Αν και η επιστημονική ειδικότητα του κ. Πέτρου Βασιλειάδη είναι η βιβλική επιστήμη, ο καθηγητής παρουσιάζει ευρύτατη θεολογική ενασχόληση. Έχοντας διαπιστώσει την υποχώρηση του λόγου του Θεού, του ευαγγελίου, και των βιβλικών καταβολών της Ορθόδοξης θεολογίας, ως αποτέλεσμα της ισχυροποίησης της θεσμικής έκφρασης της εκκλησίας εις βάρος του χαρισματικού χαρακτήρα της, στα περισσότερα έργα του επιχειρεί δημιουργική σύνδεση της μετέπειτα εξέλιξης της εκκλησιαστικής παράδοσης, αλλά και της σύγχρονης θεολογικής προβληματικής, με την βιβλική παράδοση. Θέλοντας να ξεπεράσει τον κατακερματισμό της θεολογικής επιστήμης ανέπτυξε επιστημονική και πρακτική δραστηριότητα σε περιοχές, όπως η οικουμενική κίνηση και θεολογία, η ιεραποστολική, η λειτουργική θεολογία και η παγκόσμια θεολογική εκπαίδευση.
Παραθέτουμε παρακάτω κατ’ επιλογήν τρία μικρά αποσπάσματα από μελέτες του κ. Πέτρου Βασιλειάδη, τα οποία περιέχουν κάποιες από τις πλέον ενδεικτικές σταθερές τοποθετήσεις του.
“Απώτερος στόχος της Θείας Οικονομίας, και επομένως και σκοπός της αποστολής της Εκκλησίας, δεν μπορεί παρά να είναι η ενότητα όχι μόνον των ανθρώπων, αλλά και του συνόλου της κτιστής δημιουργίας. Από την άλλη μεριά, αυθεντικός τρόπος άσκησης αυτής της αποστολής δεν μπορεί να είναι η οποιαδήποτε επιθετική και επεκτατική συμπεριφορά των χριστιανών, αλλά η εκ του περισσεύματος της ευχαριστιακής εμπειρίας κατάθεση μαρτυρίας των πιστών.
«Μαρτυρία» είναι πλέον ο θεολογικά αυθεντικός ιεραποστολικός όρος, και μάλιστα μεταγλωττισμένος και στις λατινογενείς γλώσσες (martyria), ο οποίος αποδίδει το γνήσιο ιεραποστολικό πνεύμα του χριστιανισμού, το απαλλαγμένο από τις ιμπεριαλιστικές και επεκτατικές καταβολές των ιεραποστολικών κινημάτων του παρελθόντος. Η «μαρτυρία», χωρίς να παύει να είναι «Ορθόδοξη» είναι βασικά «χριστιανική», παγκόσμια και οικουμενική, καλύπτοντας το σύνολο της χριστιανικής πίστης χωρίς τους ομολογιακούς περιορισμούς και τις θεολογικές διαιρέσεις τον παρελθόντος. Συνέπεια αυτής της κατανόησης της ιεραποστολής είναι και η παγιωμένη πλέον αντίληψη περί «κοινής χριστιανικής μαρτυρίας», της κοινής δηλαδή προσπάθειας όλων των χριστιανών με πνεύμα αγάπης και καταλλαγής, μέχρι την επίτευξη της ευχαριστιακής κοινωνίας μεταξύ τους”.
Από τον πρόλογο του βιβλίου του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη, Ενότητα και Μαρτυρία: Ορθόδοξη Χριστιανική Μαρτυρία και Διαθρησκειακός Διάλογος-Εγχειρίδιο Ιεραποστολής, Θεσσαλονίκη 2007.
“H «λειτουργική αναγέννηση» δεν αποβλέπει στον εκσυγχρονισμό των παραδοσιακών λειτουργικών τελετών, aλλά στην επαναφορά της εκκλησιαστικής κοινότητας στην οντολογική εκκλησιακή της υπόσταση, και μόνον δευτερευόντος στην αυθεντική και εκκλησιολογικά ορθή λειτουργική πρακτική. Το ζητούμενο της «λειτουργικής αναγεννήσεως» είναι η κοινή λατρεία, και κατά κύριο λόγο η Θεία Ευχαριστία, να εκφράζει αυθεντικά το «είναι» της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, κάθε φορά που οι πιστοί συνάζονται «επί το αυτό», να γίνεται η Εκκλησία αυτό που είναι: «σώμα» Χριστού, «λαός» του Θεού, «κοινωνία» του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό και μοναδικό κριτήριο της λειτουργικής aναγεννήσεως είναι το εκκλησιολογικό”.
Από τον πρόλογο του βιβλίου του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη, Lex Orandi. Λειτουργική Θεολογία και Λειτουργική Αναγέννηση, Ιδιόμελα 5, Aθήνα 2005.
“Στην προς Εφεσίους επιστολή διασώζεται μια κλασική διατύπωση περί ειρήνης με άμεση αναφορά στη χριστολογία. «Αυτός γάρ εστίν (ενν. ο Χριστός) ή ειρήνη ημών». Όπως και σε πολλές παρόμοιες θεολογικές αναφορές του αποστόλου Παύλου, έτσι και η περί ειρήνης διδασκαλία του παρουσιάζεται ως συνάρτηση της χριστολογίας. Πρόσφατα, σε ορισμένους κύκλους της Εκκλησίας διαπιστώνεται έντονη παρανόηση και παρερμηνεία του νοήματος του γενικού χριστιανικού αξιώματος, ότι «ο Χριστός είναι η ειρήνη του κόσμου». Σε σημείο μάλιστα να εσωτερικοποιείται το αίτημα της ειρήνης, κάτι που ουσιαστικά ισοδυναμεί με άρνησή της. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι σ’ ολόκληρη την ιστορία του χριστιανισμού, ο σχεδόν αποκλειστικός χώρος στον οποίο γινόταν λόγος και εκδηλωνόταν ειλικρινές ενδιαφέρον για την ειρήνη, μέσα από συνειδητή λειτουργική και εκπαιδευτική διαδικασία, ήταν αναμφίβολα ο εκκλησιαστικός”.
Από το βιβλίο του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη, Παύλος. Τομές στη Θεολογία του, ΒΒ 31, Θεσσαλονίκη 2004.