Χαράλαμπος Γ. Ατματζίδης, Μκ 15,34.37 και διακειμενικότητα

Βιβλειτ_9_00001

H εισήγηση του αναπληρωτή καθηγητή και αναπληρωτή Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ στο βιβλικολειτουργικό συνέδριο

Όπως είναι σήμερα αποδεκτό στην καινοδιαθηκική επιστήμη, το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο είναι το πρώτο κείμενο, στο οποίο μας παραδίδεται ως αφήγηση το Πάθος του Ιησού. Σε αυτό περιγράφονται με συγκλονιστικό τρόπο οι τελευταίες στιγμές του Ιησού, μέρος των οποίων είναι και η σταύρωσή του. Στην ενότητα της σταύρωσης του Ιησού περιλαμβάνεται και ο στίχος με τον οποίο θα ασχοληθούμε στην παρούσα εισήγηση.

Κατ’ αρχήν θ’ αναφερθώ επιγραμματικά σε τρία χαρακτηριστικά στοιχεία της αφήγησης του σταύρωσης  του Ιησού.

α) Το πρώτο είναι  ότι ο Ιησούς τιμωρήθηκε με την ποινή του σταυρικού θανάτου για πολιτικά εγκλήματα κατά της ρωμαϊκής εξουσίας[1]. Αυτό φανερώνει η επιγραφή  που τοποθετήθηκε πάνω στον σταυρό.

β) Το δεύτερο είναι ότι στην αφήγηση της σταύρωσης του Ιησού ο θάνατος του Ιησού παρουσιάζεται ως εκπλήρωση επαγγελιών της Εβραϊκής Βίβλου (Thanakh), της επονομαζόμενης σήμερα Παλαιάς Διαθήκης (Π.Δ.)[2].  Αυτό φαίνεται στον παρακάτω πίνακα :

Επαγγελία και Εκπλήρωση 

Ψλ 21[ΜΚ 22], 19: διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖςκαὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον.

Ησ 53,12: καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη· καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκεν καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη.

Ψλ 21[ΜΚ 22], 7-8: ἐγὼ δέ εἰμι σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος, ὄνειδος ἀνθρώπου καὶ ἐξουδένημα λαοῦ. πάντες οἱ θεωροῦντές με ἐξεμυκτήρισάν με, ἐλάλησαν ἐν χείλεσιν, ἐκίνησαν κεφαλήν.

(Ψλ 108[ΜΚ 109], 25: καὶ ἐγὼ ἐγενήθην ὄνειδος αὐτοῖς· εἴδοσάν με, ἐσάλευσαν κεφαλὰς αὐτῶν).

Εκπλήρωση των επαγγελιών κατά τον Μάρκο

Μκ 15,24β: καὶ διαμερίζονται τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, βάλλοντες κλῆρον ἐπ᾿ αὐτὰ τίς τί ἄρῃ.

Μκ 15,2: Καὶ σὺν αὐτῷ σταυροῦσιν δύο λῃστάς, ἕνα ἐκ δεξιῶν καὶ ἕνα ἐξ εὐωνύμων αὐτοῦ.

Μκ 15,29α: Καὶ οἱ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν

Μκ 15,31-32: ὁμοίως καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες πρὸς ἀλλήλους μετὰ τῶν γραμματέων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι ὁ χριστὸς ὁ βασιλεὺς Ἰσραὴλ καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ, ἵνα ἴδωμεν καὶ πιστεύσωμεν. καὶ οἱ συνεσταυρωμένοι σὺν αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν.

Σημειώνουμε ότι οι παραπάνω παλαιοδιαθηκικές αναφορές δεν είναι οι μόνες που υπάρχουν στο Μκ 14-15. Επίσης, ότι η πληθωρική παρουσία τους στα κεφάλαια του Πάθους του Ιησού απασχόλησε την έρευνα. Έτσι υποστηρίχτηκε από τον R. E. Brown ότι η αφήγηση του Πάθους είναι συλλογή πληροφοριών που προέρχονται από αυτόπτες μάρτυρες, στις οποίες τονίζεται ιδιαίτερα ότι όλα τα σχετικά γεγονότα εκπληρώνουν επαγγελίες της Π.Δ.[3]. Επίσης, υποστηρίχτηκε από τον J. D. Crossan ότι  όσα περιγράφονται στην αφήγηση του Πάθους δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι επαγγελίες της Π.Δ. περιβεβλημένες με ιστορικό μανδύα[4]. Τέλος υποστηρίχτηκε από τον M. Goodacre ότι η αφήγηση του Πάθους είναι η ιστορία ενός ήρωα που σταυρώθηκε. Αυτή υιοθετήθηκε από την προφορική παράδοση, στη συνέχεια αναπλάστηκε για να συνδυαστεί στο τέλος με την παράδοση της Π.Δ. (history scriptualized)[5]. Οι παραπάνω θέσεις επανέρχονται, η κάθε μια με τον δικό της τρόπο, στο αρχέγονο ερώτημα, πώς προήλθαν οι εν λόγω διηγήσεις του Πάθους στον Μάρκο, οι γεμάτες από παλαιοδιαθηκικές αναφορές και τί είναι αυτές; είναι αυτές ιστορικά βεβαιωμένες; είναι αυτές περισσότερο προφητεία και λιγότερο ιστορία; ή είναι αυτές περισσότερο ιστορία και λιγότερο προφητεία;

Κατά τη γνώμη  μας και το παραπάνω πρόβλημα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα  του ότι το Πάθος του Ιησού είναι αφήγηση, την οποία δημιουργεί ο Ευαγγελιστής Μάρκος στηριζόμενος σε προϋπάρχουσες πληροφορίες γι’ αυτό. Η αφήγηση αυτή είναι ίσως η αρχαιότερη που έχουμε. Οι ερευνητές βέβαια ασχολούνται με το πρόβλημα και ενδεχόμενα να έχουμε σύντομα στη διάθεσή μας καινούργια στοιχεία επ’ αυτού. Όμως, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι διαθέτουμε ανεξάρτητες από την παράδοση των Ευαγγελίων μαρτυρίες για την περίοδο αυτή του Πάθους του Ιησού. Αυτές περιέχονται στην προϋπάρχουσα των ευαγγελικών αφηγήσεων φόρμουλα πίστης της πρωτοχριστιανικής κοινότητας, που βρίσκεται στο Α΄ Κορ 15,3β-5 (:«ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφὰς καὶ ὅτι ἐτάφη καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς γραφὰς καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ εἶτα τοῖς δώδεκα»). Η εν λόγω φόρμουλα αναδύθηκε μέσα από τη ζωή της πρώτης κοινότητας και καθρεφτίζει το credo της. Σχετίζεται, δηλαδή, με τις λατρευτικές συνάξεις των πρώτων χριστιανών και περιέχει σε πυρηνική μορφή την βασική πίστη των πρώτων χριστιανών για το Πάθος και την Ανάσταση του Ιησού. Ο Μάρκος, φαίνεται ότι είναι ο πρώτος που διαμόρφωσε την ομολογία αυτή πίστης σε αφήγηση.

Μετά τα απαραίτητα αυτά εισαγωγικά, ερχόμαστε στο αντικείμενο της εισήγησής μας, στο Μκ 15,34.37. Σε αυτό αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «καὶ τῇ ἐνάτῃ ὥρᾳ ἐβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ· ἐλωϊ ἐλωϊ λεμα σαβαχθανι; ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον· ὁ θεός μου ὁ θεός μου, εἰς τί ἐγκατέλιπές με;». Στη συνέχεια  πληροφορούμαστε ότι ο Ιησούς «ἀφεὶς φωνὴν μεγάλην ἐξέπνευσεν» (Μκ 15,37). Το δράμα ολοκληρώνεται και ο Ιησούς κρέμεται νεκρός στο σταυρό. Ό,τι και αν αναφέρεται στη συνέχεια στο κείμενο δεν μπορεί να καλύψει την παρουσία της  απελπισίας και της εγκατάλειψης, που συνοψίζεται στη φράση του Ιησού «ἐλωϊ ἐλωϊ λεμα σαβαχθανι».

Για τον συγγραφέα του κατά Μάρκον Ευαγγελίου, ο Ιησούς συνειδητοποιεί πάνω  στον σταυρό ότι πλησιάζει το τέλος του και με συνταρακτικό τρόπο αναφωνεί την εγκατάλειψη του από τον Θεό. Ταυτόχρονα όμως ο συγγραφέας έχει ήδη πληροφορήσει και προαναγγείλει στους αναγνώστες του ότι είναι αναπόφευκτο μετά  τα παθήματα και τον θάνατο του Ιησού να επέλθει η ανάστασή του (πρβλ. Μκ 8,31· 9,31· 10,34).

Η σπαρακτική αυτή φράση του Ιησού είναι σημαντική για δύο λόγους.

Από τη μια μεριά το εν λόγω χωρίο του κατά Μάρκον Ευαγγελίου επιβεβαιώνει όσα αναφέραμε προηγουμένως, ότι στο Ευαγγέλιο ο θάνατος του Ιησού παρουσιάζεται ως εκπλήρωση επαγγελιών της Π.Δ. Γιατί διαπιστώνουμε ότι τα λόγια του Ιησού, που χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής  προέρχονται  από τον Ψλ 21[ΜΚ22], 2.

Βιβλειτ_63_00001

Σημειώνω ότι στο Ψλ 21[ΜΚ22],2 ο ψαλμωδός αναφωνεί γεμάτος απόγνωση, επειδή θεωρεί ότι τον εγκατέλειψε ο προστάτης του Θεός (:«ὁ θεὸς ὁ θεός μου πρόσχες μοι ἵνα τί ἐγκατέλιπές με μακρὰν ἀπὸ τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου»). Παράλληλα όμως ο ψαλμωδός, αφού περιγράφει τα παθήματα του ήρωά του, κλείνει τον ψαλμό με το στίχο 32 και με λόγια που περιγράφουν τον θρίαμβο της δικαιοσύνης του Θεού («καὶ ἀναγγελοῦσιν τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ λαῷ τῷ τεχθησομένῳ, ὅτι ἐποίησεν ὁ κύριος»[6]).

Από την άλλη μεριά με τη φράση «ἐλωϊ ἐλωϊ λεμα σαβαχθανι; ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον· ὁ θεός μου ὁ θεός μου, εἰς τί ἐγκατέλιπές με;» (Μκ 15,34) αναδεικνύεται η μαεστρία του Ευαγγελιστή και η ικανότητά του ν’ αναδεικνύει την επικών διαστάσεων μορφή του ήρωά του, του Ιησού.

Η όλη αυτή επικού χαρακτήρα διάταξη της αφήγησης του Πάθους από τον Ευαγγελιστή μας ωθεί ν’ αναζητήσουμε και άλλα κείμενα με παρόμοιο περιεχόμενο, τα οποία, χωρίς ν’ αναφέρονται άμεσα στο Μκ 15,34, εντούτοις ενδεχόμενα σχετίζονται με αυτό.

Ένα τέτοιο κείμενο είναι από το Έπος του Ομήρου, την Ιλιάδα, Ραψωδία Χ, 296-303, που αναφέρεται στον Έκτορα. Εκεί ο ποιητής αφηγείται:

Κατάλαβε μεμιάς ο Έκτωρ τι συμβαίνει κι είπε φωνάζοντας:

«Κατάρα μου, τώρα οι θεοί στον θάνατό μου με καλούν,

κι εγώ φαντάστηκα πώς έχω πλάι τον γενναίο Δηίφοβο.

Όμως αυτός μέσα στο κάστρο βρίσκεται, κι’ εμένα

μ’ εξαπάτησε η Αθηνά.

Τώρα ο θάνατος μου παραστέκει, δεν είναι πια μακριά,

δεν τον γλυτώνω. Τέτοια η απόφαση που πήραν

Ο Δίας κι ο γιός του, ο Εκηβόλος, αυτοί που πρώτα

πρόθυμοι με φύλαγαν. Τώρα με πρόφτασε η μαύρη μοίρα[7].

Στο εν λόγω κείμενο ο επικός ποιητής σκιαγραφεί την απόγνωση του ήρωά του Έκτορα, ο οποίος βρίσκεται πλέον μόνος απέναντι στο έλεος των θεών, αφού ακόμη και ο πολύτιμος συμπολεμιστής του, ο Δηίφοβος, ήταν άφαντος. Ο Έκτορας συνειδητοποιεί ότι έφτασε το τέλος του, ένα τέλος όμως που ήταν ήδη προδιαγεγραμμένο από την μοίρα.

Η ύπαρξη τριών κειμένων, από τους Ψαλμούς, την Ιλιάδα του Ομήρου και το Ευαγγέλιο του Μάρκου, με κοινό θέμα, που είναι η εγκατάλειψη του ανθρώπου από τον Θεό, είναι, κατά τη γνώμη μας, ένδειξη ύπαρξης ενός διακειμένου με θέμα «η εγκατάλειψη του ανθρώπου από το θείο».

Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με την θεωρία περί διακειμενικότητας τα διάφορα κειμενικά στοιχεία δεν αναφέρονται απαραίτητα μόνον στην εξωτερική πραγματικότητα (π.χ. σταύρωση του Ιησού), αλλά σε πολλές περιπτώσεις αναφέρονται έμμεσα σε άλλα κειμενικά στοιχεία. Έτσι έχουμε τη γέννηση του «διακειμένου», των διαφόρων δηλαδή κειμενικών στοιχείων, τα οποία μπορούμε να εντοπίσουμε σε περισσότερα από ένα λογοτεχνικά έργα[8].  Στα κειμενικά αυτά στοιχεία, που μπορεί να είναι, ανάλογα με τη γλωσσολογική σχέση που έχουν μεταξύ τους, «προ-κείμενα» και «μετά-κείμενα», εντοπίζονται συνήθως συγκεκριμένοι κοινοί «κώδικες» που διαφέρουν μεταξύ τους μόνον ως προς το περίβλημα, δηλαδή την εξωτερική τους μορφή.

Τέτοια κειμενικά στοιχεία είναι τα προ-κείμενα  Ψλ 21[ΜΚ22], 2. 32 και Ιλιάς, Ραψωδία Χ, 296-303 και το μετα-κείμενο Μκ 15,34. Στα παραπάνω κειμενικά στοιχεία μπορούμε να εντοπίσουμε τα εξής:

i) Tο κοινό θέμα των τριών κειμενικών στοιχείων, που είναι “η αγωνία του ανθρώπου για την εγκατάλειψή του από το θείο”. Στο ψαλμικό κείμενο και στο ευαγγελικό κείμενο περιγράφεται ο φόβος των δύο ηρώων, του ήρωα του ψαλμωδού και του Ιησού, ότι ο Θεός τους εγκατέλειψε. Στο ομηρικό κείμενο περιγράφεται ότι οι θεοί εγκατέλειψαν τον ήρωα Έκτορα.

ii) Ο διαφορετικός στόχος των τριών κειμενικών στοιχείων. Στο Ψλ 21[ΜΚ22], 32,  ο στόχος είναι η επικράτηση της δικαιοσύνης του Θεού.  Στην Ιλιάδα, Χ, 303, ο στόχος είναι η άφευκτη μοίρα. Στο Μκ 15,34 σε συνδυασμό με τα Μκ 8,31· 9,31· 10,34, στα οποία έχομε την προαναγγελία του πάθους και της ανάστασης του Ιησού,  στόχος είναι η Ανάσταση του Ιησού.

iii) Οι κοινοί κώδικες των τριών κειμενικών στοιχείων, που είναι:

α.  Ο κοινός κώδικας του «ήρωα». Στο ψαλμικό κείμενο ο ήρωας είναι ή το άτομο στο οποίο αναφέρεται ο ψαλμωδός ή ο ίδιος ο ψαλμωδός. Στο ομηρικό κείμενο ο ήρωας είναι ο Έκτορας. Στο ευαγγελικό κείμενο ο ήρωας είναι ο Ιησούς.

β.  Ο κοινός κώδικας «απόγνωση». Και οι τρείς ήρωες βρίσκονται σε απόγνωση, επειδή θεωρούν ότι τους εγκατέλειψε το θείο.

γ.  Ο κοινός κώδικας «θεϊκή εγκατάλειψη». Και στα τρία κειμενικά στοιχεία περιγράφεται μια μορφή «θεϊκής εγκατάλειψης».

δ. Ο κοινός κώδικας «ανθρώπινη εγκατάλειψη».  Και στα τρία κείμενα περιγράφεται μια μορφή ανθρώπινης εγκατάλειψης. Στο ψαλμικό κείμενο ο ήρωας δέχεται μόνος τα κτυπήματα των αντιπάλων του (πρβλ. Ψλ 21[ΜΚ22],8). Στο ομηρικό κείμενο ο Δηίφοβος, ο έμπιστος συμπολεμιστής του Έκτορα, βρίσκεται μακριά από τον ήρωα Έκτορα,  κρυμμένος πίσω από τα τείχη της Τροίας. Στο Ευαγγελικό κείμενο ο Ιησούς κρέμεται στο σταυρό εγκαταλελειμμένος  από τους μαθητές του.

ε. Ο κοινός κωδικός «συνειδητοποίηση του άφευκτου του θανάτου». Και οι τρείς ήρωες συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν ν’ αποφύγουν τον θάνατο. Ο ήρωας του Ψαλμωδού φωνάζει σπαρακτικά  ότι  η εγκατάλειψή  του από τον Θεό ισοδυναμεί με θάνατο. Ο Έκτορας συνειδητοποίει ότι η εγκατάλειψή του από τους θεούς οδηγεί στον θάνατό του. Ο Ιησούς συνειδητοποιεί ότι έφτασε η ώρα του και μετά από μια σπαρακτική κραυγή ξεψυχάει.

Σχηματικά το εν λόγω διακείμενο έχει ως εξής:

Διακείμενο

(Ψλ 21[ΜΚ22], 2.8.32· Όμηρος, Ιλιάδα, Χ, 296-303· Μκ 15,34.37· 8,1· 9,1· 10, 34)

Βιβλειτ_72_00001

I. ΚΟΙΝΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ:

«Η αγωνία του ανθρώπου για την εγκατάλειψή του από το θείο»

ΙΙ. ΣΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Κειμενικό στοιχείο Στόχος
Ψλ 21[ΜΚ22], 2.8.32 Η επικράτηση της δικαιοσύνης του Θεού
Όμηρος, Ιλιάδα, Χ, 296-303 Το άφευκτο της μοίρας
Μκ 15,34.37· 8,1· 9,1· 10, 34 Η Ανάσταση του Ιησού

ΙΙΙ. ΚΟΙΝΟΙ ΚΩΔΙΚΕΣ

Σεβασμιώτατε, κυρίες και κύριοι

Ζούμε στη μετανεοτερική εποχή, κατά την οποία επιβάλλεται η προσέγγιση του Ευαγγελικού μηνύματος με πολλούς τρόπους, συμβατούς με την εποχή. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η μονοδιάστατη προσέγγιση των κειμένων ενδέχεται να κρύβει πολλές και ουσιαστικές σημασιολογικά πλευρές τους. Η παραπάνω μεταδομική προσέγγιση των τριών κειμένων θεωρώ ότι μας αποκάλυψε δύο σημαντικές πλευρές του ευαγγελικού μηνύματος. Πρώτον, μας αποκάλυψε τη στενή εξάρτηση του ευαγγελικού μετά-κειμένου από το ψαλμικό προ-κείμενο. Η εξάρτηση αυτή αναδεικνύει τη μεγάλη σημασία των παλαιοδιαθηκικών κειμένων για το ευαγγελικό κείμενο και τη θεολογία που το τελευταίο εκφράζει. Τα ψαλμικό προ-κείμενο λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης, που άχρονα και μέσα από τα υπόγεια ρεύματα του διακειμένου ποτίζει το ευαγγελικό κειμενικό έδαφος και το καθιστά εύφορο. Από τα ζωτικά συστατικά του πηγαίου ύδατος του Ψαλμού τρέφεται το ευαγγελικό κείμενο και έτσι αναφύεται και καρποφορεί το δένδρο του Πάθους του Ιησού. Η καρποφορία συντελείται με τη διαπλαστική υιοθέτηση αρχέγονων κωδίκων, που αναδεικνύουν την προσωπικότητα του Ιησού και την δυναμική της σταύρωσής του. Όμως θα μπορούσε κάποιος  να ισχυριστεί: Μα και με τη συμβατική ιστορικοκριτική ανάλυση μπορούμε να διαπιστώσουμε τη χρήση της Παλαιάς Διαθήκης  από τον συντάκτη του κατά Μάρκον Ευαγγελίου. Στην περίπτωση όμως αυτή θα πρέπει να συνεξετάσουμε και άλλες παραμέτρους που η μέθοδος αυτή περιλαμβάνει. Όπως, κατά πόσον η εν λόγω χρήση είναι αυθαίρετη και επιθετική, αφού εξαναγκάζει να θεωρηθεί ως δεδομένο ότι το ψαλμικό κείμενο επαληθεύεται στο πρόσωπο του Ιησού.

Το δεύτερο και εξίσου σημαντικό  είναι ότι  μέσα από την μεταδομική ανάλυση αναδεικνύεται ότι ένα αρχέγονο θέμα, αυτό «της αγωνίας του ανθρώπου για την εγκατάλειψή του από το θείο», που είναι κοινό κτήμα της ανθρωπότητας, προσλαμβάνει ένα νέο περιεχόμενο, αυτό της αγωνίας του Ιησού πάνω στο σταυρό για την εγκατάλειψή του από τον Θεό. Η αγωνία όμως αυτή του Ιησού δεν είναι διαπιστωτική, αλλά δυναμική. Με την αφήγηση της αγωνίας του «ήρωα» Ιησού πάνω στον σταυρό σημαίνεται η Ανάσταση του Ιησού. Έτσι η ανθρωπότητα εξοπλίζεται με μια νέα ελπίδα σωτηρίας, της σωτηρίας που κομίζει ο αναστημένος Ιησούς. Η ελπίδα αυτή είναι διαχρονική και άκρως επίκαιρη, ίσχυε και την εποχή του Ιησού ισχύει και σήμερα την εποχή της μετανεοτερικότητας.

Σας ευχαριστώ.

Βιβλειτ_12_00001

[1] Σημειώνουμε ότι η σταύρωση ήταν η ποινή που επιβαλλόταν από τους Ρωμαίους στους σκλάβους και στους επαναστάτες. Βλ. μεταξύ των άλλων, M. Hengel, “Mors turpissima crucis. Die Kreuzigung in der antiken Welt und die ‚Torheit‘ des ‚Wortes vom Kreuz‘”, in: J. Friedrich u. a. (Hrsg.), Rechtfertigung. Festschrift E. Käsemann, Tübingen/Göttingen, 1976, 125-184.

[2] Για την Εβραϊκή Βίβλο (Thanakh), που οι χριστιανοί αποκαλούν κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο «Γραφή» και μια φορά μόνον «Παλαιά Διαθήκη» (Β΄ Κορ 3,14).

[3] Βλ. π.χ. R. E. Brown, The Death of the Messiah, from Gethsemane to the Grave: A Commentary on the Four Passion Narratives, Doubleday, New York, 1984.

[4] J.  D. Crossan, Who Killed Jesus? Exposing the Roots of Anti-Semitism in the Gospel Story of the Death of Jesus, San Francisco, 1995.

[5] M. Goodacre, “Scripturalization in Mark’s Crucifixion Narrative”, edited by G.Van Oyen and T. Shepherd, Trial and Death of Jesus: Essays on the Passion Narrative in Mark, Leuven, 2006, 33–47.

[6] Ψλ 21[ΜΚ22], 32.

[7] Όμηρος, Ιλιάς, Ραψωδία Χ, 296-303: «Ἕκτωρ δ’ ἔγνω ᾗσιν ἐνὶ φρεσὶ φώνησέν τε· / ὢ πόποι ἦ μάλα δή με θεοὶ θάνατον δὲ κάλεσσαν· / Δηΐφοβον γὰρ ἔγωγ’ ἐφάμην ἥρωα παρεῖναι· / ἀλλ’ ὃ μὲν ἐν τείχει, ἐμὲ δ’ ἐξαπάτησεν Ἀθήνη. / νῦν δὲ δὴ ἐγγύθι μοι θάνατος κακός, οὐδ’ ἔτ’ ἄνευθεν, / οὐδ’ ἀλέη· ἦ γάρ ῥα πάλαι τό γε φίλτερον ἦεν / Ζηνί τε καὶ Διὸς υἷι ἑκηβόλῳ, οἵ με πάρος γε / πρόφρονες εἰρύατο· νῦν αὖτέ με μοῖρα κιχάνει». Η μετάφραση είναι από το Ομήρου Ιλιάς, Ραψωδίες Α-Ω, μετάφραση-προλεγόμενα-επιλεγόμενα  Δ. Ν. Μαρωνίτης, εκδόσεις Άγρα, 2016. Βλ. και MacDonald, D. R., The Homeric Epics and the Gospel of Mark, Yale University Press, 2000, 137-140 · του ίδιου, The Gospels and Homer: Imitations of Greek Epic in Mark and Luke-Acts, Rowman & Littlefield, 2014, 91-92.

[8] Βλ., μεταξύ άλλων, Ι. Παρίσης / Ν. Παρίσης, «Διακειμενικότητα», των ίδιων, Λεξικό λογοτεχνικών όρων, Αθήνα 1999, 44-45·  Γ. Μαρκαντωνάτος, «Διακειμενικότητα», του ίδιου, Λογοτεχνικοί και φιλολογικοί όροι, ΤΟ ΒΗΜΑ,  Αθήνα 2013, 110-111· Χ. Ατματζίδης, «Οι εσχατολογικές αναφορές της Β´ προς Θεσσαλονικείς Επιστολής και των Επιστολών του Ιωάννη για τον «υἱὸ τῆς ἀνομίας» και τον «ἀντίχριστο». Διακειμενική προσέγγιση, του ίδιου, Ερμηνευτικές και θεολογικές προσεγγίσεις στην Καινή Διαθήκη, Εκδόσεις OSTRACON, Critical Approaches to the Bible, vol. IV, Θεσσαλονίκη 2014, 395-422.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.