Η εμπειρική πρόσληψη των πρώτων χριστιανών του αναστημένου Ιησού

Μονή Χώρας_59

Του Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ Χαράλαμπου Ατματζίδη

εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν, ἔτι ἐστὲ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν…Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων” (Α΄ Κορ 15,17. 20).

Ο απ. Παύλος στο παραπάνω χωρίο από την Α΄ προς Κορινθίους επιστολής του τονίζει ότι η βάση της χριστιανικής θεολογίας είναι η πίστη στον αναστημένο Ιησού. Πράγματι, οι πρώτοι χριστιανοί διακήρυτταν ότι διαμόρφωσαν την θεολογία τους στηριζόμενοι στην εμπειρία που απέκτησαν από τη γνωριμία τους με τον Ιησού Χριστό, τόσο ενόσω αυτός ζούσε (προπασχάλιος Ιησούς) όσο και μετά τον θάνατο και την ανάστασή του (μεταπασχάλιος Ιησούς). Επίσης διακήρυτταν ότι το άγιο Πνεύμα τους βοήθησε στην διαμόρφωση της θεολογίας τους. Η θεολογία λοιπόν των πρώτων χριστιανών είναι πρώτα απ’ όλα το αποτέλεσμα  της τριπλής εμπειρικής πρόσληψης του προπασχάλιου και μεταπασχάλιου Ιησού και του αγίου Πνεύματος από τους πρώτους πιστούς. Αυτοί φροντίζουν και διατυπώνουν από πολύ νωρίς, αρχικά προφορικά και κατόπιν γραπτά, το περιεχόμενο της πρόσληψής τους αυτής.

Οι τρεις αυτές προσλήψεις των πρώτων χριστιανών έχουν ιστορικό χαρακτήρα. Αυτές δημιουργούνται στο πλαίσιο της ιστορίας, μετά από την συναναστροφή των ανθρώπων με τον προπασχάλιο και μεταπασχάλιο Ιησού και μετά από την εγκόλπωση και επενέργεια  του αγίου Πνεύματος. Επίσης οι προσλήψεις αυτές έχουν εμπειρικό χαρακτήρα. Και αυτό γιατί έχουμε μαρτυρίες ατόμων που ισχυρίζονται ότι έζησαν με τον προπασχάλιο και τον μεταπασχάλιο Ιησού, καθώς και ότι εγκολπώθηκαν το άγιο Πνεύμα.

Παρακάτω, με αφορμή τις άγιες μέρες του Πάσχα, θα ασχοληθούμε με την εμπειρική πρόσληψη του μεταπασχάλιου αναστημένου Ιησού από τους πρώτους πιστούς του. Οι πρώτοι ακόλουθοι του Ιησού συνειδητοποιούν ποιος είναι ο Ιησούς, όταν αυτός, μετά το Πάσχα εμφανίζεται αναστημένος μπροστά τους. Τότε  οι εντυπώσεις, που αυτοί είχαν σχηματίσει για τον Ιησού κατά την επίγεια δράση του, ως του αυθεντικού διδασκάλου και θαυματοποιού, επανενεργοποιήθηκαν και τότε αυτοί συνειδητοποίησαν, ποιος ήταν και τι ήταν ο Ιησούς από την Γαλιλαία. Οι πρώτοι χριστιανοί θεμελιώνουν την πεποίθησή τους για τον αναστημένο Ιησού Χριστό σε δύο ακρογωνιαίους λίθους.

Μ.Παρ_7

Ι

 Ο κενός τάφος

Ο πρώτος ακρογωνιαίος λίθος είναι η μαρτυρία των πρώτων χριστιανών ότι ο Ιησούς μετά τον θάνατό του θάφτηκε (Α΄ Κορ 15,4: «ἐτάφη») και ότι ο τάφος του στη συνέχεια βρέθηκε κενός (πρβλ. Μκ 16,1-8 και παράλληλα · Ιω 20,1-10.11-15)[1]. Σημειώνουμε ότι στο Α΄ Κορ 15,3β-5 οι πρώτοι χριστιανοί και ο Παύλος κάνουν λόγο μόνον για την ταφή του Ιησού και όχι για τον κενό τάφο του Ιησού. Το γεγονός όμως, ότι αμέσως μετά, αυτοί αναφέρονται στην Ανάσταση του Ιησού και στην εμφάνισή του στους μαθητές (Α΄ Κορ 4-5: «ὅτι ἐγήγερται…καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ εἶτα τοῖς δώδεκα…») επιβεβαιώνει την πεποίθησή τους για τον κενό τάφο[2].

Η μαρτυρία των  πρώτων χριστιανών στην ταφή του Ιησού, καθρεφτίζεται και στο Ρωμ 6,4. Εκεί ο Παύλος αναφέρεται στο βάπτισμα και στη σωτηρία των ανθρώπων και επισημαίνει ότι με το βάπτισμα τόσο ο ίδιος όσο και οι υπόλοιποι χριστιανοί «συνετάφημεν οὖν αὐτῷ (με τον Ιησού Χριστό) διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον…»[3]. Επισημαίνουμε επίσης ότι ο τονισμός των πρώτων χριστιανών της ταφής του Ιησού και του κενού τάφου, σχετίζεται με τις θεμελιακές θεολογικές θέσεις των Ιουδαίων για τη μετά τον θάνατο ζωή και για τη σωματική ανάσταση των ανθρώπων. Στον ιουδαϊσμό, όπως αργότερα και στον πρώτο χριστιανισμό, ο άνθρωπος θεωρείται ως μια ενιαία ψυχοσωματική οντότητα που φέρει το πνεύμα του Θεού. Έτσι ο άνθρωπος πεθαίνει σωματικώς και ανασταίνεται σωματικώς. Η ταφή των σωμάτων στον Ιουδαϊσμό υπηρετεί αυτή την βασική ιουδαϊκή αντίληψη περί σωματικής αναστάσεως. Με δεδομένο ότι η ανάσταση των νεκρών θα πραγματοποιηθεί στο μέλλον, το σώμα θάβεται, ώστε ν’ αναστηθεί στο μέλλον.

Σε ό,τι αφορά το νεκρό Ιησού, τονίζεται από τους πρώτους χριστιανούς ότι ακολουθήθηκαν τα ιουδαϊκά ταφικά έθιμα και ότι το νεκρό σώμα του Ιησού θάφτηκε με προοπτική τη μελλοντική ανάσταση. Η επισήμανση όμως των πρώτων χριστιανών ότι ο τάφος του Ιησού βρέθηκε στη συνέχεια κενός, ανατρέπει την αναμενόμενη στο μέλλον Ανάσταση του Ιησού και πιστοποιεί την ήδη πραγματοποιηθείσα ανάστασή του. Η Ανάσταση του Ιησού είναι πλέον για τους πρώτους χριστιανούς ιστορία και όχι εσχατολογία.

Όσιος Δαβίδ-λεπτομ

ΙΙ

Οι εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού

Ο δεύτερος ακρογωνιαίος λίθος, πάνω στον οποίο θεμελιώνουν οι πρώτοι χριστιανοί την πεποίθησή τους για τον αναστημένο Ιησού, είναι η ρητή μαρτυρία των πρώτων χριστιανών ότι ο Ιησούς μετά τον θάνατο και την ταφή του εμφανίστηκε αναστημένος σε αυτούς[4]. Ακριβέστερα:

1) Ο Ιησούς εμφανίζεται επανειλημμένα, σε διαφορετικά πρόσωπα και σε διαφορετικούς τόπους.

Η επανειλημμένη αυτή μαρτυρία των πρώτων χριστιανών ενισχύει την άποψη περί της ιστορικότητας των όσων αυτοί ισχυρίζονται. Υπενθυμίζουμε ότι ένα από τα «κριτήρια αυθεντικότητας» που ισχύουν στην έρευνα για το πρόσωπο του Ιησού είναι το κριτήριο της «πολλαπλής μαρτυρίας»[5]. Αυτό το κριτήριο επικεντρώνει σε λόγους ή πράξεις του Ιησού, που μαρτυρούνται σε περισσότερες από μια ανεξάρτητες πηγές (π.χ. κατά Μάρκον ευαγγέλιο, πηγή Q, επιστολές Παύλου, κατά Ιωάννην ευαγγέλιο) ή σε περισσότερα από ένα γραμματειακά είδη (παραβολές, θαύματα, αφηγήσεις, προφητείες κ.λπ.). Με βάση λοιπόν το κριτήριο της «πολλαπλής μαρτυρίας», οι αφηγήσεις αυτές των πρώτων χριστιανών για τις εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού πρέπει να θεωρηθούν ως αυθεντικές. Η διαπίστωση αυτή δεν επιβεβαιώνει βέβαια και τον χαρακτήρα των εμφανίσεων αυτών. Δηλαδή δεν μας βεβαιώνει, αν αυτές ήταν πραγματικές εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού ή αν οι πρώτοι χριστιανοί προσέλαβαν διάφορες εμπειρίες τους σαν εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού.

Ο  Ιησούς, λοιπόν, πρέπει να εμφανίστηκε πρώτα στον Πέτρο και στην Μαρία Μαγδαληνή και άλλες γυναίκες. Στα Α΄ Κορ 15,5 και Λκ 24,34 αναφέρεται ότι ο Ιησούς εμφανίζεται πρώτα στον Πέτρο[6]. Στο Ιω 20,11-18, όμως, περιγράφεται ότι ο Ιησούς εμφανίζεται πρώτα στην Μαρία τη Μαγδαληνή και άλλες γυναίκες και κατόπιν στους υπόλοιπους μαθητές του (Ιω 20,19-23). Στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο αναγγέλλονται εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού στην Γαλιλαία (Μκ 16,7), χωρίς όμως να περιγράφεται στη συνέχεια ότι αυτές πραγματοποιήθηκαν. Στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, περιγράφεται πώς η «Μαριὰμ ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία” (Μτ 28,1) πήγαν στον τάφο του Ιησού και πώς ήταν εκείνες στις οποίες εμφανίστηκε πρώτα ο Ιησούς (Μτ 28,9-10). Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο γίνεται λόγος για την εμφάνιση του Ιησού σε δύο μαθητές που πορεύονταν προς την κωμόπολη Εμμαούς (Λκ 24, 13εξ.). Τέλος, στο Α΄ Κορ 15,6εξ παρατίθενται και άλλες εμφανίσεις του Ιησού σε ομάδες πιστών, στον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιησού, και στον Παύλο.

2) Ο Ιησούς εμφανίζεται στους μαθητές και τους άλλους ακολούθους του με πολλούς τρόπους. Έτσι:

α) Στο Α΄ Κορ 15,5-8 και Λκ 24,34 χρησιμοποιείται απλώς το ρήμα “ὤφθη” και με αυτό δηλώνεται ότι ο Κηφάς (:ή Πέτρος ή Σίμων), οι έντεκα μαθητές, οι πάνω από πεντακόσιοι αδελφοί, ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος και ο Παύλος είδαν απλώς τον Ιησού. Δεν περιγράφεται όμως η μορφή με την οποία τον είδαν. Υπονοείται όμως ότι η μορφή αυτή ταυτοποιήθηκε από τους μαθητές ως η μορφή του προπασχάλιου  Ιησού.

β) Στο Ιω 20,11-18 γίνεται λόγος για τη συνάντηση του Ιησού με την Μαρία Μαγδαληνή έξω από τον κενό τάφο. Χρησιμοποιείται το ρήμα “θεωρεῖ τὸν Ἰησοῦν ἑστῶτα” και ταυτόχρονα δηλώνεται ότι “καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν” (Ιω 20,14). Η αναγνώριση[7] από τη Μαρία Μαγδαληνή ότι η μορφή που βρισκόταν μπροστά της είναι ο Ιησούς, πραγματοποιείται όταν ο Ιησούς της υπενθυμίζει ένα μέρος των λόγων του που απηύθυνε στους μαθητές και στις μαθήτριές του πριν το Πάθος του. Η υπενθύμιση αυτή της διδασκαλίας του Ιησού, βοηθά τη Μαγδαληνή ν’ αναγνωρίσει τον Ιησού. Τον αποκαλεί μάλιστα “ραββουνι (ὃ λέγεται διδάσκαλε)” (Ιω 20,16) και επιχειρεί να τον αγγίξει, ενέργεια που αποτρέπει ο Ιησούς λέγοντας “μή μου ἅπτου” (Ιω 20,17).

Στο Λκ 24,13-35 περιγράφεται κάτι ανάλογο με εκείνο του Ιω 20,11-18. Ο Λουκάς, αναφέρεται στο χωρίο αυτό, στο συμβάν με τους δύο μαθητές και τον Ιησού στο Εμμαούς. Στο απόσπασμα αυτό οι μαθητές δεν αναγνωρίζουν αρχικά τον Ιησού (“οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν[8]). Η αναγνώριση και η ταυτοποίηση ότι το πρόσωπο με τη συγκεκριμένη μορφή, με το οποίο συνταξιδεύουν και συνομιλούν είναι ο Ιησούς, πραγματοποιείται, όταν ο Ιησούς τους αναφέρει μέρος της διδασκαλίας της Γραφής (Π.Δ.), για το οποίο τονίζει ο Ιησούς ότι αναφέρεται σε αυτόν. Η αναγνώριση και η ταυτοποίηση του Ιησού από τους δύο μαθητές, ολοκληρώνεται όταν όλοι κάθονται να δειπνήσουν και ο Ιησούς προβαίνει στην κλάση του άρτου. Τότε κατά το Λκ 24,31 «αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν». Η υπενθύμιση αυτή της διδασκαλίας της Π.Δ. από τον Ιησού και ο συμβολισμός του δείπνου του Ιησού με τους δύο μαθητές και την κλάση του άρτου, τους βοηθά να αναγνωρίσουν τον άνθρωπο που έχουν μπροστά τους ως τον προπασχάλιο Ιησού.

Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι στα παραπάνω κείμενα η “ενσώματη” μορφή με την οποία εμφανίζεται ο Ιησούς, αναγνωρίζεται από τους μαθητές ως μορφή του Ιησού, αφού ο Ιησούς τους διδάσκει για το νόημα της Π.Δ. και αφού πραγματοποιεί τη συμβολική πράξη της κλάσης του άρτου.

3) Στο Λκ 24,36-49 και στο Ιω 20,19-23 γίνεται λόγος για την εμφάνιση του αναστημένου Ιησού σε ομάδες ανθρώπων. Συγκεκριμένα:

Στο Λκ 24,36-49 περιγράφεται η ξαφνική εμφάνιση του αναστημένου Ιησού στους ένδεκα αποστόλους, όπου ταυτοποιείται η “σωματική” παρουσία του ως εξής: Πρώτον, αυτοί αγγίζουν τις πληγές του Ιησού και τον βλέπουν να καταναλώνει τροφή. Δεύτερον, ο Ιησούς τους διδάσκει για το μεσσιανικό χαρακτήρα της διδασκαλίας στης Π.Δ. Τρίτον, καλούνται από τον Ιησού ν’ ασκήσουν ιεραποστολή. Στο Ιω 20,19-29 περιγράφεται επίσης η ξαφνική εμφάνιση του Ιησού σε ομάδα μαθητών του, όπου ταυτοποιείται η “σωματική” παρουσία του ως εξής: Πρώτο, ο Ιησούς εμφανίζεται μπροστά τους, αν και οι πόρτες είναι κλειστές. Δεύτερο, ο Θωμάς αγγίζει την πλευρά του Ιησού (πρβλ. Ιω 19,34). Τρίτο, οι μαθητές καλούνται από τον Ιησού ν’ ασκήσουν ιεραποστολή και να ιδρύσουν την Εκκλησία. Τέταρτο, ο Ιησούς χορηγεί στους μαθητές το άγιο Πνεύμα. Τέλος πέμπτο, τους εξουσιοδοτεί να συγχωρούν τις αμαρτίες των ανθρώπων.

Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι στα παραπάνω κείμενα η “ενσώματη” μορφή με την οποία εμφανίζεται ο Ιησούς αναγνωρίζεται από τους μαθητές ως μορφή του Ιησού μέσα από ένα ταυτόχρονο συνδυασμό στοιχείων που πιστοποιούν τη σωματική παρουσία του αναστημένου Ιησού. Τέτοια στοιχεία είναι το άγγιγμα του σώματός του, η κατανάλωση τροφής από τον Ιησού, η διδασκαλία του Ιησού για το μεσσιανικό χαρακτήρα της Π.Δ., η κλήση των μαθητών ν’ ασκήσουν ιεραποστολή και να ιδρύσουν την Εκκλησία, η χορήγηση στους μαθητές από τον Ιησού του αγίου Πνεύματος και η εξουσιοδότηση να συγχωρούν τις αμαρτίες των ανθρώπων.

4) Ακόμη, στο Λκ 24,50-51 περιγράφεται η ανάληψη του αναστημένου Ιησού, την οποία βλέπουν οι μαθητές του.

5) Τέλος, στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (Ιω 20,24-29· 21,1-14· 21,15-23) έχουμε επίσης μια ομάδα κειμένων που σχετίζονται με τις εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού. Αυτές είναι: πρώτο, η εμφάνιση του Ιησού στον Θωμά. Σύμφωνα με αυτή ο Θωμάς αγγίζει τις πληγές του Ιησού και έτσι διαλύονται οι όποιες αμφιβολίες του για το ότι ο Ιησούς αναστήθηκε. Δεύτερο, είναι η εμφάνιση του Ιησού στην Γαλιλαία, στη θάλασσα της Τιβεριάδος (:λίμνη Γεννησαρέτ). Σε αυτή οι μαθητές δεν αναγνωρίζουν αρχικά τον Ιησού. Τον αναγνωρίζουν όμως μετά την πετυχημένη ψαριά που είχαν χάριν της θαυμαστής  παρέμβασης του Ιησού  και μετά το γεύμα που είχαν μαζί του. Τέλος, τρίτο, είναι η στιχομυθία του Ιησού με τον Πέτρο. Σε αυτή περιγράφεται πώς ο αναστημένος Ιησούς αναθέτει την αρχηγία της Εκκλησίας στον Πέτρο και προφητεύει το μαρτύριο του αποστόλου. Επίσης γίνεται λόγος και για τη σχέση του Πέτρου με τον  αγαπημένο μαθητή του Ιησού.

Μ.Παρ_24

ΙΙΙ

Η διαμόρφωση της παράδοσης για τις εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού

Συνοπτικά και σύμφωνα με τις πηγές, τα γεγονότα του Πάσχα είναι πιθανόν να εξελίχτηκαν ως εξής:

Οι μαθητές, μόλις συνελήφθη ο Ιησούς εγκαταλείπουν τρομοκρατημένοι την Ιερουσαλήμ. Μόνο μερικές μαθήτριες του Ιησού παραμένουν και τολμούν να παρακολουθήσουν τη σταύρωση του Ιησού[9].  Οι μαθητές καταφεύγουν κατά πάσα πιθανότητα στην Γαλιλαία. Εκεί πραγματοποιούνται, σύμφωνα με το Μκ 16,7· Μτ 28,16εξ., οι πρώτες εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού, Στο κατά Λουκάν και στο κατά Ιωάννην έχουμε μια μεταγενέστερη αναφορά, σύμφωνα με την οποία ο τόπος εμφάνισης του Ιησού μετατίθεται στην Ιερουσαλήμ.

Σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα στα οποία εμφανίστηκε ο Ιησούς, πιθανολογείται ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε πρώτα στη Μαρία Μαγδαληνή. Η παράδοση όμως αυτή «αποσύρεται» πολύ σύντομα από το προσκήνιο και υπερισχύει μέσα στην πρώτη κοινότητα η άλλη παράδοση,  η οποία υποστηρίζει ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε πρώτα στον Πέτρο (Α΄ Κορ 15,5). Σημειώνουμε ότι η παράδοση αυτή είναι αρχαιότερη της παράδοσης για τη Μαρία Μαγδαληνή. Επίσης, ότι αυτή συνδέεται με άλλες εμφανίσεις του Ιησού σε περισσότερους από έναν ανθρώπους.  Με βάση τις δύο αυτές πληροφορίες, μπορεί να υποστηριχτεί ότι ο Πέτρος πρέπει να συγκέντρωσε ξανά τους δώδεκα μαθητές του Ιησού και σε όλους αυτούς να εμφανίστηκε ο Ιησούς. Ο Ιησούς εμφανίστηκε επίσης μεμονωμένα στον Παύλο, στον Ιάκωβο τον αδελφόθεο και σε πάνω από 500 άλλους «αδελφούς».

Σύντομα όμως διαμορφώθηκε ακόμη μια παράδοση, η παράδοση του κενού τάφου. Σύμφωνα με την παράδοση αυτή ο αναστημένος Ιησούς συνδέθηκε με τον κενό τάφο, ο οποίος πρέπει να βρισκόταν κοντά στον τόπο του εκτέλεσής του. Στα Ευαγγέλια περιγράφεται ότι οι γυναίκες που είχαν παραμείνει στην Ιερουσαλήμ, επισκέφτηκαν τον τάφο αυτό. Η παραπάνω συνοπτική περιγραφή της ταφής, του κενού τάφου και των εμφανίσεων του αναστημένου Ιησού σύμφωνα με τα καινοδιαθηκικά κείμενα, έγινε αποδεκτή ως ιστορική από τους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Απόδειξη είναι η σταδιακή εξάπλωση του χριστιανισμού.

Παράλληλα όμως η ιστορικότητα των αφηγήσεων αυτών αμφισβητήθηκε έντονα, ιδιαίτερα κατά την νεοτερική εποχή. Οι ερευνητές της περιόδου αυτής, στηριζόμενοι στη λογική, θεώρησαν ότι οι διηγήσεις για την Ανάσταση του Ιησού περιείχαν πολλές ασάφειες και ιστορικές ανακρίβειες. Έτσι αμφισβήτησαν την ιστορικότητα των διηγήσεων αυτών. Πρέπει, όμως να παρατηρήσουμε ότι οι πρώτοι χριστιανοί οικοδομούν την θεολογία τους για τον αναστημένο Ιησού πρώτιστα πάνω στην εμπειρία τους. Οι πρώτοι χριστιανοί διακηρύσσουν πρώτιστα ότι είδαν, συνομίλησαν και έζησαν καθημερινές στιγμές μαζί με τον αναστημένο Ιησού.

Μ.Παρ_26

Τελικές σκέψεις

Παραπάνω είδαμε ότι η Ανάσταση του Ιησού πιστοποιείται από τις μαρτυρίες των συγχρόνων του για την ταφή του νεκρού Ιησού, για τον κενό τάφο και για τις επανειλημμένες εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού. Οι μαρτυρίες αυτές είναι πολλές και διαφορετικές και γι’ αυτό θεωρούνται πολύ σημαντικές. Πρώτα από όλα, αυτές είναι ακόμη μια ένδειξη της ποικιλομορφίας που χαρακτηρίζει τα κείμενα της Κ.Δ. Έπειτα, αυτές δείχνουν την ύπαρξη πολλών εμπειριών και αποδυναμώνουν το επιχείρημα που υποστηρίζει ότι οι διηγήσεις για την Ανάσταση του Ιησού είναι ασαφείς και ιστορικά ανακριβείς. Ακόμη, αυτές αναδεικνύουν την αλήθεια για την Ανάσταση του Ιησού μέσα από πολλά, μικρά και διαφορετικά αφηγήματα. Αυτά περιορίζουν ασφυκτικά τη δυνατότητα διαμόρφωσης ενός μεγάλου αφηγήματος και την απόπειρα οποιασδήποτε χειραγώγησης της αλήθειας της Ανάστασης του Ιησού. Τέλος, τα πολλά και μικρά αυτά αφηγήματα για την Ανάσταση του Ιησού προβάλλουν με τον καλύτερο τρόπο την επικαιρότητα της Κ.Δ. Στη σημερινή ύστερη νεοτερική εποχή τα μεγάλα αφηγήματα με τις μεγάλες αλήθειες αποδείχτηκαν κάλπικα. Αντίθετα, τα μικρά αφηγήματα με τις μικρές αλήθειες, όπως οι διηγήσεις για την Ανάσταση του Ιησού, ξανακερδίζουν τις καρδιές των ανθρώπων και δίνουν ελπίδα σε αυτούς.

Ανάσταση 0810-01

[1] Βλ. μεταξύ άλλων και E. Lohse, Επίτομη Θεολογία της Καινής Διαθήκης, 2002, 73εξ.· G. Theißen/A. Merz, Der historische Jesus, 415-446, ιδίως 435.

[2] Βλ. όμως R. Bultmann, Theologie des Neuen Testaments, 48, ο οποίος θεωρεί τον κενό τάφο ως θρύλο, επειδή ο Παύλος δεν αναφέρεται ρητά σε αυτόν. 

[3] Ρωμ 6,4.

[4]  Αναλυτικά, βλ. μεταξύ των άλλων, G. Theißen/A. Merz, Der historische Jesus, 415-446.

[5] «Multiple independent attestation».

[6] Ο U. Schnelle, Theologie des Neuen Testaments, 149, θεωρεί, παραθέτοντας και σχετική βιβλιογραφία, ότι η αναφορά του Πέτρου ως του πρώτου που είδε τον αναστημένο Ιησού σχετίζεται με την προβεβλημένη θέση που είχε ο Πέτρος στον πρώτο χριστιανισμό.

[7] Βλ. G. Theissen/A. Merz, Der historische Jesus, 431, οι οποίοι θεωρούν ότι μορφολογικά η εν λόγω αναγνώριση του Ιησού από την Μαρία Μαγδαληνή, καθώς και η αναγνώριση του Ιησού από τους δύο μαθητές του στο Εμμαούς (Λκ 24,13-35), είναι ένα λογοτεχνικό μοτίβο, το “μοτίβο αναγνώρισης” (ἀναγνώρισις Motiv). Με το μοτίβο αυτό περιγράφεται ότι τα εν λόγω πρόσωπα αναγνωρίζουν και ταυτοποιούν τον Ιησού από την διδασκαλία του και όχι από την ανθρώπινη μορφή που βλέπουν.

[8] Λκ 24,16.

[9] Σύμφωνα με το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο οι μαθητές δεν εγκαταλείπουν την Ιερουσαλήμ. Αντίθετα, επισημαίνεται ότι ο Ιησούς φροντίζει να μη χαθεί κανένας από αυτούς (Ιω 18,9). Επίσης αναφέρεται ότι ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού στέκεται μαζί με τις γυναίκες και με την μητέρα του Ιησού κάτω από τον σταυρό. 

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.