Στυλιανός Τσομπανίδης, Οικουμενικός Διάλογος και Ειρήνη: Προσδιοριστικά της πορείας του Μητροπολίτη Ειρηναίου Γαλανάκη

Η εισήγηση (διευρυμένη μορφή) του Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στο Πνευματικό Συμπόσιο μνήμης και τιμής προς τον αοίδιμο Μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου κυρό Ειρηναίο, με θέμα «ΠΟΛΙΤΙΚΗ και ΘΡΗΣΚΕΙΑ»

Ειρηναίος_201

«Τό ἔργον τοῦ Μητροπολίτου Εἰρηναίου Γαλανάκη ἀποτελεῖ τήν ἀπόδειξιν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας διά τόν ἄνθρωπον», έχει σημειώσει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και επισημαίνει και ο Μητροπολίτης Κισάμου και Σελίνου Αμφιλόχιος[1]. Το έργο του μιμείται αυτό του Χριστού. Ο Ειρηναίος Γαλανάκης έχει το δικαίωμα να αποκληθεί «υιός του Θεού», γιατί το όνομά του βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία προς τον βίο και την πολιτεία του: Ειρηναίος, ειρηνευτής, ειρηνοφόρος, ειρηνοποιός. Σύμφωνα με τις γραφές, αυτό το λειτούργημα, αυτό το έργο είναι τόσο σπουδαίο, ώστε ο καρπός του να είναι η «υιοθεσία»: «μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί θεού κληθήσονται» (Μτ 5,9). Οι ειρηνοποιοί μετέχουν στην υιότητα του Χριστού, ο οποίος είναι «η ειρήνη ημών» (Εφ 2,14). Ο ειρηνοποιός είναι συνώνυμος με τον χριστιανό, για τον οποίο οι πατέρες τόνιζαν: «τίποτε δεν χαρακτηρίζει τόσο τον χριστιανό όσο το να εργάζεται για την ειρήνη»[2].

Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος διεμήνυε συνεχώς: «Σαν Χριστιανός λογαριάζω και συγκλονίζομαι από ευθύνη για την ειρήνη του κόσμου…Είμαι ένας ταπεινός λειτουργός του Θεού. Δεν είμαι ούτε πολιτικός ούτε στρατιώτης…Είμαι ένας ταπεινός λειτουργός του Χριστού. Στέκω στην Αγία θύρα της Εκκλησίας Του και φωνάζω το μήνυμά του: και Επί γης Ειρήνη»[3].

Ο Ειρηναίος δεν παρακολουθεί απλώς, αλλά μετέχει στις εξελίξεις του κόσμου γύρω του και στις οικουμενικές ζυμώσεις. Στέκεται με ευαισθησία και αρθρώνει ευθαρσώς λόγο «κοφτερό» και «προφητικό» ενώπιον των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών προκλήσεων των καιρών και των απειλών κατά του ανθρώπινου προσώπου[4]. Επειδή πρέσβευε ότι ο αληθινός χριστιανός δεν έπρεπε να είναι παθητικός και αδρανής, αλλά ένας φλεγόμενος άνθρωπος με αγωνία για τις περιπέτειες και τα παθήματα του ανθρώπου, ήθελε να εφαρμόσει στην πράξη την βαθιά του πίστη ότι ο εις τύπον και τόπον Χριστού ενώπιον του Θυσιαστηρίου ιστάμενος Αρχιερέας «ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι» (Μτ 20,28)[5].

Αυτή η στάση ζωής και τα βιώματα, σιγά – σιγά με τον καιρό και με τις ανάγκες των περιστάσεων, χάραξαν τους δρόμους και τους στόχους της πορείας του. Προς το τέρμα της πολυκύμαντης και μακράς πορείας του ο ίδιος θα προσδιορίσει επιγραμματικά ως εξής το έργο του: «τρεις ήταν οι δρόμοι, τρία ήταν τα μέτωπα των προσπαθειών και των πνευματικών μου αγώνων. Η χριστιανική παιδεία – η κοινωνική διακονία – ο ευρύτερος διεκκλησιαστικός (οικουμενικός) διάλογος και η ειρήνη»[6].

Ο τρίτος προσδιοριστικός στόχος της πορείας του Ειρηναίου, η σκιαγράφηση του οποίου επιχειρείται εδώ σε αδρές γραμμές, περιλαμβάνει δύο μέτωπα. Ο ίδιος όμως τα βλέπει πολύ σωστά ως ένα. Οικουμενικός διάλογος και ειρήνη συνδέονται. Για τον Ειρηναίο Γαλανάκη ο μοναδικός δρόμος μέσω του οποίου μπορεί να αντιμετωπιστεί το μέγα και σοβαρό πρόβλημα του σημερινού κόσμου, το αιώνιο πρόβλημα της ειρήνης, και να υπερβαθούν οι συγκρούσεις και η βία είναι ο διάλογος[7].

Ειρηναίος_4

Ο ίδιος από τα τέλη της δεκαετίας του ΄60 έχει δημιουργήσει με συνοδοιπόρο τον Αλέξανδρο Παπαδερό την Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης (ΟΑΚ)[8], ένα ίδρυμα που κύριο προορισμό είχε και έχει να ασκεί το διάλογο της αγάπης, της καταλλαγής και της αλληλεγγύης, ακουλουθώντας το παράδειγμα του Χριστού που φρόντιζε να διαλέγεται με τους ανθρώπους όχι μόνο στο Ιερό, αλλά και στις πλατείες (Λκ 13,26)[9]. Ο Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίος με τις εμπνευσμένες πρωτοβουλίες του, ιδιαίτερα με την ΟΑΚ, προσέφερε στην Ορθοδοξία, όπως πολύ γλαφυρά σημειώνει ο μακαριστός Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Παρθένιος, «το μετερίζι, όπου μπορέσαμε να μιλήσουμε με όλους, είτε χριστιανούς, είτε με το Ισλάμ, είτε με αθέους, είτε με πολιτικούς και άλλους εκπροσώπους των ανθρώπων σήμερα»[10].

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ειρηναίος δεν θεωρεί ότι ο διάλογος μεταξύ αντιτιθέμενων πλευρών αποτελεί μόνο ένα μέσο για συμφωνία, αλλά ότι από μόνος του είναι μέρος μιας συμφιλιωτικής διαδικασίας. Εκείνοι που μπορούν να συμμετάσχουν σε γνήσιο διάλογο με ανοικτά μυαλά και ειλικρίνεια και είναι έτοιμοι να ακούν και όχι μόνο να μιλούν, βρίσκονται ήδη στο δρόμο για την ειρήνη[11]. Δηλαδή, βασική προϋπόθεση του ειρηνοποιού είναι να κατέχει ο ίδιος την ειρήνη και να δίνει ο ίδιος το παράδειγμα.

Αυτό αποτελεί βασική αρχή της οικουμενικής προσπάθειας από τα πρώτα της βήματα στον 20ο αιώνα. Γι’ αυτό βλέπει ο Ειρηναίος τον οικουμενικό διάλογο και την ειρήνη σε αλληλεξάρτηση και ως ένα μέτωπο στην πορεία του.

Η εμπειρία του από τη συμμετοχή του ως μέλους του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις πολύ σημαντικές Γενικές Συνελεύσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ) στο Ν. Δελχί (1961) και στην Ουψάλα (1968), η διακονία του ως προέδρου της Μικτής Επιτροπής του Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου, Παλαιοκαθολικών και Λουθηρανών και η συμμετοχή του σε άλλες σημαντικές οικουμενικές συναντήσεις[12] εδραίωσαν την πεποίθησή του, όπως ο ίδιος αναφέρει, ότι «η αποκατάσταση της ενότητας της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, μπορεί να ετοιμάσει και τη Μία, Ειρηνική και Παγκόσμια Ανθρωπότητα, που ευαγγελίζεται η χριστιανική μας εσχατολογία: «γενήσεται μία ποίμνη, εις ποιμήν» (Ιωαν. 10,16). «Αυτό», τονίζει, «ήταν και παραμένει και σήμερα η βαθύτερη νοσταλγία της ανθρωπότητας»[13].

Ο Ειρηναίος γνώριζε ότι ο κύριος σκοπός του οικουμενικού διαλόγου είναι η αποκατάσταση της ενότητας των χριστιανικών Εκκλησιών, η πραγμάτωση δηλαδή της μεγάλης εντολής του Χριστού, «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ιωαν. 17,21)[14]. Η ενότητα αυτή δεν είναι, όμως, αυτοσκοπός. Πρέπει να συνδέεται, σύμφωνα με τον Ειρηναίο, άρρηκτα με την ενότητα και την ανακαίνιση της ανθρωπότητας και γι’ αυτό συνδυάζεται και με ένα πνεύμα αναγέννησης της όλης ζωής της Εκκλησίας, για να μπορεί αυτή να δώσει το μήνυμα της σωτηρίας του κόσμου με μια νέα πειστικότητα και ζωτικότητα[15].

Ειρηναίος_21

Είχε την ακλόνητη πεποίθηση ότι ο αμερόληπτος, ειλικρινής και συμφιλιωτικός διάλογος μεταξύ των Εκκλησιών «καλλιεργεί και την ψυχική προσέγγιση λαών και πολιτισμών και μπορεί έτσι να συμβάλει ουσιαστικά στο μέγα θέμα της ειρήνης του κόσμου»[16]. Γι’ αυτό επιδοκίμασε την προσπάθεια των Εκκλησιών, μέσω του ΠΣΕ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για συμφιλίωση και κοινή μαρτυρία. Αυτή η προσπάθεια άρχισε επισήμως σε μια εποχή κατά την οποία τα τραύματα του πολέμου ήταν νωπά και ο κόσμος ζούσε μέσα στα ερείπια μιας δεινής και καταστροφικής μανίας, που είχε τραφεί με επικίνδυνες ιδεολογίες, με ρατσισμούς, εθνικισμούς και οικονομικά συμφέροντα. Ομολογεί ο ίδιος πολλά χρόνια μετά: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος (1939-1945) με τις εκατόμβες, τις καταστροφές και τα εγκλήματά του, ένας πόλεμος που έγινε από χριστιανούς εναντίον χριστιανών, πλήγωσε τη χριστιανική μου συνείδηση. Και συχνά τότε και αργότερα αναρωτήθηκα: τί έκαμαν οι Εκκλησίες των Ευρωπαϊκών Λαών για να αποτρέψουν αυτό το ματοκύλισμα. Κι όταν το 1945 μαζί με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, άρχισε να δραστηριοποιείται και ο Οργανισμός του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, αισθάνθηκα μεγάλη ανακούφιση και χαιρέτισα τις εργασίες της Α΄ Γενικής Συνέλευσης στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας το 1948… Τον Ιούνιο 1951 επιστρέφοντας από τη Γαλλία στην Ελλάδα πέρασα από τη Γενεύη, που ήταν, και είναι μέχρι σήμερα, τα Γραφεία του ΠΣΕ. Εκεί γνώρισα το έργο του και τα τότε σημαντικά πρόσωπά του και είδα ότι με τις προσπάθειές του για την Ενότητα των χριστιανικών Εκκλησιών, καλλιεργεί και το κλίμα της Ευρωπαϊκής Ενότητας και της παγκόσμιας Ειρήνης»[17].

Ο Ειρηναίος χαρακτήρισε την Οικουμενική Κίνηση ως «το μεγαλύτερο γεγονός στην πρόσφατη ιστορία του Χριστιανισμού», που άρχισε με αποτελεσματική πρωτοβουλία και σύμπραξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Επισήμανε ότι οφείλουμε να τη βλέπουμε ως «καρπόν του Πνεύματος» (Γαλ. 5,22) και να την αναγνωρίσουμε ως «σημείο αναγέννησης και ζωτικότητας του Χριστιανισμού»[18] με «μεγάλους και παγκόσμιους οραματισμούς που τους χρειάζεται η σημερινή και αυριανή ανθρωπότητα για να βρει το δρόμο της ειρηνικής της συμβίωσης»[19].

Μπορεί τα μεγάλα και αποφασιστικά βήματα στην ειρηνική πορεία της Οικουμενικής Κίνησης που εντυπωσίασαν τον Ειρηναίο να έγιναν μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αξίζει όμως να σημειωθεί ότι δεν του διαφεύγει ότι η σύγχρονη Οικουμενική Κίνηση ξεκίνησε στην προδρομική της φάση ως φιλειρηνικό κίνημα[20]. Και τότε τέθηκε το ίδιο ερώτημα με αυτό που έθεσε ο Ειρηναίος μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη στάση των Εκκλησιών απέναντί του. Η εμ­πει­ρί­α κα­τά τον Α΄ Παγ­κό­σμιο Πό­λε­μο της η­θι­κής υ­πο­στή­ρι­ξης των εμ­πό­λε­μων με­ρών α­πό τις εκ­κλη­σί­ες τους, τό­σο που θα μπο­ρού­σε κα­νείς να πι­στέ­ψει ό­τι ο πό­λε­μος έ­γι­νε ε­πί­σης στο ό­νο­μα της πί­στης, κα­τέ­στη­σε α­ναγ­καί­ο να το­νι­στεί εκ νέ­ου η κοι­νή υ­πο­χρέ­ω­ση ό­λων των χρι­στια­νών για την ει­ρή­νη. Για τους πρωτεργάτες της Οικουμενικής Κίνησης, τον λου­θη­ρα­νό Αρ­χι­ε­πί­σκο­πο Ου­ψά­λας Ν. Söderblom, τον καθηγητή Αμ. Αλιβιζάτο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο[21], τον μεγάλο γερμανό θεολόγο Dietrich Bonhoeffer, αυτό ήταν ένα πνευματικό αίτημα που αφορούσε στην αξιοπιστία της μαρτυρίας των Εκκλησιών.

Ειρηναίος_28

Μετά από χρόνια, λίγο πριν την ανάκληση του οράματος των πρωτεργατών της Οικουμενικής Κίνησης από τη Γενική Συνέλευση του ΠΣΕ στο Βανκούβερ το 1983 και σχεδόν ταυτόχρονα με τη βαρυσήμαντη ανακοίνωση (hearing) του ΠΣΕ για τα ατομικά όπλα και τον αφοπλισμό στο Άμστερνταμ το 1981, όπου επισημαίνεται ότι ήρθε ο καιρός για μια σαφή και δεσμευτική τοποθέτηση των Εκκλησιών απέναντι στο πρόβλημα[22], ο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης, άνθρωπος των μεγάλων οραμάτων και μαζί των ρεαλιστικών επιλογών, με βάση τη δική του ορθόδοξη εμπειρία ζωής και τη βαθιά συναίσθηση του χρέους να εκφράσει το πνεύμα της ειρήνης του Χριστού σε έναν μισαλλόδοξο και σπαρασσόμενο κόσμο, εντάσσει την ταπεινή Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου στις γενικότερες προσπάθειες της παγκόσμιας Εκκλησίας του Χριστού· υψώνει την φωνή της και στρατεύει τις δυνάμεις της για την ειρήνη[23]. Οργανώνει με εκπληκτικό δυναμισμό πρωτοποριακά προγράμματα για την ειρήνη[24], προωθεί μία ειρηνική θεολογία και ανθρωπολογία, καθώς και το διάλογο μεταξύ των εκκλησιών, των θρησκειών και των πολιτισμών.

Η παρουσία του ήταν μια πραγματική έκπληξη στον εκκλησιαστικό χώρο, που ενσάρκωσε έναν δυναμικό-προφητικό τύπο ιεράρχη που δεν σιωπούσε απέναντι στα φλέγοντα προβλήματα της ανθρωπότητας, απέναντι στην αδικία και την απανθρωπία της βίας. Ο Ειρηναίος αφουγκράζεται τον πόνο και την αγωνία του κόσμου και είναι αυτό, ομολογεί ο ίδιος, που ξεσηκώνει την ψυχή του να φωνάξει και να αγωνιστεί και να υπερασπιστεί την ειρήνη[25]. Δηλώνει με αποφασιστικότητα: «Προτιμώμεν το σκάνδαλον της δράσεως και του αγώνος, από το σκάνδαλον της σιωπής και της δειλίας»[26]. Σε εκείνους που βλέπουν «την αποστολή και το έργο της Εκκλησίας μόνο στους τέσσερις τοίχους των Ναών και των νεκροταφείων της»[27], υποστηρίζοντας υποκριτικά τη λεγόμενη πολιτική «ουδετερότητα» και μια στάση «ακοσμική» μακριά από την πυρίκαυστη ζώνη των πραγματικοτήτων της εκάστοτε εποχής, εξηγεί: Η μεγάλη ενοχή της Εκκλησίας στην εποχή μας είναι η σιωπή και η απουσία της μαρτυρίας της σε έναν κόσμο που είναι κόλαση[28]. Προβληματίζεται όταν η Εκκλησία λειτουργεί ως «Εκκλησία καταφύγιο», αγνοώντας τον κόσμο ως κλήση και αποστολή. Σε όλα του τα έργα, στα μηνύματα και στα κηρύγματα ο Ειρηναίος όταν αναφέρεται στο ρόλο των χριστιανών στον κόσμο χρησιμοποιεί την παρομοίωση από την επί του όρους ομιλία του Χριστού για το «άλας της γης» και το «φως του κόσμου»,[29] για να επισημάνει και να προειδοποιήσει ότι «η απουσία του από τα γεγονότα του χρόνου και της ιστορίας είναι σχεδόν άρνησις και προδοσία της αποστολής και των ιδανικών της πίστεώς του»[30], η περιφρόνηση για τα πράγματα του κόσμου είναι «αμάρτημα προσβολής εναντίον του Θεού, εις τον οποίον ανήκει όχι μόνον ο ουρανός αλλά και η γη» (η υπογράμμιση δική μου)[31]. Για τον Ειρηναίο ο χριστιανός μπορεί να είναι «πολίτης της ουρανίου βασιλείας», είναι όμως και πολίτης αυτού του κόσμου, είναι ύπαρξη ιστορική, που πραγματώνει την ουσία του σε σχέση προς τους άλλους και μέσα σε ολόκληρο το δίκτυο των κοινωνικών θεσμών και δομών.

Επειδή τον ενοχλεί ιδιαίτερα η αδράνεια των χριστιανών και η «ρετσινιά του κατεστημένου»[32] κάθε φορά που η Εκκλησία δίνει αφορμή, με τη σιωπή και την ανοχή της, να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με κάθε «δαιμονικό κατεστημένο» και συντάσσεται με αυτό[33], υπενθυμίζει ότι αυτή οφείλει να είναι «στρατευομένη» και «ομολογούσα», δηλαδή αγωνιστική και μαχόμενη για τη σωτηρία του κόσμου[34].

Αυτός ο ιεράρχης έθεσε ως στόχο, και τα κατάφερε κατά το μέτρο του δυνατού, να αναταράξει τη συνείδηση ενός ολόκληρου κόσμου, προπάντων της Εκκλησίας, ώστε να συμμετέχει στις ωδίνες της ιστορίας και στις οδύνες των ανθρώπων. Κήρυξε την «επανάσταση των συνειδήσεων» καλώντας «άτομα και λαούς σε μια πνευματική αφύπνιση, σε μια διαρκή εγρήγορση και δραστική αντίσταση στις αλλοτριώσεις του ανθρωπίνου προσώπου που επιβάλλουν οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές δομές των καιρών μας»[35]. Κάλεσε επίσης επανειλημμένα, ιδίως σε μηνύματα της εορτής των Χριστουγέννων, να καταδικαστούν στο όνομα του Άρχοντα της Ειρήνης όλα τα συστήματα (Πολιτικά, Οικονομικά και Στρατιωτικά), που καταστρέφουν την Ειρήνη και εμποδίζουν την πραγμάτωσή της στις Κοινωνίες των λαών και στις ψυχές των ανθρώπων»[36].

Με βάση τα παραπάνω λεχθέντα (και με όλη τη στάση του) ο Ειρηναίος δείχνει ότι ο χριστιανός δεν πολιτικολογεί, αλλά πολιτεύεται «αξίως του ευαγγελίου του Χριστού» (Φιλ. 1,27)[37], μετέχει στα κοινά (στην «πόλη»), επιβεβαιώνοντας κριτικά, επικυρώνοντας προφητικά και νοηματοδοτώντας εσχατολογικά την πολιτική[38]. Γι’ αυτό απορούσε: «αφού στην καθημερινή σας προσευχή επαναλαμβάνετε αυτές τις μνημειώδεις φράσεις ‘ελθέτω η βασιλεία σου γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης’, πώς μπορείτε ύστερα να καταπροδίδετε αυτήν την πίστιν σας και ν’ αφήνετε το στίβο της πολιτικής χωρίς την παρουσία σας, και χωρίς την εξυγιαντική και ανορθωτική επίδρασί σας; Πώς τολμάτε να εγκωμιάζετε και να αντιτάσσετε σε κάθε άλλο εγκόσμιο σύστημα δικαιοσύνης, το περιλάλητο και όντως ανώτερο παντός άλλου σύστημα της χριστιανικής δικαιοσύνης, τη στιγμή που σεις αρνείσθε και αποφεύγετε την πολιτική, το πρακτικώτερο αυτό μέσο για να παγιωθή στον κόσμο η δικαιοσύνη και η παγκόσμια ειρήνη»[39].

Ειρηναίος_18

Εντοπίζει που οφείλεται το πρόβλημα και το περιγράφει με απαράμιλλο τρόπο: «… η εμπειρία και η ζωή των είκοσι Χριστιανικών αιώνων, δείχνουν πως υπάρχει κάπου – κάπου μια μεγάλη αντινομία ανάμεσα στην Ενσάρκωση του Χριστού και στο Κήρυγμα της Εκκλησίας, που συχνά γίνεται μονόπλευρα Μεταφυσικό και αρνιέται την ‘ενσάρκωσή’ του στην πραγματικότητα των ανθρωπίνων προβλημάτων και των ανθρωπίνων πολιτισμών… Πρέπει να διορθώσωμε το μεγάλο λάθος που κάναμε στην Ενσάρκωση της Χριστιανικής Πίστης· γιατί, ενώ Δογματικά συμφωνήσαμε πως ο Χριστός είναι ‘ατρώτως και αναλλοιώτως’ Θεός και άνθρωπος, στην πράξη γινόμαστε πάλι Μονοφυσίτες κι’ αγνοούμε την ανθρώπινη και εγκόσμια πλευρά του Χριστιανισμού. Είτε από δειλία, είτε από άγνοια τρέχομε πολλές φορές να κρυφθούμε στη συννεφιά κάποιας αμφίβολης αγιότητας και λησμονούμε τον αγώνα και τον εξαγιασμό του ανθρώπου στον επίγειο και καθημερινό του μόχθο. Κι’ είναι σωστός ο λόγος που ειπώθηκε, ότι ‘είναι εύκολον να κάνη κανείς τον Άγιο, όταν δεν θέλει να είναι άνθρωπος’»[40]. Αναφέρει παραδείγματα για αυτή την απουσία της Εκκλησίας λέγοντας:

«Δεν υπάρχει σχεδόν καμμιά τελετή στην Εκκλησία μας που να μην ευχόμεθα ‘υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος Κόσμου…’

Ποια θέση όμως κατέχει στο σημερινό κήρυγμα της Εκκλησίας μας το θέμα για την ειρήνη του κόσμου; Και ποια θέση πήρε η προσπάθεια της Εκκλησίας μας για την Ειρήνη του Κόσμου στον εικοστό αιώνα, που γνώρισε τρομακτικούς Παγκόσμιους Πολέμους; Πόσα ινστιτούτα Ειρήνης διατηρεί σήμερον η Εκκλησία μας και πόσες προσπάθειες καταβάλλει για τους αφοπλισμούς, για κάποια ηθική κατανομή τη Παγκόσμιας οικονομίας, για την ανάπτυξη των καθυστερημένων και για τόσα άλλα πράγματα, που εμποδίζουνε ή ετοιμάζουνε ένα πόλεμο;

Κηρύσσομε και υποστηρίζομε πως ο άνθρωπος πλάστηκε ‘κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Θεού’, τι κάμνομεν όμως σαν Εκκλησία όταν η εικόνα αυτή κακοποιείται… και όταν εκατομμύρια ανθρώπων μένουν χωρίς μόρφωση και Παιδεία στο σκοτάδι και στη βαρβαρότητα, που καταστρέφει αυτή τη θεία εικόνα της ανθρωπίνης προσωπικότητας;»[41].

Ο Ειρηναίος θεωρεί ότι ο αγώνας κατά της ατολμίας και της δειλίας για την ανόρθωση των «παρειμένων χειρών και των παραλελυμένων γονάτων» (Εβρ 12,12) είναι από τους πιο επιτακτικούς και ωραίους. Ως συνεπής πιστός αγρυπνά, διαμαρτύρεται, καταγγέλλει, απομυθεύει, μάχεται για την ανθρωπιά και την αξιοπρέπεια, διαδηλώνει και προπαντός συνασπίζεται. Γνωρίζει ότι ο αγώνας για ζωή και ειρήνη δεν είναι αποκλειστικό δικαίωμα ή καύχημα κανενός, αλλά πανανθρώπινο καθήκον. Ανθρωπιά υπάρχει και έξω από το χριστιανισμό[42]. Παρόμοιες εντολές για ειρήνη υπάρχουν και σε όλες τις μεγάλες θρησκείες. Το μήνυμα της ειρήνης απασχολεί και διακηρύσσεται και από άλλες φωνές που δεν συμφωνούν με το χριστιανικό πιστεύω. Είναι προφανές για τον Μητροπολίτη Ειρηναίο ότι κανείς δεν είναι περιττός και ότι η συνεργασία με όλους είναι αναγκαία. «Αν είχα τη δύναμη, θα καλούσα την ανθρωπότητα ολόκληρη σε πορεία ειρήνης. Όχι όμως στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους. Θα καλούσα την ανθρωπότητα να κάμη μια πορεία στα πεδία των μαχών, στα κοιμητήρια των πολέμων, στα στρατόπεδα των αιχμαλώτων και των εξορίστων. Και εκεί να γονατίσουμε, να προσευχηθούμε και δώσουμε τον όρκο της Ειρήνης του κόσμου»[43]. Στο σημείο αυτό έχει σημασία να τονιστεί ότι ο Ειρηναίος Γαλανάκης έχει μια οπτική πανανθρώπινη και οικουμενική, που σέβεται την πίστη των άλλων και δεν κατέχεται από το «σύνδρομο του μοναδικού δρόμου»[44]. Λέει για το αγωνιώδες αίτημα ενός καλύτερου και ειρηνικότερου κόσμου, που προβάλλεται από όλα τα σημεία της Οικουμένης, ότι αυτό πιθανόν να προέρχεται και από μη χριστιανούς και να απευθύνεται προς μη χριστιανικές πηγές φωτισμού· «όμως», επισημαίνει, «οι συνετοί και ζηλευτοί χριστιανοί αισθάνονται ότι από οπουδήποτε και αν προέρχεται η κραυγή αυτή, προς οιαδήποτε θεότητα και φιλοσοφίαν και αν απευθύνεται είναι κραυγή των τέκνων του Θεού και είναι κραυγή που αναμένει επείγουσαν και αποφασιστική απάντησίν της» (η υπογράμμιση δική μου)[45].

Ομολογεί βεβαίως πως μόνο η ειρήνη που φέρνει ο Χριστός στον κόσμο είναι γνήσια και αληθινή, προτρέπει όμως τον λαό της Κισάμου και Σελίνου να ενώσει και τη θέλησή του και τη φωνή του με κάθε άλλη καλοπροαίρετη προσπάθεια για την πραγματοποίησή της[46].

Απευθυνόμενος προς τις χριστιανικές Εκκλησίες τις καλεί να μην προσεύχονται μόνο αλλά και να εργάζονται για την ειρήνη του κόσμου και να δώσουν πρώτες αυτές το παράδειγμα της ενότητας και της αγάπης[47].

Απευθυνόμενος στη συνέχεια προς τις τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες τις καλεί να έλθουν σε διάλογο και να ανασύρουν από τα βάθη των θρησκευτικών των παραδόσεων μια ηθική λύση για το ηφαιστειακό πρόβλημα της Μέσης Ανατολής. Είχε την πεποίθηση ότι ο διαθρησκειακός διάλογος μπορεί να ανιχνεύσει και να εντοπίσει τις ειρηνοφόρες εμπνεύσεις στα κοιτάσματα της διδασκαλίας τους και να τις χρησιμοποιήσει παραγωγικά για την παγκόσμια ειρήνη[48]. Προέτρεπε με αποφασιστικότητα: «Και οι τρεις αυτές θρησκείες μιλούν για την ειρήνη και την έχουν προσευχή και χαιρετισμό των. Ας την κάμουν και διάλογον και έργον των» [49]. Τον Σεπτέμβριο του 1986 σε μήνυμα του για την ειρήνη στο πλαίσιο εκδηλώσεων στο Ακρωτήρι της Ειρήνης (μνημόσυνο για τον δολοφονημένο ειρηνοποιό πρωθυπουργό της Σουηδίας Ούλαφ Πάλμε) θα προτείνει στον ΟΗΕ να βοηθήσει ώστε να οργανωθεί μια παγκόσμια θρησκευτική διάσκεψη για την ειρήνη του κόσμου. Επιμένομε, εξηγούσε, στη συμβολή των θρησκειών του κόσμου για την ειρήνη, γιατί… το θέμα της Ειρήνης δεν είναι θέμα μόνο της καταστροφής των οπλικών συστημάτων, αλλά είναι επίσης θέμα της καταστροφής των βαθύτερων παθών, της έχθρας και της βίας, που έχουν σωριασθεί στις συνειδήσεις των Λαών… Νομίζω ότι τώρα φθάσαμε σε μια εποχή και σε μια αναγκαιότητα, που οι προφήτες των θρησκειών, οι σοφοί της επιστήμης και οι οραματιστές της πολιτικής πρέπει να ενώσουνε τις προσπάθειές των για τη σωτηρία και το μέλλον της ανθρωπότητας»[50].

Ειρηναίος_37

Με τις παραπάνω προτάσεις και τοποθετήσεις ο Ειρηναίος Γαλανάκης στοιχείται στο ευγενικό όραμα των πρωτεργατών της οικουμενικής προσπάθειας, αλλά και μεγάλων αναστημάτων της Ορθοδοξίας, όπως ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος Γιαννουλάτος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Σχεδόν ταυτόχρονα το όραμά του αντικατοπτριζόταν στο κείμενο-απόφαση της Γ΄ Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης στο Σαμπεζύ (1986) «Η συμ­βο­λή της Ορ­θό­δο­ξης Εκ­κλη­σί­ας στην ε­πι­κρά­τη­ση της ει­ρή­νης, της δι­και­ο­σύ­νης, της ε­λευ­θε­ρί­ας, της α­δελ­φο­σύ­νης και της α­γά­πης με­τα­ξύ των λα­ών, και στην άρ­ση των φυ­λε­τι­κών και λοι­πών δι­α­κρί­σε­ων». Το κείμενο-διακήρυξη στο σύνολό του αποτελεί πρόσκληση για διαχριστιανική, διαθρησκειακή και πανανθρώπινη συνεργασία. Είναι χαρακτηριστική η τελευταία του πρόταση: «Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες απευθύνονται με αγάπη προς κάθε κατεύθυνση, ώστε όλοι να συνεργήσουν στην επικράτηση της αγάπης και της ειρήνης μεταξύ των ανθρώπων και των λαών»[51].

Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος έχοντας υπόψη την εμμονή στις επιφυλάξεις και στην κριτική εκείνων που φοβούνται το ενδεχόμενο του συγκρητισμού και της σταδιακής αλλοίωσης του ορθόδοξου φρονήματος μέσω της συμμετοχής των Ορθοδόξων στις οικουμενικές συναντήσεις και συνεργασίες, θα εξηγήσει το «γιατί» της συμπόρευσης: «Η Ορθοδοξία πορεύεται σήμερα σ’ ένα νέο πλήρωμα του χρόνου, για να πληρώσει και να συμπληρώσει, βεβαίως, και με τις άλλες χριστιανικές Εκκλησίες, το κενό, το μέγα χάσμα που άνοιξε στον 20ον μας αιώνα η κατάρρευση αιωνίων πνευματικών αξιών και άλλων καιρικών ιδεολογιών και ανθρωπίνων ελπίδων. Ένα πνευματικό κενό, που αν δεν το γεμίσουν θεϊκές, ήρεμες και δημιουργικές δυνάμεις μέσα στη συνείδησή μας και στα πολιτεύματα του σημερινού κόσμου, το κενό αυτό είναι έτοιμες να το καταλάβουν δαιμονικές και βάρβαρες απάνθρωπες δυνάμεις του κακού. Μερικοί αδελφοί μας παρεξηγούν και κατακρίνουν αυτές τις πορείες της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο, λησμονώντας τον ενωτικό λόγο της προσευχής του Χριστού, ‘ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς συ, Πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι’ (Ιωάν. 17,21). Λησμονώντας ακόμη τον μέγα πόθο και πόνο των λαών της γης, την αδελφότητα και την ειρήνη»[52].

Ο αγωνιστής της ειρήνης Ειρηναίος, η ψυχή του οποίου συγκλονιζόταν, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, από τον πόνο και την αγωνία του κόσμου και πληγωνόταν από το μέγα σκάνδαλο της χριστιανικής ιστορίας, ότι δηλαδή η ειρήνη που έφερε ο Χριστός δεν ειρήνεψε ακόμη τον κόσμο[53], εμπνέεται από την προσδοκία της Βασιλείας του Θεού. Στην προοπτική αυτή τον συναρπάζει ιδιαίτερα το όραμα του Προφήτη Ησαΐα: «Και θάρθη ένας καιρός που οι Λαοί θα μετασκευάσουν τα σπαθιά των σε αλέτρια, και τα δόρατά των σε δρεπάνια θερισμού. Και δεν θα ξαναπιάσουν πλεια οι άνθρωποι σπαθιά για να σφάζουνε και θα ξεμάθουνε τον πόλεμο» (Ησ. 2,4)[54]. Αυτής της προσδοκίας το φως πάλεψε ο Ειρηναίος να φέρει στο σήμερα. Με βάση το όραμα αυτό, το σύνθημά του και η έκκλησή του προς παγκόσμιους οργανισμούς είναι να αρχίσει η μετατροπή της πολεμικής βιομηχανίας σε εργοστάσια που θα δουλέψουν για ειρηνικά έργα και θα δώσουν ψωμί, υγεία, παιδεία και δημοκρατία στους λαούς της γης[55].

Εκτός από συγκεκριμένα έργα, πρωτοβουλίες και εκδηλώσεις υπέρ της ειρήνης εξέφρασε την αγωνία του με συμβολικές πράξεις. Την  Ημέρα του Πάσχα του 1982 ο Μητροπολίτης με το ποίμνιό του κάψανε στην πλατεία Κισάμου ένα ομοίωμα πυραύλου αντί για Ιούδα, σηματοδοτώντας τον πυρηνικό κίνδυνο που απειλούσε τον κόσμο και για να διαμαρτυρηθούν που ξοδεύονται δισεκατομμύρια δολάρια για όπλα, ενώ εκατομμύρια ανθρώπων πεθαίνουν από πείνα και αρρώστιες. Πάλι σε σχέση με το όραμα του προφήτη Ησαΐα στις 5 Μαΐου του 1984 έγινε μεγάλη πανηγυρική λειτουργία στο Ναό της Αγίας Ειρήνης στην Καληδονία με μετονομασία του Ακρωτηρίου Σπάθας (το όνομά του σημαίνει σπαθί, γιατί είναι μια σουβλερή μύτη στεριάς που μπαίνει μέσα βαθιά στη θάλασσα) σε Ακρωτήρι Ειρήνης. Η μετονομασία της Σπάθας σε Ακρωτήρι της Ειρήνης συνοδεύτηκε με αναπτυξιακά και πολιτιστικά προγράμματα[56].

Από το Ακρωτήρι της Ειρήνης και το κέντρο διαλόγου που δημιούργησε στην ίδια περιοχή ακούγονται ακόμα τα μηνύματα και είναι ζωντανή η μαρτυρία ειρήνης του Μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου Γαλανάκη. Όπως εύστοχα έχει επισημανθεί, ο Ειρηναίος δημιούργησε τρόπο και σκέψης και δράσης πέρα από τα συμβατικά και τα καθιερωμένα, δημιούργησε «Σχολή»[57], που επηρέασε πολλούς να αναζητούν τρόπους διαλόγου, συμφιλίωσης και ειρηνικότητας μέσα σε έναν κόσμο υπερβίας, ο οποίος νομιμοποιεί ακόμα σχέσεις που κρατούν ανθρώπους ταπεινωμένους, υποδουλωμένους, εγκαταλειμμένους, περιφρονημένους. Ένας ολόκληρος κόσμος ενεργοποιήθηκε και συνεχίζει να εμπνέεται από τη «Σχολή Ειρηναίου». Πολλοί από τους μαθητές της πρόσφεραν και προσφέρουν μεγάλες υπηρεσίες στη χριστιανική οικουμένη, η οποία σήμερα βρίσκεται σε αναζήτηση μιας «δίκαιης ειρήνης»[58] και με πρόταση της 10ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών σε μια «προσκυνηματική πορεία δικαιοσύνης και ειρήνης»[59], δικαιώνοντας κατά κάποιον τρόπο τους αγώνες του Ειρηναίου. Ένας ολόκληρος κόσμος παρακινήθηκε να αναζητήσει τρόπους εφαρμογής της «επαναστατικής συμφιλίωσης και της συμφιλιωτικής επανάστασης»[60] που κήρυξε ο Ειρηναίος: «Η συνείδηση των λαών πρέπει να αφυπνισθή, να επαναστατήσει, ν’ ανατρέψει τους παραλογισμούς της βίας και των όπλων και να δώσει νέα πορεία στην ανθρωπότητα»[61]. Οι άοκνες προσπάθειές του και οι δεήσεις του «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου.. και της των πάντων ενώσεως…», με άμεσες αντανακλάσεις στην οικουμένη, του έχουν χαρίσει μια ξεχωριστεί θέση μεταξύ των αποστόλων της ειρήνης και της συμφιλίωσης.

Ειρηναίος_99

[1] Βλ. Μητρ. Κισάμου και Σελίνου Αμφιλόχιος, «Αγήρως μνήμη», αφιέρωμα στον μακαριστό Μητροπολίτη Ειρηναίο (Γαλανάκη) του περιοδικού της Ι. Μ. Κισάμου και Σελίνου, Χριστός και Κόσμος, τεύχ. 43, Απρίλιος-Μάιος-Ιούνιος 2013, 46-47, εδώ σ. 47.

[2] Μ. Βασίλειος, Επιστολές, 114, PG 32, 528. Πρβλ. Μάξιμος Ομολογητής, Λόγος 37, 5 PG 91, 905c. Βλ. θεολογική, ανθρωπολογική, κοσμολογική και κοινωνική προσέγγιση του προβλήματος της Ειρήνης από τον Απ. Νικολαΐδη, «Κινήματα Ειρήνης», Κοινωνία 28(1985)215-270.

[3] Βλ. ενδεικτικά στο βιβλίο του Μαρτυρία Ειρήνης, Καστέλι Κισάμου 1987, σ. 45-46.

[4] Έχει σημασία να επισημανθεί εδώ, ιδίως σε σχέση με το ζήτημα της ειρήνης, ότι ο Ειρηναίος έζησε και έδρασε σε μια εποχή που βρίσκον­ταν σε ένταση ο ψυχρός πόλεμος και στο α­πό­γει­ό της η κούρ­σα των πυ­ρη­νι­κών ε­ξο­πλι­σμών με­τα­ξύ των δύ­ο υ­περ­δυ­νά­με­ων, Η.Π.Α. και Ε.Σ.Σ.Δ, η οποία απειλούσε τον κόσμο με πυρηνικό ολοκαύτωμα και συνδεόταν με την οικονομική αδικία και καταστροφή. Ταυτόχρονα, από τη δεκαετία του ΄70, ση­μει­ώ­νο­νταν ρι­ζι­κές αλ­λα­γές στην πα­γκό­σμι­α οι­κο­νο­μί­α, με την ε­ξά­πλω­ση του μο­ντέ­λου της α­γο­ράς, το ο­ποί­ο κα­τευ­θυ­νό­ταν α­πό τις με­γά­λες πο­λυ­ε­θνι­κές ε­ται­ρεί­ες και το οποίο εί­χε ο­δη­γή­σει σε σκλή­ρυν­ση των δο­μών ε­ξάρ­τη­σης και στη δη­μι­ουρ­γί­α ε­νός κλει­στού πα­γκό­σμι­ου συ­στή­μα­τος, το ο­ποί­ο α­κο­λου­θού­σε τη δι­κή του λο­γι­κή, α­νε­ξάρ­τη­τα α­πό τις αν­θρώ­πι­νες α­νά­γκες και τις α­πει­λές γι­α την ε­πι­βί­ω­ση του πλα­νή­τη.

[5] Βλ. π. Γ. Τσέτσης, «Ειρηναίος Γαλανάκης: ο ‘διακονών’ ιεράρχης», στον Χαριστήριο Τόμο (υπό την αιγίδα της Ι. Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης) Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Οραματισμοί – Αγώνες – Καρποί, Κίσαμος 2008, 235-243, σ. 238.

[6] Βλ. «Ο Ιππότης του Σταυρού», Αντιφώνηση του Μητρ. Ειρηναίου σε εκδήλωση που έγινε προς τιμήν του από την Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Κρήτης, στην ιστοσελίδα της Ι. Μ. Κισάμου και Σελίνου.

[7] Στο πρώτο φύλλο του περιοδικού της Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ) «Διαλόγοι Καταλλαγής» (Απρίλιος 1986) ο Μητροπολίτης ευλογώντας και συνιστώντας το περιοδικό υπογράμμιζε: «Η Εκκλησία, που βασικό της κήρυγμα είναι η καταλλαγή του ανθρώπου με το Θεό και το συνάνθρωπο (Ρωμ. 5,10), έχει καθήκον να καλλιεργεί και να προάγει το Διάλογο ανάμεσα στους λαούς και τις κοινωνίες και να ετοιμάζει την αμοιβαία κατανόηση και εμπιστοσύνη».

[8] Βλ. για την ίδρυση και λειτουργία της Ορθόδοξης Ακαδημίας το πόνημα που αποτελεί ταυτόχρονα και μαρτυρία ζωής του Αλέξανδρου Παπαδερού, Με τον Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίον επί τραχείας οδού. Τα της γενέσεως της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης τεκμήρια, εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2014.

[9] Βλ. πώς οραματίστηκαν ο Αλ. Παπαδερός και ο Μητρ. Ειρηναίος την ΟΑΚ στην ομιλία των εγκαινίων της Ακαδημίας το 1968 του πρώτου, «Η Ορθοδόξος Ακαδημία Κρήτης. Το Ίδρυμα και οι σκοποί του», Διάλογοι Ευθύνης, τόμ. 1, τεύχ. Α΄, 1968-1970, εκδ. Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης, Γωνιά Κισάμου Χανίων 1971, 66-87, ιδίως σ. 86.

[10] Βλ. τον χαιρετισμό του στα εγκαίνια του Β΄ Συνεδριακού Κέντρου της ΟΑΚ (1995), στο Αλ. Παπαδερός, Πίστη – Επιστήμη – Ζωή. Η Ορθοδοξία σε διάλογο, Χανιά 2007, σ. 48.

[11] Αυτή η κατανόηση του διαλόγου, όπως διατυπώνεται εδώ με τη γραφίδα του αείμνηστου καθηγητή Ν. Νησιώτη, «Θρησκεία, Χριστιανική Πίστη και Ειρήνη», του ίδιου, Από την ύπαρξη στη συνύπαρξη. Κοινωνία – Τεχνολογία – Θρησκεία, εκδ. Μαΐστρος, Αθήνα 2004, 34-63, σ. 57, εκφράζει όλη τη διαλεγόμενη Ορθοδοξία. Αυτό βγαίνει και ως συμπέρασμα διαβάζοντας κανείς το θαυμάσιο Πρόλογο του μακαριστού Ειρηναίου στον τόμο Αλ. Παπαδερός, Οικουμενισμός: κλήση και πρόκληση, Γωνιά Χανίων 1984, σ. 6-8 (στο εξής: Οικουμενισμός).

[12] Βλ. για παράδειγμα τις οικουμενικές πρωτοβουλίες και συναντήσεις του Ειρηναίου στη Γερμανία στο Αν. Κάλλης, «Εκκλησιολογικός συνειρμός Γερμανία-Ειρηναίος», στον τόμο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Οραματισμοί – Αγώνες – Καρποί, 225-231. Ο Αν. Κάλλης ξεχωρίζει ιδιαίτερα το ρόλο του Ειρηναίου όταν ήταν Μητροπολίτης Γερμανίας στην αλλαγή της ομολογιακής δομής της χώρας αυτής, καθώς και τις οικουμενικές συνέπειες αυτής της αλλαγής. Υπογραμμίζει με έμφαση πόσο ο Ειρηναίος ανταποκρίθηκε «στο υπαρξιακό αίτημα του οικουμενικού διαλόγου χωρίς υποχωρήσεις και δουλικούς συμβιβασμούς, με απλότητα και ειλικρίνεια». Ο Ειρηναίος Γαλανάκης πιστεύει τόσο πολύ στη συνάντηση με τον «άλλο» και στην οικουμενική προσπάθεια που ήδη το 1961 ιδρύει την (πρώτη στην Κρήτη) οικουμενική κατασκήνωση στο Καστέλι με τη συμμετοχή νέων από διάφορες χώρες του κόσμου. Ο ναός που ανεγέρθη στην κατασκήνωση αφιερώθηκε από τον Επίσκοπο Ειρηναίο στον Άγιο Οικουμένιο. Εκτός από το οικουμενικό έργο στη Γερμανία και όσα αναφέρονται παραπάνω ο Ειρηναίος έχει στο ενεργητικό του πολύ σημαντικές οικουμενικές συναντήσεις. Το 1965 μεταβαίνει στη Βενετία και τη Ρώμη και διαπραγματεύεται τα της επανακομιδής της τιμίας Κάρας του Αγ. Τίτου. Το 1967 συμμετέχει στη Συνέλευση του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών στο Portsham της Αυστρίας ως μέλος της Αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το 1969 και το 1970 μετέχει στις εργασίες της πολύ σημαντικής Επιτροπής Προσφύγων και Διεκκλησιαστικής Βοήθειας του ΠΣΕ στη Γενεύη. Το 1970 προσκαλείται και μιλάει στο Ίδρυμα Pro Oriente στη Βιέννη (βλ. Αλ. Παπαδερός, «Μητροπολίτου Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίου συνοπτική χρονολογική διαδρομή», στον Χαριστήριο Τόμο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Οραματισμοί – Αγώνες – Καρποί, 43-49). Μετά την ίδρυση της ΟΑΚ το 1968 είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των οικουμενικών συναντήσεων, συνεδρίων και προγραμμάτων (όπως το πρόγραμμα «Ζώσα Ορθοδοξία») που ο Ειρηναίος ευλογεί και συμμετέχει.

[13] Βλ. τον Πρόλογο του Ειρηναίου στο Αλ. Παπαδερός, Οικουμενισμός, σ. 8.

[14] Οικουμενισμός, σ. 6.

[15] Βλ. Οικουμενισμός, σ.7εξ. Την ίδια άποψη έχουν εκφράσει με έμφαση μεγάλοι ορθόδοξοι θεολόγοι, όπως ο Ν. Νησιώτης, ο Σ. Αγουρίδης και ο Ν. Ματσούκας.

[16] Βλ. Οικουμενισμός , σ. 6.

[17]Βλ. «Ο Ιππότης του Σταυρού», Αντιφώνηση του Μητρ. Ειρηναίου

[18] Βλ. Οικουμενισμός, σ. 6.

[19] Βλ. Οικουμενισμός , σ. 8.

[20] Σχετικά με το θέμα αυτό Βλ. περισσότερα στο Στ. Τσομπανίδης, «Υ­πέρ της των πά­ντων ε­νώ­σε­ως» – Η συμ­βο­λή της Ορ­θό­δο­ξης Εκ­κλη­σί­ας και θε­ο­λο­γί­ας στο Πα­γκό­σμι­ο Συμ­βού­λι­ο Εκκλησιών, εκδ. Πουρ­να­ρά, Θεσ­σα­λο­νί­κη 2008, κεφ. Α΄.

[21] Βλ. τη Συνοδική Εγκύκλιο του 1920 «Προς τας απανταχού Εκκλησίας του Χριστού», στο Γ. Τσέτση, Οικουμενικός Θρόνος και Οικουμένη. Επίσημα Πατριαρχικά Κείμενα, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1989, σ. 55-64.

[22] Βλ. P. Abrecht/N. Koshy, Before its to late, Geneva 1983. Βλ. για τα πρωτοβουλίες του ΠΣΕ εκείνη την περίοδο και τη συμβολή των Ορθοδόξων Εκκλησιών Στ. Τσομπανίδης, Μετα-λειτουργία, Η ορθόδοξη συμμετοχή στην κοινή χριστιανική μαρτυρία γι­α δι­και­ο­σύ­νη, ει­ρή­νη και α­κε­ραι­ό­τη­τα της δη­μι­ουρ­γί­ας, εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2009.

[23] Ενδεικτικά βλ. πώς εκφράζει τη βούληση αυτή ο ίδιος στον Πρόλογο του βιβλίου του Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 7-8 και στη σ. 18.

[24] Βλ. όσα ενδιαφέροντα γράφει ο συνεργάτης του σε αυτόν τον τομέα Δ. Κακαβελάκης, «Ο Επίσκοπος της Ειρήνης Ειρηναίος και οι αγώνες του», στον τόμο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Οραματισμοί – Αγώνες – Καρποί, 291-299.

[25] Πολλές φορές το αναφέρει αυτό. Βλ. ενδεικτικά Μητρ. Γερμανίας Ειρηναίου Γαλανάκη, Στρατευομένη Εκκλησία, Αθήνα 1975, σ. 19. Πρβλ. του ίδιου, Η πολιτική ευθύνη του Χριστιανού, Καστέλι 1963, σ. 29.

[26] Βλ. Η πολιτική ευθύνη του Χριστιανού, σ. 4. και στο βιβλίο του Εκκλησία και Σύγχρονος Κόσμος, Αθήνα 1971, σ. 58.

[27] Βλ. Εκκλησία και Σύγχρονος Κόσμος, σ. 58.

[28] Βλ. Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 13.

[29] Την χαρακτηρίζει και υψηλή και υπέροχη εντολή ή ευθύνη. Βλ. ενδεικτικά Η πολιτική ευθύνη του Χριστιανού, σ. 19 ή στο Εκκλησία και Σύγχρονος Κόσμος, σ. 44.

[30] Βλ. Εκκλησία και Σύγχρονος Κόσμος, σ. 44.

[31] Βλ. Η πολιτική ευθύνη του Χριστιανού, σ. 30.

[32] Βλ. Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 24.

[33] Βλ. Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 14.

[34] Βλ. Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 6 και το νόημα όλου του βιβλίου αυτού.

[35] Βλ. το κείμενο τη πολυσυζητημένης ομιλίας του Μητρ. Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίου, κατά τις εκδηλώσεις της Πεντηκοστής του 1982, «Επανάσταση των συνειδήσεων» στο ομότιτλο έργο Επανάσταση των συνειδήσεων, χ.τ., 1982 και Αθήνα 1984, ιδίως σ. 20.

[36] Βλ. Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 20 (Χριστούγεννα 1973).

[37] Ο Ειρηναίος κάνει λόγο για «πολιτική της επί του Όρους Ομιλίας» και για «πολιτική του Ευαγγελίου», βλ. Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 37 και Η πολιτική ευθύνη του Χριστιανού, σ. 13. Επίσης έλεγε χαρακτηριστικά στη σ. 10 του ίδιου βιβλίου: «Ο Άμβων της Εκκλησίας δεν πρέπει να κάμνει Πολιτικήν, δύναται όμως να διδάσκει και την Πολιτικήν και τους Πολιτικούς» (η υπογράμμιση του κειμένου).

[38] Βλ. για το θέμα αυτό τις ενδιαφέρουσες απόψεις του Μ. Μπέγζου, «Θεολογία και Ιδεολογία», του ίδιου, Δοκίμια Φιλοσοφίας της Θρησκείας. Μεταμοντερνισμός και Εσχατολογία, εκδ. «Γρηγόρη», Αθήνα 1988, 229-262, ιδίως σ. 254. Βλ. επίσης τον Επίλογο του βιβλίου του Θ. Ν. Παπαθανασίου, Η ρήξη με το μηδέν. Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2015, σ. 203-204, καθώς και σ. 41κ.εξ., «Ποια θρησκεία και ποια πολιτική;». Περισσότερα για τη σχέση θρησκείας, εκκλησίας και πολιτικής, καθώς και την «πολιτική διακονία» των χριστιανών βλ. Ι. Πέτρου, Θρησκεία και κοινωνία. Κοινωνιολογική ανάλυση των σχέσεων θρησκείας και κοινωνίας στη σύγχρονη πραγματικότητα, εκδ. Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 2012· του ίδιου, Χρι­στι­α­νι­σμός και κοι­νω­νί­α. Κοι­νω­νι­ο­λο­γι­κή α­νά­λυ­ση των σχέ­σε­ων του Χρι­στι­α­νι­σμού με την κοι­νω­νί­α και τον πο­λι­τι­σμό, εκδ. Βά­νι­ας, Θεσ­σα­λο­νί­κη 2004· Π. Καλαϊτζίδης, Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα. Προλεγόμενα, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2007· Π. Βα­σι­λει­ά­δης, «Ορθοδοξία και πολιτική», του ίδιου, Ε­νό­τη­τα και Μαρ­τυ­ρί­α, Ορ­θό­δο­ξη Χρι­στι­α­νι­κή Μαρ­τυ­ρί­α και Δι­α­θρη­σκει­α­κός Δι­ά­λο­γος – Εγ­χει­ρί­δι­ο Ι­ε­ρα­πο­στο­λής, εκδ. Ε­πί­κε­ντρο, εκδ. Ε­πί­κε­ντρο, Θεσ­σα­λο­νί­κη 2007, 165-232· Εμμ. Κλάψης , Η Ορθοδοξία στο Νέο Κόσμο, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2000· Χρ. Σταμούλης, Η γυναίκα του Λώτ και η σύγχρονη θεολογία, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2008· Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος/Ecumenical Patriarch Bartholomew 1991–2011, Μητροπολίτης Σασίμων Γεννάδιος-Αρχιμ. Ευδόκιμος Καρακουλάκης (επ.), Πατριαρχικός Λόγος και Πολιτική – Patriarchal speeches to political world (1991-2011), εκδ. Επτάλοφος, Αθήνα 2011· Γ. Τσανανάς, Ελπίδα, διακονία και σωτηρία. Δυναμικότητα και στράτευση του Χριστιανισμού σήμερα, Αθήνα 19802· Αλ. Παπαδερός, «Λειτουργική Διακονία», στο: Λειτουργική Διακονία. Η κοινωνική αποστολή της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο. Πρακτικά Διορθόδοξου Διασκέψεως, εκδ. Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης, Χανιά 1981    

[39] Εκκλησία και Σύγχρονος Κόσμος, σ. 45.

[40] Στρατευομένη Εκκλησία, σ.22, 25-26. Πρβλ. στο ίδιο, σ. 41 και 59. Πέρα από αυτή τη μονόπλευρη «μονοφυσιτίζουσα» θεολογία που εύστοχα εντοπίζει και περιγράφει ο μακαριστός Ειρηναίος αναπτύσσεται σήμερα από νεώτερους θεολόγους μια δυναμική, κοινωνική-πολιτική και οικουμενική θεώρηση της θεολογίας της Σάρκωσης. Αρκεί, αντιπροσωπευτικά, να ρίξει κανείς μια ματιά στα έργα των Αθ. Βλέτση, Στ. Γιαγκάζογλου, Π. Καλαϊτζίδη, Θ. Παπαθανασίου και Χρ. Σταμούλη.

[41] Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 26.

[42] Βλ. τα χαρακτηριστικά της πολιτικής διακονίας του συνεπούς και δυναμικού χριστιανού στο Γ. Τσανανάς, Ελπίδα, διακονία και σωτηρία, ιδίως σ. 42-46.

[43] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 45.

[44] Για τα χαρακτηριστικά και την υπέρβαση αυτή της αντίληψης βλ. τις θέσεις του καθηγητή Ι. Πέτρου ιδίως στα άρθρα του «Οι­κο­νο­μί­α γι­α χά­ρη του αν­θρώ­που και της ζω­ής – Προ­βλη­μα­τι­σμοί και κρι­τι­κή ευ­αι­σθη­το­ποί­η­ση», Κα­θ’ ο­δόν 7-8 (1994)111-123, σ. 123, και «Το οικουμενικό όραμα σε εποχή παγκο­σμιοποίησης», Καθ’ οδόν 14 (1998)23-30, σ. 26.

[45] Η πολιτική ευθύνη του Χριστιανού, σ. 20.

[46] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 18 εξ.

[47] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 29 και 18.

[48] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 38. Την άποψη αυτή έχει εκφράσει επανειλημμένα ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος Γιαννουλάτος, βλ πχ. «Διάλογοι και Ιεραποστολή», του ίδιου, Ιεραποστολή στα ίχνη του Χριστού. Θεολογικές μελέτες και ομιλίες, εκδ. Αποστολικής Δια­κονίας, Αθήνα 2007, 267-275, ιδίως σ. 268. Και αλλού ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος έχει υπογραμμίσει με έμφαση: «Η ειρηνική επικοινωνία, ο διαθρησκειακός διάλογος και κυρίως ο ‘διάλογος ζωής’ μεταξύ ανθρώπων διαφόρων θρησκευτικών πεποιθήσεων μπορούν να βοηθήσουν στη μεταφύτευση νέων ιδεών και αρχών από τον ένα πολιτισμό στον άλλον και στην ανάπτυξη σπόρων που κοιμούνται στο έδαφός τους» («Η αναζήτηση των πανανθρώπινων αξιών», Καθημερινή, 10/10/2004).

[49] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 24.

[50] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 38-39.

[51] Βλ. το σημαντικό αυτό κείμενο-απόφαση της Γ΄ Προ­συ­νο­δι­κής Πα­νορ­θό­δο­ξης Δι­ά­σκε­ψης στο Π. Βα­σι­λει­ά­δης, Ε­νό­τη­τα και Μαρ­τυ­ρί­α, σ. 273-289, εδώ σ. 289, § 8.3.

[52] Βλ. την ομιλία του στην υποδοχή των προσκεκλημένων στα εγκαίνια του Β΄ Συνεδριακού Κέντρου της ΟΑΚ (1995), στο Αλ. Παπαδερός, Πίστη – Επιστήμη – Ζωή, 17-22, σ. 18.

[53] Βλ. Στρατευομένη Εκκλησία, σ. 19.

[54] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 27.

[55] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 27 και 52

[56] Βλ. για το «Ακρωτήρι της Ειρήνης» και «Χρονικό Εκδηλώσεων Ειρήνης» στο Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 52-57. Πιο αναλυτικά για το όραμα του Ειρηναίου για την Ειρήνη και τις δυναμικές πρωτοβουλίες του Βλ. όσα καταγράφει ο συνεργάτης του σε αυτόν τον τομέα Δ. Κακαβελάκης, «Ο Επίσκοπος της Ειρήνης Ειρηναίος και οι αγώνες του», στον τόμο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Οραματισμοί – Αγώνες – Καρποί, 291-299.

[57] Βλ. όσα πολύ ενδιαφέροντα γράφει ο Γ. Πευκιανάκης, «Συνάντηση με τον σεβάσμιο δάσκαλο του θείου λόγου και επισκόπου μας Ειρηναίου», στον τόμο Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Οραματισμοί – Αγώνες – Καρποί, 361-364, ιδίως σ. 364. Επίσης του ίδιου, «Σκέψεις προσέγγισης μιας πορείας», στο αφιερωματικό Λεύκωμα Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης: Αείφωτος Πορεία, εκδ. Ι.Μ. Κισάμου και Σελίνου, Κίσαμος 2011, 15-16.

[58] Βλ. Στ. Τσομπανίδης, «Οι Εκκλησίες σε αναζήτηση μιας ‘δίκαιης ειρήνης’ σε εποχή παγκοσμιοποίησης» στο συλλογικό τόμο Ε. Κασσελούρη – Χατζηβασιλειάδη (επ.), «Και επί γης ειρήνη»: Όραμα και αίτημα για τους λαούς και τις χριστιανικές Εκκλησίες – Ορθόδοξη Συμβολή, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2010, σ. 77-135.

[59] Βλ. Στ. Τσομπανίδης, «Η χριστιανική Οικουμένη μετά τη Ι΄ Γενική Συνέλευση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στο Μπουσάν (2013). Κοινή ‘προσκυνηματική πορεία’ δικαιοσύνης και ειρήνης», Θεολογία 85(2014)127-147.

[60] Αυτή την έκφραση χρησιμοποίησε ο Ν. Νησιώτης για να δηλώσει στους Ορθόδοξους την ανάγκη «να υποστηρίξουν επαναστατικές δυνάμεις που αγωνίζονται για δικαιοσύνη και ελευθερία, αλλά χάριν της συμφιλίωσης… χωρίς πολέμους και οξεία βία σε βάρος της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας…» (βλ. Ν. Νησιώτης, «Θρησκεία, Χριστιανική Πίστη και Ειρήνη», του ίδιου, Από την ύπαρξη στη συνύπαρξη, σ. 63).

[61] Μαρτυρία Ειρήνης, σ. 40.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΙΔΕΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.