Συμεών Πασχαλίδης (Καθηγητής Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας AΠΘ), Έπαινος Μητροπολίτη Διοκλείας κ. Κάλλιστου Ware

Κάλλιστος_91
Σεβασμιώτατε μητροπολίτα Λαγκαδᾶ, Λητῆς καὶ Ρεντίνης, ἐκπρόσωπε τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου,

Παναγιώτατε μητροπολίτα Θεσσαλονίκης,

Αἰδεσιμολογιώτατε ἐκπρόσωπε τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος,

Σεβασμιώτατοι ἅγιοι ἀρχιερεῖς,

Πανιερώτατε,

Ἀξιότιμη κυρία Ὑφυπουργέ,

Ἀξιότιμε ἐκπρόσωπε τοῦ Γ´ Σώματος Στρατοῦ,

Κυρίοι ἀναπληρωτὲς Πρύτανη,

Κύριε Κοσμῆτορ, Κύριοι Πρόεδροι τῶν δύο Τμημάτων τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς,

Σεβαστοὶ ὁμότιμοι καθηγητές,

Κυρίες καὶ κύριοι συνάδελφοι,

Ἐκλεκτοὶ παρευρισκόμενοι,

Τὸ Τμῆμα Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας καὶ ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου μας βρίσκεται σήμερα στὴν ἐξαιρετικὰ εὐχάριστη θέση νὰ προ­βαί­νει στὴν ἀναγόρευση ὡς ἐπιτίμου διδάκτορος τοῦ μητρο­πο­λίτου Διοκλείας κ. Καλ­λίστου Ware, ἑνὸς ἐκ τῶν πλέον ἐπιφανῶν Ὀρθόδοξων θεολόγων τῆς ἐποχῆς μας, γνωστοῦ ὄχι μόνο στὸ ἐξωτερικό, ὅπου ἔζησε, δίδαξε καὶ ἐργάστηκε πολυμερῶς, πολυ­τρό­πως καὶ εὐκάρπως στὸν ἐκκλη­σια­στικὸ καὶ θεολογικὸ ἀμπελῶνα, ἀλλὰ καὶ σὲ ἕνα εὐρύτατο ἐπιστημονικὸ καὶ ἀναγνωστικὸ κοινὸ τῆς χώρας μας ἀπὸ τὰ δεκάδες ἔργα του ποὺ ἔχουν ἐκδοθεῖ καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ἐκδίδονται ἀπὸ γνω­στοὺς ἑλληνικοὺς ἐκδο­τι­κοὺς οἴκους, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἡ θεολογικὴ παρουσία του στὸν ἑλλη­νό­φωνο χῶρο γίνεται ὁλοένα καὶ πιὸ αἰσθητή, ὁλοένα καὶ πιὸ οὐσια­στική.

Κάλλιστος_21

Ὁ μητροπολίτης Κάλλιστος, κατὰ κόσμον Τimothy Ware, γεννήθηκε στὸ Mπάθ, Σόμερσετ τῆς Ἀγ­γλί­ας καί, μετὰ τὸ Westminster School τοῦ Λονδίνου, ὅπου ἔλαβε τὴν ἐγκύκλια παιδεία, πραγματοποίησε σπουδὲς Φιλοσοφίας καὶ Θεολογίας στὸ Μagdalen College τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξ­φόρ­δης, ὅπου τόσο σὲ προπτυ­χια­κὸ ὅσο καὶ σὲ μετα­πτυ­χιακὸ ἐπίπεδο ἔλαβε τὴ διά­κρι­ση First Class Honours. Ἀκριβῶς 50 χρόνια πρίν, ὑπέβαλε τὸ ἐρευνητικὸ πρωτόλειο ἔργο του, τὴ διδα­κτο­ρική του διατριβὴ γιὰ τὸ ἔργο καὶ τὴ θεο­λο­γία τοῦ Μάρκου τοῦ Ἀσκητῆ, ἑνὸς συγ­γραφέα τοῦ 5ου ἢ 6ου αἰώνα, ἡ ὁποία προσδιόρισε σὲ σημαντικὸ βαθμὸ τὴ μετα­γενέστερη θεολογικὴ καὶ ἐρευ­νη­τι­κὴ προσήλωσή του στὴν ἀσκητικὴ καὶ νη­πτι­κὴ θεολογία, ποὺ ἑδράζεται στὴν καθα­ρό­τητα τῆς καρδίας καὶ τὴν ἱερὰ νήψη, τὴν ἄ­σκη­ση δη­λα­δὴ καὶ ἐγρήγορση τῶν πνευ­μα­τικῶν αἰσθήσεων τοῦ ἔσω ἀνθρώπου καὶ τὴν καλ­λι­έρ­γεια τῆς νοερᾶς καὶ ἀδιάλειπτης προσευχῆς, καὶ συνιστᾶ καθολικὴ δι­δα­σκα­λία τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς χρόνους ἤδη τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν πατέ­ρων.

Ὁ ἑπόμενος χρόνος ἀπετέλεσε τὴν ἀφετηρία τῆς ἀκαδημαϊκῆς του στα­διο­δρο­μίας, μὲ τὴν ἐκλογή του ὡς Spalding Lecturer in Eastern Orthodox Stu­dies στὸ Πανε­πι­στήμιο τῆς Ὀξφόρδης, θέση τὴν ὁποία διατήρησε ὣς τὴ συν­τα­­ξιο­δότησή του τὸ 2001. Ἐξελέγη ἐπίσης τὸ 1970 Fellow τοῦ Pembroke Col­lege τῆς Ὀξφόρδης καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος Senior Denyer and Johnson Scho­lar τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρ­δης. Εἴκοσι χρόνια ἀργότερα, κατὰ τὰ ἔτη 1992-1994, ὑπηρέτησε ὡς Chairman of the Board of the Faculty of Theology τοῦ ἴδιου Πανεπιστημίου. Ἔκτοτε, καὶ καθόλη τὴ μακρὰ περίοδο τῆς ὑπερ­τρια­κονταετοῦς ἀκαδημαϊκῆς του σταδιο­δρομίας, ὁ μη­τροπολίτης Κάλλι­στος κλήθηκε νὰ διδάξει ἢ νὰ δώσει διαλέξεις σὲ ὅλα σχεδὸν τὰ μεγάλα πα­νεπιστήμια τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀμερικῆς.

Ταυτοχρόνως ἐπιτέλεσε ἕνα ἀξιοθαύμαστο διδακτικὸ ἔργο, καθιστώντας τὴν Ὀξφόρδη κέντρο τῶν σπουδῶν στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία· ἀρκετοὶ μάλι­στα διακε­κρι­μέ­νοι καθηγητὲς σὲ πανεπιστήμια τῆς Ἑλλάδος καὶ τοῦ Ἐξω­τε­ρικοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκκλη­σιαστικὰ πρόσωπα, μὲ προβεβλημένη δραστηριότητα στὶς Ἐκκλησίες τους, σεμνύνονται ὅτι ὑπῆρξαν μαθητές του. Ἐπιπλέον, κα­θό­λη αὐτὴ τὴν περίοδο τὸ ἐν­δια­φέρον του γιὰ τὴ θεολογικὴ συγγραφὴ πα­ρέμεινε ἀμείωτο, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἐρ­γογραφία τοῦ μητροπολίτη Καλλίστου, τὴν ὁποία μπορεῖ κάποιος νὰ βρεῖ σήμε­ρα συγκεντρωμένη στὸν τόμο Αbba. The Tradition of Orthodoxy in the West, ποὺ τοῦ ἀφιέρωσαν οἱ μαθητές του τὸ 2003, νὰ συμποσοῦται σήμερα σὲ τουλά­χι­στον δέκα βιβλία καὶ περισσό­τε­ρα ἀπὸ τριακόσια ἄρθρα, δημοσιευμένα σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς εὐ­ρω­παϊκὲς γλῶσσες, ἀλλὰ καὶ στὰ ἀραβικὰ καὶ τὰ κορεατικά. Τὸ ἔργο του αὐτὸ ἀνα­γνωρίστηκε ἀπὸ ἀρκετὰ ἀκαδημαϊκὰ ἱδρύματα σὲ ὅλο τὸν κόσμο· ἔχει τιμη­θεῖ ὡς ἐπί­τιμος διδάκτωρ τοῦ πανεπιστημίου Cluj-Napoca τῆς Ρουμανίας, τοῦ Lawre­nce University στὸ Wisconsin καὶ τοῦ Ὀρθόδοξου Θεολογικοῦ Σεμι­να­ρίου τοῦ Ἁγίου Βλαδι­μή­­ρου τῶν ΗΠΑ, τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Βελι­γρα­δίου, τοῦ Ἰνστιτούτου Ὀρθο­δόξου Θεο­λο­γίας τοῦ ἁγίου Σεργίου στὸ Πα­ρίσι, τοῦ Τμήματος Φιλοσοφίας, Παι­δα­γωγικῆς καὶ Ψυχολογίας τοῦ Πανε­πι­στημίου Ἀθηνῶν καὶ τοῦ Θεολογικοῦ Ἰνστι­τούτου Με­τα­πτυχιακῶν Σπου­δῶν Ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μό­σχας, ἐνῶ τὸ 2008 ἀνα­γο­ρεύθηκε ἀντεπιστέλλον μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθη­νῶν.

Κάλλιστος_122

Ὁ μητροπολίτης Κάλλιστος ἀνατράφηκε μὲ τὰ νάματα τῆς ἀγγλι­κα­νι­κῆς πα­ρά­δοσης, καὶ μάλιστα ὡς συνειδητὸς ἀγγλικανός, ἀλλὰ τὸ 1958, σὲ ἡλι­κία 24 ἐτῶν καὶ μετὰ ἀπὸ μία μακρὰ ὅσο καὶ μονα­δικὰ γόνιμη περίοδο ἀνα­ζή­τησης ἕξι ἐτῶν, τὴν ὁποία περι­γρά­φει μὲ γλαφυ­ρό­τητα στὴν πνευματικὴ αὐτοβιογραφία του, μὲ τίτλο «Τὸ ταξίδι μου στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκ­κλη­σία: πε­ρίεργο ἀλλὰ προσφιλές», στὸ πρῶτο μέρος τοῦ βιβλίου του, Ἡ ἐντὸς ἡ­μῶν Βα­σιλεία, ἀσπάστηκε τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἐντάχθηκε στὸ ποίμνιο τῆς Ἀρχιε­πι­σκοπῆς Θυατείρων καὶ Μ. Βρετανίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Πρό­σφατα δὲ περιέγραψε ὡς ἑξῆς  αὐτὴ τὴν περίοδο ἀναζήτησης καὶ κυ­ρίως τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἀναζήτησης:

«Περίμενα ἕξι χρόνια. Ἤθελα νὰ μάθω τί πιστεύει ἀκριβῶς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκ­­κλη­σία καὶ ἄρχισα νὰ διαβάζω τοὺς Πατέρες. Ἦρθα στὴν Ελλάδα, ὅ­ταν ἤμουν 20 χρονῶν. Πῆγα στὴν Πελοπόννησο, στὸ Μυστρᾶ καὶ ἐκεῖ οἱ βυζαντινὲς ἐκκλησίες μὲ τὶς τοιχογραφίες τους μοῦ ἔκαναν ἐπίσης μία με­γάλη ἐντύπωση. Γνώρισα τὴν Ὀρθοδοξία ὄχι μόνο ἀπὸ ἐκείνη τὴ ρωσικὴ ἀ­κολουθία ἀλλὰ ἐπίσης ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ παρουσία στὸ Μυστρᾶ. Μετὰ ἀπὸ ἕξι χρόνια, ἔγινα Ορθόδοξος στὸν ἑλληνικὸ ναὸ στὸ Λονδίνο. Πρῶτα ἦ­ταν ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ λειτουργικὴ μαρτυρία τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ μὲ τρά­βηξε. Ἐπίσης ὅταν γνώρισα τὴν Ὀρθοδοξία βρῆκα μία πληρότητα στὴ χριστιανικὴ πίστη. Δὲν λέω ὅτι οἱ ἄλλες ὁμολογίες (Ρωμαιοκαθολικοί, Ἀγ­γλι­κανοί, Προτεστάντες) δὲν ἔχουν τίποτε, ὅμως βρῆκα πλήρη τὴν πίστη μέ­σα στὴν Ὀρθοδοξία.

Τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ ἔλαβε τὸ διδακτορικό του δίπλωμα, ὁ μητροπολίτης Κάλ­λιστος εἰσερ­χόταν πλέον καὶ στὶς τάξεις τοῦ Ὀρθόδοξου κλήρου. Χειρο­το­νήθηκε διάκονος τὸ 1965 καὶ ἐν συνεχεία ἱερέας, ἐνῶ τὸ 1982 τὸ Οἰκου­με­νικὸ Πατριαρχεῖο τὸν ἐξέλεξε ἐπίσκο­πο Διοκλείας, τίτλο πού, λόγω τῆς δια­κε­κριμένης προσφορᾶς του στὴν οἰκουμενικὴ Ὀρθοδοξία, ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰ­κου­μενικοῦ Πατριαρχείου ἀνύψωσε τὸ ἔτος 2007 σὲ τιτουλάριο μητροπολίτη Διοκλείας. Ἀξίζει νὰ προσθέσουμε πὼς ἤδη τὸ 1966 εἶχε καρεῖ μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Θεολόγου στὴν Πάτμο, ἕνα χῶρο ὅπου δέ­σπο­ζε, πέρα ἀπὸ τὴν ἀποκαλυπτικὴ γοητεία του, ἡ μορφὴ τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Ἀμφιλόχιου Μακρῆ, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν παρότρυνε νὰ καρεῖ μο­να­χός, ἐνῶ παρέμεινε ἐπὶ ἀρκετοὺς μῆνες καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα.

Κάλλιστος_125

Τὸ πολυσχιδὲς ἐκκλησιαστικό του ἔργο, ἔργο ποὺ συνιστᾶ συγκε­ρα­σμὸ τῶν ἀκαδημαϊκῶν του ὑποχρεώσεων καὶ τῆς προσωπικῆς του πνευ­μα­τικῆς ἀλ­λὰ καὶ ποιμαντικῆς στοχοθεσίας, περιλαμβά­νει τὴν ἵδρυση ἐνοριακῶν κοι­νο­τήτων, ὅπως ἡ ἑλληνορθόδοξη κοινότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴν Ὀξφόρ­δη, καὶ συνδέσμων Ὀρθοδόξων τῆς Ἀγγλίας, τῶν ὁποίων προΐσταται: τοῦ Κέντρου Ὀρθοδόξου Πνευματικότητος «Ἡ ἁγία Θεοσέβεια», τοῦ συνδέσμου Friends of Orthodoxy on Iona, στὴ Σκωτία, καὶ Friends of Mount Athos. Ἐπι­πλέον, ὁ μητροπολίτης Κάλλιστος συμμετεῖχε ἐνεργὰ στὸ διάλογο τῆς Ὀρ­θόδοξης μὲ τὴν Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία ὡς μέλος τῆς ἐπίσημης Ἐπιτροπῆς τοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καὶ Ἀγγλικανῶν, τῆς ὁποίας ἀπὸ τὸ 2007 ὁρί­στη­κε Πρόεδρος, καθὼς καὶ τῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου τῆς Ὀρθόδοξης μὲ τὴ Ρω­μαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία. Στὸ πλαίσιο αὐτὸ μετέχει ἐνεργὰ ὡς Πρόεδρος τῶν κοινῶν θεολογικῶν ὀργανώσεων «Βlessed Virgin Mary» καὶ «St. Alban and St. Sergius», ἀλλὰ καὶ ὡς συνεκδότης τοῦ θεολογικοῦ περιοδικοῦ Sobornost ποὺ σημαίνει «καθολικότητα».

Θὰ ἐπιση­μάνουμε, τέλος, μὲ ἔμφαση τὸ σπουδαῖο μεταφραστικό του ἔρ­γο, τόσο στὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ συγκεκριμένα στὰ Μη­ναῖα καὶ τὸ Τριώδιο, ὅσο καὶ σὲ μία συλλογὴ ποὺ ἀποτελεῖ σταθμὸ γιὰ τὴν πο­ρεία καὶ τὴν ἀποδοχὴ τῆς ὀρθόδοξης πνευμα­τικότητας στὴ Δύση: τὴ Φι­λοκαλία. Δὲν θὰ ἦταν μάλιστα ὑπερβολή, ἂν σήμερα ἰσχυριστοῦμε, κάνοντας μία ἀναγωγὴ στὴν ἐπίδραση ποὺ ἄσκησαν οἱ μετα­φρά­σεις τῆς Φιλοκαλίας ἀπὸ τὸν ὅσιο Παΐσιο Βε­λιτσκόφσκι καὶ τὸ Θεοφάνη τὸν Ἔγκλειστο κατὰ τὸ 18ο καὶ 19ο αἰώνα γιὰ τὴ διαμόρφωση τῆς ὀρθό­δο­ξης πνευματικότητας στὸ σλαβικὸ κόσμο, ὅτι ἡ μετάφραση τῆς Φιλοκαλίας ἀπὸ τὸ μητροπολίτη Κάλ­λιστο καὶ τοὺς συνεργάτες του Philip Sherrard καὶ Gerald Palmer, ποὺ ξεκί­νη­σε τὸ 1979 καὶ ὁλοκληρώνεται, ὅπως πληροφορούμαστε, μὲ τὴν ἔκδοση τοῦ τε­λευταίου τόμου τῆς συλλογῆς τὸ ἑπόμενο ἔτος, ὑπῆρξε ἐξίσου σημαντικὴ γιὰ τὴν πορεία τῆς Ὀρθοδοξίας στὸ δυτικὸ κόσμο. Ὅπως, ἄλλωστε, ἔχει γρά­­ψει ὁ ἴδιος,

«ἡ Ἀγγλικὴ Φιλοκαλία δὲν διαβάζεται μόνον ἀπὸ μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἤ, ἔστω, μόνον ἀπὸ χριστιανούς. Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖ­νοι που, εἴτε ἀνήκουν σὲ ἄλλες θρησκεῖες, εἴτε δὲν ἀνήκουν σὲ κάποια θρησκευ­τι­κὴ παράδοση, ἀναζητοῦν μία πίστη καὶ διαβάζουν τὴ Φιλοκαλία… Εἶναι ἀ­ξιο­σημείωτο καὶ ἰδιαίτερα ἐνθαρρυντικὸ ὅτι μία συλλογὴ κειμένων ποὺ προ­οριζόταν γιὰ ἑλληνορθόδοξους χριστιανοὺς τῆς τουρκοκρατούμενης Ἑλλάδας τοῦ 18ου αἰώνα, κατάφερε νὰ ἀσκήσει τέτοια ἐπίδραση δύο αἰῶ­νες ἀργότερα, στὸ ὁλότελα διαφορετικὸ ἱστορικὸ καὶ πολιτισμικὸ περι­βάλ­λον τῆς μεταχριστιανικῆς Εὐρώπης, ποὺ ὁδεύει ταχύτατα πρὸς τὴν ἐκκοσμίκευση. Ἡ διδασκαλία τοῦ Ὀρθόδοξου Ἡσυχασμοῦ, ποὺ τόσο ἀγά­πη­σαν καὶ ἀκολούθησαν ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ ὁ ἅγιος Μα­κά­ριος Κορίνθου, ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ἐπίκαιρη στὸν σύγχρονο κόσμο».

Κάλλιστος_35

Ὁ μητρoπολίτης Κάλλιστος εἶναι ἕνας πραγματικὰ οἰκουμενικὸς θεο­λό­γος, δεδομένου ὅτι στὸ ἔργο του ἐπιχειρεῖ καὶ ἐπιτυγχάνει ἕνα συγκερασμὸ τῆς θεμελιώδους ἑλληνόφωνης θεολογικῆς παράδοσης —ἀφοῦ ὁ ἴδιος υἱο­θε­τεῖ καὶ ἐπαναλαμβάνει τὴ χαρακτηριστικὴ ρήση τοῦ Φλωρόφσκυ ὅτι «πνευ­μα­τικὰ ὅλοι εἴμαστε Ἕλληνες» – μὲ τὴ δυτικὴ καὶ τὴ ρωσικὴ θεολογικὴ σκέ­ψη, γονιμοποιημένη ἀπὸ τὸν ἑνοποιητικὸ παράγοντα τῶν ἀρχαίων κλασι­κῶν συγγραφέων καὶ κυρίως τῶν Πα­τέρων τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ὅμως ἡ γό­νι­μη θεολογικὴ σκέψη δὲν διατυπώνεται μὲ τρόπο στατικὸ καὶ ἀποστεωμένο, μὲ μία ἁπλὴ παράθεση πατερικῶν χωρίων καὶ θέσεων, ἀλλὰ μὲ μία φρεσκάδα, ποὺ ἀναζητᾶ σημεῖα σύγκλισης ἀκόμη καὶ μὲ τὴ σύγχρονη φιλοσοφικὴ καὶ ἐπιστημονικὴ σκέψη, καὶ ὁδηγεῖ σὲ μία ἐπίκαιρη ἀνασύνθεση, ὅπως ἔχει δια­τυ­πωθεῖ ἀπὸ ἕνα μεγάλο γλωσσολόγο τοῦ 20οῦ αἰώνα, τόν Antoine Meillet: «Φέρ­νω κάτι καινούριο, δὲν σημαίνει διατυπώνω γιὰ πράγματα γνωστὰ γε­νι­κὲς θεωρίες μὲ κάποια ἐπίφαση πρωτοτυπίας· σημαίνει ἑρμηνεύω μὲ τρό­πο μεθοδικὸ καὶ προσωπικὸ στοιχεῖα συγκεντρωμένα ἀπὸ πρῶτο χέρι».

Ἐπιπλέον, ἕνα βασικὸ γνώρισμα τῆς θεολογικῆς γραφῆς τοῦ μητρο­πο­λί­τη Κάλ­λιστου Ware εἶναι ἡ αὐστηρὴ προσήλωσή του στὶς πηγὲς τῆς Ὀρ­θό­δοξης Θεο­λο­γίας, μὲ ἕνα τρόπο μάλιστα αὐθεντικὸ καὶ βαθιὰ ἱστορικό. Ὅ­πως ἐπεσήμανε καὶ ὁ ὁμότιμος καθηγητὴς τοῦ Τμήματός μας καὶ μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, μητρο­πο­λίτης Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας, κατὰ τὴν ἀναγόρευση τοῦ μητρ. Καλλί­στου σὲ ἀντεπιστέλλον μέλος τῆς Ἀκα­δημίας Ἀθηνῶν στὶς 5 Φεβρουαρίου τοῦ 2008,

«χαρακτηριστικὸ τῆς θεολογικῆς προσφορᾶς τοῦ Μητροπολίτου Καλ­λί­στου εἶναι ἡ ἀκριβὴς γνώση τῶν πατερικῶν κειμένων καὶ ὁ σεβασμὸς τῶν φιλο­λο­γι­κῶν καὶ ἱστορικῶν δεδομένων. Ὡς γνήσιος ἐκφραστὴς τῆς ἀγγλικῆς θεολογικῆς πα­ρα­δόσεως, ἀποφεύγει τὸν φιλοσοφικὸ στοχασμὸ καὶ θεραπεύει μᾶλλον τὴν ἱστο­ρι­κὴ παρὰ τὴ συστηματικὴ θεολογία, χωρὶς πάντως νὰ ἀδιαφορεῖ διὰ τὰ νεώτερα φιλο­σοφικὰ ρεύματα… Σὲ ὅλο τὸ θεολογικό του ἔργο εἶναι ἐμφανὴς ἡ προτίμησή του καὶ ἡ κλίση του πρὸς τὴν ἀσκητικὴ καὶ μοναχικὴ παράδοση καὶ πνευματι­κό­τητα τῆς Ὀρθο­δοξίας».

Κάλλιστος_179

Ἀσφαλῶς δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ χαρακτηρίσουμε τὸν μητροπολίτη Κάλ­λιστο ὡς ἕναν ἐκκλησιαστικὸ ἱστορικό· σὲ κάποια παρουσίαση ἑνὸς ἀπὸ τὰ πρῶτα ἔργα του, χαρακτηρίζεται ὡς ἱστορικὸς τῆς Ὀρθοδοξίας. Σίγουρα, μὲ βάση ὅσα προα­ναφέραμε, θὰ μπορούσαμε νὰ τὸν χαρακτηρίσουμε καὶ ὡς ἕναν ἱστορικὸ τῆς Ὀρθόδοξης Πνευματικότητας, ὅπου ὁ ὅρος «Ἱστορία» δὲν δηλώνει σὲ καμία περίπτωση τὰ γενόμενα σὲ ἕναν ἀπώτερο χρόνο ἀλλὰ ἐκ­φρά­ζει μία ζύμωση αὐτοῦ τοῦ παρελθόντος μὲ τὸ παρόν, ἀκόμη καὶ μὲ τὸ μέλ­λον.

Τρανὸ παράδειγμα αὐτῆς τῆς ἐνσυνείδητης καὶ κυριάρχης μεθο­δο­λο­γι­κῆς ἀρχῆς στὴ θεολογία τοῦ μητρ. Καλλίστου εἶναι τὸ opus magnum του μὲ τίτλο, Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἕνα ἀπὸ τὰ κλασικὰ ἔργα του, ποὺ με­τα­φρά­στηκε καὶ στὰ ἑλληνικά. Ἐνῶ, διαβάζοντας κάποιος τὸν τίτλο του καὶ γνω­ρίζοντας ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὴ γραφίδα τοῦ μητρο­πο­λίτη Καλλίστου, θὰ θεω­ροῦ­σε πὼς θὰ ἔρθει σὲ ἐπαφὴ μὲ ἕνα σύστημα ὀρθό­δοξης ἐκκλησιολογίας, κάτι ποὺ σίγουρα θὰ μποροῦσε νὰ πράξει, εἰσερ­χό­με­νος στὸ περιεχόμενό του ἀντικρύζει ἕναν ἀξιοθαύμαστο συγκερασμὸ τῆς ἱστο­ρίας τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ στὴν ἑλληνικὴ ἔκδοση τοῦ βιβλίου κατα­λαμ­βά­νει τὶς 300 πρῶτες σελίδες του, μὲ τὴν πίστη καὶ τὴ λατρεία της ποὺ ἐκτί­θεν­ται στὸ ἰσάριθμο δεύτερο μέρος του. Μάλιστα, ὁ ἴδιος δὲν διστάζει, ἀπο­σα­φηνίζοντας τὰ πράγματα καὶ τὶς ἐνδεχόμενες ἀντιφάσεις μεταξὺ τῆς πί­στης καὶ τῆς ἱστορίας, νὰ ἀναφερθεῖ στὴν ἀναγκαία καὶ δυστυχῶς ἀπούσα στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο αὐτοκριτική, γράφοντας στὸν πρόλογο τῆς ἑλληνικῆς ἔκδοσης τοῦ βιβλίου του:

«Σὲ ὁ,τιδήποτε ἔχω γράψει σχετικὰ μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, προσπάθησα πάν­το­τε νὰ ἀποφύγω τὴν αὐταρέσκεια καὶ τὴ θριαμβολογία. Πολὺ συχνά, ὅταν ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι μιλᾶμε στὸν σύγχρονο κόσμο, εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ ἀσκήσουμε μιὰ σωστὴ αὐτοκριτική. Χωρὶς νὰ ὑποβιβάσουμε κατὰ κα­νέ­να τρόπο τὴν ἀφοσίωσή μας στὴν Ὀρθόδοξη παράδοση, πρέπει νὰ εἴ­μα­στε πολὺ πιὸ τίμιοι ἀπ᾽ ὅτι συνήθως εἴμαστε, σχετικὰ μὲ τὶς ἀνθρώ­πι­νες ἀποτυχίες μας, ὡς πρόσωπα καὶ ὡς κοινότητα. Πιστοὶ στὴ διδα­σκα­λία τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας, ‘ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμέν’».

Κάλλιστος_124

Τὸ στοιχεῖο ἐκεῖνο ποὺ διακρίνει καὶ κυριαρχεῖ, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦ­με, στὴ θεολογία τοῦ μητροπολίτη Κάλλιστου Ware εἶναι ἡ συνειδητὴ ἐμμο­νή του στὴν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία. Σὲ μία διάλεξη ποὺ ἔδωσε πρὶν μερικὰ χρό­νια στὴν Ἑλλάδα, μὲ θέμα τὴν Ὀρθοδοξη Θεολογία στὸν 21ο αἰώνα, ὑπο­γράμ­­μι­σε καὶ ἀνέλυσε τὴν ἐκτίμησή του ὅτι, ἐὰν ὁ εἰκοστὸς αἰώνας ὑπῆρξε γιὰ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία ὁ αἰώνας τῆς ἐκκλησιολογίας, ὁ αἰώνας κατὰ τὸν ὁποῖο ἡ θεολογία κλήθηκε νὰ ἀπαντήσει στὸ ἐρώτημα «τί εἶναι Ἐκκλησία;», κατὰ τὸν εἰκο­στὸ πρῶτο αἰώνα θὰ ὑπάρξει μία στροφὴ στὴν κεντρικὴ ἑστίαση τῆς θεολογικῆς ἔρευνας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιολογία στὴν Ἀνθωπολογία καὶ θὰ τεθεῖ ἕνα ἀκόμη θεμελιακὸ ἐρώτημα: «Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος;». Εἶναι προφανῶς μία ἐκτίμηση ποὺ σχετίζεται καὶ μὲ τὴν ὁμιλία τοῦ μητροπολίτη Καλλίστου ποὺ θὰ ἀκούσουμε στὴ συνέχεια. Ὁ ἴδιος μάλιστα ἀναπτύσσει τὴν ἐκτίμησή του αὐτή, βασιζόμενος σὲ τέσσερις λόγους ποὺ καθιστοῦν ἐξαιρετικὰ ἐπίκαιρο αὐτὸ τὸ ἐρώτημα· 1ον) στὸ γεγονὸς τῆς αὐξανόμενης ἀ­στι­κοποίησης καὶ παγκοσμιοποίησης ποὺ ὁδηγεῖ σὲ ἕνα εἶδος ὁμο­γενο­ποίη­σης καὶ ἀπώλειας τῆς προσωπικῆς ἑτερότητας· 2ον) στὴν ἀπανθρω­ποποιη­τι­κὴ τάση κυριαρχίας τῆς τεχνολογίας εἰς βάρος τῶν ἄμεσων, διαπρο­σωπι­κῶν σχέσεων· 3ον) στὰ ἠθικὰ διλήμματα ποὺ θέτει ἡ συγχρονη γενετικὴ μηχανική, ἀκυρώνοντας τὶς μέχρι τώρα ἀπαντήσεις τῶν χριστιανῶν καὶ ἀσφαλῶς καὶ τῶν Ὀρθοδόξων, καὶ 4ον) στὴν οἰκολογικὴ τραγωδία ποὺ συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν ἀντίληψή μας γιὰ τὸ τί σημαίνει νὰ εἶσαι ἄνθρωπος καὶ ἑδράζεται σὲ μία βαθειὰ ἀνθρωπολογικὴ κρίση. Ἡ ἀνάγκη ἀπάντησης στὰ παραπάνω ἐρω­τή­ματα καθίσταται ἐξαιρετικὰ κρίσιμη, σὲ συνάρτηση μάλιστα μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ ἴδιος, «δὲν θὰ βροῦμε πουθενὰ ἕνα πλήρως ἀρθρω­μένο σύστημα χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας».

Σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο τοποθετεῖται καὶ ἡ ἐπικέντρωσή του στὰ κείμενα τῆς ἀσκη­τι­κῆς γραμματείας τῆς πατερικῆς καὶ βυζαντινῆς περιόδου ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν διδακτορικῶν σπουδῶν του μὲ τὴ μελέτη τοῦ ἔργου τοῦ Μάρ­κου τοῦ ἀσκητῆ καὶ κυρίως μὲ τὴ Φιλοκαλικὴ συλλογὴ. Ὅπως ἤδη ἐπιση­μά­να­με, ὁ μητροπολίτης Κάλλιστος ἀνέδειξε αὐτὴ τὴ σπουδαία πνευματικὴ κλη­ρονομιὰ στὸ ἀγγλόφωνο κόσμο μὲ τὴν ἱστορικὴ πρωτοβουλία του νὰ με­τα­φραστεῖ στὴν ἀγγλικὴ γλώσσα ἡ Φιλοκαλία, τὸ περισσότερο μετα­φρα­σμένο σὲ ὅλον τὸν κόσμο χριστιανικὸ βιβλίο μετὰ τὴν Ἁγία Γραφή, καὶ νὰ καταστεῖ προσιτὴ στὸ δυτικὸ ἄνθρωπο μία παράδοση λησμο­νημένη, ἡ ὁποία ἀπετέλεσε τὴν ἔκφραση μιᾶς μακραίωνης κοινῆς πνευμα­τι­κῆς παρακα­τα­θήκης γιὰ τὸ Χριστιανικὸ κόσμο. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν παράδοση ἀντλεῖ καὶ ὁ ἴδιος τὸ πρωτογενὲς ὑλικὸ γιὰ νὰ χτίσει τὴν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογικὴ θεώρηση στὰ κείμενά του ποὺ κυκλοφοροῦν καὶ σὲ ἑλληνικὲς μεταφράσεις, γιὰ νὰ μνημονεύσω δύο ἀπὸ τὰ πιὸ πρόσφατα βιβλίου του, τὸ Οἰκολογικὴ Κρίση καὶ Ἐλπίδα καὶ τὸ Ἐχθροὶ ἢ Φίλοι; Τὸ σῶμα, ἡ ψυχὴ καὶ τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώ­που.

Κάλλιστος_126

Προσωπικά, μπορῶ νὰ πῶ ὅτι γνώριζα τὸν πανιερώτατο κ. Κάλλιστο ἐ­δῶ καὶ πολ­λὰ χρόνια μέσα ἀπὸ τὸ πλούσιο θεολογικὸ ἔργο του καὶ ἰδιαίτερα ἐκεῖνο ποὺ ἀφορᾶ στὴν Φιλοκαλία καὶ στὴν ἱστορία καὶ πνευματικότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Εἶ­χα δὲ τὴν εὐτυχία νὰ τὸν γνωρίσω ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ ἕνα χρόνο ἐδῶ, στὴ Θεσ­σα­λο­νί­κη, ὅταν τὸν καλέσαμε ὡς κύριο ὁμιλητὴ σὲ ἕνα Διεθνὲς Συμπόσιο ποὺ διορ­γα­νώ­σαμε μὲ τὸν μεταδιδάκτορά μου καὶ μαθητή του κ. Alexis Torrance, σήμερα ἐπί­κου­ρο καθηγητὴ τῆς βυζαντινῆς θεολογίας στὸ Πανεπιστήμιο Notre Dame τῶν ΗΠΑ. Τότε, μὲ ἔκπληξη ἄκουσα τὸν μη­τρο­πολίτη Κάλλιστο νὰ μᾶς λέει ὅτι ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ τὸν καλοῦσε ἡ Θεο­­λογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου μας. Mοῦ φά­νηκε ἐξαι­ρετικὰ παρά­δο­ξο αὐτὸ τὸ γεγονός· πῶς «ἀπουσίαζε» ἀπὸ τίς, καθόλου εὐκα­ταφρόνητες, ἀκαδημαϊκὲς ἐπαφὲς τῆς Σχολῆς μας ἕνας τόσο σημαντικὸς θεο­λό­γος τοῦ καιροῦ μας, αὐθεντικὸς συνεχιστής, κατὰ τὴ γενικὴ ἐκτίμηση πολλῶν, τοῦ πνεύ­μα­τος τῆς πατερικῆς ἀναγέννησης στὸν ὀρθόδοξο θεολογικὸ χῶρο, τοῦ πνεύματος τοῦ Φλω­ρό­φσκυ, τὸ ἔργο τοῦ ὁποίου συστοιχεῖ μὲ τὶς βασικὲς θεολο­γι­κὲς συνιστῶσες τῆς ἀκα­δημαϊκῆς θεολογίας τῆς Θεσσαλονικῆς —ἄς μοῦ ἐπιτρα­πεῖ νὰ πῶ—, μιᾶς θεο­λογίας βαθιὰ προσηλωμένης στὴ μελέτη καὶ προβολὴ τῆς Ὀρ­­θόδοξης παρά­δοσης, μέσα μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴ στιβαρὴ ἔκδοση τῶν πατερικῶν πηγῶν, καὶ στὴ δη­μι­ουργικὴ ἀνασύνθεσή της. Θεω­ρῶ λοιπὸν ὅτι μὲ τὴ σημερινὴ ἐκδήλωση τῆς ἀναγόρευσης τοῦ μητροπολίτη Καλλίστου σὲ ἐπίτιμο διδάκτορα τοῦ Τμήματός μας, συμπληρώνεται ἕνα σοβαρὸ κενὸ καὶ τίθεται ἕνας σημαντικὸς κρίκος στὴν κατένα τῆς θεο­λο­γι­κῆς πα­ρά­δοσης ποὺ κομίζει ἡ Θεολογική μας Σχολή.

Κάλλιστος_191

Διάβασα κάπου ὅτι τὸ μοναχικό ὄνομα «Κάλλιστος» ὁ μητροπολίτης Διο­κλείας τὸ ἐπέλεξε πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Καλλίστου τῆς μονῆς τῶν Ξαν­θο­πούλων, ἑνὸς ἐκ τῶν συγγραφέων τοῦ περίφημου ἔργου Μέθοδος καὶ Κανὼν σὺν Θεῷ ἀκριβὴς… περὶ τῶν αἱρουμένων ἡσύχως βιῶναι καὶ μοναστικῶς, τό ὁποῖο καταλαμβάνει περίπου τὸ ἕνα δέκατο τῆς πρώτης ἔκδοσης τῆς Φιλο­κα­λίας. Ἔχω τήν ἐντύ­πω­ση, ὡστόσο, ὅτι ἐνδόμυχα τὸ ὄνομα αὐτὸ ἀντι­κα­τοπτρίζει σημειολογικὰ γιὰ τὸν ἴδιο, ἐκεῖνο πού προβάλλει ὡς ἡ κύρια στό­χευ­σή του μέσα ἀπὸ σύνολο τὸ ἔργο του, θεολογικό, συγγραφικό, ποιμαν­τικό: τὸν ἔρωτα καὶ τὴ μέθεξη τοῦ θείου Κάλλους στὸν ὑπέρτατο βαθμό.

Κάλλιστος_095

Εὐχόμαστε, Πανιερώτατε, ὁ Κύριος τῆς Δόξης, τὸν ὁποῖο διακονεῖτε λό­γῳ καὶ ἔργῳ γιὰ περισσότερο ἀπὸ μισὸν αἰώνα, νὰ σᾶς χαρίζει πάντοτε αὐ­τὴ τὴν αἰω­νιό­τητα τῆς νιότης ποὺ ἔχετε ἀνακαλύψει ἀπὸ τὴν προσωπική σας ἐσωτερικὴ κατά­δυση, γιὰ νὰ μεταδίδετε τὴ φρεσκάδα καὶ τὴ δύναμη τοῦ παλαιοῦ, ποὺ γίνεται πάντα νέο, στοὺς μαθητές σας, τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακράν, ὅλους ἐκείνους, ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μὲ τρόπο αἰσθητὸ ἢ νοερό, μέσα ἀπὸ τὴ διδαχή σας καὶ τὰ βιβλία σας, προσλαμβάνουμε τὸ δώρημα ποὺ λάβατε κι ἐσεῖς πρὶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες καὶ ἀνακαλύπτουμε τοὺς δρόμους καὶ τὰ κλειδιὰ γιὰ νὰ εἰσέλθουμε στὴν ἐντὸς ἡμῶν Βασιλεία.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.