Ο χαιρετισμὸς τοῦ Προέδρου τοῦ Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ κ. Παναγιώτη Ἰ. Σκαλτσῆ στὸ Διεθνὲς Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο τῶν ΚΔ΄ Παυλείων

ΣκαλτσήςΤὸ παρὸν Διεθνὲς Ἐπιστημονικό Συνέδριο τῶν εἰκοστῶν τετάρτων Παυλείων μὲ τὸ γενικὸ τίτλο «Εὐαγγελισμὸς καὶ Ἱεραποστολὴ κατὰ τὸν Ἀπόστολον Παῦλον» φέρνει στὸ νοῦ μας τὰ λόγια τοῦ Κυρίου «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς, πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν× καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος»[1]. Εἶναι δική Του ἐντολὴ, μὲ τὸν κηρυκτικὸ λόγο καὶ τὴ λειτουργικὴ πράξη, νὰ εὐαγγελίζεται στὴν οἰκουμένη ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ[2] καὶ νὰ μαρτυρεῖται «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς»[3] τὸ μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ σωτηρίας. Τὴν ἐντολή αὐτὴ ἐνστερνίσθηκε ἄριστα καὶ ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος σέ σημεῖο πού ὁ πρώην διώκτης τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς πίστης νὰ ἐξελιχθεῖ στὸν πλέον θερμὸ κήρυκα, διδάσκαλο καὶ ἱερουργὸ τοῦ Ευαγγελίου τοῦ Χριστοῦ[4], τῆς ἀλήθειας πού αὐτὸ ἐκφράζει[5], τοῦ μυστηρίου καὶ τῆς ἐλπίδας πού αὐτὸ ἐπαγγέλλεται[6]. «Ἂν κηρύττω τό Εὐαγγέλιο – γράφει στὴν Α’ πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολὴ – αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ γιὰ μένα αἰτία γιὰ καύχηση ἀλλὰ μοῦ ἐπιβάλλεται ὡς ἀνάγκη. Ἀλίμονό μου ἂν δὲν κηρύττω τὸ Εὐαγγέλιο! Ἂν ἔκανα αὐτὸ τὸ ἔργο μὲ δικὴ μου πρωτοβουλία, θὰ ἔπαιρνα μισθό× ἀφοῦ ὅμως δὲν τὸ κάνω ἀπὸ δικὴ μου πρωτοβουλία, πρόκειται γιὰ κάτι πού μοῦ ἀνέθεσε ὁ Θεός. Ποιὰ λοιπὸν εἶναι ἡ ἀμοιβὴ μου; Νὰ κηρύττω τὸ Εὐαγγέλιο δωρεάν, χωρὶς νὰ κάνω χρήση τοῦ δικαιώματός μου νὰ συντηροῦμαι ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶμαι ἐλεύθερος, χωρὶς  ἐξάρτηση ἀπὸ κανέναν× κι ὅμως ἔκανα τὸν ἑαυτὸ μου σκλάβο ὅλων γιὰ νὰ κερδίσω ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ πολλοὺς… τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω. Τοῦτο δὲ ποιῶ διὰ τὸ Εὐαγγέλιον, ἵνα συγκοινωνὸς αὐτοῦ γένωμαι»[7].

Ἀπὸ τὰ παραπάνω διαφαίνεται ὅτι Εὐαγγελισμὸς κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο σημαίνει τὴ μαρτυρία τοῦ χαρμόσυνου μηνύματος ποὺ ἐκφράζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς. Σημαίνει τή διακήρυξη τῆς ἀγάπης, τῆς ἀλήθειας, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἐλευθερίας ἀπό κάθε μορφὴ δουλείας καὶ ἀλλοτρίωσης. Σημαίνει τὴν ἀναγκαιότητα ἑνὸς ἀγώνα γιὰ τὴν μεταμόρφωση τοῦ κόσμου, τὴν κατανίκηση τοῦ κακοῦ καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ καλοῦ μέσα μας καὶ γύρω μας. Πῶς ὅμως μποροῦν νὰ γίνουν αὐτὰ διερωτᾶται ὁ ἴδιος ἂν οἱ ἄνθρωποι δὲν πιστέψουν σ’ αὐτὸν ποὺ τὰ ἐκφράζει; «Καὶ πῶς θὰ τὸν πιστέψουν, ἂν δὲν ἔχουν ἀκούσει γι’ αὐτόν; Καὶ πῶς πάλι θ’ ἀκούσουν γι’ αὐτόν, ἂν κάποιος δὲν τοὺς τὰ κηρύξει; Καὶ πῶς θὰ κηρύξουν σωστά, ἂν δὲν τοὺς ἀποστείλει ὁ Κύριος;»[8].

Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ τίθεται καὶ τὸ πλαίσιο κατανόησης τῆς Ἱεραποστολῆς ὡς παρότρυνσης καὶ κλήσης τοῦ Θεοῦ χάριν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καὶ τῆς χριστιανικῆς μαρτυρίας, ὡς ἔμπνευσης καὶ φωτισμοῦ τοῦ παναγίου Πνεύματος κατὰ τὸ πρότυπο τῶν Ἀποστόλων Βαρνάβα καὶ Παῦλο γιὰ τοὺς ὁποίους «εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον× ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Παῦλον εἰς τὸ ἔργον ὃ προσκέκλημαι αὐτούς»[9], ὡς πράξης ἐπίσης ὕψιστης εὐθύνης καὶ ἐλευθερίας γιὰ νὰ μπορεῖ, κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ πιστὸς νὰ ὑπερασπίζεται αὐτὸ ποὺ κάνει, νὰ κερδίζει τοὺς ἀδυνάτους στὴν πίστη καὶ νὰ συμμετέχει στὰ ἀγαθὰ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ κηρύττει.

Εὐαγγελισμὸς λοιπὸν καὶ Ἱεραποστολὴ δὲν χωρίζονται. Γιὰ τοὺς χριστιανοὺς μάλιστα ἀποτελοῦν «μία κατεπείγουσα ἐσωτερικὴ παρόρμηση, ἀκόμη καὶ μία ἰσχυρὴ δοκιμασία καὶ κριτήριο τῆς αὐθεντικῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ, ριζωμένη στὶς βαθιὲς ἀπαιτήσεις τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ὥστε νὰ προσκαλέσει ἄλλους νὰ μοιραστοῦν τὴν πληρότητα τῆς ζωῆς ποὺ ὁ Ἰησοῦς ἦρθε νὰ φέρει»[10].

Μὲ τὶς σκέψεις αὐτὲς χαιρετίζω τὸ παρὸν Διεθνὲς Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο στὸ πλαίσιο τῶν εἰκοστῶν τετάρτων Παυλείων, μὲ θέμα «Εὐαγγελισμὸς καὶ Ἱεραποστολὴ κατὰ τὸν Ἀπόστολον Παῦλον», συγχαίρω τοὺς ὀργανωτὲς καὶ εὔχομαι καλὴν ἐπιτυχία στὶς ὑψηλὲς στοχεύσεις του.

[1] Ματθ. 28, 18-20.

[2] Πρβλ. Λουκ. 16,16.

[3] Πράξ. 1,8.

[4] Πρβλ. Κολ. 9, 12× Β΄ Κορ. 2,12× Γαλ. 1,7.

[5] Πρβλ. Γαλ. 2,5.

[6] Πρβλ. Ἐφ. 6,19× Κολ. 1,23.

[7] Α΄ Κορ. 9, 16-23.

[8] Ρωμ. 10, 14-15.

[9] Πράξ. 13,2.

[10] Πέτρου Βασιλειάδη, Ἑνότητα καὶ μαρτυρία, Ὀρθόδοξη χριστιανικὴ μαρτυρία καὶ διαθρησκευτικὸς διάλογος: Ἐγχειρίδιο Ἱεραποστολῆς, ἐκδ. Ἐπίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 336.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.