Ο Έπαινος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ. Θεοδώρου Β΄ κατά την τελετή αναγόρευσης του σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ

D300_162

Του Πρωτοπρεσβύτερου Βασίλειου Ἰ. Καλλιακμάνη, Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ

Τό Τμῆμα Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστο­τελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μέ ἰδιαίτερη χαρά καί εὐφροσύνη ὑποδέχεται σήμερα πανηγυρικά τήν Αὐτοῦ Θειοτάτην Μακαριότητα, τόν γεραρό Πάπα καί Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας καί πάσης Ἀφρικῆς κ. Θεόδωρο μέ τήν περί αὐτόν τιμίαν συνοδεία του μέ τήν εὐαγγελική ρήση «Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοί υἱοί Θεοῦ κληθήσονται»[1].

Καί προσέρχεται ὁ διακεκριμένος ἐπισκέπτης, ὄχι τόσο γιά νά τι-μηθεῖ ὅσο νά μεταφέρει τήν εὐλογία, τή χάρη, καί τήν τιμή τοῦ δευτέρου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Πατριαρχικοῦ Θρό­νου πρός τήν πανεπι­στη­μιακή κοινότητα, τίς πρυτανικές ἀρχές, τούς καθηγητές, τούς φοιτητές, τούς ἐρευνητές καί ὅσους φιλότιμα ἐργάζονται σέ αὐτήν. Προσέτι δε, γιά νά ἀναδείξει τήν ἀρραγῆ ἑνότητα ποιμαίνουσας Ἐκκλησίας καί ἀκαδη­μαϊ­κῆς θεολογίας στή ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας.

Προσέρχεται ὁ Μακαριώτατος ὡς φορέας καί ἐκφραστής πολύ­τιμης ἀσκητικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως ἀλλά καί κληρονομίας τῆς ἑλληνικῆς σοφίας. Ἀφοῦ ἡ Ἀλεξάνδρεια καί ἡ εὐρύτερη περιοχή τῆς Αἰ­γύπτου ἀναδείχθηκαν ἐπί αἰῶνες σέ σπουδαιότατα κέντρα πνευμα­τι­κῆς ἀνάπτυξης, ὑψηλῆς θεολογικῆς παιδείας, καλλιέργειας τῶν γραμ­μά­των καί ὑπῆρξαν τό λίκνο τοῦ χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ. Καί μόνη ἡ ἀ­να­θύμηση τῶν ἀββάδων Ἀντωνίου καί Παχωμίου ἀλλά καί τῶν τριῶν ἱεραρ­χῶν τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου,  Κυρίλ­λου τοῦ πολυγραφοτάτου καί Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος ἐπιβεβαιώνουν τοῦ λόγου τό ἀληθές.

D300_274

Καταφθάνει πρόθυμος νά μεταγγίσει καί σέ μᾶς τό πνευματικό καί ἐνθουσιαστικό κλίμα τῶν νεοπαγῶν ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν τῆς Ἀφρικῆς καί τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ: τόσο τῶν πολυάριθμων κοινοτήτων τῶν ὁμογενῶν καί τῶν ἀραβοφώνων ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ὅσο καί τῶν χαριεστάτων μελαγχρώμων, νεοφύτων μελῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἀμπελῶνος.

Προσέρχεται μᾶλλον ὡς τιμῶν παρά ὡς τιμώμενος. Διότι, «ὁ ἐπί-σκοπος εἰς τύπον ὤν τοῦ Χριστοῦ»[2], δέν ἔχει ἀνάγκη ἀνθρωπίνων ἐπαίνων καί τιμητικῶν διακρίσεων, ἔστω κι ἄν προέρχονται ἀπό μεγάλα Ἀνώτατα Ἀκαδημαϊκά Ἱδρύματα, ὅπως τό Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. «Διαβαίνει τούς οὐρανούς, καί ἅπερ ἄν ἐρ­­γά­σηται κάτω ὁ Ἀρχιε­ρεύς, ταῦτα ὁ Θεός ἄνω κυροῖ»[3]. Πάντων τῶν ἀξιωμάτων ὑπέρκει­ται, διότι εἶναι ἐπόπτης καί μέτοχος θεουργικής τάξεως, «εἰκών τῆς θεαρ­χι­κῆς ὡ­ραι­­ότητος»[4].

Ἐάν δόξα τοῦ Κυρίου εἶναι ὁ Σταυρός, τότε καί δόξα τοῦ Ἀρχιερέως εἶναι ἡ ἐσταυρωμένη διακονία στόν Ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου. Καί ὄντως ἡ Αὐτοῦ Θειοτάτη Μακαριότης, ὁ Πατριάρχης Θεόδωρος ὁ Β΄, ἀπό τῶν νεα­νι­κῶν του χρόνων ἀκολούθησε τήν ὁδό τῆς θυσιαστικῆς διακονίας. Γεν­νη­μένος στό Κανλί Καστέλι, σήμερα Προφήτη Ἠλία τοῦ νομοῦ Ἡρακλείου, περάτωσε τίς ἐγκύκλιες σπουδές του στή γενέτειρά του Κρήτη καί στή συνέχεια ἔλαβε ἀνώτερες σπουδές στή Ριζάρειο Ἐκκλησιαστική Σχολή Ἀθηνῶν καί ἀνώτατες στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ἡ ἀπόφαση προσέλευσής του στόν μοναχισμό καί στήν ἱερωσύνη ἄναψε στήν καρδιά του ἀπό τόν μακαριστό Μητροπολίτη Λάμπης καί Σφακίων Θεόδωρο Τζεδάκη, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πρῶτος πού τοῦ ἐνέπνευσε τόν ἱερό πόθο γιά τήν ἱεραποστολή καί τόν χειροτόνησε διάκονο καί πρεσβύτερο. Ὡς νεαρός μοναχός ἀσκήθηκε γιά ἕνα διάστημα στήν ἱστορική Μονή Ἀγκαράθου.

Ἡ θητεία του στό παλαίφατο Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ὑπῆρξε πο­λυσχιδής καί καρποφόρος. Ἀρχικά ἀνταποκρίθηκε στήν πρόσκληση τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχη Νικολάου Στ’ καί ὑπηρέτησε μεταξύ τῶν ἐτῶν 1985-1990 ὡς Ἔξαρχος τοῦ Ἀλεξανδρινοῦ Θρόνου στήν Ὀδησσό τῆς Ρω­σίας, ὅπου συμπλήρωσε τίς σπουδές του καί ἀνέπτυξε πλούσιο πολι­τι­στικό ἔργο. Τό ἴδιο παραγωγικός ὑπῆρξε καί ὡς Ἐπίσκοπος Κυρήνης καί Πατριαρχικός Ἐκπρόσωπος στήν Ἀθήνα (1990-1997). Πλούσια δρα­στη­ριό­τητα παρουσίασε ὡς Μητροπολίτης Καμεροῦν (1997-2002) καί Μητρο­πολίτης Ζιμπάμπουε (2002-2004), καθώς διακρίθηκε γιά τήν ἐνίσχυση τῶν ἐκεῖσε Ὀρθοδόξων Κοινοτήτων καί τήν ἀνίδρυση θεσμῶν ἀπαραιτήτων γιά τήν πνευματική προκοπή τῶν χριστιανῶν τῆς Μαύρης Ἠπείρου.

Τήν 9η Ὀκτωβρίου 2004 ἐξελέγη ἀπό τήν Ἱεραρχία τοῦ Ἀλεξαν­δρινοῦ Θρόνου Πάπας καί Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καί πάσης Ἀφρικῆς. Ἡ Ἐνθρόνιση του τελέσθηκε τήν 24η Ὀκτωβρίου 2004 στόν Ἱερό Ναό Εὐαγ­γελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Ἀλεξανδρείας, μέσα σέ κλίμα χαρᾶς καί εὐφ­ρο­σύνης τοῦ αἰγυπτιώτικου Ἑλληνισμοῦ καί συμπάσης της Ὀρθοδοξίας.

Ἡ ἐν γένει ἱεραποστολική δράση τοῦ Μακαριωτάτου, ἀλ­λά καί τό μει­λίχιο τοῦ χαρακτῆρος Του, ἀφοῦ διακρίνεται κατεξοχήν ὡς «ἀνήρ πραΰ­θυμος», ἀποτελοῦν πόλο ἕλξεως τῆς ἀγάπης ὅλων των Ἀφρικανῶν ἀδελφῶν στό πρόσωπό του, καθώς καί τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Ἀράβων τῆς Αἰγύπτου καί ὁλοκλήρου της Ἀφρικῆς. Καί ἐπειδή ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στήν Ἀφρική δέν συνδέθηκε ποτέ μέ ἀποικιοκρατικές δυνάμεις, οὔτε ἐκπροσωπεῖ κοσμικά συμφέροντα, γίνεται εὐπρόσδε­κτη σέ πολλές παραδοσιακές ἀφρικανικές φυλές. Πρόσφα­το παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ φυλή  τῶν Μασάϊ, ὅπου τελευταῖα χειροτονήθηκε ὀρθόδοξος κληρικός, ἐνῶ παράλληλα νέοι τῆς φυλῆς αὐτῆς σπουδάζουν τώρα σέ Ὀρθόδοξες Ἱερατικές Σχολές.

D300_111

Ὄντας ὁ Μακαριώτατος ἐπί δεκατέσσερα συναπτά ἔτη στό πηδάλιο τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ἀλεξανδρείας ἐπαύξησε καί ἐπεξέτεινε τό σπουδαῖο θεο­λο­γικό, πολιτιστικό, κοινωνικό καί ἱεραποστολικό ἔργο τοῦ θρόνου καί ἐνίσχυσε τόν χαρακτήρα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ἀφρικῆς ὡς Ἐκκλησίας ζώσας. Σήμερα λειτουργοῦν ὑπό τήν αἰγίδα του δύο Ἀνώτερες Ἐκκλησιαστικές Ἀκαδημίες στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύ­πτου καί στό Ναϊρόμπι τῆς Κένυας. Καθώς καί ἕνα Ὀρθόδοξο Πανεπι­στήμιο μέ Θεολογική Σχολή καί Σχολή Πληροφορικῆς  στήν Κινσάσα τοῦ Κο­γκό, ὅπου πα­ρέχεται ὑψηλό ἐπίπεδο ἐκπαίδευσης σέ ἑκατοντάδες Ἀφρι­κα­νούς σπουδαστές κατ’ ἔτος, μελλο­ντικά στελέχη τοῦ κοινωνι­κοῦ καί ἐκκλησιαστικοῦ ἔργου τῶν ἱερα­ποστολῶν. Νά σημειω­θεῖ ὅτι, μέλη τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. συνεργά­ζονται καί διδάσκουν ἐθελοντικά ἐξ ἀποστάσεως ἤ μεταβαίνουν στήν Κινσάσα γιά διδασκαλία. Λειτουργοῦν ἀκόμη δεκάδες κατώτερες Σχολές καί σχολεῖα. Ἐνδια­φέρθηκε ἐπίσης γιά τήν ἀδιατάρακτη συνέχιση τῶν περιοδικῶν Πά­νται­νος καί Ἐκκλησιαστικός Φάρος.

Παράλληλα, ἵδρυσε τήν ἐπιστημονική σειρά Πηγές καί Τεκμήρια τῆς Πατριαρχικῆς Ἱστορίας μέ ἀπώτερο στόχο τήν ἀνάδειξη τοῦ πλούσιου πνευματικοῦ ὑλικοῦ τῆς Πατριαρχικῆς Βιβλιοθήκης καί τοῦ ἱστορικοῦ ἀρχείου τοῦ Πατριαρχείου. Τό Πατριαρχικό Μουσεῖο καί τό Πατριαρχικό Σκευοφυλάκιο κοσμοῦν καί καλλύνουν τούς ἱερούς χώρους του, προβάλ-λοντας ἐκθέματα φαραωνικῶν, ἑλληνιστικῶν, ρωμαϊκῶν καί ἰσλαμικῶν χρόνων ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια καί ἄλλες περιοχές τῆς Αἰγύπτου καθώς καί χειρόγραφους κώδικες καί ἐκκλησιαστικά κειμήλια.

Κορυφαῖο ἔργο τῆς ἄγρυπνης ποιμαντορίας τοῦ Μακαριωτάτου ὑ­πῆρξε καί ἡ ἀποκατάσταση τοῦ συγκροτήματος τῆς ἀρχαίας Βασιλικῆς καί Πατριαρχικῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό Παλαιό Κάϊρο, πού ἀπο­τελεῖ πανορθόδοξο καί πανανθρώπινο προσκύνημα μεγίστης πνευμα­τι­κῆς σπουδαιότητας.

Ὁ Μακαριώτατος, διέγνωσε ὅτι, στήν Ἀφρικανική Ἤπειρο ὑπάρχει γόνιμο ἔδαφος γιά σπορά καί ταυτόχρονα ὁ θερισμός εἶναι πολύς καί οἱ ἐργάτες ὀλίγοι. Γι’ αὐτό καί φρόντισε νά ἀναδιαρθρώσει διοικητικά καί νά στελεχώσει τίς Ἱερές Μητροπόλεις καί Ἐπισκοπές τοῦ Πατριαρχείου μέ ἄξιους κληρικούς (18 Μητροπόλεις καί 6 ἐπισκοπές). Τοιουτοτρόπως κατέστη  ὄντως «ποιμήν ποιμένων» καί «ἀρχιερεύς ἀρχιερέων», δικαιώνοντας τόν παλαιόθεν δοθέντα τίτλο πρός τήν σεπτή κορυφή τοῦ παλαιφάτου Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Καί ἐπειδή ὁρισμένοι ἀποροῦν μέ τό ἕτερο χαρακτηριστικό τοῦ τίτλου τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου ὡς «Κριτοῦ τῆς Οἰκου­μένης», ἐκεῖνος γνωρίζει στά μύχια της καρδιᾶς του ὅτι, αὐτός ἀναφέρεται κυριολεκτικά στόν Ἀναστημένο Κύριο τῆς δόξης, ὁ ὁποῖος θά ἔλθει «κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς». Ὅμως, μεταφο­ρικά καί πρακτικά ἀπηχεῖται στό πρόσωπο τοῦ ἑκάστοτε Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας ἐνερ­γοῦ­ντος «εἰς τύπον Χριστοῦ». Καί τοῦτο διότι, τόσο οἱ προκάτοχοί του ὅσο καί ὁ σήμερα τιμώμενος Πατριάρχης ὑπῆρξαν πάντοτε εἰρηνοποιοί καί συμφι­λιωτές μέσα σέ ἕνα κόσμο διαιρέσεων, συγκρούσεων καί ἀντι­θέσεων τόσο σέ κοινωνικό ὅσο καί ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο.

Ὁ Μακαριώτατος ὡς συνεχιστής βαριᾶς πνευματικῆς κλη­ρονομιᾶς ἐμφανίζεται πάντοτε «εὐπρόσιτος καί πρᾶος, ἀόργητος καί συμπαθής, ἡ-δύς τόν λόγον καί ἡδίων τόν τρόπον.  Ἁπάντων μεσίτης καί διαλλακτής… δεικνύς, ὅτι ἐστι καί ἱερωσύνη φιλόσοφος καί φιλοσοφία δεομένη μυσταγωγίας»[5], ὅπως ἔγραφε ὁ Γρηγόριος Θεολόγος γιά τόν προκάτοχο τοῦ Μακαριωτάτου Μ. Ἀθανάσιο.

D300_177

Αὐτό φάνηκε καί ἀπό τή ἐνεργό συμμετοχή του καί τίς καθορι­στι­κές πα­ρεμ­βάσεις του στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Κρήτης, καθώς καί τήν ἀδιάκοπη συμβολή του στίς Συνάξεις τῶν Προκαθημένων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πρώ­­τιστο μέλημά του ἀποτελεῖ πάντοτε ἡ διασφάλιση τῆς Συνοδικό­τη­τας καί τῆς Πανορθοδόξου ἑνότητας.

Παράλληλα, ἡ Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότης ὁ Πατριάρχης Θεό­δωρος ὁ Β΄ κληρονόμος βαριᾶς παρακαταθήκης, πολιτεύεται στή γῆ τῆς Αἰγύπτου καί τῆς Ἀφρικῆς ὡς «Ἄρχοντας τῶν Ὀρθοδόξων Ρωμαίων», ὡς «Πα­τριάρχης τῆς ἀγάπης καί τῆς ἱεραποστολῆς» καί ἀναδεικνύεται διαρκῶς «εἰρηνοποιός». Μέ ἐπίγνωση τῆς εὐθύνης τοῦ καλοῦ ποιμένος ἀναγγέλλει τό χαρμόσυνο ἄγγελμα  τοῦ Εὐαγγελίου στούς ἐγγύς καί τούς μακράν καί ἐκπροσωπώντας τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κομίζει μέ κάθε εὐκαιρία τό μήνυμα τῆς εἰρηνικῆς συνύπαρξης μεταξύ τῶν διαφορετικῶν λαῶν καί θρησκευτικῶν παραδόσεων σέ μιά περιοχή ἀλλά καί σέ μιά ἐποχή πού εἶναι ἰδιαίτερα τραυματισμένη ἀπό τή θρησκευτική βία. Γι’ αὐτό καί στή Συνοδική Ἀποκήρυξη τῆς Βίας πού ἔγινε μέ δική του πρω­το­βουλία, ἀναφέρεται ὅτι: «Ἡ χρήση βίας ὑπό τόν μανδύα τῆς πίστεως ἀποτελεῖ καθ’ ὁλοκληρία διαστροφή τῆς ἔννοιας τῆς οἱασδή­ποτε θρη­σκευτι­κῆς παραδόσεως… Εἰδικότερα δέ, ἀπάδει ἐντε­λῶς πρός τούς πι­στεύοντες στόν Χριστό, ὄχι μόνο ἡ χρήση βίας, ἀλλά καί ἡ ἀνοχή πρός αὐτήν».

Τό πολύπλευρο ἐκκλησιαστικό, πολιτιστικό, πνευματικό καί εὐρύ-τερα κοινωνικό ἔργο τοῦ Μακαριωτάτου ἔτυχε θετικῆς ἀναγνωρίσεως ἀπό Πανεπιστημιακά Ἱδρύματα, Μορφωτικούς Συλλόγους καί Κρατικούς φορεῖς τῆς χώρας μας καί τοῦ ἐξωτερικοῦ. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε, ὅτι ἀ­να­κη­ρύχθηκε ἐπίτιμος διδάκτορας τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Πα­νε­πι­στημίου Ἀθηνῶν, Πρεσβευτής τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τό Νομαρχιακό Συ­μ­βού­λιο Ἀθηνῶν (2009) καί τιμήθηκε πολυμερῶς καί πολυ­τρόπως ἀπό τήν Ρωσική Ἐκκλησία. Ἀκόμη, διατηρεῖ ἄριστες σχέσεις  μέ τό Ἅγιον Ὅρος, ἀπό ὅπου  ἔχουν ἐκλεγεῖ ἐπίσκοποι πού ἐργάζονται ἱεραποστολικά στήν Ἀφρική.

Μακαριώτατε, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε στήν ἀρχή, σέ αὐτήν ἐδῶ τή Σχολή ὑπήρξατε φοιτητής, καί ἐν συνεχεία πτυχιοῦχος της. Ἡ ἄνοδό σας στόν δεύτερο τῇ τάξει Πατριαρχικό θρόνο τῆς Παγκόσμιας Ὀρθοδοξίας ἀποτελεῖ ὕψιστη τιμή γιά τή Σχολή μας, πού καυχᾶται ἐν Κυρίω γιά τόν ἄλλοτε φοιτητή της.

Ἀλλ’ οἱ δεσμοί τῆς Σχολῆς μας, Μακαριώτατε, μέ τό σεπτό πρό­σω­πό σας δέν περιορίσθηκαν στίς ἐδῶ σπουδές σας κατά τό παρελ­θόν. Ἀ­νανεώθηκαν καί συνεχίζονται τώρα ἐντονότατα μέ τή ζῶσα ἀκα­δημαϊκή συνεργασία καί διδακτική προσφορά καθηγητῶν τοῦ Τμήματός μας στήν Ὀρθόδοξη Θεολογική Σχολή τῆς Κινσάσα τοῦ Κογκό, ὅπου ἡ ἵδρυση τοῦ Ὀρθοδόξου Πανεπιστημίου μέ τή συνδρομή καί τοῦ ἀκάματου Μητρο­πολίτου Νικηφόρου ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά λαμπρότερα καί σημα­ντι­κότερα ἐπιτεύγματα τῆς Πατριαρχίας σας καί καύχημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἱερα­πο­στολῆς στήν Ἀφρικανική Ἤπειρο.

D300_261

Καί στό σημεῖο αὐτό, Μακαριώτατε, παρακαλῶ νά μοῦ ἐπιτρέψετε μία μικρή παρέκβαση, γιά νά καταδειχθεῖ ὁ ἐνθουσιασμός τῶν συναδέλφων στή σφυρηλάτηση τῶν δεσ­μῶν τοῦ Τμήματός μας μέ τό Πανε­πιστήμιο τοῦ Πατριαρ­χείου σας. Πρόκειται γιά τή μνεία τῆς μακαριστῆς Καθηγήτριας Μαρίας Καζαμία–Τσέρνου, ἡ ὁποία μία εβδομάδα μετά τήν ὁριστική διάγνωση ἐπιθετικῆς μορφῆς καρκίνου, καί παρά τίς ἔντονες ἀντιρρήσεις τοῦ γιατροῦ της (ἀφοῦ ἡ ἐσπευσμένη ἐγχείρηση ἦταν ἐπι­βε­βλημένη), προτίμησε νά ταξιδέψει, γιά νά διδάξει στούς φοιτητές πού τήν περίμεναν στήν Κινσάσα. Στό διάστημα δέ τῆς ταλαιπωρίας πού ἀκο­λού­θησε, καί μέχρι τήν κοίμησή της, μόνιμος καημός της, ὅπως ἡ ἴδια ἔλεγε, ἦ­ταν ἡ ἀδυναμία της νά προσφέρει ἐκ τοῦ σύνεγγυς στό ἀγαπη­με­νο Πα­νε­πιστήμιο τῆς Ἱεραπο­στο­λῆς.

Σᾶς εὐχαριστοῦμε λοιπόν καί γιά τή δυνατότητα πού ἔχετε πα­ράσχει στό Τμῆμα μας νά συμμετέχει ἐνεργά στό μέγα ἔργο τῆς δια­δό­σεως τῆς Ὀρθόδοξης ἀλήθειας καί ζωῆς σέ νέους λαούς, κι ἔτσι νά ξα­να­ζω­ντανεύει ἡ χαρά τῆς ἐποχῆς τῶν Ἀποστόλων καί τῶν πρώτων αἰ­ώνων χρι­στιανικῆς ἱστορίας καί νά ἀναβιώνει στήν πόλη μας τό πνεῦμα τῶν Θεσσαλονικέων Ἱεραποστόλων Ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου.

Ἡ εὐγνωμοσύνη αὐτή γιά τή δυνατότητα συμμετοχῆς στήν ἱεραποστολική χαρά τοῦ Ἀλεξανδρινοῦ Πατριαρχείου καθώς καί ἡ βαθιά αἴ­σθηση τῶν στενῶν δεσμῶν μας, παλαιῶν καί νέων, μέ τό Σεπτόν πρό­σωπο τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Μακαριότητος, δικαιολογοῦν πλήρως τήν ἀ­πόφαση τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀρι­στο­τελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης νά ἀπονείμει σέ σᾶς τόν τίτλο τοῦ ἐπιτίμου διδάκτορος.

Ἐκλεκτή ὁμήγυρη, μᾶς δόθηκε σήμερα ἡ εὐκαιρία νά προβάλουμε ἕνα πρότυπο ἱεράρχη καί Πατριάρχη, πού ἀγρύπνως οἰακοστροφεῖ τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας του στήν πορεία πρός τήν εἰρήνη τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ ἐκκλησιῶν καί τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἤδη ὁ Μακαριώτατος τό ἐπιβεβαίωσε αὐτό καί μέ τήν πρόσφατη παρέμβασή του του σέ Διεθνές Συνέδριο, ὅπου μεταξύ τῶν ἄλλων τόνισε: «Σκοπός τῆς Ἱεραποστολῆς, εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ταυτόχρονα ὅμως, ἡ Ἱερα­πο­στολή δέν μπορεῖ νά ἀδιαφορεῖ καί γιά τή συμβολή της στό βαθμό πού μπορεῖ, στήν ἀντιμετώπιση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων τῶν συναν­θρώπων μας… Ἡ ἐκμετάλλευση, ἡ κοινωνική ἀδικία, ἡ βία, ἡ τυραννία, ἡ ἀ­νερ­γία, ὁ πόλεμος, ἡ τρομοκρατία, ἡ μετανάστευση, ὁ φυλετισμός, ἡ μό­λυνση τοῦ περιβάλλοντος κ. ἄ, ἀποτελοῦν οὐσιώδη κοινωνικά προβλή­μα­τα, πού ἀφοροῦν καί εἶναι φυσικό νά ἐνδιαφέρουν τούς πιστούς. Καί τό ἐνδια­φέρον γι’αὐτά παραμένει μετέωρο, ἄν δέν θεμελιώνεται στόν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο «κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ»… Ὁ «ἄλλος», ὁ μετανάστης καί ὁ πρό­σφυ­γας, ὁ «ξένος», εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Ὁ «ἄλλος» εἶναι ἡ σωτηρία μου καί, ἀ­πό τή σχέση πού ἔχω μαζί του, ἐξαρτᾶται ἡ εἴσοδός μου στή Βασιλεία τῶν Οὐ­ρανῶν». 

Περαίνοντας τό λόγο καί ἐπικαλούμενος τόν ἱδρυτή τῆς Ἐκ­κλησίας τῆς πόλης μας, Ἀπόστολο Παῦλο, ἀπευθύνω τόν ἀ­πο­στολικό χαιρετισμό στόν Μακαριώτατο: «Ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων εἰρήνην, τῶν εὐαγγελιζομένων τά ἀ­γα­θά»[6].

Καλῶς ἤλθατε Μακαριώτατε. Εἴησαν τά ἔτη σας πολλά καί παρά Κυρίου εὐλογημένα.

D300_62

[1] Ματθ. 5,9.

[2] Ἰσιδώρου Πηλουσιώτου, Ἐπιστολή ρλστ’ , PG 78, 272C.

[3] Ἰω. Χρυσοστόμου, Περί ἱερωσύνης, 3, 5, (σ. 97-98).

[4] Ἀρεοπαγιτικά Συγγράμματα, Περί οὐρανίου ἱεραρχίας, 3,1.

[5] Γρηγορίου  Θεολόγου, Λόγος κα΄, 9, 19.  Εἰς  τόν Μέγαν Ἀθανάσιον.

[6] Ρωμ. 10,15.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.