Επικήδειος Λόγος κατά τη νεκρώσιμη ακολουθία υπέρ αναπαύσεως της ψυχής της αναπλ. Καθηγήτριας Μαρίας Καζαμία-Τσέρνου

Του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αρκαλοχωρίου, Καστελίου και Βιάννου καθηγητού κ. Ανδρέα Νανάκη

d90_59Αποχαιρετάμε σήμερα συνάδελφο εκλεκτή, άνθρωπο λαμπρό, επιστήμονα δόκιμο.

Πατέρες και αδελφοί, χριστιανοί και Χριστιανές, κε Κοσμήτορα, κε Πρόεδρε, αγαπητοί Συνάδελφοι, κοι Ομότιμοι Καθηγητές,

Αποχαιρετούμε και δίνομε τελευταίο ασπασμό στο σώμα της αείμνηστης Μαρίας Καζαμία, όπου ενοικούσε η πνοή του Θεού, η ψυχή της Μαρίας, το πνεύμα της, το οποίο οδεύει πλέον εις τας αιωνίους μονάς, πέριξ του Θρόνου της δόξης του αϊδίου φωτός. Του Κυρίου Αναστάντος Χριστού, του νικητή του θανάτου. Η αείμνηστη Μαρία υπήρξε γυναίκα με ισχυρή προσωπικότητα. Έντιμη και ειλικρινής. Ανυπόκριτη και αυθόρμητη. Ασυμβίβαστη. Με δυνατή, ατσάλινη θέληση. Εξέφραζε τη βούλησή της, κατέθετε τη γνώμη και άποψή της και έτσι πορευόταν με ήσυχη τη συνείδησή της.

Ο Κύριος του θανάτου και της ζωής θα περιθάλπει τη ρωμαλέα ψυχή της Μαρίας, δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, το όνομα της Οποίας έφερε και τιμούσε. Έφυγε από τα καθ’ ημάς σωματικώς, όμως θα μετέχει μεθ’ ημών εν πνεύματι. Γι’ αυτό έχει ανάγκη, όπως κάθε ψυχή, της προσευχής μας. Κι εκείνη βέβαια θα ανταποκρίνεται στις προσευχητικές μας ικεσίες και στα μνημόσυνά μας με τις δικές της δεήσεις.

Η Μαρία εξομολογείτο. Είχε πνευματικό αγιορείτη Γέροντα. Έφυγε πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους, όμως στη φωτεινή τροχιά του επίγειου βίου της, έφερε στην ζωή και διαπαιδαγώγησε εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου τους δύο γιους της, Κυριάκο και Πάρη, για τους οποίους, όπως και για το σύζυγό της Γιάννη, υπήρξε υπερήφανη. Άφησε ένα σπουδαίο επιστημονικό έργο. Διαχειρίστηκε με δεξιότητα τα ζητήματα του Τομέα Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Χριστιανικής Γραμματείας και Τέχνης, διευθύντρια του οποίου επί διετία διετέλεσε, ενώ συμμετείχε ενεργά στα δρώμενα του  Τμήματος Θεολογίας και της Θεολογικής Σχολής.

Έλαβε το πτυχίο της Αρχαιολογίας από τη Φιλοσοφική Σχολή και συνέχισε τις σπουδές της στη Θεολογική Σχολή, όπου τα τελευταία χρόνια υπηρέτησε Αναπληρώτρια Καθηγήτρια. Η Μαρία ζούσε μέσα στο φως του Χριστού, δηλαδή φωτοδοτείτο εκ του ανεσπέρου φωτός του Αναστάντος Χριστού. Η φωτεινή ψυχή της θα πορεύεται αιωνίως στη χώρα του Αχωρήτου «ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος». Εκεί συναντάται μετά του προσφιλούς πατρός της Ιωάννη, απόστρατου αξιωματικού του στρατού, τον οποίο όχι μόνο αγαπούσε και θαύμαζε, αλλά όπως μου έλεγε ατένιζε στο γραφείο της τη φωτογραφία του, δια να την παιδαγωγεί να την ελέγχει και να την καθοδηγεί στην καθημερινότητά της.

Ανέπτυξε διαπροσωπικές ειλικρινείς σχέσεις με τους συναδέλφους της και τους φοιτητές της και είχε κερδίσει την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη τους. Αντιμετώπισε την ασθένειά της με υπομονή, καρτερία και προσευχή. Εξομολογήθηκε πριν φύγει, μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων δύο φορές τις τελευταίες ημέρες και επικαλείτο διαρκώς τη χάρη και το έλεος του Κυρίου μας, ο Οποίος θα την τάξει εν σκηναίς δικαίων.

Συλλυπούμεθα εγκαρδίως την οικογένειά της, τη μητέρα της Μαγδαληνή, τον σύζυγο και τα παιδιά της και τον αδελφό της Παντελή, με την πεποίθηση ότι «ο και νεκρών και ζώντων την εξουσίαν έχων» έχει οδηγήσει τη Μαρία εκ των λυπηροτέρων προς τα χρηστότερα και θυμηδέστερα».

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.