Άννα Κόλτσιου-Νικήτα, Η «μεταστροφή» ως πνευματική κληρονομιά και σύγχρονο αίτημα

Asisi_503

Η εισήγηση της Καθηγήτριας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ στο ΙΕ΄ Διαχριστιανικό συνέδριο της Ασίζης

Αντί προλόγου

«Όταν ήμουν βυθισμένος στα σκότη και στην τυφλή νύχτα και κολυμπούσα στο μανιασμένο πέλαγος αυτού του κόσμου και ακολουθούσα, γεμάτος αμφιβολίες, λαθεμένους δρόμους αγνοώντας τη ζωή μου, ξένος προς την αλήθεια και το φως, θεωρούσα πολύ δύσκολο αυτό που μου υποσχέθηκε η θεία χάρις, ότι δηλαδή είναι δυνατόν ο άνθρωπος να αναγεννηθεί και να αλλάξει. Έλεγα: είναι δυνατή μια τέτοια μεταστροφή, δηλαδή ξαφνικά να αποβληθεί ό,τι έχει παγιωθεί από τη φύση και τη χρήση; Όποιος έμαθε στη φειδώ, μπορεί να συνηθίσει σε πλούσια δείπνα; Και όποιος έμαθε να ντύνεται με πολυτέλεια μπορεί να φορέσει ρούχα πληβείου; Και όποιος έμαθε στις τιμές και τις εξουσίες μπορεί να ιδιωτεύσει; Αυτά συλλογιζόμουν μέσα μου. Γιατί και εγώ ήμουν μπλεγμένος και κρατούσα τις πλείστες πλάνες της πρότερης ζωής μου, που πίστευα πως δεν μπορώ να τις αποβάλω: ήμουν κολλημένος στα ελαττώματά μου, υπέθαλπα τις αδυναμίες μου…Αλλά όταν με τη βοήθεια του αναγεννητικού ύδατος καθαρίστηκαν οι κηλίδες της πρότερης ζωής μου και χύθηκε στο εξαγνισμένο και καθαρό στήθος μου από ψηλά το φως, όταν η δεύτερη γέννηση, με το Πνεύμα που άντλησα εξ ουρανού, με ανακαίνισε σε νέο άνθρωπο, με θαυμαστό τρόπο απέκτησα βεβαιότητα στα αμφίβολα,  άνοιξαν τα κλειστά, φωτίστηκαν τα σκοτάδια, έγιναν εύκολα τα δύσκολα, τα αδύνατα δυνατά.

Έτσι περιγράφει ο απολογητής Κυπριανός[1], στα μέσα του τρίτου αιώνα, τη μεταστροφή[2] του στο χριστιανισμό, στον πρόλογο του αυτοβιογραφικού έργου Ad Donatum, De gratia dei[3]. Η μεταστροφή φωτίζει τα σκοτάδια των αμφιβολιών και της άγνοιας, τον αναγεννά, του παρέχει την απόλυτη πεποίθηση ότι με τη χάρη του θεού είναι δυνατά τα πάντα, η μεταστροφή είναι γι΄ αυτόν, «δώρο του θεού» (munus Dei).

Asisi_529

A. Η μεταστροφή ως διαχρονικό πνευματικό ζητούμενο

Ι. Από την πλατωνική «περιαγωγή» στην προφητική κλήση για «επιστροφή»

H πνευματική πορεία του ανθρώπου όλων των εποχών συνδέεται άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο εναγώνια με αναζητήσεις που οδηγούν σε περιπλανήσεις στα μονοπάτια της φιλοσοφίας ή των διαφόρων θρησκευτικών συστημάτων, σε διλήμματα επιλογής και συχνά σε μετάνοια και αλλαγή πορείας[4].

Ο προχριστιανικός κόσμος αναζητά το δικό του δρόμο προς την αρετή και τη δικαίωση που θα τον απομακρύνει από την τραγικότητα της μοίρας του[5]. Η πλατωνική σκέψη με την αλληγορία του σπηλαίου κληροδότησε στις επόμενες γενιές τον όρο «περιαγωγή», που δηλώνει τη στροφή της ψυχής στο φως, την αλήθεια και τη γνώση, την απομάκρυνση από το σκότος της αμάθειας[6]. Στο λεξιλόγιο των φιλοσοφικών συστημάτων της ελληνιστικής εποχής το ουσιαστικό «ἐπιστροφή» (εἰς ἑαυτόν) ως ένας τεχνικός όρος δηλώνει τη ριζική αλλαγή που πραγματοποιείται στην ψυχή ενός ανθρώπου υπό την επίδραση της φιλοσοφίας για αλλαγή πορείας του ατόμου και ηθική ή φιλοσοφική ολοκλήρωση. Ειδικότερα, στον ελληνορωμαϊκό κόσμο ο όρος δηλώνει και τη στροφή της ψυχής στην ευσέβεια ή τον θεό. Σε όλες τις περιπτώσεις φαίνεται να προσδίδεται στον όρο ένας θεραπευτικός χαρακτήρας, δηλ. να χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια εξελικτική πορεία και αλλαγή επί το βέλτιον. Ομοιότητες με τη μεταστροφή στη φιλοσοφία παρουσιάζει και η μύηση σε μυστηριακές θρησκείες που υπόσχονταν στους μεμυημένους μια καθαρή ζωή και την ανακούφιση από τις ανησυχίες για τις μεταθανάτιες τύχες της ψυχής.

Στην ιουδαϊκή σκέψη οι προφήτες κηρύττουν τη μεταμέλεια και τη συντριβή που συνεπάγεται πνευματική ανόρθωση και εσωτερική αναγέννηση[7] αλλά και «ἴασιν τῶν συντριμμάτων»[8], καθώς μέσω της μετάνοιας επιφέρει το αίσθημα της ευτυχίας και οδηγεί στη λύτρωση. Πίσω από τη θεία προσταγή που προτρέπει για επιστροφή στέκεται η ευσπλαχνία και η αγάπη του θεού για δικαιοσύνη. Όρος  αναγκαίος για την επιστροφή είναι η αναγνώριση της προσωπικής ενοχής[9] από βάθους καρδίας[10], η απομάκρυνση από την σκολιά οδό[11] και η ριζική μετάνοια[12]. Εκτός από την κυρίαρχη έννοια της μετάνοιας, διαφαίνεται στην προφητική σκέψη μια επιστροφή που συνεπάγεται πνευματική αναγέννηση. Έτσι μπορεί να κατανοηθεί το κήρυγμα της μετανοίας του προφήτη Ιερεμία, που αποσκοπεί όχι μόνο στο «ἐκριζοῦν καὶ κατασκάπτειν καὶ ἀπολύειν» αλλά και στο «ἀνοικοδομεῖν καὶ καταφυτεύειν»[13].

Asisi_536

Β.  Η «μεταστροφή» στο χριστιανικό κόσμο

Ι. «Μεταστροφή» και «αναγέννηση»

Στην Καινή Διαθήκη ο Ιωάννης Βαπτιστής καλεί τον λαό να μετανοήσει, προκειμένου να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού και σφραγίζει τη μετάνοια με το βάπτισμα (Μρκ. 1,4 και Λκ. 3,3). Στην Προς Εβραίους Επιστολή (Εβρ. 6,6) η μετάνοια είναι αυτή που οδηγεί στην ανακαίνιση: «πάλιν ἀνακαινίζειν εἰς μετάνοιαν». Η μετάνοια, μια λέξη που δεν χρησιμοποιεί συχνά ο Παύλος, αποτελεί προϋπόθεση της διδασκαλίας περί του καινού ανθρώπου. Η αλλαγή και η στροφή σε ένα νέο τρόπο ζωής που ακολούθησαν οι μαθητές και όσοι ασπάστηκαν τη νέα πίστη αποτυπώνεται με όρους «αναγέννησης» («ἀνακαίνισις», «καινότης βίου», «ζωὴ ἐν Χριστῷ», «ἀρτιγέννητος»). Αυτή η ιδέα της αναγέννησης, της καινής κτίσης, στην οποία οδηγεί η μεταστροφή στο Χριστό, ανιχνεύεται και σε άλλα σημεία του καινοδιαθηκικού κειμένου, και μάλιστα δίχως τη χρήση ειδικού λεξιλογίου που  να παραπέμπει στη λέξη μεταστροφή[14].

Το νέο εννοιολογικό φορτίο που προσκομίζει η Καινή Διαθήκη όσον αφορά την ιδέα της μετάνοιας είναι η μετακίνηση από την έννοια της απλής ηθικής ή θρησκευτικής επιστροφής στην έννοια της ουσιαστικής μεταβολής και μεταμόρφωσης του ανθρώπου, της ριζικής αποκοπής του από το αμαρτωλό παρελθόν και την πλήρη αλλαγή του όλου ανθρώπου έναντι του θεού[15].

Στη βιβλική αυτή σκέψη και εμπειρία η μεταστροφή δεν εξισώνεται με μια οποιαδήποτε απλή ανανέωση που προκύπτει από κάποιες ηθικές απαιτήσεις για μια νέα ζωή, αλλά συνδέεται με την επίσκεψη της θείας χάριτος[16]. Έτσι, η γλωσσική πραγμάτωση της μεταστροφικής εμπειρίας αποτυπώνει τη μετάβαση από το θάνατο στη ζωή (Ιω. 5,24), την ανάπλαση από την ακαθαρσία (Τιτ. 2,14), την ανάδυση ενός νέου τύπου ανθρωπισμού (Κολ. 3,9), τον θάνατο του παλαιού εαυτού και την ανάσταση στη νεότητα εν Χριστώ (Ρωμ. 6, 2-8)[17].

ΙΙ. Η «εμπειρία» της χριστιανικής μεταστροφής κατά τους πρώτους αιώνες

Το σχεδόν εξομολογητικό απόσπασμα του Κυπριανού, τo οποίo παραθέσαμε στην αρχή αυτής της ανακοίνωσης, εντάσσεται στο πλαίσιο μιας σειράς αυτομαρτυριών που συντάσσουν συγγραφείς των πρώτων χριστιανικών αιώνων, οι οποίοι περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι βίωσαν τη μεταστροφή στο χριστιανισμό. Αντιπροσωπευτικές μαρτυρίες στην ελληνόφωνη γραμματεία[18] συνιστούν η μεταστροφή του αποστόλου Παύλου, του Ιουστίνου, του Μεγάλου Αντωνίου, του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ενώ στη λατινόφωνη γραμματεία αποτυπώνουν τη μεταστροφική τους εμπειρία ο  Τερτυλλιανός,  ο Κομμοδιανός, ο Μινούκιος Φήλιξ, ο Ιλάριος του Πουατιέ, ο Αρνόβιος και ο Αυγουστίνος[19].

Παρά την όποια λογοτεχνική λείανση μπορεί να ανιχνεύσει κάποιος στα κείμενα αυτά και το γεγονός ότι κάθε μεταστροφή είναι μοναδική, εφόσον λαμβάνει χώρα σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον και βιώνεται διαφορετικά από το εκάστοτε πρόσωπο, και παρά το γεγονός ότι το έναυσμα μπορεί να είναι διαφορετικό, αξίζει να αποκωδικοποιήσουμε για τους στόχους της εισήγησης αυτής τα βασικά μοτίβα.

Η μεταστροφή συνιστά για όλους μια κορυφαία και ανεπανάληπτη εμπειρία, ένα συγκλονιστικό γεγονός πνευματικής αφύπνισης και συνειδητοποίησης, που οδηγεί συχνά σε συντριβή και διακρίνεται από έντονη συναισθηματική φόρτιση. Στα βασικά μοτίβα συγκαταλέγονται η πορεία μιας εναγώνιας αναζήτησης που προηγείται, με εξαίρεση την περίπτωση του αποστόλου Παύλου, η απογοήτευση από τα φιλοσοφικά συστήματα και οι μεταξύ τους αντιφάσεις, η αποκάλυψη της αλήθειας που ως ένα απαστράπτον φως διαλύει το σκότος  της πλάνης και οδηγεί μέσω της μεταστροφής στην ασφάλεια  και τη λύτρωση, τα αισθήματα ενοχής και μετάνοιας για τα λάθη του παρελθόντος, το αίσθημα της χαράς και της πλήρωσης και η αποστολή διαφώτισης και διάδοσης της αλήθειας στους άλλους. Σημαντικός είναι ο ρόλος που κατέχει το βάπτισμα που ακολουθεί την εμπειρία και σηματοδοτεί την αναγέννηση του ανθρώπου και η είσοδος της θείας χάριτος στη μεταστραφείσα ψυχή καθώς και η γνώση του θεού. Στο μοτίβο της αναζήτησης συνυφαίνεται συχνά και η προσευχητική διάσταση και έτσι η μεταστροφική εμπειρία δεν είναι αυτόκλητη, αλλά  προκαλείται τρόπον τινά από τον ίδιο τον μεταστρεφόμενο[20].

Η αυτοβιογραφική έκθεση των συγγραφέων δεν αποτελεί αυτοσκοπό ή αυτοπροβολή, αλλά εντάσσεται σε απολογητικά ή παραδειγματικά πλαίσια. Το προσωπικό  μεταστροφικό βίωμα παρέχει μιαν αδιάψευστη μαρτυρία και οικοδομεί ένα πρότυπο θρησκευτικής στάσης και ηθικής συμπεριφοράς στους μεταγενεστέρους. Για το λόγο αυτό και ο απόστολος Παύλος εκείνο που προβάλλει  δεν είναι η ιστορία της ζωής του αλλά η ιστορία της μεταστροφής του και η καταλυτική  εμπειρία του οράματος της Δαμασκού. Ο Αυγουστίνος, στη συνέχεια, μεταποιεί τη μεταστροφική του εμπειρία και λύτρωση σε έναν αίνο προς τον θεό, σε μια δημόσια ομολογία ενώπιον των ανθρώπων, ένα διδακτικό παράδειγμα για άλλους που πρέπει να οδηγηθούν κοντά στο θεό, αφού έχουν εξαγνισθεί στο ιαματικό ύδωρ της μετάνοιας και της εξομολόγησης[21].

Γενικά, η συγκλονιστική εμπειρία της στιγμής μεταπλάθεται και διαπλάθεται στις αυτομαρτυρίες της μεταστροφής, επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ συναισθήματος και λογικής, μεταξύ αυτοκριτικής και κριτικής των άλλων, μεταξύ λύτρωσης και ενοχής, μεταξύ απομάκρυνσης από το παρελθόν και του οράματος μιας νέας ζωής[22].

Πέρα όμως από τις όποιες αυτομαρτυρίες και περιγραφές μεταστροφής βρίσκουμε στα κείμενα, αξίζει στο σημείο αυτό να ρίξουμε μια ματιά στην εικαστική της αποτύπωση, η οποία με έναν μοναδικό τρόπο αποδίδει την ένταση της στιγμής.

Θα δούμε τέσσερις περιπτώσεις εικαστικής αποτύπωσης της μεταστροφής του αποστόλου Παύλου από τρεις δυτικούς ζωγράφους:

Η πρώτη προέρχεται από τον Michelangelo.

νέο Η μεταστροφή1_Page_1

Η δεύτερη από τον Tintoretto.

νέο Η μεταστροφή1_Page_2

Οι δύο επόμενες προέρχονται από τον Caravaggio:

Στην μία περίπτωση ο Παύλος παρουσιάζεται να κλείνει τα μάτια μπροστά στο εκτυφλωτικό φως.

νέο Η μεταστροφή1_Page_3

Η συγκλονιστικότερη όμως αποτύπωση κατά κοινή ομολογία είναι αυτή στον επόμενο ζωγραφικό πίνακα: Στον πίνακα αυτό η εικόνα έχει «παγώσει» στη στιγμή της μεταβολής: ο δυνατός πολέμιος του Χριστού είναι απόλυτα αδύναμος, το σπινθηροβόλο βλέμμα του έχει βυθιστεί στο σκότος. Μπορεί στο καινοδιαθηκικό κείμενο να διακρίνουμε τα αποτελέσματα του γεγονότος, να συνειδητοποιούμε γιατί ο Παύλος και ο κόσμος ήταν διαφορετικός μετά το όραμα της Δαμασκού, όμως στον πίνακα δεν έχουμε τίποτα άλλο παρά δυο χέρια απλωμένα προς τον ουρανό και δυο τυφλά μάτια στραμμένα προς το εκτυφλωτικό φως που έρχεται από τον ουρανό: πρόκειται για την αυτόνομη και απόλυτη αποτύπωση της ίδιας της  εμπειρίας.

νέο Η μεταστροφή1_Page_4

ΙΙΙ. Η μεταστροφή εντός της Εκκλησίας: Από το ύδωρ του βαπτίσματος στα δάκρυα της μετανοίας

Στους κόλπους της Εκκλησίας, καθώς απομακρύνεται πλέον η σχέση με τον εθνικό κόσμο, η μεταστροφή αφορά την απομάκρυνση όχι από τα είδωλα αλλά από τα προσωπικά παραπτώματα. Η μετάνοια παραμένει ο οδοδείκτης για τη θεϊκή συγγνώμη και την αντιστροφή πορείας, όμως ο όρος εξελικτικά φαίνεται να δηλώνει περισσότερο την αλλαγή του νοός μετά από στοχασμό, και, πέρα από τη συνηθισμένη θρησκευτική σημασία του όρου, μια βαθύτερη ανασυγκρότηση του ατόμου και μια σταθερή πορεία προς τα εμπρός.

Καθώς λοιπόν η μετάνοια αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της μεταστροφής, συχνά ταυτίζεται ή και συγχέεται με τη δεύτερη, όχι μόνο στην ελληνόφωνη αλλά και στη λατινόφωνη γραμματεία. Και στη γλώσσα της Εκκλησίας η μεταστροφή, η μετάνοια και η επιστροφή είναι έννοιες και εμπειρίες σχεδόν ταυτόσημες. Οι σχετικοί λόγοι των Πατέρων επιγράφονται Περί μετανοίας  (De paenitentia)  και όχι περί «μεταστροφής». Στο κείμενο της Κατήχησης της Καθολικής Εκκλησίας[23] ο όρος μεταστροφή (conversione) φαίνεται να μη διαχωρίζεται από τον όρο μετάνοια (pentimento). Άλλωστε, στο ίδιο κείμενο γίνεται αναφορά στη μαρτυρία του Αμβροσίου Μεδιολάνων, ο οποίος κάνει λόγο για δύο μεταστροφές στην Εκκλησία· η μία σχετίζεται με το νερό και η δεύτερη με τα δάκρυα: το ύδωρ του βαπτίσματος και τα δάκρυα της μετανοίας: Ecclesia autem et aquam habet et lacrymas habet: aquam baptismatis, lacrymas paenitentiae[24].

Asisi_478

Γ. Η έννοια της «μεταστροφής» στον σύγχρονο κόσμο: ρήξεις και συνέχειες μιας διαχρονικής έννοιας

Οι σύγχρονοι μελετητές επικεντρώνονται ως επί το πλείστον στη σχέση του φαινομένου της μεταστροφής με την ιεραποστολή, τον προσηλυτισμό  και τον εκχριστιανισμό[25]. Οι περισσότεροι διαπιστώνουν μια διαφοροποίηση της χριστιανικής ταυτότητας της Ευρώπης. Πολλοί πιστοί, που έχουν εκ παραδόσεως κληρονομήσει τη χριστιανική ταυτότητα πολύ συχνά χαρακτηρίζονται από μια θρησκευτική αδιαφορία, ενώ την ίδια στιγμή μια νέα ισχυρή ομάδα ανθρώπων γνωρίζουν σε μεγαλύτερη ηλικία τον Χριστό, μεταστρέφονται και είναι πιο ενεργητικοί και δραστήριοι, πιο ενθουσιώδεις[26]. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διαδικασία της μεταστροφής είναι ως επί το πλείστον κάτι περισσότερο από την αποδοχή ή την αλλαγή μιας θρησκευτικής ταυτότητας[27].

 Το αίτημα της «μεταστροφής» σήμερα

Ανεξάρτητα από την όποια μετάλλαξη έχει υποστεί το χριστιανικό πρόσωπο της Ευρώπης και τις όποιες διαπιστώσεις των μελετητών, εκείνο που παραμένει είναι το αίτημα για μια ουσιαστική μεταστροφή του σύγχρονου κόσμου, με την πραγματική σημασία του όρου. Σήμερα η προφητική έκκληση για μετάνοια, ο λυτρωτικός λόγος του ευαγγελίου για πνευματική ανακαίνιση, το αίτημα και η ανάγκη για μεταστροφή του ανθρώπου, ηχούν περισσότερο επίκαιρα παρά ποτέ. Η μαρτυρία και το παράδειγμα όσων βίωσαν την εν Χριστώ ζωή προβάλλουν ως φωτεινοί οδοδείκτες στον πνευματικό ζόφο που ζει ο άνθρωπος του εικοστού πρώτου αιώνα. Ο σημερινός άνθρωπος της παγκοσμιότητος, όπου τα σύνορα ανάμεσα στους πολιτισμούς, τις γλώσσες και τις θρησκείες έχουν καταργηθεί, συχνά μοιάζει ανέστιος και περιπλανώμενος, όπως ο άνθρωπος της εποχής του Χριστού, φαίνεται να χρειάζεται κυρίως μετάνοια, αλλαγή νοός.

Παρά την τεράστια τεχνολογική πρόοδο, την αύξηση των ορίων της  ζωής, τις νέες θεραπευτικές μεθόδους, χρειάζεται περισσότερο από ποτέ την θαυματουργική ιαματική επενέργεια του Ιησού, την πνευματική ίαση, την επιστροφή στο θεό. Η συγκρότηση ενός νέου οράματος, μιας αναγέννησης, προβάλλει σήμερα επιτακτική σε μια κοινωνία πολύπλοκη και απαιτητική που βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση νέων αξιών και προσανατολισμών. Για να πραγματωθούν όλα αυτά, πρέπει οι άνθρωποι να χαρακτηρίζονται από παρρησία και κοινωνική υπευθυνότητα και να εμφορούνται από τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης, της υπέρβασης του εαυτού και της εγωκεντρικότητας, της άδολης αγάπης. Και πρότυπο μοναδικό είναι η θυσιαστική αγάπη του Χριστού και οδοδείκτης η αναστάσιμη ελπίδα. Είναι η θεία χάρη, το άπειρο έλεος του θεού, που, όπως σημειώνει ο Κυπριανός, μπορεί να μας λυτρώσει από τις ενοχές, να «γίνουν εύκολα τα δύσκολα, τα αδύνατα δυνατά, να μας αναγεννήσει».

Asisi_616

Αντί επιλόγου

Η επιστροφή του σύγχρονου «ασώτου»

Η πρώτη Εκκλησία ήταν μια  κοινότητα μεταστραφέντων, που βίωσαν τη λύτρωση και είδαν το φως, που γεύτηκαν τη χαρά της γνώσης, που ξαναγεννήθηκαν. Μια τέτοια κοινωνία μπορούμε να γίνουμε και σήμερα όλοι, και οι εκ παραδόσεως πιστοί και όσοι γνωρίζουν τον Χριστό στην πορεία, και αυτό θα το πετύχουμε μόνο αν ο καθένας, μέσα από την προσωπική του άσκηση, βιώνει τη δική του διαρκή μετάνοια και μεταστροφή προς τον Χριστό. Στον σημερινό μετα-χριστιανικό κόσμο, επιτακτική προβάλλει η ανάγκη οι Εκκλησίες, χωρίς να απεμπολήσουν τη μακραίωνη ιστορία τους, να γονιμοποιήσουν εκείνα τα στοιχεία που θα τις βοηθήσουν να αναζητήσουν εκ νέου τον ρόλο τους, προχωρώντας περαιτέρω σε μια περισσότερο περιεκτική κατανόηση της πίστης η οποία θα λαμβάνει, μεταξύ άλλων, σοβαρά υπόψη την έννοια της αμφιβολίας και θα διαμορφώνει έναν οικουμενισμό φιλίας πέρα από ομολογιακά όρια[28].

Γιατί η «μεταστροφή» για την ιστορικότητα της Εκκλησίας δεν κλείνει σαν μια νομική ή σχολαστική υπόθεση, αλλά παραμένει ανοιχτή για τον καθένα μας, στην πορεία προς την τελείωση. Και τον καθένα από μας τον περιμένει το έλεος και η φιλευσπλαχνία του θεού, όπως η ανοιχτή αγκαλιά του πατέρα της παραβολής, όταν γύρισε ο άσωτος υιός. Ένας πατέρας που δέχτηκε το γιο του απροϋπόθετα. Για το λόγο αυτό άλλωστε το ευαγγελικό κείμενο παραμένει ανοιχτό, δεν υπάρχει καμία αναφορά στην επόμενη μέρα, καμία πληροφορία για τη συνέχεια της ιστορίας του ασώτου: και εδώ ακριβώς έγκειται η καθολικότητά του. Έτσι και ο σύγχρονος άνθρωπος καλείται να βιώσει την πραγματική  μετάνοια και να εμπιστευτεί όλο του το είναι στο θεό. Να αφεθεί ολοκληρωτικά στη θεραπευτική αγάπη του πατέρα. Και ακριβώς αυτό είναι που δυσκολεύεται να κάνει ο σύγχρονος άνθρωπος. Να υπερβεί το εγώ του, την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και όσα ο ίδιος δημιούργησε και να αποβάλει όλες τις αμφιβολίες και τις αμφισβητήσεις. Και φαίνεται να μοιάζει ο σύγχρονος άνθρωπος όχι με τον άσωτο του ευαγγελίου αλλά με εκείνον τον άσωτο που περιγράφει ο γάλλος συγγραφέας André Gide στο έργο του «Η επιστροφή του ασώτου»[29]. Ο νομπελίστας λογοτέχνης (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1947) συνέλαβε με τη γραφίδα του τον άσωτο όχι τη στιγμή  της μετανοίας και της επιστροφής αλλά  σε μία από τις φάσεις του εσωτερικού αγώνα. Έτσι, ο δικός του άσωτος, ενώ βρίσκεται στη θαλπωρή της πατρικής εστίας, φέρει ακόμη μέσα του κάποια σκιά που θαμπώνει την αίγλη της υποδοχής. Γεύεται τη στιγμή εκείνη τη χαρά,  αλλά η αμφιβολία συνεχίζει να φωλιάζει στην ψυχή του και να επιτείνει την τραγικότητά του. Αυτή όμως ακριβώς την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης είναι που ήρθε να απαλείψει το χριστιανικό μήνυμα της ανάστασης και της σωτηρίας. Και να είμαστε βέβαιοι ότι το οδοιπορικό της αναζήτησης του καθενός από μας μπορεί να μας οδηγήσει στον «εύορμο λιμένα», αρκεί, όπως σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος, να έχουμε την προαίρεση, να επιλέξουμε το δρόμο της επιστροφής[30].

Asisi_500

[1] Για τον Κυπριανό βλ. ενδεικτικά  E. W. Benson, Cyprian. His Life, his Time, his Work, Λονδίνο 1897 και M. M. Sage, Cyprian, Cambridge, Massach. 1975. Επίσης U. Wickert, «Cyprian», στο M. Greschat (εκδ.) Gestalten der Kirchengeschichte1,1, Στουτγάρδη 1984, 158-175.

[2] Εποπτική εικόνα της εξέλιξης του όρου παρέχουν τα λήμματα βασικών λεξικών, όπως π.χ. D. Nock (λήμμα “Bekehrung”), RLAC, II, A. 105-118, H. Leclercq (λήμμα “Conversion”) DACL 3,2, 2797/2800.  Βλ. επίσης τη μελέτη  E. S. Jones, Conversion, New York 1959. 

[3] Ad Donatum 3-4.

[4] Αναλυτική παρουσίαση του φαινομένου της μεταστροφής στη φιλοσοφία και το χριστιανισμό, με βάση τις προσωπικές μαρτυρίες των μεταστραφέντων, βλ. στο Ά. Κόλτσιου-Νικήτα, Αυτομαρτυρίες μεταστροφής στη γραμματεία των πρώτων χριστιανικών αιώνων, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013.

[5] Περισσότερα για το περιεχόμενο του όρου «μεταστροφή» εκτός του χριστιανισμού, βλ. T. M. Finn, From Death to Rebirth: Ritual and Conversion in Antiquity, New York: Paulist, 1997. Επίσης P. Rousseau, “Conversion,” στο: The Oxford Classical Dictionary (3d ed., ed. Simon Hornblower και Antony Spawforth; Oxford: Oxford University Press, 1996), 386-87.

[6] Πολιτεία 518 cd. Βλ. σχετικά P. Hadot, Plotin, Porphyre. Études néoplatoniciennes, Paris 1999, σελ. 37-42, A. D. Nock, Conversion. The Old and the New in Religion from Alexander the Great to Augustine of Hippo, Oxford 1952 (2η έκδ.), σελ. 179-180.

[7] Η αναστροφή και η αλλαγή πορείας αποτελεί σταθερό θέμα στο κήρυγμα των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι οι προφήτες χρησιμοποιούν το ρηματικό τύπο «επιστρέφω» και όχι το αφηρημένο ουσιαστικό «επιστροφή», το οποίο εμφανίζεται μόνο στη ραβινική γραμματεία. Επομένως, οι προφήτες έχουν μπροστά στα μάτια τους την ίδια την πράξη του επιστρέφειν, μία πράξη που αποσκοπεί στην επιστροφή και την αποκατάσταση της αρχικής σχέσης με τον θεό του Ισραήλ, βλ. H. W. Wolff, „Das Thema „Umkehr“ in der alttestamentlichen Prophetie“, ZTK 48 (1951). Ειδικά για την έννοια της μετάνοιας στον προφήτη Ιωήλ βλ. και Μ. Κωνσταντίνου, «Η αληθινή μετάνοια. Τετάρτη της Τυρινής Εβδομάδας: Ακολουθία της Τριθέκτης: Ἰωὴλ 2: 12-26», Εφημέριος, Μάρτ.- Απρίλ. 2016, τχ. 2, σελ. 8-10.

[8] Ιερεμίας 7,3.

[9] Ιερεμίας 3,13.

[10] Ιερεμίας 12,11

[11] Ιερεμίας 18,11, 25,5.

[12] Ιερεμίας 4,3. Βλ. Θ. Κ. Παρασκευαΐδου,  «Το κήρυγμα περί μετανοίας του προφήτου Ιερεμίου», Θεολογία 6 (1928), 4, 310-325 (κυρίως σελ. 323 κεξ.: «Μετάνοια και επιστροφή»).

[13] Ιερεμίας 1,10.

[14] Έτσι π.χ. στην Β΄ Προς Κορινθίους  5,17 η ιδέα της ανακαίνισης είναι έκδηλη: ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ, καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρήλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα. Πρβλ. και τον ορισμό της μετάνοιας: Μετάνοιά ἐστι τὸ ἀποστρέψαι ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας. Οὐ γάρ ἐστι μία ἁμαρτία, ἀλλ’ ὅλος ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ἁμαρτία καλεῖται», Σχόλιον εις Λόγον Ε΄ Ιωάννου της Κλίμακος, PG 88, 781 Β.

[15] Βλ. Γ. Γαλίτη, «Η μετάνοια εν τη Καινή Διαθήκη», Γρηγόριος Παλαμάς  56 (1973), σελ. 462. Σύμφωνα με τον ορισμό του Ιωάννη Δαμασκηνού μετάνοια είναι ἡ ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν εἰς τὸ κατὰ φύσιν καὶ ἐκ τοῦ διαβόλου πρὸς τὸν θεὸν ἐπάνοδος (PG 94, 976A).

[16] Τὸ αἰσθηθῆναι τῶν ἁμαρτημάτων ἐκ θεοῦ ἐστι γινόμενον χάρισμα, Ισαάκ Σύρος, Λόγος ΟΑ΄.

[17] Στα ευαγγελικά κείμενα στη θέση της μεταστροφής συχνά βρίσκουμε τα αντιθετικά ζεύγη φως-σκοτάδι, αλήθεια-ψέμα, αγάπη-μίσος, ζωή-θάνατος. Βλ. Γ. Γαλίτη, «Η μετάνοια εν τη Καινή Διαθήκη», ό.π., σελ.  454-464.

[18] Ένα διάγραμμα της γραμματειακής αυτής παραγωγής βλ. στον A. D. Nock, “Bekehrung”, RLAC 2 (1954) 105-108 και A. Sizoo, “Autobiographie”, RLAC 1 (1950), σσ. 1052 εξ. και 1054 εξ. (“Bekehrungsgeschichten”, στα πλαίσια όμως μόνο του είδους της αυτοβιογραφίας). Πρβλ. επίσης G. Μisch, A History of Autobiography in Antiquity, τ. 1- 2, Λονδίνο 1973 (=1950). Για το περιεχόμενο του όρου βλ. G. Niggel, “Zur Theorie der Autobiographie”, στο: M. Reichel (επιμ.), Antike Autobiographien, Köln 2005, σελ. 1-14.

[19] Αναλυτική παρουσίαση των περιπτώσεων αυτών βλ. στο Ά. Κόλτσιου-Νικήτα, Αυτομαρτυρίες μεταστροφής στη γραμματεία των πρώτων χριστιανικών αιώνων, ό.π., σελ. 61-228.

[20] Άλλωστε η προσευχή υπήρξε πάντα και στη φιλοσοφική σκέψη ένα όχημα για στοχασμό και για τον ίδιο τον Αυγουστίνο είχε μια λυτρωτική και θεραπευτική δύναμη παρόμοια με εκείνη της εξομολόγησης «Στην προσευχή γίνεται μια μεταστροφή της καρδιάς προς εκείνον που είναι πάντα έτοιμος να δώσει…και μέσα σ΄ αυτήν την ίδια τη μεταστροφή γίνεται μια κάθαρση του εσωτερικού ματιού». Αυγουστίνος, De sermone Domini in monte 2,14: fit ergo in oratione conuersio cordis ad eum qui semper dare paratus est, si nos capiamus quod dederit, et in ipsa conuersione purgatio interioris oculi, cum excluduntur ea quae temporaliter cupiebantur, ut acies simplicis cordis ferre possit simplicem lucem diuinitus sine ullo occasu aut inmutatione fulgentem, nec solum ferre sed etiam manere in illa, non tantum sine molestia sed etiam cum ineffabili gaudio, quo uere ac sinceriter beata uita perficitur.

[21] Αναλυτική παρουσίαση των περιπτώσεων αυτών βλ. στο Ά. Κόλτσιου-Νικήτα, Αυτομαρτυρίες μεταστροφής στη γραμματεία των πρώτων χριστιανικών αιώνων, ό.π., σελ. 229-256.

[22] Εξαιρετική αναλυτική παρουσίαση της μεταμορφωτικής και λυτρωτικής επίδρασης της μεταστροφής βλ. στο V. Bailey Gillespie, The Dynamics of Religious Conversion: Identity and Transformation, Birmingham 1991, εκδ. Religious Education Press.

[23] Βλ. το κείμενο στην ιστοσελίδα http://www.vatican.va/archive/catechism it/p2s2c2a4 it.htm

[24] Ep. 41,12, PL 16,1116.

[25] Βλ. ενδεικτικά  M. Goodman, Mission and Conversion: Proselytizing in the Religious History of the Roman Empire, Oxford 1994 και A. R. Tippet, «Conversion as a dynamic process in Christian mission», Missiology 5(2) (1977) 205-15.

[26] Ο David E. Bjork σε ένα ενδιαφέρον άρθρο με τον τίτλο: «The Future of Christianity in Western Europe. The End of a World», Missiology 34.3 (2006), σελ. 309-324, διακρίνει τρεις βασικούς τρόπους μέσω των οποίων οι Ευρωπαίοι σχετίζονται με τη χριστιανική πίστη, που αντιστοιχούν σε τρία πρότυπα: το πρότυπο του «πιστού», του «προσκυνητή» και του «μεταστραφέντος».  Στηριγμένος ο συγγραφέας  στα δεδομένα της έρευνας που διεξήγαγε στη Γαλλία στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής, όπου ασχολήθηκε με τη διαδικασία μεταστροφής σε εννέα διαφορετικές ομάδες ευαγγελικών, καταλήγει στη διαπίστωση ότι η εμπειρία της μεταστροφής είναι τόσο μεταμορφωτική και η δυναμική που αναπτύσσεται εν προκειμένω τόσο μεγάλη, ώστε συνδέει «το μέλλον του χριστιανισμού με την ικανότητα των ευρωπαϊκών εκκλησιών να γίνουν περισσότερο κοινωνίες μεταστραφέντων, αντί να παραμείνουν συνάξεις πιστών και προσκυνητών».[βλ. ελλην. μετάφρ. του άρθρου: Νταβίντ Ε. Μπγιορκ, «Το μέλλον του Χριστιανισμού στη Δυτική Ευρώπη. Το τέλος ενός κόσμου», Σύναξη 103 (2003), σελ. 21].

[27] Στη νεότερη βιβλιογραφία σειρά μελετών υπό τον τίτλο της «μεταστροφής» αναφέρονται σε μια εξωτερικής φύσεως μεταστροφή από μια ομολογία σε μία άλλη. Παραδείγματα βλ. ενδεικτικά  στον  A. I. Gordon, The Nature of Conversion, Boston 1967, C. B. Kendall, O. Nicholson, W. D. Phillips Jr., και M. Ragnow (επιμ.), Conversion to Christianity From Late Antiquity to the Modern Age Considering the Process in Europe, Asia, and the Americas, New York 2009.

[28] Ενδεικτικά βλ. Βαρθολομαίου, Οικουμενικού Πατριάρχου, “Αρχαί καί αξίαι ως βάσεις δια την οικοδόμησιν της Ευρώπης”, Εκκλησία 80(2003), σελ. 341–345 και J. Ratzinger, Kirche. Öekumene und Politik: Neue Versuche zur Ekklesiologie, Tuebingen 1987, σελ. 200-210.

[29] Βλ. André Gide, «Η Επιστροφή του Ασώτου», εισαγ., σημ. και μτφρ. Μιχ. Δ. Στασινόπουλος, Νέα Εστία, τχ. 73, 1.1. 1939, σελ. 20-28. Για τον συγγραφέα και το έργο του γενικά βλ. Απόστολος Σαχίνης, «Η Πεζογραφία του Αισθητισμού», Εστία, Αθήνα 1981, σελ. 162-166, Γ. Θεοτοκάς, «Συνάντηση με τον Αντρέ Ζιντ», Νεοελληνικά Γράμματα, αρ. 126, 29/4/1939, σελ. 1-3. και Δ. Νικολαρεϊζης, «Το Έργο του André Gide, Δοκίμια Κριτικής, «Πλέθρον», Αθήνα 1983, σελ. 15-45 και Α. Σαμουήλ, «Είσοδος και απήχηση του έργου του Gide στην Ελλάδα», Σύγκριση/Comparaison  7 (1996), σελ. 7-17.

[30] Ένα βασικό σημείο που «αποκαλύπτει» η ερμηνεία της μεταστροφής του αποστόλου Παύλου από τον ιερό Χρυσόστομο είναι η προβολή της προαίρεσης και της ελευθερίας επιλογής που συνδέεται με την αποδοχή της κλήσης από τον ίδιο τον Παύλο. Η μεταστροφή της πορείας του πρώην διώκτη μετά το γεγονός της Δαμασκού, παρά τον εντυπωσιακό και καθηλωτικό της χαρακτήρα, δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί παρά μόνο γιατί ο ίδιος ο Παύλος επέλεξε συνειδητά να αλλάξει πορεία. Η κλήση του θεού σημειώνει ο Χρυσόστομος δεν έχει χαρακτήρα εξαναγκασμού: Μὴ ἀναγκαστὴν τὴν κλῆσιν εἶναι νόμιζε· οὐδὲ γὰρ ἀναγκάζει ὁ θεὸς, ἀλλ’ ἀφίησιν κυρίους εἶναι προαιρέσεων καὶ μετὰ τὴν κλῆσιν, Εις τας Πράξεις των Αποστόλων, Εγκώμιον εις τον άγιον Παύλον, Λόγος δ΄ 4,4.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.