Πρωτοπρ. Ιωάννης Σκιαδαρέσης (Καθηγητής Α.Π.Θ.), Τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ, ὁ σταυρός του καὶ ἐμεῖς

ΣκιαδαρέσηςΤὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ εἶναι μυστήριο[1] ὑπὲρ «κατάληψιν». Τὸ προσεγγίζεις πιὸ πολὺ μὲ τὴ σιωπὴ παρὰ μὲ «τὸν ἀνθρώπινο λόγο». Ὡστόσο, κάτι λίγα «μυστικῶς» μπορεῖς νὰ ψελλίσεις γι’ αὐτό, ὅπως τὸ ὅτι ξεκινάει ἀπὸ τὴν ἄχρονη αἰωνιότητα καὶ βυθίζεται στὸ ἀτελεύτητο ἐσχατολογικό της μέλλον, ὅτι ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἦταν πολυδιάστατος καὶ τέλος ὅτι ὁ Χριστὸς ἄφησε ἕνα μερίδιο δικῆς μας μετοχῆς στὸ σταυρὸ τὸ δικό του. Αὐτὲς τὶς σκέψεις νὰ ἀναπτύξουμε λιγάκι, στὸ χῶρο ποὺ ἔχουμε στὴ διάθεσή μας.

α.   Ὑπεριστορικότητα τοῦ πάθους

Ἡ ἄποψη γιὰ τὴν ἱστορικὴ ἀλλὰ καὶ ὑπεριστορικὴ  διάσταση τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ φαίνεται κάπως καινοτόμα. Στὴν οὐσία ὅμως δὲν εἶναι. Ἴσως εἶναι δυσπρόσιτη στὴν ἀνθρώπινη σκέψη μας. Ὄχι ὅμως παντελῶς ἀπρόσιτη. Καὶ κατ’ ἀρχὴν, ὡς πρὸς τὴν ἀφετηρία τῆς ἰδέας γιὰ τὸ πάθος καὶ τὴ θυσία τοῦ Κυρίου, θὰ πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσουμε μέσα στὴν ἄχρονη αἰωνιότητα. Ἀφήνω τὶς ἄλλες μαρτυρίες τῆς Κ. Διαθήκης[2] καὶ  ὑπενθυμίζω μόνο τὴν Α΄ Πέτρου καὶ τὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη, ποὺ ἀνάγουν τὴν ἀφετηρία αὐτὴ στὴν πρὶν τῆς δημιουργίας αἰωνιότητα. Στὴν Α’ Πέτρου[3] διαβάζουμε ὅτι:

«ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ εἶχε προκαθοριστεῖ

 πρὶν ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου,

φανερώθηκε ὅμως, γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων,

 τὰ τελευταῖα χρόνια»·

 στὴν δὲ Ἀποκάλυψη[4], ἀκοῦμε τὸν Ἰωάννη νὰ λέει:

«Τὸ θηρίο (ἐννοεῖ τὸν αὐτοθεοποιημένο αὺτοκράτορα)

θὰ προσκυνήσουν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς γῆς,

ποὺ τὸ ὄνομά τους δὲ γράφτηκε στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς

τοῦ σφαγμένου Ἀρνίου ἀπὸ καταβολῆς κόσμου».

Στὴν Καινή Διαθήκη παράλληλα βλέπουμε τὴν ἀγωνία (τὸν μετὰ τὴ θυσία δηλαδὴ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ) γιὰ τὸ ἂν ἡ θυσία του αὐτὴ θὰ ἐξασφάλιζε στὸ διηνεκὲς τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων[5] καὶ κυρίως διαπιστώνουμε ὅτι τὰ ἴχνη τῆς σταύρωσης συνοδεύουν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν ἔνδοξή του κατάσταση, τὴν μετὰ τὸ πάθος. Βλέπουμε λ.χ. τὸν ἀναστημένο Χριστὸ νὰ ὑποδεικνύει στὸν Θωμᾶ «τοὺς τύπους τῶν ἥλων[6]» μετὰ τὴν ἀνάσταση.  Στὸ βιβλίο δὲ τῆς Ἀποκάλυψης παρατηροῦμε ὅτι ὁ Κύριος τῆς Ἐκκλησίας, «τὸ ἐσφαγμένον ἀρνίον[7]», φέρει τὰ  σημάδια τοῦ σταυροῦ καὶ «ἐν τῇ δόξῃ του», στὴ μετααναστάσιμη ἔνδοξη παρουσία του.

Ἀπὸ τὰ παραπάνω προκύπτει ὅτι τὸ πάθος τοῦ Υἱοῦ, ὁ σταυρὸς του δηλαδή, δὲν εἶναι ἁπλὰ ἕνα ἱστορικὸ γεγονός, ποὺ ἔλαβε χώρα μόνο «ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου» ἀλλὰ καὶ γεγονὸς ὑπεριστορικό, ποὺ ἀνάγεται στὴν αἰωνιότητα. Τὸ ἱστορικὸ πάθος συνεπῶς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι μιὰ αἰφνίδια (στιγμιαία) πράξη τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς, ἀλλὰ ἡ ἀπόληξη μιᾶς σειρᾶς ἐνεργειῶν ποὺ ἀρχίζουν ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα. Εἶναι τὸ μυστήριο τὸ προαιώνιο, «χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένον[8]» (ποὺ εἶχε δηλαδὴ καλυφθεῖ γιὰ πολλοὺς αἰῶνες μὲ σιωπὴ ἀκόμη καὶ στοὺς ἀγγέλους) καὶ «προεγνωσμένο[9]» (ποὺ τὸ προγνώριζε μόνο ὁ Θεός) τὸ ὁποῖο ἀνάγεται προφανῶς σὲ «χρόνο» πρὶν ἀπὸ τὸ χρόνο καὶ φανερώνεται ἐν χρόνῳ. Μὲ ἄλλα λόγια μυστήριο ποὺ ἡ ἱερουργία του ἄρχισε πρὶν ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς ἱστορίας, καὶ ἀπέβλεπε στὴν ἱστορία. Εἶναι τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ ποὺ «ἐν σιγῇ» συνελήφθη προφανῶς τότε ποὺ συνελήφθη, καὶ τὸ σχέδιο τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ  ἀπέβλεπε στὴ σωτηρία του. Γι’ αὐτὸ ὁ σταυρὸς γενικότερα, ποὺ φανερώνεται ἐν χρόνῳ, ἀπέβη τὸ ἐντελῶς ἀναγκαῖο μυστήριο τοῦ Θεοῦ, διὰ τοῦ ὁποίου οἱ ἄνθρωποι γίνονται «θείας κοινωνοὶ φύσεως[10]».

Ἄμεση συνέπεια τῆς προηγούμενης θέσης εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς  εἶναι ἀπόλυτα καὶ ἐσαεὶ ταυτισμένος μὲ τὴ θυσία καὶ μάλιστα μὲ τὸ σταυρό. Καταλαβαίνει, λοιπὸν, κανεὶς ὅτι ἡ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι γεγονὸς ποὺ καλύπτεται πλήρως ἀπὸ ἱστορικὲς μόνο παραμέτρους καὶ συντεταγμένες· ἀλλὰ εἶναι μυστήριο ποὺ οἱ ἀπαρχὲς του βυθίζονται στὴν αίωνιότητα, πρὸ τῆς ἱστορίας καὶ ἁπλώνονται σὲ ἀτελεύτητο βάθος μετὰ ἀπὸ αὐτὴν. Κατανοοῦμε λοιπὸν καὶ μεῖς τὶ σημαίνει ἡ ἀποδοχὴ τοῦ πολιτεύματος τοῦ σταυροῦ ἀπὸ μᾶς καὶ ἡ σφράγιση τοῦ κορμιοῦ μας μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ.

 β. Ἡ ἐν χρόνῳ φανέρωση τῆς σταυρικῆς θυσίας

Ὅμως, ἡ φανέρωση τοῦ μυστηρίου τοῦ πάθους καὶ μάλιστα τοῦ σταυρικοῦ γίνεται ἐν χρόνῳ, μέσα στὸ πλαίσιο τόσο τῆς δημιουργίας ὅσο καὶ κυρίως τῆς ἐν Χριστῷ ἀναδημιουργίας, γιὰ νὰ μετέχουν οἱ ἄνθρωποι στὴ ζωὴ τοῦ σταυροῦ ἀείποτε. Ἔτσι, τὸ διὰ σταυροῦ πολίτευμα καὶ μυστήριο φανερώνεται «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως[11]» στὴ Βίβλο ἤδη ἀπὸ τὸ «ξύλο τῆς ζωῆς[12]» ποὺ προτυπώνει τὸ σταυρὸ ἤδη στὸν παράδεισο καὶ μέχρι τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ποὺ συντελεῖται στὴν ἐνανθρώπηση καὶ κορυφώνεται στὸν Γολγοθᾶ. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ μὲν Παλαιά Διαθήκη εἶναι γεμάτη μὲ προτυπώσεις καὶ σκιὲς τοῦ σταυροῦ, εἶναι, θὰ ἔλεγα, πλήρης μὲ προεικονίσεις τοῦ μελλοντικοῦ σταυρικοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ[13]· καὶ ἡ Καινή Διαθήκη εἶναι πλήρης με τὴν προβολὴ τοῦ ἱστορικοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ συνεχῆ διδασκαλία πρὸς τοὺς πιστοὺς γιὰ τὴν ἀποδοχὴ καὶ ἐφαρμογὴ τοῦ πολίτευματος τοῦ σταυροῦ.

Ἀλλὰ καὶ στὸν ἐθνικὸ κόσμο φαίνεται ὅτι τὸ μυστήριο τοῦ σταυροῦ δὲν ἦταν ξένο[14]. Προβαλλόταν καὶ σ’ αὐτοὺς μυστικὰ καὶ ἀθόρυβα.  Θὰ ἔλεγε κανείς, ὅτι ἡ ἱστορία γενικὰ τοῦ κόσμου χαράσσεται καὶ διαγράφεται ἀπὸ τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Μὲ ἄλλα λόγια, ὅτι ὁ κόσμος ὅλος εἶναι σφραγισμένος, ἀπὸ τὸ ξεκίνημά του ὣς τὸ ἀτελεύτητο τέλος του, μὲ τὸ σταυρό. Ἔχει ἀπόλυτο δίκιο λοιπὸν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅταν λέει ὅτι:

«ὁ τοῦ Χριστοῦ σταυρὸς προανεκηρύττετο καὶ προετυποῦτο ἐκ γενεῶν ἀρχαίων»[15]

γ. Ἡ πορεία τοῦ Θεανθρώπου ὣς τὸν Γολγοθά: ἕνας πολυδιάστατος σταυρός

Ὅμως  ὁ σταυρὸς καὶ ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ προβάλλει κυριολεκτικὰ καὶ δυναμικὰ στὴν Κ. Διαθήκη. Ὅλη ἡ ἱστορία τῆς ἐνανθρώπησης-κένωσης τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνας σταυρὸς καὶ μάλιστα πολυδιάστατος[16]. Τὸ πρόσωπο καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν ἐρχομό του στὴ γῆ ὥς τὴν τελευταία του πνοὴ πάνω στὸ σταυρὸ ἦταν πραγματοποίηση τοῦ προαιώνιου σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, μέσῳ τῆς θυσίας του καὶ δὴ τῆς σταυρικῆς. Σ’ αὐτὸ τὸ σχέδιο ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ ἐσφαγμένον ἀρνίον», ὁ πρὸς θυσίαν «ἄμωμος καὶ ἄσπιλος ἀμνός»[17] (ὅπως ἔπρεπε νὰ εἶναι τὸ πρὸς θυσίαν ζῶο), «ὁ προεγνωσμένος μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου, φανερωθεὶς δὲ ἐπ’ ἐσχάτων τῶν χρόνων».

Νὰ παρακολουθήσουμε δι΄όλίγων ἐγγύτερα τὸν πολυδιάστατο αὐτὸ σταυρὸ καὶ τὸ πολύπλευρο πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀπό τὴ γέννησή του δηλαδὴ ὡς θεανθρώπου καὶ μέχρι τὸν Γολγοθᾶ, σημειώνοντας κατ’ἀρχὴν αὐτὸ ποὺ ἀκοῦμε ἀπὸ τὴν παράδοση, ὅτι δηλαδὴ τὸ πρῶτο κατασκεύασμα τοῦ μικροῦ Χριστοῦ στὸ ἐργαστήρι τοῦ Ἰωσήφ ἦταν ἕνας σταυρός, ἀντίληψη ποὺ θέλει τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὸ ξεκίνημα τῆς ζωῆς του ἐναγακλισμένο μὲ τὸν σταυρό. Περαιτέρω ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διαγράφεται στὴν Καινή Διαθήκη, ἦταν ὄντως ὁλόκληρη ἕνας σταυρός. Σταυρὸς γιὰ τὸν Χριστὸ ἦταν λ.χ. ἡ ἀφιλόξενη καὶ γεμάτη ὑπόνοιες ὑποδοχή ποὺ τοῦ ἐπεφύλαξε ὁ κόσμος στὴ γέννησή του. Σταυρὸς διαρκὴς ἦταν ἡ μὴ κατανόησή του ἀπὸ τοὺς δικούς του, τοὺς οἰκιακούς. Σταυρὸς ἦταν ἡ ἀπόρριψη καὶ μόνιμη πολεμικὴ ποὺ δεχόταν ἐκ μέρους τῶν θρησκευτικῶν κυρίως ἡγετῶν τοῦ λαοῦ του. Σταυρός ἐπίσης ἦταν ἡ ἀδυναμία κατανόησης καὶ συμπόρευσης τῶν μαθητῶν του μὲ τὸν δάσκαλό τους. Σταυρὸς τέλος, κορύφωση καὶ ἀκρότητα, ἦταν ἡ σωματικὴ καὶ κυρίως πνευματικὴ ὀδύνη τοῦ ἱστορικοῦ σταυροῦ τοῦ Γολγοθᾶ. Σταυρὸς λοιπὸν δὲν ἦταν γιὰ τὸ Χριστὸ μόνο τὸ ἀποτέλεσμα τῆς προδοσίας τοῦ Ἰούδα ἢ τὸ στιγμιαῖο γεγονὸς μόνο τοῦ Γολγοθᾶ, ἀλλὰ ὅλη ἡ ἱστορικὴ παρουσία του ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ὅλη ἡ ὑπεριστορικὴ ἐντὸς τῆς Τριάδος.

Κατὰ ταῦτα τὸ διὰ σταυροῦ πάθος τοῦ Κυρίου α) στὴν ὑπεριστορική του διάσταση ὑπακούει σὲ ἕνα θεῖο «δεῖ[18]» καὶ β) στὴν ἱστορική του διάσταση ἐμφανίζεται ὡς ἔργο φθόνου τῶν θρησκευτικῶν ἡγετῶν τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ (βλ. «διὰ φθόνον παραδεδώκεισαν[19](«παρέδωκαν») αὐτὸν[20]»). Καὶ οἱ δυὸ αὐτὲς διαστάσεις τοῦ ἑνιαίου πάθους τοῦ Χριστοῦ κυριαρχοῦν στὴν Κ. Διαθήκη. Γιατὶ καὶ οἱ δυὸ τὴν ἐνδιαφέρουν.  Μὲ τὴν πρώτη προβάλλεται τὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐνεργεῖται στὸ διηνεκὲς γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Στὸ δεύτερο ὑπογραμμίζεται ἡ εὐθύνη καὶ ἡ ἐνοχὴ τῶν Ἰουδαίων. Στὸν Ἀπόστολο Παῦλο μάλιστα ἡ εὐθύνη αὐτὴ ἦταν καρπὸς ἄγνοιας τῶν συμπατριωτῶν του[21] καὶ θὰ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ εὐθύνη καὶ ἐνοχὴ ὥσπου, στὸ πλήρωμα τῶν καιρῶν, ἐπιστρέψουν στὴν πίστη στὸ Χριστό[22].  

δ. Ἡ ἐπανάληψη τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ στὴ λειτουργία μας καὶ στὴν καθημερινότητά μας

Ἐπανάληψη καὶ ἐπικαιροποίηση τοῦ πολυδιάστατου σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὸν ὁποῖο μιλήσαμε πιὸ πάνω, συντελεῖται στὴν ἐκκλησία μας κάθε φορά ποὺ ἱερουργοῦμε πάνω στὴν γῆ τὴ θεία εὐχαριστία. Στὴν πράξη αὐτὴ ὁ Χριστὸς εὐχαριστεῖ  καὶ αὐτοπροσφέρεται στὸν Πατέρα «κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα» καὶ μεῖς μετέχουμε στὴν εὐχαριστία καὶ τὴν προσφορά, μὲ τὸ νὰ ἐπαναλαμβάνουμε στὴ ζωή μας, τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν προσφορά του, διὰ τοῦ δικοῦ μας σταυροῦ.Ἔτσι ἡ εὐχαριστία καλλιεργεῖ καὶ ἀναπτύσσει τὴν ἐσωτερικὴ ζωὴ τοῦ κάθε προσώπου χωρὶς νὰ ὁδηγεῖ σὲ αὐτισμὸ καὶ ἐσωστρέφεια. Ἀντίθετα μᾶς καλεῖ νὰ ὑπάρχουμε κατὰ τὸν τρόπο τοῦ Χριστοῦ, ἀπελευθερωμένοι ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας σὲ μία ζωὴ προσφορᾶς πρὸς ὅποιον καὶ ὅ,τι κεῖται ἔξω ἀπό μᾶς καὶ εἶναι τοῦ Θεοῦ δημιουργία καὶ περιουσία. Ἔτσι τὸ μυστήριο τῆς εὐχαριστίας δίνει νόημα στὸ μυστήριο τῆς ὕπαρξής μας.

Πιὸ συγκεκριμένα: Ἡ θυσία καὶ ὁ σταυρὸς  τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ εἶναι ὁ μέγας πειρασμὸς γιὰ τὴν ἀνθρώπινη λογική καὶ μυστήριο ἄκρας ἀντινομίας μοῦ ὑποβάλλει, ὅπως λέει καὶ σύγχρονος στοχαστής, «τὴν ὑπερνίκηση τοῦ ἐγώ μου καὶ τὴ σταύρωση τοῦ ναρκισσισμοῦ μου. Μάχεται τὴν αὐτοειδωλοποίησή μου. Μὲ ἀποτρέπει ἀπὸ ἐξουσιαστικὲς τάσεις μέσα στὸ σπίτι μου, στὸ χῶρο δουλειᾶς μου, στὸν εὑρύτερο κοινωνικὸ χῶρο. Μοῦ ἐμπνέει μόνιμη, ἑκούσια καὶ οὐσιαστικὴ διάθεση προσφορᾶς καὶ διακονίας. Μοῦ ὑποβάλλει ἕνα συνεχὲς ἄδειασμα χώρου μέσα μου γιὰ νὰ χωρέσει ὁ ἀδελφός. Μὲ παρακινεῖ σὲ μιὰ διαρκῆ πάλη κατὰ τῆς ἀδιαφορίας ἔναντι τοῦ συνανθρώπου, κατὰ τῆς ἐκμετάλευσής του, κατὰ τῆς ἀπληστίας μου. Ὁ σταυρὸς εἶναι ἑνας κανόνας ἀντιεγωϊστικός. Σκοτώνει τὴν ἰδιοτέλεια, τὴν ἐγωπάθεια καὶ τὴ φιλαυτία μου ποὺ εἶναι ἕνας ζωόμορφος θάνατος. Γεννάει ταπεινὸ φρόνημα καὶ υπακοὴ κατὰ τὸ πρότυπο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ δωρίζει ζωὴ καὶ περισσὸν ζωῆς. Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ μὲ καλεῖ νὰ μὴν εἶμαι σκλάβος τῶν ἀντικειμένων τοῦ κόσμου τούτου. Μοῦ δείχνει τὴν ἀνεπάρκειά τους καὶ τὴ δυνατότητα νὰ εἶναι ἐπαρκῆ μόνο ἂν κατανοοῦνται στὴν πληρότητα τοῦ Θεοῦ. Μοῦ δείχνει ὅτι ὁ κόσμος, μὲ ὅλες του τὶς ὀμορφιές, παίρνει θετικὸ νόημα ἂν τὸν βλέπουμε ὄχι σὰν τὴν τελικὴ πραγματικότητα ἀλλὰ ὡς ὁδὸ πρὸς αὐτήν.  Μὲ θέλει ἐλεύθερο ἀπὸ ποικίλους πειρασμοὺς εὐτυχίας καὶ ἀπόλαυσης ποὺ συχνὰ καταβροχθίζουν τὴν ἐλευθερία μου. Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ μὲ καλεῖ νὰ τὸν ἀποδεχτῶ καὶ νὰ τὸν υἱοθετήσω στὴν προσωπική μου ζωὴ ὄχι γιὰ νὰ τὸ παίξω ἥρωας, ἀλλὰ γιὰ νὰ σωθῶ δι’ αὐτοῦ. Ὁ σταυρὸς τέλος τοῦ Χριστοῦ μὲ καλεῖ νὰ ζῶ τοὺς σταυροὺς καὶ τὶς ὀδύνες τῆς καθημερινῆς μου ζωῆς ὡς ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ καὶ ὡς εὐκαιρίες ἐξαγνισμοῦ, ἀνάνηψης καὶ τελείωσης καὶ ὄχι ὡς αἰτίες ἀγανάκτησης, μιζέριας, ἐπιθετικότητας κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ καὶ βαρυγκόμιας κατὰ τοῦ Θεοῦ».

crucifixion

[1] Ὑπὸ τὸν ὅρο «μυστήριο» νοοῦμε  ἕναν τρόπο ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

[2] Πρ. Ἀπ. 2,23. 4,28, (Ρωμ. 16,25), Ἐφ. 1,4, Κολ. 1,26, Ἑβρ. 9,26.

[3] Α΄Πέτρ. 1,20.

[4] Ἀποκ. 13,8.

[5] Λκ. 18,8b.

[6] Ἰω. 20,25.

[7] Ἀποκ. 5,6. 12. κ.λ.π.

[8] Ρωμ 16,25.

[9] Α΄ Πέτ. 1,20.

[10] Β΄ Πέτ. 1,4.

[11] Ἑβρ. 1,1.

[12] Γέν. 2,9a.

[13]  Μιὰ εἰκόνα γιὰ τὴν πληθωρικὴ προτύπωση τοῦ σταυροῦ στὴν Π.Διαθήκη μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς στὸ ἔργο τοῦ ἀείμνηστου καθηγητῆ Σ. Σάκκου, ὁ Σταυρὸς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2005.

[14] Βλ λ.χ. Ἰουστίνου, Α΄ Ἀπολογία 40,51, ὅπου παρατίθεται ἀπόσπασμα τοῦ Πλάτωνα  (Τίμαιος, 30,β), στὸ ὁποῖο φαίνεται γνωστὸς ὁ σταυρὸς τοῦ Πάθους στοὺς Ἔλληνες.  Βλ. καὶ τὴν τριλογία τοῦ Αἰσχύλου γιὰ τὸν Προμηθέα.

[15]  PG 151, 124.

16 Γιὰ περισσότερα βλ. τὴ μελέτη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς Δημητρίου Τρακατέλη, Ἐξουσία καὶ Πάθος, Ἀθήνα 1983.

[17] Α΄Πέτρ 1,19.

[18] Ἰω. 3,14.

[19] Μκ. 15,10.

[20] Μθ. 27,18.

[21] Α΄Κορ. 2,8.

[22] Ρωμ κεφ 9-11.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.