Έπαινος (Εργογραφία) του επίτιμου διδάκτορα του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ κ. Γρηγορίου Λαρεντζάκη από τον αναπληρωτή καθηγητή Στυλιανό Τσομπανίδη

241

Αξιότιμοι και εκλεκτοί παρευρισκόμενοι,

Πριν από ένα μήνα (16/04/2016) ο οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο πάπας Φραγκίσκος και ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, υπέγραψαν Κοινή Διακήρυξη στη Λέσβο, μέσω της οποίας καλούν τη διεθνή κοινότητα να ανταποκριθεί με θάρρος στην αντιμετώπιση της τεράστιας προσφυγικής, ανθρωπιστικής κρίσης και των βαθύτερων αιτίων της. Στη Διακήρυξη δήλωσαν ότι θα εντείνουν τις προσπάθειές τους για την προώθηση της πλήρους ενότητας όλων των Χριστιανών και επιβεβαίωσαν -παραπέμποντας στην Οικουμενική Χάρτα (Charta Oecumenica) των ευρωπαϊκών Εκκλησιών του 2001- την πεποίθησή τους ότι η «συμφιλίωση (μεταξύ των Χριστιανών) περιλαμβάνει την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης εντός και μεταξύ όλων των λαών … Μαζί, θα κάνουμε το χρέος μας, ώστε να προσφέρουμε στους μετανάστες, τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, μία ανθρώπινη υποδοχή στην Ευρώπη». Η Οικουμενική Χάρτα είναι το πρώτο κοινό κείμενο όλων των ευρωπαϊκών Εκκλησιών, το οποίο περιέχει «βασικές υποδείξεις για τη συνεργασία των Εκκλησιών στην Ευρώπη», και αποτελεί καρπό τετραετούς εντατικής συνεργασίας μεταξύ του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών και του Συμβουλίου των Ρωμαιοκαθολικών Επισκοπικών Διασκέψεων της Ευρώπης.

Ο καθηγητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης, που τιμάται απόψε από το Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ήταν μέλος της επιτροπής που συνέταξε το κείμενο της Χάρτας και ο πρωτοστάτης των οικουμενικών εκδηλώσεων που οδήγησαν σε αυτό. Η γραφίδα του φαίνεται ξεκάθαρα στη βασική αφετηρία και στο πνεύμα του κειμένου, ήδη από τον Πρόλογο, όταν γίνεται λόγος για το σεβασμό και την προστασία της αξιοπρέπειας του ανθρώπινου προσώπου, ως κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δημιουργήματος του Θεού, και μετά σε κεντρικό σημείο του κειμένου στην αναφορά για την απόλυτη ισοτιμία όλων των ανθρώπων. Η θέση αυτή, που την επαναλαμβάνει στα έργα του πολλές φορές, δεν αποτελεί, όπως εξηγεί ο ίδιος, μόνο δική του ορθόδοξη πεποίθηση, αλλά χριστιανική πίστη για την οποία οι χριστιανοί χρειάζεται να δώσουν ζωντανή και συνεπή μαρτυρία.

Λαρεντζάκης_111

Αυτή η θέση διαπερνά πλέον επίσημα πανορθόδοξα κείμενα και είναι η θέση που ο καθηγητής Λαρεντζάκης υποστήριξε σε μαθήματα, διαλέξεις, παρεμβάσεις σε διεθνή συνέδρια, ως μέλος οικουμενικών επιτροπών, και με αυτή μπόλιασε συνειδήσεις, κοινά διαχριστιανικά κείμενα και γονιμοποίησε τον δημόσιο και τον οικουμενικό διάλογο. Η ίδια θέση είναι παρούσα και στο Μήνυμα της πρώτης μεγάλης συνάντησης καθολικών, ορθοδόξων και προτεσταντών μετά το μεγάλο σχίσμα του 11ου αιώνα, της Πρώτης Πανευρωπαϊκής Οικουμενικής Συνέλευσης της Βασιλείας στην Ελβετία, με θέμα «Ειρήνη εν Δικαιοσύνη» (Μάιος 1989), για το οποίο ο τιμώμενος ήταν μέλος και εκεί της συντακτικής επιτροπής.

Κυρίες και κύριοι,

Λαρεντζάκης_373

Είθισται ο έπαινος (laudatio) των επιτίμων διδακτόρων ενός Πανεπιστημίου να περιλαμβάνει μια καταγραφή των ακαδημαϊκών τους επιτευγμάτων, όχι όμως τόσο με τη στενή έννοια της συγγραφικής τους παραγωγής όσο κυρίως και με την ευρύτερη, της συμβολής τους στο επιστημονικό τους πεδίο, καθώς και στον άνθρωπο και τον πολιτισμό του. Γι’ αυτό θα παραλείψω τα αυτονόητα, όπως λ.χ. τη λεπτομερή καταγραφή ή έστω και κατηγοριοποίηση των έργων του, αρκούμενος στα σημεία που διαμόρφωσαν την προσωπικότητά του και στην επιστημονική του συνεισφορά.

Το επίτευγμα του Γρ. Λαρεντζάκη δεν έγκειται στο ότι είναι ένας καταξιωμένος ακαδημαϊκός δάσκαλος ούτε στο ότι έχει συνδέσει το όνομά του με το εξωτερικό, στο οποίο δικαίως κέρδισε το σεβασμό και την εκτίμηση, ιδιαίτερα του γερμανόφωνου ακαδημαϊκού ρωμαιοκαθολικού και προτεσταντικού χώρου, σε Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία. Το επίτευγμά του είναι ότι η θεολογική του ενασχόληση δεν ήταν μια διανοητική καλλιέργεια της επιστήμης, αλλά μια εφαρμοσμένη και έμπρακτη σπουδή. Ο λόγος του είναι «έμπρακτος» και «η πράξις του ελλόγιμος».

Κεντρική ιδέα της θεολογικής πρότασης του Γρ. Λαρεντζάκη είναι ότι η χριστιανική πίστη χωρίς άμεση διακονία του ανθρώπου καταντά μια απλή ιδεολογία χωρίς νόημα και καρπούς. Η θεολογία δεν είναι μια απλή μελέτη του παρελθόντος και της ιερής ιστορίας, αλλά συνδέεται στενά με το παρόν της Εκκλησίας και του κόσμου, λαμβάνει υπόψη της την καθημερινή πραγματικότητα.

Ο Λαρεντζάκης θα συμβάλει αποφασιστικά στην αναγέννηση της θεολογίας ανακτώντας τον πατερικό τρόπο του σκέπτεσθαι. Δεν μιμείται τους πατέρες, δεν τους αντιγράφει, δεν τους επαναλαμβάνει· απλώς τους ακολουθεί δημιουργώντας. Καλλιεργεί το υλικό που προσφέρουν για διάλογο με τον κόσμο, για επαφή με την ιστορία και την κοινωνία και για τη θεμελίωση οικουμενικής νοοτροπίας και δράσης. Επισημαίνει ο ίδιος: «… όταν αναφερόμεθα στους Πατέρες της Εκκλησίας, διαπιστώνουμε ότι δεν αναφερόμεθα μόνο στο παρελθόν, αλλά αισθανόμεθα ότι  συζητούμε με συνομιλητές του παρόντος, διότι οι Πατέρες αυτοί δεν έχασαν την επικαιρότητα και οικουμενικότητά των μέχρι σήμερα».

Λαρεντζάκης_55

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το πρώτο του βιβλίο (υφηγεσία στο Graz) το 1978 πραγματεύεται το θέμα: Ενότητα του ανθρώπινου γένους – ενότητα της Εκκλησίας στον Μ. Αθανάσιο. Δεν είναι απλώς ένα βιβλίο, πρόκειται για προγραμματική δήλωση-κατάθεση: Η ενασχόλησή του με την αποκατάσταση της εκκλησιαστικής ενότητας, με τη συμφιλίωση των χριστιανών, με την καλλιέργεια ειλικρινούς σεβασμού και αγάπης προς κάθε ανθρώπινο πρόσωπο και την αντιμετώπιση των σύγχρονων προβλημάτων της ανθρωπότητας με τις ενωμένες δυνάμεις όλων θα γίνει σκοπός της ζωής του.

Στην υπηρεσία αυτή, υπηρεσία «γεφυροποιού», αφιέρωσε τη διακονία του περίπου 50 χρόνια, σύμφωνα μάλιστα και με όσα του είχε γράψει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας σε προσωπική του (ευχετήρια) επιστολή την 19η Ιουνίου του 1969, λίγες μέρες πριν από την αναγόρευσή του σε διδάκτορα Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Innsbruck.

Όλα αυτά τα χρόνια θα αναδειχθεί σε «ακούραστο εργάτη της ιδέας της συμφιλίωσης των Εκκλησιών» και θα διακριθεί επίσης για τη συμβολή του στην υπέρβαση της πολεμικής και αντιρρητικής θεολογίας, που χαρακτήριζε το παρελθόν, και στη μεταβολή της σε μία ολοένα και περισσότερο θεολογία της συνάντησης και της καταλλαγής, χωρίς να καταλήγει σε συγκρητισμό και σχετικισμό. Την ευκαιρία θα του την προσφέρει το ζωηρό ενδιαφέρον της ΡΚαθολικής Εκκλησίας στην Αυστρία για την Ορθόδοξη θεολογία, που την οδήγησε στην ανάθεση του μαθήματος της «Οικουμενικής Κίνησης» και της «Ορθοδόξου θεολογίας» στον Γρ. Λαρεντζάκη. Έτσι θα γίνει ο πρώτος ορθόδοξος θεολόγος, ο οποίος επίσημα γίνεται δεκτός σε μια ΡΚαθολική θεολογική Σχολή, στο Πανεπιστήμιο του Graz.

Έκτοτε στον ρωμαιοκαθολικό περίγυρο του Graz θα ταυτιστεί το όνομά του με την οικουμένη και θα γίνει γνωστός για το καθημερινό του σύνθημα (Motto): «Δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση έξω από τον οικουμενικό διάλογο», φράση που θα γίνει προγραμματική στην Οικουμενική Χάρτα των χριστιανικών Εκκλησιών. Ακόμη και στο αποχαιρετιστήριο μάθημά του την 28η Ιουνίου του 2007, θα δηλώσει ότι δεν σταματά την δραστηριότητά του, αφού η οικουμένη είναι για αυτόν στάση ζωής και χρέος. Αυτό εξάλλου δήλωνε και με τον τίτλο της αποχαιρετιστήριας διάλεξής του: «Διακονία του κοινωνείν. Μια ισόβια οικουμενική επιταγή».

Λαρεντζάκης_121

Σε όλα του τα έργα και τις ομιλίες χρησιμοποιεί λέξεις όπως μοιράζομαι, διαλέγομαι, σχέση, συλλογικότητα, ενότητα, κοινωνία, ειρήνευση, συμφιλίωση, συνάντηση, συνύπαρξη, συνεργασία. Η αναγκαιότητα και το επιτακτικό καθήκον του διαλόγου, το διαλογικό ήθος της Ορθοδοξίας, απορρέει, όπως καταθέτει στα έργα του ο τιμώμενος, τόσο από τη θεολογική της αυτοσυνειδησία όσο και από τη φύση της Τριαδικής Θεότητας, που δεν είναι άλλο από κοινωνία αγαπώμενων και διαλεγόμενων θείων προσώπων.

Σε αυτή την οικουμενική αντίληψη γαλουχήθηκε από τη «Σχολή» του Μητροπολίτη Ειρηναίου Γαλανάκη, ως πνευματικό του τέκνο και κυρίως από τις σπουδές του στο «θεολογικό εργαστήριο», «στο think tank» του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Από τον Ειρηναίο πήρε το παράδειγμα του ιεράρχη που είχε ως κύριο μέλημά του τη διακονία του ανθρώπου και της ειρήνης του κόσμου, του ιεράρχη της «επανάστασης των συνειδήσεων». Στα θρανία της Χάλκης απέκτησε διαίσθηση της συντελούμενης ιστορίας και συνέλαβε το οικουμενικό πνεύμα των καιρών.  Έμαθε ότι η οικουμενική έμφαση, ως κένωση αγάπης και φιλόξενος μαρτυρία στον κόσμο, είναι εκκλησιαστικό χρέος του οποίου η αποστέρηση ανακυκλώνει την απομόνωση και το μαρασμό. Η αυτοδικαίωση και η προσπάθεια να διαφυλαχθεί δήθεν η αλήθεια της πίστης με την τακτική της απόκρυψης «εν τη γη» του ταλάντου (Μτθ. 25:18) αποτελεί πραγματική διαστροφή. Εκεί κατανόησε ότι η «Ορθοδοξία χωρίς την οικουμενική της αναφορά υποβιβάζεται σε μια από τις πολυάριθμες Ομολογίες, γίνεται μία σέκτα με γραφικά χαρακτηριστικά» (όχι πάντοτε ακίνδυνα).

Έζησε από κοντά όλα τα εποικοδομητικά γεγονότα που οδήγησαν στην άρση των αναθεμάτων το 1965 και του χάραξε ανεξίτηλες μνήμες η συνάντησή του στα φοιτητικά του χρόνια με τον κύριο πρωταγωνιστή της συμφιλίωσης και των διαλόγων Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, ανοίγοντας μπροστά στα μάτια του μια Ορθοδοξία που αγωνίστηκε και αγωνίζεται για να προωθήσει τη συμφιλίωση ως πράξη εκκλησιολογικά επιβεβλημένη.

Η δεκαετία του 1960, κατά την οποία σπουδάζει ο Λαρεντζάκης και καταρτίζεται θεολογικά και ολοκληρώνει τη διατριβή του Die Kirche als Koinonia und ihre Präexistenz in katholischer und orthodoxer Sicht (=Η Εκκλησία ως Κοινωνία και η προΰπαρξή της από καθολική και ορθόδοξη άποψη) (Innsbruck 1969), αποτελεί τη «χρυσή εποχή» της Οικουμενικής Κίνησης. Οι χριστιανικές Εκκλησίες δείχνουν πρωτοφανή διαλογική ετοιμότητα και παρουσιάζουν μιαν αξιοπρόσεκτη κινητικότητα στο εσωτερικό τους, που παίρνει τη μορφή συνόδων, προσυνόδων και μεγάλων διεθνών συνεδρίων. Είναι τότε που πέφτουν τα τείχη της άγνοιας ανάμεσα στις Εκκλησίες και στον ευρύτερο χριστιανικό χώρο, ρωμαιοκαθολικό και προτεσταντικό, οι εκκλησιαστικοί Πατέρες της Ανατολής, η λατρεία, η υμνολογία, οι εικόνες, γενικότερα η θεολογία και η πνευματικότητα της Ορθοδοξίας γίνονται αντικείμενα ακαδημαϊκών σπουδών, ειδικών περιοδικών και πλήθους εκδόσεων.

Λαρεντζάκης_162

Αυτές oι εξελίξεις θα σημαδέψουν τη ζωή του και θα αποτυπωθούν στο σύνολο των μελετών του, προκειμένου να πληροφορήσει το πλήρωμα της Εκκλησίας -μόνιμος καημός και μέριμνά του μέχρι σήμερα. Ο Λαρεντζάκης θα ενσαρκώσει έναν νέο τύπο θεολόγου, ένα πρότυπο εξόδου της Ορθόδοξης Θεολογίας από πλέγματα υπεροψίας, αυτάρκειας και απομονωτισμού. Η όλη του δράση θα συντελέσει στην προβολή της Ορθοδοξίας στην Ευρώπη και στην ανανέωση του ενδιαφέροντος γι’ αυτήν στον οικουμενικό χώρο και θα συμβάλει στην αλληλογνωριμία και τον αλληλοπλουτισμό στις διαχριστιανικές σχέσεις. Γι’ αυτό και θα καταξιωθεί στις καρδιές όχι μόνο των ορθοδόξων αλλά και των ετεροδόξων αδελφών του, θα αναγνωριστεί η προσφορά του στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στην οικουμενική της ακτινοβολία και θα χαρακτηριστεί «φωνή της Ορθοδοξίας» («Stimme der Orthodoxie») και «γεφυροποιός» («Brückenbauer»).

Αυτή η φωνή, φωνή ορθόδοξη σε οικουμενική χορωδία, φωνή συμφωνική, αρμονική, όχι μονοτονική, μονότονη και παραφωνική, θα μεταφερθεί ακόμη ευρύτερα και η οικουμενική εκτίμηση προς το φορέα της θα γίνει πολύ μεγαλύτερη, όταν θα κυκλοφορήσει το θαυμάσιο βιβλίο για την «Ορθόδοξη Εκκλησία», το οποίο γνώρισε πολλές εγκωμιαστικές κριτικές παρουσιάσεις και εκδόσεις στην Ευρώπη. Το βιβλίο αυτό, το opus magnum του καθηγητή Λαρεντζάκη, κυκλοφόρησε το 2000 με τον τίτλο: Die Orthodoxe Kirche: Ihr Leben und ihr Glaube (=Η Ορθόδοξη Εκκλησία: Η ζωή της και η πίστη της). Στο έργο αυτό που αποτελεί την επιτομή του θεολογικού προσώπου της Ορθοδοξίας στην Οικουμένη αλλά και στο εξαίρετο βιβλίο του που εκδόθηκε ένα χρόνο πριν Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και η ενότητα των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως (Κατερίνη 1999), καθώς επίσης και σε πλήθος μελετών του όπως (ενδεικτικά μόνο αναφέρονται): «Εκκλησία και σέκτες από τη σκοπιά της ορθόδοξης θεολογίας» (1995), «Ποια εκκλησιαστική-θεολογική ενότητα επιζητεί η Ορθόδοξη Εκκλησία;» (2005) «Συμπροσευχή μεταξύ ορθοδόξων και μη ορθοδόξων χριστιανών» (2011), διακρίνεται η αγωνία και ο προβληματισμός ενός ανθρώπου που ερευνά και διαλέγεται για να πείσει τους πάσης φύσεως υπερσυντηρητικούς και αντι-οικουμενικούς κύκλους σε όλες τις πλευρές, οι οποίοι προσπαθούν, πολλές φορές με εμμονή σε στερεότυπα, το ψεύδος και τη σκόπιμη και έντεχνη διαστροφή των πραγμάτων, να βάλουν τροχοπέδη σε κάθε πρωτοβουλία που αποβλέπει στην προσέγγιση και συμφιλίωση των Εκκλησιών, νομίζοντας μάλιστα με τον τρόπο αυτό πως διακονούν την αλήθεια του Ευαγγελίου.

Η φωνή του δίδαξε τους τρόπους του διαλόγου και έδειξε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αυθεντική χριστιανική Εκκλησία, ότι η praestantia latina (λατινική υπεροχή) αποτελεί μονομέρεια και ότι η ΡΚαθολική Εκκλησία χρειάζεται την αδελφικότητα (συντροφιά) των άλλων χριστιανικών Εκκλησιών. Ο λόγος του υπήρξε ισόρροπα κριτικός τόσο στον ρκαθολικό πειρασμό της «υπεροψίας της δύναμης», όσο και στον προτεσταντικό πειρασμό της βεβαιότητας ότι μόνο η Ευαγγελική Εκκλησία γνωρίζει τι λέει ο λόγος του Θεού στην Αγία Γραφή, αλλά και απέναντι στον ορθόδοξο πειρασμό της «υπεροψίας της αλήθειας».

Ανοικτός έναντι των «άλλων», αλλά χωρίς να σχετικοποιεί την αλήθεια, παραδοσιακός χωρίς συντηρητισμό, συνέβαλε στη διαμόρφωση μιας νέας εκκλησιολογικής τοποθέτησης και διάθεσης των ορθοδόξων έναντι των εταίρων τους, με ξεχωριστή εκκλησιολογική σημασία. Προχώρησε πέρα από την απόλυτη αυτάρκεια και την εκκλησιολογική αποκλειστικότητα των ορθοδόξων, αμφισβήτησε και επαναπροσδιόρισε την παλαιά αιρεσιολογία, θέτοντας ταυτόχρονα κάτω από άλλο πρίσμα το ερώτημα για τα «όρια της θεσμικής Εκκλησίας».

Λαρεντζάκης_147

Σε σχέση με τα παραπάνω ο Λαρεντζάκης πρόσφερε κάτι πολύ ουσιαστικό. Πρόβαλε με πρωτότυπες, βαρυσήμαντες μελέτες τις αρχές και τις προϋποθέσεις ενός γνήσιου οικουμενικού διαλόγου, καθώς επίσης και την ενδεδειγμένη μέθοδο για την αποκατάσταση της χριστιανικής ενότητας. Ο καθηγητής κατέδειξε ότι ήδη το σημαδιακό έτος 1959 ο οραματιστής Πατριάρχης Αθηναγόρας χάραξε ουσιαστικά τη σωστή, οικουμενική, γραμμή πλεύσης προς τη χριστιανική συνεργασία και ενότητα. Κατόρθωσε μέσα σε λίγους μόνο μήνες να αλλάξει την παλαιά μέθοδο αποκατάστασης της εκκλησιαστικής ενότητας, όπως προτεινόταν από τη Ρώμη, δηλαδή την «Οικουμενικότητα της επιστροφής». Αυτή σήμαινε την απαίτηση για μεταστροφή και υποταγή σε ένα ιστορικό καθίδρυμα ή στη δικαιοδοτική εξουσία μιας Εκκλησίας, απαίτηση που προκύπτει από την ομολογιακή ιεραποστολή και τον ιστορικό προσηλυτισμό.

Ιδίως σε ότι αφορά τη μέθοδο και την αναγκαιότητα του Οικουμενικού Διαλόγου, ο Λαρεντζάκης, όντας συνεπής και δημιουργικός μελετητής και ταυτόχρονα ευαίσθητος απέναντι στην παρερμηνεία και τη στρέβλωση της πατερικής παράδοσης και του οικουμενικού πνεύματος της Ορθοδοξίας, θα ανασκευάσει με την πρωτοποριακή μελέτη του για τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό τα επιχειρήματα που εμφανίζουν τον μεγάλο αυτόν ιεράρχη και φλογερό υπέρμαχο της Ορθοδοξίας ως έναν εμπαθή και σφόδρα αντιδυτικό Μητροπολίτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και θα αποδείξει ότι ο Μάρκος ο Ευγενικός ήταν ένα άριστο υπόδειγμα, άξιο προς μίμηση, όχι κατά αλλά υπέρ του διαχριστιανικού διαλόγου εν αγάπη και αληθεία, που αποσκοπεί στην αποκατάσταση της εκκλησιαστικής κοινωνίας. Στηριζόμενος κυρίως στο Μάρκο τον Ευγενικό, ο τιμώμενος καθηγητής θα απαντήσει στην προσηλυτιστική νοοτροπία και στον ομολογιακό εγωκεντρισμό ότι όταν από την ορθόδοξη πλευρά ζητείται «επιστροφή στη Ορθοδοξία», αυτή εννοείται ως επιστροφή στην ορθή πίστη, ως επισυναγωγή όλων των χριστιανών στην ενιαία πίστη των Αποστόλων, των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων και όχι στην Ορθόδοξη Εκκλησία ως εκκλησιαστική δικαιοδοσία.

Λαρεντζάκης_252

Βεβαίως, ακόμη και σε αυτές τις πρωτότυπες ερευνητικές θεολογικές ενασχολήσεις του δεν θα σταματήσει να τονίζει την απώτερη σκοπιμότητα και την υπαρξιακή αναγκαιότητα του Οικουμενικού Διαλόγου. Εξηγεί: Η αποκατάσταση της κοινωνίας των Εκκλησιών θα συμβάλει στη δημιουργία ενός πολιτισμού της συμφιλίωσης και της κοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων και στην αξιόπιστη μαρτυρία στην υπηρεσία όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φύλου ή καταγωγής και θρησκεύματος, προς αντιμετώπιση των συγκεκριμένων προβλημάτων τους.

Είναι επιτυχημένη η διατύπωση της βασικής θέσης σε έργα του ότι «η οικουμενική εργασία είναι επίσης ειρηνευτική εργασία, διαφορετικά δεν είναι οικουμενική». Πίστεψε τόσο σε αυτή την εργασία που όχι μόνο τη δίδαξε, όχι μόνο ερεύνησε και έγραψε για αυτή, αλλά τόλμησε να ρισκάρει και με άοκνες προσπάθειες κατάφερε το 1997 να γίνει η «ψυχή» της μεγαλύτερης και μιας από τις σημαντικότερες χριστιανικές συγκεντρώσεις από όλες τις Εκκλησίες ολόκληρης της Ευρώπης και μάλιστα ακριβώς μετά τις κοσμογονικές αλλαγές στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης: της Δεύτερης Ευρωπαϊκής Οικουμενικής Συνέλευσης στο Graz με γενικό θέμα «Συμφιλίωση: δώρο Θεού, πηγή νέας ζωής». Το γεγονός του Graz, στέλνει ακόμη το μήνυμά του από την καρδιά της Ευρώπης για συμφιλίωση και ειρήνη με δικαιοσύνη σε όλο τον κόσμο. Η συνάντηση και συναντίληψη των τριών προκαθημένων που ανέφερα ως παράδειγμα στην αρχή, δεν είναι μια παρένθεση, αλλά έχει παρελθόν και θα έχει και μέλλον, γιατί βασίζεται και διευκολύνεται από «γέφυρες» που έχτισαν εργάτες της συμφιλίωσης σαν τον αποψινό τιμώμενο, τον καθηγητή Γρηγόριο Λαρεντζάκη.

Λαρεντζάκης_329

Κυρίες και κύριοι,

Θα χρειαζόμουν περισσότερο χρόνο για να παρουσιάσω το δυναμικό, σύγχρονο, ανανεωτικό, με προωθημένες θέσεις σε ζωτικά για την επιστήμη της θεολογίας και για τον άνθρωπο, σε τελευταία ανάλυση, ζητήματα, λόγο και έργο του καθηγητή Λαρεντζάκη. Ο χρόνος, όμως, που μπορεί να διατεθεί για έναν δημόσιο έπαινο, στο πλαίσιο μιας πανηγυρικής τελετής όπως η σημερινή, είναι περιορισμένος, γι’ αυτό πρέπει να ολοκληρώσω.

Το Θεολογικό Τμήμα από τότε που ιδρύθηκε τάχθηκε υπέρ της Οικουμένης, του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού διαλόγου, της δίκαιης ειρήνης και της συμφιλίωσης και καλλιέργησε και καλλιεργεί μέσα από όλους τους Τομείς του το σεβασμό της αξίας και του μεγαλείου του ανθρώπινου προσώπου. Συνεπές σε αυτή τη δέσμευσή του και την ενασχόλησή του το Τμήμα έχει κάθε λόγο να τιμήσει έναν θεολόγο του καιρού μας, έναν ακαδημαϊκό δάσκαλο με διεθνή ακτινοβολία που δραστηριοποιήθηκε υποδειγματικά και αποτελεσματικά σε αυτά τα πεδία. Για αυτό τον αναγορεύει δικαίως επίτιμο διδάκτορά του.

216

Σεβαστέ και αγαπητέ καθηγητά, κύριε Γρηγόριε Λαρεντζάκη,

Η τιμή που σας αποδίδεται σήμερα  αποτελεί ταυτόχρονα και μεγάλη τιμή για το Τμήμα μας και το Πανεπιστήμιό μας. Για όσα έχετε προσφέρει δεν σας ευχαριστούμε απλώς, αλλά σας αγαπάμε και σας ευγνωμονούμε και προσπαθούμε να διδασκόμαστε και να σας ακολουθούμε.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.