Αθανάσιος Τζιερτζής, Επιστροφή στην πατρώα θρακική γη: Η «τοποτηρητεία» του Μιχαήλ Κωνσταντινίδη στη Μητρόπολη Μαρωνείας

Πόλη_518

Η εισήγηση του Δρ. Θεολογίας του ΑΠΘ στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο για τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Μιχαήλ Κωνσταντινίδη (Χάλκη 1-2 Σεπτεμβρίου 2017)

Η ομογάλακτη με τον μακαριστό Μιχαήλ Κωνσταντινίδη καταγωγή από τη Θράκη αποτέλεσε την αφορμή να θελήσουμε να ασχοληθούμε με την ταραχώδη περίοδο, κατά την οποία ο γεννημένος το 1892 στη Μαρώνεια, κατά κόσμον Θουκυδίδης, φέρελπις κληρικός επέστρεψε στα γενέθλια χώματα καταξιωμένος ως αριστούχος πλέον απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης του έτους 1913-1914, υφηγητής και διδάσκαλος αντιστοίχως σε αμφότερες τις Σχολές της νήσου (και την Εμπορική), και υπότροφος του τότε Πατριάρχη Γερμανού Ε’ για περαιτέρω σπουδές στη Ρωσία, τις οποίες ανέκοψε το 1917 η Οκτωβριανή Επανάσταση, για να διακονήσει την εμπερίστατη Μητρόπολη Μαρωνείας κατ’ εντολή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Τα βεβιασμένα βιογραφικά σημειώματα που δημοσιεύθηκαν στον Τύπο την εποχή της κοίμησής του αλλά και οι μετ’  ολίγον μελέτες μνήμης που τα αντιγράφουν παρουσιάζουν μικρές χρονολογικές αποκλίσεις από την πραγματικότητα ή και εσφαλμένη σειρά των γεγονότων με εξαίρεση τον «Εθνικό Κήρυκα». Τοιουτοτρόπως λ.χ. κατά τον Σήφη Κόλλια ο Μιχαήλ εμφανίζεται να υπηρετεί στο Ιερό Ναό του Αγίου Στεφάνου από τις 6 Νοεμβρίου 1919 έως τις 2 Οκτωβρίου 1920, ενώ «Τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1920 ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν Πατριάρχη ὡς ἔξαρχος στὴν Ι. Μ. Μαρωνείας.», όταν ο θρόνος τελούσε από το 1918 με τον εξαναγκασμό σε παραίτηση του Πατριάρχη Γερμανού υπό καθεστώς χηρείας, ενώ τα καθήκοντα τοποτηρητή ασκούσε ο Προύσης Δωρόθεος.

Η αναδρομή στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια», το τότε επίσημο δημοσιογραφικό όργανο του Πατριαρχείου, αποκαθιστά την πραγματικότητα: «Τῇ δευτέρᾳ 4 τρέχοντος, ἀνεχώρησεν εἰς Γκιουμουλτζίναν ὁ ἐποπτεύων τὸ τμῆμα τοῦτο τῆς ἀπελεθερωθείσης ἐπίσης ἀπὸ βουλγαρικῆς τυραννίας ἐπαρχίας Μαρωνείας, ὁ πανοσλ. ἀρχιμ. κ. Μιχαὴλ Κωνσταντινίδης, μαθητὴς τῶν θεολογικῶν ἀκαδημιῶν Κιέβου καὶ Πετροπόλεως – ὁ πανιερ. μητροπολίτης Μαρωνείας κ. Μελισσηνὸς ἕνεκεν ἀσθενείας ἀδυνατεῖ νὰ μεταβῇ εἰς Μαρώνειαν, μένων ἐν Θάσῳ.», αναγράφει το φύλλο της 9ης Νοεμβρίου 1919.

Ο εκ Σαράντα Εκκλησιών Μελισσηνός Χριστοδούλου (1855-1920) που πριν την εκλογή του στη Μητρόπολη Μαρωνείας το 1914 είχε διατελέσει από το 1897 Επίσκοπος Παμφίλου και προϊστάμενος της κοινότητος Ταταούλων, είχε κατά το τρέχον έτος συμμετάσχει στο Ανώτατο Εκκλησιαστικό Δικαστήριο υπό την προεδρία του τότε Αθηνών Μελετίου Μεταξάκη που είχε εκδικάσει τις περιπτώσεις αντιβενιζελικών ιεραρχών, όπως του Μητροπολίτη Κρήτης Ευμενίου Ξηρουδάκη που απεβίωσε στη Χίο εξόριστος στις 3 Απριλίου 1920, και του μετέπειτα Αθηνών Ιωαννίνων Σπυρίδωνος Βλάχου, όπως καταγράφεται στο ίδιο περιοδικό έντυπο. Το γεγονός αυτό τον εντάσσει ανεπιφύλακτα στη βενιζελική παράταξη, παρόλο που εξαιτίας των εκλογών του στην ανώτατη βαθμίδα κληρικών πρέπει να ανήκε στη μερίδα των αντιιωακειμικών Πατριαρχών Κωνσταντίνου Ε’ και Γερμανού Ε’. Το γεγονός ότι και ο Μιχαήλ είχε γέροντα τον τότε Σελευκείας και μετέπειτα Θυατείρων Γερμανό Στρηνόπουλο από τους Δελλιώνες (Ortaköy) της Ανατολικής Θράκης, που παρόλο που είχε διοριστεί Σχολάρχης στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και είχε εκλεγεί επί Ιωακείμ Γ΄ Επίσκοπος, είχε χειροτονηθεί επί Κωνσταντίνου Ε’, στην εξόδιο ακολουθία του οποίου ο ίδιος είχε εκφωνήσει τον επικήδειο και πίσω από το Καθολικό της Μονής Αγίας Τριάδος ο Σμύρνης Χρυσόστομος σύντομο επιτάφιο λόγο, αλλά και το γεγονός ότι χειροτονήθηκε από τον κατεξοχήν αντιιωακειμικό Δέρκων Καλλίνικο, υποδηλώνει ότι και αυτός είχε ανδρωθεί στην παράδοση των αντιιωακειμικών, πόσο μάλλον όταν προωθήθηκε για σπουδές από τον Γερμανό Ε’.

Πόλη_306

Οι πρώτες προσπάθειες ανεύρεσης περαιτέρω πληροφοριών σε αρχεία και εφημερίδες της εποχής για τη δράση του Μιχαήλ στη Μητρόπολη Μαρωνείας δεν απέφεραν το ποθούμενο. Ωστόσο η μετέπειτα αναζήτηση στο Ιστορικό Αρχείο της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης απέδωσε τους πρώτους καρπούς που θα ρίξουν φως στην πρώτη περίοδο παραμονής και δραστηριοποίησης του Μιχαήλ στη Μητρόπολη Μαρωνείας, ενώ βοηθούν και στην αποκωδικοποίηση της στάσης του.

Συνολικά βρέθηκαν ανέκδοτες τέσσερις επιστολές του Κωνσταντινίδη και μία του Μητροπολίτη Μαρωνείας Μελισσηνού που αναφέρεται σε αυτόν. Η πρώτη με ημερομηνία 1 Μαΐου 1920 αφορά σε αίτημα του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γενναδίου που διατυπώθηκε επιστολικώς στις 28 Απριλίου και σχετίζεται με το τοπικό Ορφανοτροφείο: «[…] γνωρίζω ὑμῖν ὅτι τὸ ὀρφανοτροφεῖον Γκιουμουλτζίνης δέχεται κυρίως τὰ ὀρφανὰ πατρός τε καὶ μητρός∙ ὅσον ἀφορᾷ δὲ τὰ ὀρφανὰ μόνον πατρός, ἐκ τούτων, ὑπαρχόντων παρά τινι χήρᾳ πλειόνων τῶν τεσσάρων, γίνεται δεκτόν μόνον ἕν. Τοιουτοτρόπως δὲ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνῃ τι ὑπὲρ τῆς ἐν λόγῳ πρόσφυγος καίπερ οὔσης μοι γνωστῆς, ἅτε ἐκ τῆς πατρίδος μου Μαρωνείας ὁρμωμένη.», απαντούσε ο Μιχαήλ αποδεικνύοντας ούτως την τυπικότητά του και την τήρηση του υφιστάμενου καταστατικού χωρίς καμία παρέκκλιση, παρόλο που η αίτηση είχε υποβληθεί από τον τότε πρόεδρο του Αρχιερατικού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου που έδρευε στη Θεσσαλονίκη. Συμπτωματικώς στις 17 Μαΐου 1920, λίγες ημέρες μετά την κατάληψη της Θράκης από τις ελληνικές αρχές δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Θεσσαλονίκης μονόστηλο αφιέρωμα στο Ορφανοτροφείο της πόλης και στους δωρητές του, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν τόσο ο Μητροπολίτης Μαρωνείας Μελισσηνός όσο και ο Αρχιερατικός Επίτροπος Μιχαήλ Κωνσταντινίδης. Ωστόσο ένα χρόνο αργότερα η κριτική που ασκήθηκε στον υπουργό Βοζίκη για κατάργηση επτά ορφανοτροφείων αποσκοπώντας στην περικοπή των δαπανών προκάλεσε την απάντηση του Γραφείου Τύπου Θράκης με απολογισμό για έκαστο εξ αυτών: το «Ὀρφανοτροφεῖον Γκιουμουλτζίνης. Περιελάμβανεν 130 ὀρφανὰ, ἀπεστάλησαν εἰς τὰς ἑστίας των 43 καὶ παραμένουσιν 88 πάντα ἄρρενα. Μηνιαία δαπάνη δι’ ἑκαστον ὀρφανὸν δρ. 155,35 ο)ο».

Οι επόμενες επιστολές προς τον Θεσσαλονίκης Γεννάδιο αφορούν σε αιτήματα της εκκλησιαστικής καθημερινότητας του Μιχαήλ πρακτικής φύσεως. Ο κληρικός εξομολογείται στις 5 Μαΐου 1920 τη χρεία δύο ιερέων για χωριά της περιφερείας Γκιουμουλτζίνας και θερμοπαρακαλούσε, αν υπήρχαν τέτοιοι διαθέσιμοι ή τυχόν έρχονταν από αλλού, να τους προτρέψει να πάνε εκεί. Μάλιστα ως δέλεαρ επικαλείται επιπλέον χρήματα και τρόφιμα: «Εἰς ἕν ἐκ τῶν χωρίων τούτων ἐκτὸς τοῦ μισθοῦ καὶ τῶν τυχηρῶν ὁ ἱερεὺς θὰ λαμβάνει παρὰ τῶν χωρικῶν καὶ 40 ὀκάδες ἀραβοσίτου ἐξ ἑκάστης οἰκογενείας».

Στην επόμενη επιστολή στις 16 Ιουλίου 1920 ο Μιχαήλ αναφερόταν στο χρόνιο πρόβλημα της Εξαρχίας και στην επιτυχία μεταστροφής πολλών στη Μητέρα Εκκλησία: «Ἐπειδὴ τὰ Βουλγαρικὰ χωρία τῆς περιφερείας ἡμῶν ἀθρόα προσέρχονται εἰς τοὺς κόλπους τῆς ἡμετέρας Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπογράφοντας λίβελλον, δι’ οὗ ἀποσείουνε τὴν πλάνην τῆς Σχισματικῆς Βουλγαρικῆς Ἐκκλησίας, θερμῶς παρακαλῶ τὴν ὑμετέραν παναγιότητα ὅπως Αὕτη εὐαρεστουμένη διατάξῃ νὰ μᾶς ἀποσταλῶσιν ἅγια ἀντιμήνσια καθόσον εὑρισκόμεθα εἰς δύσκολον θέσιν μὴ δυνάμενοι νὰ τελέσωμεν λειτουργίαν ἐν ταῖς Ἐκκλησίαις τῶν προσχωρησάντων Βουλγαρικῶν χωρίων». Το γεγονός επιβεβαίωνε αργότερα και δημοσίευμα του περιοδικού «Γρηγορίου Παλαμά», το οποίο επικαλείτο και τη βεβαίωση του αρχιερατικού επιτρόπου που προσφάτως είχε διέλθει από τη Θεσσαλονίκη, κάνοντας λόγο για 27 χωριά της Δυτικής Θράκης. Με αφορμή τη μεταστροφή αυτή η Πατριαρχική Σύνοδος εξέδωσε σχετική εγκύκλιο στις 21 Σεπτεμβρίου 1920.

Στην τελευταία του επιστολή στις 10 Νοεμβρίου ο Μιχαήλ απέστειλε στον Γεννάδιο κλήση του Πνευματικού Δικαστηρίου της Μητροπόλεως Μαρωνείας με την παράκληση να τη δημοσιεύσει στην εφημερίδα «Μακεδονία» σε τρία συνεχή φύλλα της και την αποστολή της απόδειξης πληρωμής, μία πρακτική που είθισται στο τέλος εκάστου τεύχους της «Εκκλησιαστικής Αλήθειας». Πράγματι η τριπλή δημοσίευση ανιχνεύθηκε στα φύλλα της 14ης, 15ης και 16ης Νοεμβρίου 1920. Το σημαντικό σε αυτή την επιστολή είναι ο τρόπος υπογραφής, τον οποίο ο Μιχαήλ αλλάζει: υπογράφει πλέον ως «Ὁ Γενικὸς Ἐπίτροπος τῆς Ἐπαρχίας Μαρωνείας», ενώ στις τρεις προηγούμενες ως απλός αρχιμανδρίτης. Ο λόγος για αυτή την αλλαγή είναι ότι έχει μεσολαβήσει η κοίμηση του Μητροπολίτη Μαρωνείας Μελισσηνού στις 3 Οκτωβρίου 1920, η οποία θα προκαλέσει ανακοίνωση στις εφημερίδες της Θεσσαλονίκης «Μακεδονία» και «Νέα Ἀλήθεια» με ψήφισμα της Εφοροδημογεροντίας υπό την προεδρία του Μιχαήλ για τριήμερη αργία των σχολείων και πένθιμες κωδωνοκρουσίες μεταξύ άλλων.

Ο ίδιος, καταγεγραμμένος το 1920 στον κατάλογο συνεργατών του περιοδικού «Γρηγόριος Παλαμάς», θα παρέμβει δημοσίως τον Νοέμβριο με το κείμενο «Ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ἄρθρου ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΑΓΑΜΙΑ. ΥΠΟ ΑΡΧ. ΓΕΡΜΑΝΟΥ ΧΡΗΣΤΙΔΟΥ» για ένα ζήτημα αμιγώς εκκλησιαστικό. Ο Μιχαήλ απαντούσε στον εκ Φλωρίνης αρχιμανδρίτη, ο οποίος επικαλείτο κανόνες της Εκκλησίας και περιχαρακωνόταν σε παραδοσιακές θέσεις. Η δημόσια αντιπαράθεση συνεχίστηκε σε δεύτερο γύρο με ανταπαντήσεις εκατέρωθεν  στις αρχές του 1921 («Ἐν Φλωρίνῃ τῇ 28ῃ Ἰανουαρίου 1921» και «Ἐν Γκιουμουλτζίνῃ τῇ 5 Μαρτίου 1921»). Παρόλο που ο Χρηστίδης συνέχισε να αρθρογραφεί στο περιοδικό της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης για άλλα θέματα, ο Κωνσταντινίδης αποφασίζει να σιωπήσει, ενδεχομένως και εν μέσω των εκκλησιαστικών αναταραχών με την καθαίρεση του Μελετίου Μεταξάκη από Αθηνών, τη μετέπειτα επεισοδιακή και αμφισβητούμενη εκλογή του στον Οικουμενικό Θρόνο ως εξωκλιματικού, αλλά και τη συνέχιση των διχαστικών πολιτικών που οδήγησαν στην τραγωδία του ’22 και την προσφυγιά  εκατομμυρίων ανθρώπων. Ωστόσο η παρέμβαση αυτή πρέπει να συνεξεταστεί μαζί με τη δημόσια αρθρογραφία ήδη από το 1919 στο ίδιο περιοδικό με τη συμμετοχή του Θεσσαλονίκης Γενναδίου, του Βερροίας Καλλινίκου, του Μαρωνείας Μελισσηνού, του Διδυμοτείχου Φιλαρέτου, του Αίνου Ιωακείμ, του Εφέσου Ιωακείμ και του Μεγάλου Οικονόμου και Πρωτοπρεσβυτέρου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Κωνσταντίνου Καλλίνικου εξ Αλατσάτων για το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων στην Εκκλησία σε μία επερχόμενη Σύνοδο.

Πόλη_525

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η επιστολή με αποστολέα τον Μαρωνείας Μελισσηνό που απεστάλη προς τον Γεννάδιο από τη γενέτειρά του Σαράντα Εκκλησιές στις 7 Σεπτεμβρίου 1920. Σε αυτή ανέφερε ότι είχε παραλάβει το έγγραφο του Υπουργείου Εκκλησιαστικών (με ημερομηνία 22 Αυγούστου) «δι’ οὗ προσκαλοῦνται οἱ Σεβ. Ἀρχιερεῖς τῶν νέων χωρῶν νὰ παρουσιασθῶσιν εἰς τὸν ἐπίσημον ἑορτασμὸν τῆς συνάψεως τῆς εἰρήνης ἐν τῷ Παναθηναϊκῷ σταδίῳ, διὰ τελέσεως πανδήμου δοξολογίας.». Ευχαριστώντας για την τιμητική πρόσκληση και δηλώνοντας αδυναμία προσέλευσης λόγω «ἀκρασφαλοῦς» υγείας ανακοίνωνε ότι «Ἀποφάσει δὲ τοῦ ἀντιπροσώπου τῆς Κυβερνήσεως καὶ τῇ γνώμῃ τῆς Δημογεροντίας, ἀποστέλλεται νὰ παραστῇ εἰς τὴν ἑορτὴν ὁ διευθύνων τὴν Ἱερὰν Μητρόπολιν Μαρωνείας Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτης Μιχαὴλ Κωνσταντινίδης, ἵνα ἀντιπροσωπεύσῃ αὐτὴν.». Το έγγραφο του υπουργού επί των Εκκλησιαστικών Δ. Δίγκα, το οποίο διαβιβάστηκε από τον Αθηνών Μελέτιο με συνοδευτική τηλεγραφική πρόσκληση του ιδίου δημοσιεύθηκε και στο περιοδικό «Γρηγόριος Παλαμάς». Πρόκειται για τους εορτασμούς της 14ης Σεπτεμβρίου 1920 με αφορμή την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης, όπου παρέστησαν τόσο ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος όσο και ο νεαρός βασιλεύς Αλέξανδρος∙ λίγο καιρό μετά οι ραγδαίες εξελίξεις θα ανατρέψουν το κλίμα ευφορίας με την αιφνίδια θανή του τελευταίου δημιουργώντας εκ νέου πολιτειακό ζήτημα όσο και την ήττα του πρώτου στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920.

Παρόλο που οι τέσσερις πρώτες επιστολές του Μιχαήλ δεν αναφέρονται καθόλου στις γεωπολιτικές εξελίξεις, ο ίδιος έχει ξεκάθαρη στάση απέναντι στη διάδοχη κατάσταση, όπως διαφαίνεται από τη φωτογραφία υποδοχής κατά την ημέρα κατάληψης της Γκιουμουλτζίνας και του Δεδέαγατς την Πέμπτη 14 Μαΐου 1920. Και αυτό καθρεφτίζεται στον λόγο του αρχιερατικού επιτρόπου μετά τη δοξολογία για την επέτειο του Σκρα τρεις ημέρες αργότερα, όπως τον μεταφέρουν εξ ακοής τα έντυπα της εποχής, όπου μιλούσε για την πτώση του Βυζαντίου επικαλούμενος τους παραμυθητικούς στίχους του γνωστού δημοτικού άσματος και πλέκοντας το εγκώμιο του αρχηγού της φυλής. Ήδη τις πρώτες αυτές ημέρες ενθουσιασμού θα προστρέξει επιστρέφοντας από την Ευρώπη για το ζήτημα της επαρχίας του ο συμπατριώτης του Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, ο οποίος καθαγίασε τον μέχρι πρότινος κατεχόμενο από τους σχισματικούς Βουλγάρους ναό του αγίου Γεωργίου. Στα επιστολόχαρτά του όμως ο Μιχαήλ τηρεί μία στάση σιγής και αναμονής σε αντίθεση με τον ενθουσιωδέστερο αυτού πολιό Μαρωνείας Μελισσηνό, ο οποίος τυπώνει πάνω από την ονομασία της Μητρόπολης τον τίτλο της νέας κρατικής υπόστασης.

Πόλη_514

Σε αυτή την κρίσιμη, ασταθή και ευμετάβλητη περίοδο του Εθνικού Διχασμού με την έξαρση των παθών που εκδηλώνονται παρά τη διπλωματική επιτυχία της Συνθήκης των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920), με διώξεις αντιφρονούντων στον χώρο της Εκκλησίας ή ωμές εκκαθαρίσεις στο πεδίο της πολιτικής, όπως η απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών (30 Ιουλίου 1920), ή η δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη την επομένη στην Αθήνα, ο Μιχαήλ επιλέγει να εφαρμόσει το ρητό «Κρεῖττον τὸ σιγᾶν», πόσο μάλλον όταν οι εθνικές ή ξένες προπαγάνδες περί αυτονομίας αλλά και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις με αντίποινα σε άμαχο πληθυσμό και ιερά μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως στον ιστορικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη Νίκαια της Βιθυνίας, ενδέχεται να ανατρέψουν την κατάσταση και την τύχη της περιοχής. Και όταν οι περιστάσεις επιβάλλουν τη διαρρύθμιση των ορίων της επαρχίας για τη δημιουργία της Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως και την εκλογή του από Βιζύης Ανθίμου στη Μητρόπολη Μαρωνείας το 1922, ενώ η φυσιολογική πορεία της τριάχρονης και πλέον επιτροπείας του Μιχαήλ θα οδηγούσε φυσιολογικά στην εκλογή του ως Μητροπολίτη στη γενέτειρά του, επικαλείται ασθένεια σύμφωνα με το φύλλο της 3ης Δεκεμβρίου 1922 της «Ἐκκλησιαστικῆς Ἀλήθειας», για να κατέλθει στον Πειραιά και να αναλάβει μετά από εξάμηνο την πρωτοσυγκελία δίπλα στον νεοκλεγέντα Αθηνών Χρυσόστομο Παπαδόπουλο σύμφωνα με το φύλλο της 23ης Ιουνίου 1923 (πριν δηλ. την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης στις 24 Ιουλίου 1923), και λίγο αργότερα να παραλάβει το απολυτήριο από το Πατριαρχείο. «Ἄλλαι μὲν βουλαὶ ἀνθρώπων, ἄλλα δὲ Θεὸς κελεύει»∙ τον απλοϊκό εκ Θράκης Μιχαήλ, όπως φανερώνει η φωτογραφία κατά την αναμονή του βασιλέως Παύλου για τα εγκαίνια του Ισθμού της Κορίνθου, δεν θα κρατήσει ούτε η πρωτεύουσα του εθνικού κράτους της συνθήκης της Λωζάνης, όπως μετασχηματίζεται μετά το ’22 με τη μετεγκατάσταση των προσφύγων από την ανατολική πλευρά του Αιγαίου, ούτε το πολύβουο Λονδίνο με τον εκεί Καθεδρικό της Αγίας Σοφίας και τον γέροντά του Θυατείρων Γερμανό, ούτε η Μητρόπολη Κορίνθου, στην οποία εκλήθη από τον Αθηνών Χρύσανθο τον από Τραπεζούντος, και το βήμα του Αποστόλου Παύλου, τον οποίο τόσο αγάπησε και επικαλείτο∙ για να υπερασπιστεί τα δίκαια του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Ελληνισμού συνομιλώντας με τους εκάστοτε προέδρους των ΗΠΑ, επέπρωτο άνωθεν να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής ο εκ Μαρωνείας Μιχαήλ Κωνσταντινίδης.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.