Ο χαιρετισμός του Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, Καθηγητή Μιλτιάδη Κωνσταντίνου στην έναρξη του Θερινού Σχολείου για τα Δικαιώματα του Παιδιού και της Γυναίκας

Αγιασμός_40Μια εύκολη προσέγγιση του θέματος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από χριστιανική σκοπιά θα μπορούσε να περιλαμβάνει την παράθεση ορισμένων χωρίων από τη Βίβλο που αναφέρονται στην αξία του ανθρώπου και έτσι, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αποδειχτεί η απόλυτη συμφωνία της Εκκλησίας στην προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Μεθοδολογικά όμως μια τέτοια προσέγγιση προσκρούει σε μια μεγάλη δυσκολία, καθώς, παρ’ όλο που το ενδιαφέρον για την αξία του ανθρώπου αποτελεί κοινή βάση όλων σχεδόν των θρησκειών, ιδιαίτερα των λεγόμενων «αποκεκαλυμμένων», τα ανθρώπινα δικαιώματα ως πολιτική διεκδίκηση της ελευθερίας και της ισότητας εμφανίστηκαν κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα στρέφονταν ενάντια στις διάφορες θρησκευτικές κοινότητες. Είναι γνωστές από την ιστορία οι αμφίπλευρες προκαταλήψεις και παρανοήσεις ανάμεσα στις θρησκευτικές ηγεσίες και στους εκπροσώπους του Διαφωτισμού και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, που ως ένα βαθμό εξακολουθούν να επικρατούν μέχρι σήμερα.

An easy approach to the issue of human rights from a Christian perspective might include citing of certain passages from the Bible that refer to human dignity, and thereby the ultimate alignment of the Church in defense of human rights will be proven. However, such an approach encounters a great methodological difficulty, since although the interest in human value is a common basis of almost all religions, especially the so-called “revealed”, the human rights movement as a political demand of freedom and equality emerged under specific historical conditions and even for a long time was directed against different religious communities. Bilateral prejudices and misunderstandings between religious leaders and representatives of the Enlightenment and human rights are well known through historical evidence; these to some extent still prevail today.

Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο στον ελληνικό – ορθόδοξο χώρο. Βέβαια, αν κρίνει κανείς με βάση τους αριθμούς, τα πράγματα στην Ελλάδα φαίνεται να είναι αρκετά ικανοποιητικά από την άποψη του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σημαντικές προσπάθειες, αν και όχι πάντοτε με ιδιαίτερη επιτυχία, καταβάλονται και στο ζήτημα της αντιμετώπισης των θρησκευτικών μειονοτήτων. Αρκετά ανησυχητικό είναι, παρ’  όλα αυτά, το φαινόμενο της κριτικής που ασκείται τελευταία από το χώρο ακόμη και της ακαδημαϊκής ορθόδοξης Θεολογίας απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία εμφανίζονται ως ξενόφερτα, ισοπεδωτικά και, βέβαια, κατώτερης αξίας μπροστά στις υπέρτερες αξίες των τοπικών παραδόσεων, της Ορθοδοξίας, κλπ.

This is particularly true in the Greek – Orthodox world. However, judging by official numbers, things in Greece appear to be quite satisfactory concerning human rights. Significant efforts, though not always greatly successful, are also being made regarding the issue of management of religious minorities. Quite upsetting is, nevertheless, the phenomenon of the criticism to human rights, that recently appears, even in academic orthodox theological circles; the belief that human rights are not compatible with the values of the Orthodox tradition, which is far superior to the ideas of the Enlightenment, is dominant within those circles.

Από την άποψη αυτή μια επανερμηνεία των ιερών κειμένων της πίστης θα ήταν ίσως χρήσιμη ως βάση για αυτοκριτική και επανεξέταση της στάσης των χριστιανών με βάση τις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής. Ένας θεολογικός προβληματισμός προς την κατεύθυνση αυτήν από χριστιανικής πλευράς θα μπορούσε αναμφίβολα να αρχίσει από μια νέα προσέγγιση και κατανόηση της “κατ’ εικόνα Θεού” δημιουργίας του ανθρώπου που περιγράφεται  στο πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως. Το βιβλικό αυτό κείμενο προσφέρει μια θαυμάσια ευκαιρία για θεολογική τεκμηρίωση της ισότητας όλων των ανθρώπων. Το ίδιο ισχύει και για τον όγδοο ψαλμό, όπου με πολύ δυνατή ποιητική γλώσσα περιγράφεται η αξία του ανθρώπου ως οντότητας ελάχιστα κατώτερης από τον ίδιο τον Θεό (Ψαλμοί η΄ 6-7). Ιδιαίτερη προσπάθεια θα πρέπει να καταβληθεί για νέες προσεγγίσεις αφηγήσεων που αναφέρονται στην αναγνώριση του Θεού από ανθρώπους που δεν ανήκουν στον λαό της Διαθήκης, όπως π.χ. το επεισόδιο μεταξύ Αβραάμ και Μελχισεδέκ, η ιστορία της Ρουθ, του Ιωνά, κλπ, οι οποίες μέχρι σήμερα ερμηνεύονταν αποκλειστικά χριστολογικά. Στην Καινή Διαθήκη το θέμα της ισότητας των ανθρώπων διακηρύσσεται ακόμη σαφέστερα με τη διδασκαλία για υιοθεσία των ανθρώπων από το Θεό. Ως σωσμένα από τον Χριστό παιδιά του Θεού οι άνθρωποι είναι όλοι ίσοι και οι διαφορές μεταξύ ιουδαίων και ελλήνων, ελευθέρων και σκλάβων, ανδρών και γυναικών εξαφανίζονται (Γαλ. γ΄ 28). Αφορμές για παραπέρα προβληματισμό προσφέρουν και εδώ αφηγήσεις, όπως αυτή που αναφέρεται στην πίστη του ρωμαίου εκατόνταρχου (Ματθ. η΄ 5εξ) ή της Χανααναίας γυναίκας (Ματθ. ιε΄ 21εξ) ή στο όραμα του Πέτρου στο σπίτι του Κορνήλιου (Πράξ. ι΄ 1εξ) και ακόμη στη συμπεριφορά του Παύλου στην Έφεσο και στην Αθήνα (Πράξ. ιζ΄ 15 και ιθ΄ 1εξ).

In this respect, a reinterpretation of the sacred texts of faith could be useful as a basis for self-criticism and review of the attitude of Christians to the requirements of modern times. A theological reflection in this direction from a Christian point of view could certainly start from a new approach and understanding of the «in image and likness of God» creation of humanity described in the first chapter of Genesis. This biblical text offers a wonderful opportunity for theological documentation of the equality of all people. The same is true for the eighth psalm, where the value of the human as an entity little lower than God himself (Psa 8:6-7) is described with very strong poetic language. Particular effort should be made for the establishment of new approaches to the narratives that recount the recognition of God from people who do not belong to the covenant people, eg the episode between Abraham and Melchizedek, the story of Ruth, of Jonah, etc., which have until now been interpreted exclusively Christological. In the New Testament the issue of equality of men is proclaimed even more clearly by the teaching of adoption of humans from God. As children of God saved by Christ all people are equal and the differences between Jews and Greeks, slaves and free, men and women disappear (Gal 3:28). A starting point for further reflection is also offered here, by narratives, that recount the faith of the Roman centurion (Mat 8:5ff) or of the Canaanite woman (Mat 15:21ff) or the vision of Peter in the house of Cornelius (Act 10:1ff) even Paul’s behavior in Ephesus and Athens (Act 17:15 and 19:1ff).

Η ανάγκη επανεξέτασης των ιερών κειμένων δεν είναι άγνωστη ούτε στη Βίβλο ούτε στην ιστορία της Εκκλησίας. Ήδη ο αρχαιότερος των «συγγραφέων» προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, ο Αμώς, καθιστά κεντρικό στοιχείο του κηρύγματός του την αναθεώρηση των παλιότερων αντιλήψεων του λαού για τη σχέση του με τον Θεό. Ίσως το πιο επαναστατικό για τα δεδομένα της εποχής του στοιχείο βρίσκεται στις κατά των γειτονικών προς τον Ισραήλ λαών προφητείες του. Το μέτρο, με το οποίο ο παγκόσμιος Θεός κρίνει τους ανθρώπους, δεν είναι η σχέση των ανθρώ­πων με τον Θεό, αλλά οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους. Οι Αραμαίοι, Φοίνικες, Φιλισταίοι και οι άλλοι λαοί δεν κατηγορούνται επειδή αγνοούν τον Γιαχβέ ή για την ειδωλολατρία τους κ.τ.ό., αλλά επειδή φέρθηκαν με απάνθρωπη σκληρότητα στους εχθρούς τους. Και ακόμη πιο καταπληκτικό είναι το ότι το ίδιο μέτρο εφαρμόζεται και για την κρίση του Ισραήλ και του Ιούδα.

The need for a review of the sacred texts is not unknown neither in the Bible nor in the history of the Church. Going back to the oldest of the “authors” of the Old Testament prophets, prophet Amos, we can notice that he makes a central element of his preaching the review of older perceptions of people about his relationship with God. Perhaps the most revolutionary element for his era is included in his prophecies against the neighboring to Israel peoples. The measure to which the global God judges people, is not the relationship of humans with God, but that of humans relationships between them. The Aramaians, the Phoenicians, the Philistines and other peoples are not charged because they ignore Yahweh or because of their idolatry, but because they treated their enemies with inhuman cruelty. And even more amazing is that the same measure applies to the judgment of Israel and Judah.

Από τη σύντομη αυτή ανάλυση προκύπτει σαφώς ότι η Βίβλος προσφέρει δυνατότητες για θεολογική τεκμηρίωση της στράτευσης των χριστιανών υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το πρόβλημα είναι αν οι ηγεσίες των θρησκειών είναι σε θέση να συνεργαστούν μεταξύ τους για το καλό της ανθρωπότητας ή θα συνεχίσουν να αποτελούν παράγοντα διαίρεσης των ανθρώπων. Ελπίζοντας ότι οι εργασίες της Ομάδας σας στη Θεσσαλονίκη θα προσφέρουν αρκετό υλικό στις Εκκλησίες τις οποίες εκπροσωπείτε σας καλωσορίζω στη Θεολογική Σχολή και εύχομαι επιτυχία στις δραστηριότητές σας.

A clear conclusion can be drawn from the above brief analysis; the Bible offers opportunities for theological documentation for the engagement of Christians in favor of human rights. The problem is whether the leaders of religions are able to work together for the sake of humanity or they will continue to function as a dividing factor between the people. Hoping that the work of your group in Thessaloniki will provide enough material for the Churches you represent, I welcome you at the Faculty of Theology and I wish success in your activities.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.