδίτη, PG 99, 772-3), ό θεολόγος τής Κ.Δ. Ιωάννης, «άπό τών ουρανών φθέγγεται, καί βροντής λαμπροτέραν άφίησι φωνήν» (κατά τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο, PG 59, 25b), δηλ. μάς προσκαλεί νά είσέλθουμε στίς πνευματικές του Θεού άβύσσους καί νά γνωρίζουμε τό μυστήριο τής άγάπης του Θεού γιά τούς ανθρώπους.
Ώς εκ τούτου, ό σκοπός τής συγγραφής μας προϋποθέτει αυστηρή όριοθέτηση του θέματος, ή όποία όμως σέ πολλές περιπτώσεις δέν έπετεύχθη πλήρως. Προσπαθήσαμε νά έξετάσουμε τέσσερις βασικές πτυχές, άναφερόμενες (i) σέ σωτηριολογικούς όρους καί έννοιες του εύαγγελιστού Ίωάννου, (ii) τήν κατάσταση «τοϋ κόσμου τούτου» καί τήν προκύπτουσα άναγκαιότητα τής σωτηρίας, (iii) τήν πραγμάτωση τής έν Χριστώ σωτηρίας ώς φώς καί ζωή του κόσμου, καί (iν) τήν προσοικείωσή της υπό του ανθρώπου, ό όποιος καλείται πλέον νά τήν άποδεχτεί γιά νά ζήσει άντιθέτως δέ, άν τήν άπορρίψει θά χαθεί.
Επιπλέον, οφείλουμε νά άναφέρουμε ότι ή παρούσα έργασία άποτελεί γιά τόν συγγραφέα ούσιαστικώς συνέχιση τής έρευνητικής πορείας του επί τής ίωάννειας γραμματείας, καθώς πρίν άπό λίγα χρόνια είχε άσχοληθεί ευρύτατα μέ τήν έννοια του κόσμου στό κατά Ίωάννην ευαγγέλιο.