Βασιλική Σταθοκώστα, Ορθόδοξη Εκκλησία και σύγχρονες προκλήσεις: Η γυναίκα στην Εκκλησία και στον κόσμο σήμερα

Η παρούσα μελέτη αποτελεί εκτενέστερη μορφή της εισήγησης που παρουσιάστηκε στο Επιστημονικό Συνέδριο με θέμα «Προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο», που πραγματοποίησε η Ιερά Βασιλική και Πατριαρχική Μονή Βλατάδων σε συνεργασία με το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών και τη Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 3-5 Δεκ. 2015.

Deaconesses_380

Η Βασιλική Σταθοκώστα είναι Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Θεολογίας Ε.Κ.Π.Α. και Επιστημονικός Σύμβουλος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής επί θεμάτων Οικουμενικής Κινήσεως.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία διαπιστώνει ότι «τά ὄμματα τῶν τε ἐντός καί τῶν ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν ἐν ἀγωνίᾳ» αναμένουν λόγο «οἰκοδομῆς καί παρακλήσεως»[1] και ανταποκρίνεται εν συνόδω, προκειμένου να δώσει απαντήσεις στον σύγχρονο άνθρωπο, με βάση την παράδοσή της, τη θεολογία και την εκκλησιολογία της, για ζητήματα όπως είναι, μεταξύ άλλων, «Οἱ σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» και «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας ἐν τῳ συγχρόνῳ κόσμῳ». Πρόκειται για ζητήματα που αναφέρονται στη συμμετοχή και τη συμβολή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον διαχριστιανικό διάλογο και τη χριστιανική ενότητα, στην προώθηση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών και την εξαφάνιση των φυλετικών και άλλων διακρίσεων. Όλα τα προαναφερθέντα αφορούν στη μετάδοση του κηρύγματος, αλλά και τη βίωση της διδασκαλίας του Χριστού στο διάβα της ιστορίας και στη σύγχρονη πραγματικότητα. στην απάντηση που οφείλει να δώσει η Εκκλησία του Χριστού στις προκλήσεις της εποχής διότι, όπως χαρακτηριστικά συνοψίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, «ἡ ἱστορία κινεῖται, καί ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά ἐνωτίζεται τούς προβληματισμούς τοῦ ἀνθρώπου κάθε ἐποχῆς», να είναι έτοιμη να προσφέρει «λόγον ζωῆς, μήνυμα ἐλπίδος καί βίωμα ἀγάπης» .

  1. Η Εκκλησία και το «γυναικείο ζήτημα» – Η γυναίκα στην Εκκλησία και στον κόσμο σήμερα

Στις δύο αυτές θεματικές, δηλαδή τις «σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» και την «αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας ἐν τῳ συγχρόνῳ κόσμῳ», διακρίνεται μία σειρά από επί μέρους ζητήματα τα οποία καλείται να αντιμετωπίσει η Ορθόδοξη Εκκλησία και να τα μελετήσει η Θεολογία. Ένα από αυτά είναι το λεγόμενο γυναικείο ζήτημα, η συζήτηση, δηλαδή, για τη θέση και τον ρόλο των γυναικών στην κοινωνία και την Εκκλησία, καθώς και η διεκδίκηση της ισότητας των δύο φύλων σε όλα τα επίπεδα του εκκλησιαστικού και του κοσμικού, του ιδιωτικού και του δημόσιου βίου. Αν και σε θεωρητική βάση θα μπορούσαν με βάση την Ορθόδοξη Θεολογία και πνευματικότητα να προκύψουν σχετικά εύκολες απαντήσεις, τα ζητήματα αυτά είναι συνήθως στην πράξη ιδιαίτερα περίπλοκα και συχνά απαιτούν διεπιστημονική προσέγγιση. Σε αυτό το πλαίσιο κατανοείται και η ενασχόλησή μας με το θέμα «Ορθόδοξη Εκκλησία και σύγχρονες προκλήσεις: Η γυναίκα στην Εκκλησία και στον κόσμο σήμερα».

Εξάπαντος θα πρέπει να τονιστεί ότι το θέμα δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο στη συζήτηση περί της θέσης των γυναικών στην Ορθόδοξη Εκκλησία αλλά εκτείνεται και σε ευρύτερες κοινωνικές προκλήσεις που απασχολούν τις γυναίκες και την Εκκλησία και σχετίζονται με ζητήματα όπως είναι η τεκνοποίηση (έλεγχος των γεννήσεων, τεχνητή γονιμοποίηση, παρένθετες μητέρες, υιοθεσίες κ.τ.λ.), η δημιουργία μονογονεϊκών οικογενειών, η συμβίωση εκτός γάμου, καθώς και άλλα όπως η ιδιαίτερα επισφαλής θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας και τα υψηλά ποσοστά της γυναικείας ανεργίας, η αύξηση του εργάσιμου χρόνου και των ορίων συνταξιοδότησης, η οικονομική και παντός είδους εκμετάλλευση και θυματοποίηση των γυναικών, η βία, κυρίως η ενδοοικογενειακή, οι βιασμοί, η εμπορία γυναικών, οι διαφυλικές διακρίσεις και οι παρενοχλήσεις εις βάρος των γυναικών σε όλο το εργασιακό και κοινωνικό φάσμα.

Αυτονόητο είναι ότι όλα αυτά δεν μπορούν να καλυφθούν στην παρούσα μελέτη και γι’ αυτό το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στην πρόκληση που αντιμετώπισε η Ορθοδοξία σχετικά με το γυναικείο ζήτημα (α) στο πλαίσιο της συμμετοχής της στην οικουμενική κίνηση και στις επαφές της με άλλες χριστιανικές κοινότητες, (β) στη σχέση της με τον κόσμο και (γ) σε ορισμένες σκέψεις, προβληματισμούς και προτάσεις που δύνανται να συμβάλλουν στη θετική ανταπόκριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην έκκληση των γυναικών για στήριξη.

  1. Το εξηγητικό πλαίσιο του ιουδαϊκού και του ελληνορωμαϊκού κόσμου και η διδασκαλία του Χριστού

Αντί άλλης εισαγωγής στο θέμα, ιδιαίτερα εύγλωττη είναι μια αφήγηση που περιέχεται στις σχετικές με τον βασιλιά Δαβίδ παραδόσεις.

«Ο Αβεσσαλώμ, γιος του Δαβίδ, είχε μια ωραία αδερφή, που ονομαζόταν Ταμάρ. Αυτήν την αγάπησε ο ετεροθαλής αδερφός της ο Αμνών, άλλος γιος του Δαβίδ. Ο Αμνών βασανιζόταν τόσο πολύ από τον έρωτά του, που αρρώστησε για την Ταμάρ…».

Με δόλο ο Αμνών κατάφερε να τη φέρει κοντά του. Αυτή αντέδρασε:

«Ο Αμνών όμως δεν ήθελε να την ακούσει, και καθώς ήταν δυνατότερος απ’ αυτήν, την υποχρέωσε να πλαγιάσει μαζί του και τη βίασε».

Ευθύς αμέσως τη μίσησε τρομερά και την έδιωξε. Η Ταμάρ άρχισε να θρηνεί και να οδύρεται. Μπροστά της βρέθηκε ο αδερφός της ο Αβεσσαλώμ που κατάλαβε τι είχε συμβεί και την παρηγόρησε λέγοντας:

«Μήπως σε βίασε ο αδερφός σου ο Αμνών; Έλα τώρα, αδερφή μου, σώπα· αδερφός σου, είναι, μην το παίρνεις κατάκαρδα» (Βασ. Β΄ 13,1-20)[2].

Ο Αμνών επέβαλε με βία αυτό που ήθελε και έσπευσε να αποποιηθεί οποιαδήποτε ευθύνη για την πράξη του, η Ταμάρ υπέστη βιασμό, ατίμωση, ντροπή και γι’ αυτό αναγκάστηκε να ζήσει το υπόλοιπο του βίου της στο παλάτι ως χήρα. Ο Αβεσσαλώμ από την άλλη πλευρά παρηγόρησε την αδερφή του ότι δεν της συνέβη δα και τίποτε τραγικό, ωστόσο ο ίδιος τιμώρησε με θάνατο τον Αμνών (Βασ. Β΄ 13, 28-33) για την ατιμωτική πράξη του.

Ο Αμνών και ο Αβεσσαλώμ αποτελούν δύο αρχέτυπα νοοτροπίας και συμπεριφοράς, σύμφωνα με τα οποία η γυναίκα αποτελεί κτήμα του άνδρα, υποτάσσεται σε αυτόν και στη βούλησή του. Παράλληλα, η τιμή και η υπόληψή του θίγονται όταν άλλος άνδρας κυριαρχήσει πάνω της, οπότε επιβάλλεται η ηθική αποκατάσταση μέσω τιμωρίας και χρήσης βίας. Η περικοπή αυτή από το Βασιλειών Β΄ είναι από μόνη της εκφραστική για τα ήθη του παλαιού κόσμου, του αρχαίου Ισραήλ, και μαζί όλων των συγχρόνων αυτού λαών[3] στην περιοχή.

2.1 Ο καινούργιος κόσμος του Θεού

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η Εκκλησία ξεκίνησε την ιστορική της πορεία, σε μια πατριαρχική κοινωνία, είτε γίνεται λόγος για τον ιουδαϊκό είτε για τον ελληνορωμαϊκό κόσμο.

Σε αυτές τις κοινωνίες, που βασίζονται στην αγροτική παραγωγή, οι ρόλοι των δύο φύλων προσδιορίζονται από τη δυνατότητα του καθενός να ανταποκριθεί στις ανάγκες της «αγοράς», για να χρησιμοποιήσουμε έναν σημερινό όρο, και τις εκάστοτε ισχύουσες εργασιακές συνθήκες. Έτσι, διαμορφώνονται οι στερεοτυπικοί ρόλοι του άρρενος ως ισχυρού και του θήλεος ως ασθενούς φύλου και, ακολούθως, τα αντίστοιχα ήθη και συμπεριφορές. Η κοινωνική ιεράρχηση που ακολουθείται κατά το πατριαρχικό μοντέλο τοποθετεί το άρρεν φύλο στην κορυφή, αποδίδει τιμή σε αυτό και το καθιστά κυρίαρχο στον ιδιωτικό και στον δημόσιο βίο. Αντίθετα, αποδίδει στο θήλυ υποδεέστερη θέση, αιτιολογεί και αποδέχεται την αιτία της ύπαρξής του αποκλειστικά σε σχέση με τον άντρα, πατέρα, αδερφό, σύζυγο, συνδέει τη χρησιμότητά του με την αναπαραγωγή του ανθρώπινου είδους και τη μητρότητα και, ως εκ τούτου, αποστερεί από αυτό τη συμμετοχή στον δημόσιο βίο. Το χάσμα ανάμεσα στον δημόσιο και τον οικειακό χώρο καθίσταται αγεφύρωτο και εγκαθιδρύει μια διχονομία με στατικό χαρακτήρα, η οποία αντανακλάται και στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων.

Ωστόσο, τομή και επανάσταση αποτελεί η διδασκαλία και το παράδειγμα του Ιησού Χριστού. Το γεγονός της ενανθρώπισης του Σωτήρα από μια γυναίκα, χάρη στην κατάφαση της Μαρίας στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, και σύνολη η βιβλική διδασκαλία αποδίδουν τιμή και σεβασμό, αποδέχονται και προβάλλουν τη γυναίκα ως μέρος του λαού του Θεού[4].

Εντούτοις, συχνά, κοινωνικές νοοτροπίες και πρακτικές, θρησκευτικές αντιλήψεις, θρησκοληψίες και δεισιδαιμονίες διαιωνίζουν έναν στρεβλό τρόπο θεώρησης των γυναικών[5], αποτρέποντας την ενεργότερη συμμετοχή τους στη ζωή της Εκκλησίας και τη διακονία της.

  1. Το αίτημα για ισότητα ανδρών και γυναικών στην Εκκλησία και στον κόσμο

Εύλογα, οι άδικες δομές και συμπεριφορές οδήγησαν σύντομα, ήδη από τον 19ο αιώνα, τις γυναίκες στη διεκδίκηση ρόλου στον δημόσιο βίο. Κατά τη διεκδίκηση της ισότητας των δύο φύλων τόσο στον κοσμικό όσο και στον εκκλησιαστικό χώρο, πολλές ήταν οι προκλήσεις που δέχτηκε –και εξακολουθεί- η Ορθόδοξη Εκκλησία.

Υπάρχουν τρεις αφετηρίες προκλήσεων: κοσμικός χώρος, χριστιανοί της Δύσης, Ορθοδοξία, οι οποίες αντιστοιχούν και στα προαναφερθέντα θέματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Οι τρεις αυτές αφετηρίες προκλήσεων θα μπορούσαν να συστηματοποιηθούν, για την καλύτερη μελέτη τους,  σε δύο κατηγορίες: α) τις προκλήσεις που προέρχονται έξωθεν και β) εκείνες που εκφράζονται στους κόλπους της ίδιας της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναλυτικότερα,

α) Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται διεκδικήσεις του πρώτου κύματος του φεμινιστικού κινήματος, το οποίο εκδηλώθηκε στη Δύση τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα με κύριο αίτημα τη συμμετοχή στον δημόσιο βίο και, κυρίως, στο δικαίωμα της ψήφου των γυναικών. Σύντομα, αυτό αναπτύχθηκε και κορυφώθηκε κατά τις δεκαετίες του ’60, του ’70 και του ’80, οπότε και γίνεται λόγος για το δεύτερο κύμα του φεμινιστικού κινήματος. Τα αιτήματά του συντονίζονται με τα αντίστοιχα εργατικών κινημάτων που αγωνίζονται για «ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας», ίσες ευκαιρίες στην εργασία, την εκπαίδευση και τη ζωή. Από τότε οι διεκδικήσεις των γυναικών έχουν διευρυνθεί και άπτονται περισσότερο προσωπικών ζητημάτων, όπως το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού τους στην κοινωνία και άλλα παρόμοια. Τα νέα αυτά χαρακτηριστικά οδηγούν στο να γίνεται λόγος, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, για ένα τρίτο κύμα φεμινισμού, το οποίο θεωρείται ότι δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί αλλά τελεί υπό ανάπτυξη. Είναι εμφανές, ωστόσο, ότι προσδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στον παράγοντα της φυλής, της κοινωνικής τάξης και της κουλτούρας. Συνεπώς, αυτό το τρίτο ρεύμα φεμινισμού προσλαμβάνει πιο οικουμενικά χαρακτηριστικά, καθώς επιδιώκει να αφουγκραστεί και να απαντήσει στις ανάγκες όσο το δυνατόν περισσότερων γυναικών από όλο τον κόσμο και να σεβαστεί τη διαφορετικότητα [6].

Στην ίδια κατηγορία εντάσσονται και οι προκλήσεις που προέρχονται από την ετερόδοξη Δύση κατά τις ίδιες χρονικές περιόδους (τέλη του 19ου αιώνα, σε όλη τη διάρκεια του 20ου και του 21ου) και με αιτήματα που υφίστανται επιδράσεις από τα ρεύματα του φεμινιστικού κινήματος. Σε γενικές γραμμές, αυτές οι προκλήσεις αφορούν στη διεκδίκηση της συμμετοχής των γυναικών στην ενοριακή ζωή, αλλά και στα εκκλησιαστικά αξιώματα, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και οι άντρες. Ορόσημο αποτελεί η γένεση και ανάπτυξη της Φεμινιστικής Θεολογίας[7]. Το πλέον πολυσυζητημένο θέμα αποτελεί η χειροτονία γυναικών, που τίθεται από τις Εκκλησίες και Ομολογίες της Μεταρρύθμισης και την Αγγλικανική Εκκλησία, ενώ ανάλογα έχουν εκφραστεί ομάδες πιστών προερχόμενες και από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα οι προκλήσεις της ετερόδοξης Δύσης εκφράζονται δυναμικά στον χώρο της οικουμενικής κίνησης και τίθενται επίμονα στους θεολογικούς διαλόγους, λειτουργώντας άλλοτε ως παράγοντας αλληλοεμπλουτισμού και άλλοτε ως εμπόδιο για τη συνέχισή τους[8]. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διμερής θεολογικός διάλογος Αγγλικανών και Ορθοδόξων, ο οποίος έχει πληγεί επανειλημμένα από τις αποφάσεις της Αγγλικανής Κοινωνίας για την αποδοχή γυναικών στις τάξεις του κλήρου, ακόμη και ως επισκόπων, συνεχίζοντας ωστόσο την πορεία του και τους πολύτιμους καρπούς του[9]. Η συνέχιση αυτού του διαλόγου, όπως και άλλων διμερών θεολογικών διαλόγων, αποτελεί επιλογή της Ορθόδοξης Εκκλησίας και βασίζεται σε πανορθόδοξες αποφάσεις, τις οποίες υιοθετεί και επικυρώνει και η Ε΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη, Σαμπεζύ/Γενεύη, 10-17 Οκτ. 2015, στο κείμενο «Οἱ σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον»[10].

β) Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται οι προκλήσεις προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, που προέρχονται από τους ίδιους τους Ορθοδόξους, γυναίκες και άνδρες, καθώς και οι διεκδικήσεις πιο ισότιμης και συμμετοχικής γυναικείας παρουσίας στις εκκλησιαστικές δομές και τις λειτουργίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Και οι δύο κατηγορίες προβάλλουν αιτήματα τα οποία θα μπορούσαν να συστηματοποιηθούν και να ενταχθούν σε θεματικές ενότητες ανάλογα με το περιεχόμενό τους, με τον αντίστοιχο υπομνηματισμό από πλευράς Ορθοδόξου, ως εξής:

  • Μια πρώτη ενότητα αποτελούν τα αιτήματα που τίθενται για τη θέση των γυναικών στον κόσμο και την Εκκλησία, τη συμμετοχικότητά τους, την ανέλιξη σε θέσεις ευθύνης και την ανάληψη ρόλων πέραν των παραδοσιακών. Στα αιτήματα αυτής της ενότητας η Ορθόδοξη συμβολή ήταν να συμπεριλάβει –σύμφωνα με την εκκλησιολογία και την παράδοσή της- τη θέση των γυναικών στο ευρύτερο πλαίσιο της θέσης των λαϊκών στην Εκκλησία, διατηρώντας και ενισχύοντας τις δραστηριότητές τους στην ενοριακή ζωή.
  • Δεύτερη θεματική ενότητα συνιστούν οι πράξεις ελέγχου κατά τις περιπτώσεις υποτίμησης και περιθωριοποίησης των γυναικών και η παράλληλη αντιμετώπιση του προβλήματος με τον περιορισμό των πατριαρχικών προτύπων και δομών, που κυριαρχούν στην κοινωνία, στην οικογένεια, στην εργασία, ακόμη και στη χρήση της γλώσσας, η οποία θεωρείται ως καθοριστικός παράγοντας για τη διαιώνιση στερεοτυπικών αντιλήψεων. Σε ό,τι αφορά αυτή τη δεύτερη ενότητα αιτημάτων, η Ορθόδοξη Εκκλησία ανταποκρίθηκε εν πολλοίς θετικά, αν ληφθεί υπόψη η πρόοδος που έχει σημειωθεί με την υποδοχή γυναικών στο ψαλτήρι.
  • Η τρίτη θεματική αφορά στο αίτημα για χειροτονία γυναικών σε όλους τους βαθμούς της ιεροσύνης, το οποίο, ας σημειωθεί, δεν απουσιάζει από την Ορθόδοξη Εκκλησία, ωστόσο εκφράζεται πιο υποτονικά και σε περιορισμένη κλίμακα (K. Ware, Elisabeth Behr-Sigel[11] κ.ά.). Η Ορθόδοξη Εκκλησία το αντιμετώπισε με έμμεσο τρόπο απαντώντας με την πρότασή της για την επαναφορά των διακονισσών[12].

Παράλληλα, η Ορθόδοξη Εκκλησία προσπάθησε να προστατεύσει τις γυναίκες από την απειλή της απώλειας της ιδιαίτερης ταυτότητας του φύλου τους και την ανδροποίησή τους[13].

  1. Η διαλεκτική σχέση μεταξύ των ετεροδόξων και της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο «γυναικείο ζήτημα»

Όπως προκύπτει από τη σχετική μελέτη, σε κάθε πρόκληση της ετερόδοξης Δύσης η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει να παρουσιάσει τη δική της θεώρηση. Η διαλεκτική σχέση μεταξύ των ετεροδόξων και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της οικουμενικής κίνησης, αποτυπώνεται ως εξής:

Πρόκληση Ανταπόκριση
Προβληματισμός της δεκαετίας του ’60 ▪ Α΄ Διεθνής Διάσκεψη Ορθοδόξων Γυναικών, Αγάπια/Ρουμανία 1976▪ Διορθόδοξη Διάσκεψη, Σόφια/Βουλγαρία 1987
Επιμονή στη χειροτονία γυναικών ▪ Διορθόδοξη Διάσκεψη, Ρόδος 1988▪ Συνέδρια Ορθοδόξων και Παλαιοκαθολικών, Λειβαδιά και Πολωνία 1996[14]
Οικουμενική Δεκαετία των Εκκλησιών για τις γυναίκες (1988-1998)[15] ▪ Β΄ Διεθνής Διάσκεψη Ορθοδόξων Γυναικών, Χανιά, 1990[16]▪ Λειβαδιά, 1994[17]▪ Δαμασκός 1996[18]▪ Κωνσταντινούπολη 1997

Όπως είναι φανερό, η Ορθόδοξη Εκκλησία επανειλημμένα εξέφρασε σε πανορθόδοξο επίπεδο την κατάφασή της στη στήριξη των γυναικών ως μέρους του πιστού λαού του Θεού[19]. Στη συνάφεια αυτή κατανοείται και η προτροπή της πρόσφατης Ε΄ Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης για ανάπτυξη της διαχριστιανικής, ακόμη και της διαθρησκειακής, συνεργασίας «για την προστασία της αξίας του ανθρωπίνου προσώπου»[20]. Ωστόσο, δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η ενασχόληση με το ζήτημα έχει μάλλον ατονίσει, πρωτίστως λόγω της οικονομικής κρίσης και, συνεπώς, της έλλειψης πόρων για τη σύγκληση συνεδρίων, ενδεχομένως δε και της λεγόμενης «οικουμενικής κόπωσης» που έχει καθυστερήσει ή και υποβαθμίσει τις δραστηριότητες σε οικουμενικό επίπεδο. Μια άλλη εξήγηση είναι ότι πολλά από τα ζητήματα που απασχολούν τις γυναίκες, όπως τα ζητήματα τεκνοποίησης κ.τ.λ. εντάσσονται σε άλλες θεματικές ενότητες, όπως εκείνη της βιοηθικής. η ανεργία και τα συναφή κοινωνικά ζητήματα, οι ανισότητες και η ανάγκη για την προώθηση της ειρήνης και της δικαιοσύνης θεωρούνται συνολικά, όπως προκύπτει και από το κείμενο «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας ἐν τῳ συγχρόνῳ κόσμῳ».

Εντούτοις, το ενδιαφέρον της Ορθόδοξης Εκκλησίας θα πρέπει να παραμείνει ζωντανό, να τείνει ευήκοον οὖς στις αγωνίες και τα προβλήματα των γυναικών και να αναζητήσει απαντήσεις. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί να διαχειριστεί με τον καλύτερο τρόπο το δίπολο «ισότητα – διαφορά» με βάση τη χριστιανική ανθρωπολογία και την αρχή της διάκρισης.

  1. Έμφυλη, ενδοοικογενειακή βία και ο «πάσχων δούλος του Κυρίου» του Ησαΐα (Ησ. κεφ. 52 και 53)

Για να καταστεί πιο σαφής η σύγχρονη πρόκληση των γυναικών προς την Ορθόδοξη Εκκλησία κρίνεται χρήσιμη η αναφορά στην έμφυλη βία, η οποία συνδέεται στενά με την ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων[21]. Το ζήτημα έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον παγκοσμίων οργανισμών, όπως το Π.Σ.Ε. που όρισε το χρονικό διάστημα 2000-2010 ως δεκαετία ενάντια στη βία και τη βία κατά των γυναικών. Αντίστοιχα, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν ανακηρύξει το διάστημα από 25 Νοεμβρίου έως 6 Δεκεμβρίου[22] κάθε χρόνου ως δεκαεξήμερο αφιέρωμα δράσης κατά της έμφυλης βίας, πρωτοβουλία την οποία στηρίζει το Π.Σ.Ε. και οι Εκκλησίες-μέλη του[23]. Αυτή η μορφή της έμφυλης βίας συναντάται κατεξοχήν μέσα στο πλαίσιο της οικογένειας (ενδοοικογενειακή ή οικιακή βία[24]). Αυτονόητο είναι ότι δεν πρόκειται μόνο για σωματική βία, αλλά και για κάθε άλλη μορφή της όπως είναι η ψυχολογική, η λεκτική και η σεξουαλική βία[25]. Πρόκειται για φαινόμενο παγκόσμιο και διαχρονικό, συναντάται σε κάθε μορφή κοινωνικής ζωής και θύματα είναι κυρίως οι γυναίκες. Τα στατιστικά μαρτυρούν ότι μία στις τρεις γυναίκες στον κόσμο έχει βιώσει κακοποίηση, κυρίως, από τον σύντροφό της. Στην Ελλάδα, το 68% των κακοποιημένων γυναικών είναι έγγαμες. Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα ευρήματα ότι οι επτά στις δέκα είναι απόφοιτες της δευτεροβάθμιας, της ανώτερης ή της ανώτατης εκπαίδευσης, ενώ σε ό,τι αφορά στην οικονομική κατάστασή τους, οι έξι στις δέκα κακοποιημένες γυναίκες βρίσκονται σε μέτρια ή καλή οικονομική κατάσταση[26].

5.1 Σκέψεις & προβληματισμοί

Συνεπώς, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι λόγοι που οι γυναίκες υφίστανται και ανέχονται τη βία σχετίζονται άμεσα με αδυναμία τους εξαιτίας έλλειψης μόρφωσης ή οικονομικής ανασφάλειας. Εύλογα, τίθεται επιτακτικά το ερώτημα ποια μπορεί να είναι τα πιθανά αίτια. Στον βαθμό που μας αφορά, σε μια θεολογική θεώρηση του προβλήματος, θα μπορούσαμε να προβληματιστούμε μήπως αντιλήψεις του παλαιού κόσμου, μη χριστιανικές, επιβιώνουν και διαμορφώνουν κοινωνικά ήθη και συμπεριφορές. μήπως τα παραπάνω  συνεπικουρούνται από μια μορφή θεολογίας η οποία αποδίδει υποδεέστερη θέση στη γυναίκα. μήπως η Εκκλησία κατά την άσκηση του ποιμαντικού έργου ανέχεται ή δικαιολογεί την παραμονή των κακοποιημένων γυναικών σε καταστάσεις βίας[27], προβάλλοντάς την ως μορφή άσκησης, αφοσίωσης στον γάμο και την οικογένεια, ως αρετή ή, ακόμη, και ως τύπο μαρτυρίου στο όνομα του Θεού[28].

Αναμφίβολα, η άσκηση, η κατάθεση μαρτυρίας, αλλά και το μαρτύριο κατά το παράδειγμα του «πάσχοντος δούλου του Κυρίου» του Ησαΐα (Ησ. κεφ. 52 και 53) αποτελούν στοιχεία της χριστιανικής πίστης, ωστόσο, πόρρω απέχουν του εκφοβισμού, της εθελοδουλείας ή της θυματοποίησης μέρους του ανθρώπινου πληθυσμού, του κινδύνου απώλειας της ψυχοσυναισθηματικής και της σωματικής ακεραιότητας, αλλά και της ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Αυτό είναι κάτι που κρίνεται σκόπιμο να το επισημαίνει η Ορθόδοξη Εκκλησία στο κηρυκτικό και στο ποιμαντικό της έργο.

  1. Προτάσεις

Η Εκκλησία καλείται να συνεχίσει να στηρίζει και να ενισχύει πρωτοβουλίες για την εξάλειψη ανισοτήτων στην οικογένεια, το σχολείο, την εργασία, ιδιαίτερα σήμερα, καθώς κατακτήσεις που κερδήθηκαν καθίστανται επισφαλείς[29]. Μία τέτοια κίνηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν θα σήμαινε ολίσθηση προς την πολιτικοποίηση των ζητημάτων. Το αντίθετο μάλλον, θα σήμαινε ότι παρέχει τη μαρτυρία της με σαφήνεια και μιλάει υπέρ των κατά Χριστώ αδελφών των ελαχίστων.

Για να το πετύχει αυτό, η Ορθόδοξη Εκκλησία χρειάζεται να τονίζει πάντα ότι θεμελιώδης αρχή της χριστιανικής ανθρωπολογίας είναι η ισότητα ανδρών και γυναικών, ότι δίπλα στους αγίους υπάρχουν οι άγιες γυναίκες, ως έμφυλες αναπαραστάσεις της αγιοσύνης την οποία δύναται να επιτύχει ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού. Οι γυναίκες στην Εκκλησία δεν είναι απούσες, άμορφες, άνοες, άφωνες, στατικές ή άβουλες. Ούτε θεωρούνται αποκλειστικά με βάση βιολογικούς παράγοντες παραγνωρίζοντας τα πνευματικά δώρα του Τριαδικού Θεού προς αυτές[30]. Το αντίθετο συμβαίνει, καθώς η Ορθόδοξη Εκκλησία «ομολογεί ότι έκαστος άνθρωπος, ανεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας, φυλής, φύλου, εθνικότητος, γλώσσης, είναι φορεύς της εικόνος του Θεού, ισότιμον μέλος της ανθρώπινης κοινωνίας. Συνεπής προς την πίστιν αυτήν, η Ορθόδοξος Εκλησία δεν δέχεται τας διακρίσεις δι’ έκαστον εκ των προαναφερθέντων λόγων, εφ’ όσον αύται προϋποθέτουν αξιολογικήν διαφοράν μεταξύ των ανθρώπων»[31].

Ασφαλώς, η Εκκλησία δεν δύναται να προβεί σε νομοθετικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Αυτές είναι έργο της Πολιτείας. Μπορεί, όμως, να συμβάλλει στην αλλαγή των συνειδήσεων, την ανακαίνιση εν Χριστώ γυναικών και ανδρών. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχει χώρος αρκετός για όλα τα μέλη του σώματος του Κυρίου, κανείς και καμιά δεν περρισεύει. Όλα τα μέλη της Εκκλησίας μπορούμε να γίνουμε «ὄργανα τοῦ Παρακλήτου» και να συμβάλλουμε στην εδραίωση και την εμβάθυνση της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας[32].

ΠΑΜΣ_111

[1] Βλ. Η ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου κατά την έναρξη της σύναξης των προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών (6-3-2014) στην http://fanarion.blogspot.gr/2014/03/6-3-2014.html.

[2] «Ο Αβεσσαλώμ, γιος του Δαβίδ, είχε μια ωραία αδερφή, που ονομαζόταν Ταμάρ. Αυτήν την αγάπησε ο ετεροθαλής αδερφός της ο Αμνών, άλλος γιος του Δαβίδ. Ο Αμνών βασανιζόταν τόσο πολύ από τον έρωτά του, που αρρώστησε για την Ταμάρ, γιατί ήταν παρθένα και του ήταν πάρα πολύ δύσκολο να την πλησιάσει… ‘‘Όχι, αδερφέ μου. Μη με ατιμάσεις! Τέτοιο πράγμα δεν πρέπει να γίνει στον λαό του Ισραήλ. Μην κάνεις αυτή την ανοησία. Πώς θα μπορέσω ν’ αντέξω τέτοια ντροπή! Κι εσύ θα θεωρείσαι άτιμος από όλους τους Ισραηλίτες. Μίλησε καλύτερα στο βασιλιά· ασφαλώς δε θα αρνηθεί να με δώσει σ’ εσένα’’. Ο Αμνών όμως δεν ήθελε να την ακούσει, και καθώς ήταν δυνατότερος απ’ αυτήν, την υποχρέωσε να πλαγιάσει μαζί του και τη βίασε. Μετά ο Αμνών τη μίσησε τρομερά. Τόσο, που το μίσος του γι’ αυτήν ήταν μεγαλύτερο από τον έρωτά του. Της λέει, λοιπόν, ‘‘Σήκω και φύγε’’… ‘‘Μήπως σε βίασε ο αδερφός σου ο Αμνών; Έλα τώρα, αδερφή μου, σώπα· αδερφός σου, είναι, μην το παίρνεις κατάκαρδα’’» (Βασ. Β΄ 13,1-20).

Τα μεταφρασμένα παραθέματα από τη Βίβλο προέρχονται από την έκδοση της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας, Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη), Μετάφραση από τα πρωτότυπα κείμενα, 2003.

[3] Πρβλ. Μεν. Χριστόπουλος, Ανταποδοτικές και θεσμικές αποτυπώσεις της βίας στα ομηρικά έπη, Εισήγηση στο Επιστημονικό Συμπόσιο της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών και Ψυχολογίας, Τμήμα Κοινωνιολογίας, του Παντείου Πανεπιστημίου Πολιτικών και Κοινωνικών επιστημών με θέμα «Μορφές βίας στον αρχαίο κόσμο», Πάντειο Πανεπιστήμιο, 17 Δεκ. 2015, όπου καταγράφονται περιπτώσεις «θεσμοθετημένης βίας», στις οποίες συμπεριλμάνεται  η αρπαγή και ο βιασμός γυναικών κατά την ομηρική εποχή.

[4] Βλ. ενδεικτικά Μιλτ. Κωνσταντίνου, Ο ρόλος της Παναγίας στο σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου, https://www.academia.edu/1852485/Ο_ρόλος_της_Παναγίας_στο_σχέδιο_της_σωτηρίας_του_κόσμου.

Του ιδίου, Η υπέρβαση των διακρίσεων στην Εκκλησία, https://www.academia.edu/1810777/Η_υπέρβαση_των_διακρίσεων_στην_Εκκλησία, Η δημιουργία του νέου λαού του Θεού (Ματ 1,1-25), https://www.academia.edu/2319450/Η_δημιουργία_του_νέου_λαού_του_Θεού_Ματ_1_1-25.

Του ιδίου, Το «κεφάλαιον» της σωτηρίας (Λου 1,24-38), https://www.academia.edu/11628729/Το_κεφάλαιον_της_σωτηρίας_Λου_1_24-38.

[5] Πρβλ. την αποτύπωση από τον Αλ. Παπαδιαμάντη του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως γυναίκα η ηρωίδα του, η Σεραϊνώ, στο διήγημά του «Ο γάμος του Καραχμέτη»: « Ἡ Κουμπίνα (ενν. η Σεραϊνώ), … , συνεμορφώθη μὲ τὴν παραγγελίαν τοῦ συζύγου της. Ἦτο ἁπλῆ καὶ δὲν ἐπονηρεύετο. ‘‘Ἡ δὲ γυνὴ ἕνα φοβεῖται, τὸν ἄνδρα’’. Τῆς γίδας τὰ κέρατα εἶναι κυρτά, εἰς σημεῖον ὑποταγῆς, φαίνεται, εἰς τὸν ὑψικέρατον τράγον. Τῆς κόττας ἡ λοφιὰ εἶναι ἀμαυρὰ καὶ ταπεινή, καὶ τοῦ πετεινοῦ εἶναι κόκκινη, ὑψηλὴ καὶ ἐξηρμένη, καὶ ὅλον τὸ σῶμά του μὲ ὑψηλὰ σκέλη ἀνωρθωμένον. Παντοῦ ἡ ὑποταγὴ τῆς θηλείας εἰς τὸν ἄρρενα».

[6] Πρβλ. Jane Pilcher & Imelda Whelehan, 50 Key Concepts in Gender Studies, Sage Publications, London 2004. Nancy Hewitt (ed.), No Permanent Waves: Recasting Histories of U.S. Feminism, Rutgers University Press, 2010. Επίσης, Μαριάννα Καρακουλάκη, Τα τρία κύματα Φεμινισμού και ο Ισλαμικός Φεμινισμός, στο περιοδικό του Κέντρου Μεσογειακής και Μεσανατολικής Πολιτικής και Πολιτισμού (ΚΕΜΜΕΠ) του Τμήματος Μεσογειακών Σπουδών, τεύχ. 2 (Μάρτ. – Απρ. 2013).

[7] Βλ. ενδεικτικά Μιλτ. Κωνσταντίνου και Β. Σταθοκώστα, «Οι νεοελληνικές μεταφράσεις της Βίβλου και το ζήτημα των νέων ερμηνευτικών προσεγγίσεων σχετικά με τη θέση της γυναίκας στην Αγία Γραφή: Παράδειγμα οικουμενικής συνεργασίας στην Ελλάδα» στο Β. Σταθοκώστα, Ορθόδοξη Θεολογία και Οικουμένη, Μελέτες – Άρθρα, εκδ. Παρρησία, Αθήνα 32015, σ. 301-310.

[8] Βλ. ενδεικτικά Β. Σταθοκώστα, «Το ζήτημα της θέσης των γυναικών στην Εκκλησία: Oικουμενική υπόθεση;», στο Της ιδίας, Ορθόδοξη Θεολογία και Οικουμένη, ό.π., σ. 281-296.

[9] Βλ. ενδεικτικά V. Stathokosta, Relations between the Orthodox and the Anglicans in the Twentieth Century: A Reason to Consider the Present and the Future of the Theological Dialogue στο «Ecclesiology» 8/2012, σ. 350–374. Επίσης, Β. Σταθοκώστα, Η χειροτονία γυναικών στην Αγγλικανική Κοινωνία και η επίσημη θεολογική αντιπαράθεση στους κόλπους της: Κριτική θεώρηση από πλευράς Ορθοδόξου, Εισήγηση στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο «Διακόνισσες, Χειροτονία των Γυναικών και Ορθόδοξη Θεολογία», Θεσσαλονίκη, 22-24 Ιανουαρίου 2015, υπό δημοσίευση στην ΕΕΘΣΠΑ.

[10] Βλ. τις § 9, 10, 11.

[11] Kallistos Ware, Man, Woman, and Priesthood, σ. 68-90, SPCK London, 1978 και Elisabeth Behr-Sigel and Metropolitan Kallistos Ware of Diokleia, The Ordination of Women in the Orthodox Church, W.C.C. 2000.

[12] Βλ. σχετικά Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Η θέσις της γυναικός εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία και τα περί χειροτονίας των γυναικών, Διορθόδοξον Θεολογικόν Συμπόσιον, Ρόδος, 30 Οκτ. – 7 Νοεμβρ. 1988 (επιμ. Αρχιμ. Γεννάδιος Λυμούρης), Κατερίνη 1994.

[13] Ο χαρακτηρισμός αυτός απαντά σε γραπτά του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστόδουλου.

[14] Θέμα «Η θέση της γυναίκας στην Εκκλησία και η χειροτονία γυναικών ως οικουμενικό πρόβλημα».

[15] Βλ. σχετικά Β. Σταθοκώστα, Ορθόδοξη Θεολογία και Οικουμένη, ό.π., σ. 263-299, όπου και σχετική βιβλιογραφία.

[16] Θέμα «Εκκλησία και Πολιτισμός».

[17] Θέμα «Η Ορθόδοξη Γυναίκα στην Ενωμένη Ευρώπη».

[18] Θέμα «Διακρίνειν τα σημεία των καιρών».

[19] Παρενθετικά, αξιομνημόνευτη είναι η πρωτοβουλία σε τοπικό επίπεδο του «Διαμητροπολιτικού Δικτύου Γυναικών». Βλ. σχετικά αρχιμ. Πλ. Κρικρής, Διαμητροπολιτκό Δίκτυο Γυναικών: Δικτύωση και συνεργασία Ιερών Μητροπόλεων στην http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/woman/.

[20] Βλ. το κείμενο της Ε΄ Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης, Σαμπεζύ/Γενεύη, 10-17 Οκτ. 2015 με τίτλο Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω: Η συμβολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις επικράτησιν της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών, και άρσιν των φυλετικών και λοιπών διακρίσεων, § Α4 και 5.

[21] Βλ. ενδεικτικά στατιστικά στοιχεία επίσημης έρευνας από τα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα FRA – Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Βία κατά των γυναικών: Πανευρωπαϊκή έρευνα, Τα αποτελέσματα με μια ματιά, Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2014.

[22] Βλ. στην επίσημη ιστοσελίδα των Ηνωμένων Εθνών http://www.un.org/en/events/endviolenceday/.

[23] Faith-based coalition comes together for 16 days of activism to overcome gender-based violence στην http://www.oikoumene.org/en/press-centre/news/faith-based-coalition-comes-together-for-16-days-of-activism-to-overcome-gender-based-violence/. Βλ. επίσης, http://www.worldywca.org/noXcuses/.

[24] Για τον ορισμό της οικιακής βίας («domestic violence») βλ. Council of Europe, Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence, CETS No. 210, 2011, σ. 8.

[25] Διεθνώς, ως βία κατά των γυναικών ορίζεται «any act of gender-based violence that results in, or is likely to result in, physical, sexual or psychological harm or suffering to women, including threats of such acts, coercion or arbitrary deprivation of liberty, whether occurring in public or in private life» (Βλ. UN, General Assembly, Declaration on the Elimination of Violence against Women, A/RES/48/104, 20 December 1993, σ. 3). Ο παραπάνω ορισμός αναπτύχθηκε τα επόμενα χρόνια (1995), προκειμένου να συγκεκριμενοποιήσει και να καταστήσει κατά το δυνατόν σαφέστερες όλες τις πιθανές μορφές έμφυλης βίας στον δημόσιο και στον ιδιωτικό βίο, ως εξής: «(a) physical, sexual and psychological violence occurring in the family, including battering, sexual abuse of female children in the household, dowry-related violence, marital rape, female genital mutilation and other traditional practices harmful to women, non-spousal violence and violence related to exploitation; (b) physical, sexual and psychological violence occurring within the general community, including rape, sexual abuse, sexual harassment and intimidation at work, in educational institutions and elsewhere, trafficking in women and forced prostitution; (c) physical, sexual and psychological violence perpetrated or condoned by the State, wherever it occurs» (Βλ. UN, Report of the Fourth World Conference on Women, A/CONF.177/20/Rev.1, 4–5 September 1995, σ. 48–49).

[26] Βλ. ενδεικτικά http://www.sansimera.gr/worldays/. Βλ. επίσης την ιστοσελίδα των Ηνωμένων Εθνών όπου και στοιχεία για την κακοποίηση των γυναικών σε παγκόσμια κλίμακα http://www.un.org/en/events/endviolenceday/.

[27] Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος αντιμετώπισης από την εκκλησία –συγκεκριμένα από τα «Μικτά Συμβούλια»- αιτημάτων διαζυγίων από γυναίκες, λόγω ξυλοδαρμού και κακοποίησής τους από τους συζύγους τους, επί Τουρκοκρατίας. Ιδιαίτερα διαφωτιστικές είναι οι μελέτες του Γεωργίου Π. Νάκου, ομότιμου καθηγητή της Νομικής Σχολής Α.Π.Θ., που αναφέρεται σε ενδεικτικές περιπτώσεις λόγων διαζυγίων επί Τουρκοκρατίας στη Θάσο και στα Γρεβενά τον 19ο  αι. Τα Μικτά Συμβούλια ήταν «Μικτά Εκκλησιαστικά Δικαστήρια [ΜΕΔ] από κληρικούς και λαϊκούς, τα οποία δίκαζαν το πνευματικό και το υλικό … μέρος των διαφορών που προέκυπταν μεταξύ των χριστιανών από τις λύσεις μνηστείας, γάμου, διαζυγίων» κ.τ.λ. και λειτουργούσαν «υπό την προεδρία του οικείου Μητροπολίτη ή του νόμιμου αναπληρωτή του». Βλ. Γ.Π. Νάκος, Ενδεικτικές περιπτώσεις λόγων διαζυγίων επί Τουρκοκρατίας στη Θάσο το 19ο  αι., Εισήγηση στο 7ο  Συμπόσιο Θασιακών Μελετών, Θάσος,  Σεπτ. 2015, υπό δημοσίευση στο περιοδικό «Θασιακά». Βλ. επίσης, Του ιδίου, Οι λόγοι διαζυγίου στα Γρεβενά το 19ο αιώνα, Εισήγηση στο Α΄ Συνέδριο Ιστορίας Δυτικής Μακεδονίας της Εταιρείας Δυτικομακεδονικών Μελετών με θέμα «Η Δυτική Μακεδονία στους Νεότερους Χρόνους», Γρεβενά, 2-5 Οκτωβρίου 2014, υπό δημοσίευση.

[28] Πρβλ. παραδείγματα ωραιοποίησης της υποταγής της γυναίκας στον άνδρα, όπως και υψηλής θεολογικής επεξεργασίας αποτυπώσεις και ερμηνείες ιστοριών στις οποίες δεσπόζει η αφοσίωση της γυναίκας στον σύζυγο, νοηματοδοτώντας με τον τρόπο αυτό το μυστήριο της συζυγίας. Χαρακτηριστική είναι η διήγηση του Αλ. Παπαδιαμάντη, σύμφωνα με την οποία, πολλά χρόνια πριν, η πάσχουσα Σεραϊνώ όχι μόνο κατανοεί και ανέχεται την απιστία του συζύγου της, αλλά επιθυμεί και την παραμονή της στον γάμο έστω και ως τροφός των παιδιών του από μια άλλη γυναίκα. Για τη συζυγική αγάπη και αφοσίωσή της λέγεται ότι η Σεραϊνώ αγίασε. Μάλιστα, η διήγηση αυτή του Παπαδιαμάντη έχει χαρακτηριστεί ως το συναξάρι της (βλ. την ερμηνεία του Τάσου Ζαννή, Ο γάμος του Καραχμέτη ή το συναξάρι μιας αγίας συζύγου, στο περιοδικό «Σύναξη» τ. 26/1988), ενώ έχουν γραφτεί το Απολυτίκιο, το Κοντάκιο και το Μεγαλυνάριο της ως αγίας (βλ. http://www.diakonima.gr

Χαρακτηριστικό είναι το περιεχόμενο από το Απολυτίκιό της:

«Ταπεινώσεως έκτυπον και ωράϊσμα υποταγής ολοθύμου τω σω ιδίω ανδρί, εκ της κλίνης σε δολίως αποπέμψαντι, Σεραϊνώ θεοειδές, η εξ άλλης γυναικός τα τέκνα του σου συζύγου σεμνώς εκθρέψασα, δείξον      ημίν οδόν της αγιότητος» (βλ. ό.π.).

Από την άλλη πλευρά, όμως, θα πρέπει να τονιστεί η αντίδραση της εκκλησιαστικής κοινότητας της εποχής, η οποία, μολονότι ανήμπορη να εμποδίσει την αδικία και την ύβρη του συζύγου, του Κουμπή, αποδοκιμάζει την πράξη του και τον αποκαλεί πλέον –τον ίδιο και τους απογόνους του- όχι με το όνομά του αλλά με ένα τουρκικό προσωνύμιο, ο «Καραχμέτης». Με τον τρόπο αυτό η κοινότητα δείχνει ότι ο Κουμπής έχει χάσει τη θέση του σε αυτήν (πρβλ. Τάσος Ζαννής, Ο γάμος του Καραχμέτη ή το συναξάρι μιας αγίας συζύγου, ό.π.), όχι μόνο επειδή είναι μοιχός αλλά επειδή υιοθετεί στη ζωή του μια συνήθεια των αλλοθρήσκων, την πολυγαμία. Η σιωπή της Σεραϊνώς, δηλαδή, συνοδεύεται από την αντίδραση της κοινότητας, που βροντοφωνάζει και αποδοκιμάζει την ύβρη και το άδικο.

Ωστόσο, τα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα δεν επιτρέπουν την προσδοκία μιας ανάλογης αντίδρασης της κοινότητας στην εποχή μας, η οποία δεν αποκλείεται να έβλεπε θετικά την απομάκρυνση της συζύγου λόγω της ανικανότητάς της για τεκνοποίηση κ.λπ. Συνεπώς, αν οι ιστορίες υποταγής και αφοσίωσης σαν αυτή της Σεραϊνώς αυτονομηθούν από τη συνάφειά τους, αν δεν ερμηνευτούν σωστά ή αν εφαρμοστούν στην ποιμαντική πράξη αδιάκριτα, μπορεί να οδηγήσουν σε δυσάρεστες καταστάσεις και γι’ αυτό απαιτούνται λεπτές ισορροπίες και χειρισμοί. Κατά συνέπεια, η προβολή από την ποιμένουσα Εκκλησία τέτοιων προτύπων απαιτεί ακόμη περισσότερη προσοχή.

[29] Βλ. τις μαζικές σεξουαλικές επιθέσεις κατά γυναικών το βράδυ της Πρωτοχρονιάς του 2016 σε μεγάλες πόλεις της Γερμανίας, Σουηδίας και Φιλανδίας. Βλ. ενδεικτικά http://www.dailymail.co.uk/news/article-3390168/Migrant-rape-fears-spread-Europe-Women-told-not-night-assaults-carried-Sweden-Finland-Germany-Austria-Switzerland-amid-warnings-gangs-ordinating-attacks.html.

[30] «Η Ορθόδοξος Εκκλησία πιστεύει ότι ο άνθρωπος δεν είναι απλούν σύνολον κυττάρων, ιστών και οργάνων, ούτε και προσδιορίζεται μόνον από βιολογικούς παράγοντες. Ο άνθρωπος αποτελεί δημιούργημα ‘‘κατ’ εικόνα Θεού’’ (Γεν. 1,27) και θα πρέπη η αναφορά εις αυτόν να γίνηται με τον δέοντα σεβασμόν». Βλ. το κείμενο της Ε΄ Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης, Σαμπεζύ/Γενεύη, 10-17 Οκτ. 2015 με τίτλο Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω, ό.π., § ΣΤ12.

[31] Βλ. το κείμενο της Ε΄ Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης, Σαμπεζύ/Γενεύη, 10-17 Οκτ. 2015 με τίτλο Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω, ό.π., § Ε2.

[32] Πρβλ. «Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου, Προέδρου τῆς Δ΄ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως, κατά τήν ἔναρξιν τῶν ἐργασιῶν αὐτῆς (Σαμπεζύ Γενεύης, 8 Ἰουνίου 2009)», Γραμματεία επί της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στο Συνοδικά ΧΙ: Δ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις, 6-13 Ιουνίου 2009, Πρακτικά – Κείμενα, εκδ. Ορθόδοξον Κέντρον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Σαμπεζύ – Γενεύης 2015  σ. 14-20.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.