Ο χαιρετισμός του Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Καθηγητή Μιλτιάδη Κωνσταντίνου στην τελετή αναγόρευσης της ποιήτριας και ακαδημαϊκού Κικής Δημουλά σε επίτημη διδάκτορα του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ

Δημουλά_33

Η λέξη “ποιητής” με τη σημασία του δημιουργού έντεχνου λόγου δεν αναφέρεται στην Αγία Γραφή, παρά μόνο μία φορά σε κάποιο παράθεμα του αποστόλου Παύλου (Πρα 17:28). Ούτε κι οι λέξεις “ποίημα” ή “ποίηση” υπάρχουν στη Γραφή. Όμως ποιος θα μπορούσε ν’ αρνηθεί την ποιητικότητα του βιβλικού λόγου, τον ηδυπαθή λυρισμό του Άσματος των Ασμάτων, τη γλαφυρότητα των στίχων του προφήτη Ησαΐα ή τη ρωμαλαιότητα των ύμνων της Αποκάλυψης. Άλλωστε, το αρχαιότερο, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη των βιβλικών επιστημόνων, κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης που σηματοδοτεί τις απαρχές της ιστορικής πορείας του βιβλικού Ισραήλ είναι ένας ύμνος που περιγράφει μια συγκλονιστική εμπειρία που τη βίωσε όλος ο λαός και αμέσως την έκανε τραγούδι:

  ᾄσωμεν τῷ κυρίῳ, ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται·

ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν (Εξο 15:1)

Έτσι, δεν θα ήταν ίσως υπερβολή να ισχυριστεί κανείς πως η Βίβλος αντιμετωπίζει την ποίηση όπως ακριβώς και τον Θεό· η θεότητα δεν περιγράφεται ποτέ ούτε ορίζεται, συνάγεται όμως από τη συνεχή παρουσία της μέσα στην ανθρώπινη Ιστορία. Και δύσκολα θα μπορούσε κανείς να αρνηθεί πως όλη αυτή η αφήγηση, που οι θεολόγοι την ονομάζουν “Ιστορία της θείας οικονομίας”, εμπεριέχει όλα τα βασικά χαρακτηριστικά ενός ποιήματος, όπως τα συνοψίζει ο Έλιοτ: «Η ποίηση», λέει, «είναι μια ξαφνική διεύρυνση της ευαισθησίας». Μια αιφνίδια αλλαγή, μια έκπληξη. Αλλά πώς αλλιώς θα περιέγραφε κανείς αυτό που κάνει τον Αβραάμ να εγκαταλείψει σπίτι και συγγενείς και να ακολουθήσει τη φωνή που ξαφνικά και ανεπάντεχα τον προστάζει: «ἔξελθε … εἰς τὴν γῆν ἣν ἄν σοι δείξω» (Γεν 12:1) ή την προτροπή του προφήτη Μιχαία: «ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ κυρίου θεοῦ σου» (Μιχ 6:8) και την απάντηση του ψαλμωδού σ’ αυτήν την προτροπή: «ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ὁ θεός, ἑτοίμη ἡ καρδία μου» (Ψαλ 56:8· 107:2).

Δημουλά_121

Και οι σκέψεις αυτές οδηγούν σε μια άλλη σύγκριση. Αν η ποίηση περιγράφεται με παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά που αποδίδονται στον Θεό, τότε ο ποιητής μοιάζει με τον θεολόγο. Πολλοί θεωρούν την ποίηση, όπως και τη θεολογία, μια εύκολη υπόθεση που ελάχιστη σχέση έχει με τη λογική, όμως το πόσο λογικά δομημένο είναι ένα ποίημα μπορεί κανείς πολύ εύκολα να το διαπιστώσει αν προσπαθήσει να αφαιρέσει από αυτό ένα γράμμα ή ένα κόμμα, και τότε θα το δει να καταρρέει ολόκληρο· «ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου» (Ματ 5:18) θα προειδοποιήσει ο Χριστός τους ακροατές του. Και, παραθέτονταν και πάλι Έλιοτ, όπως «η αυθεντική ποίηση μπορεί να αρέσει προτού γίνει κατανοητή», έτσι και η αυθεντική σχέση με τον Θεό βιώνεται προτού αναλυθεί και συστηματοποιηθεί. Η ποίηση, όπως και η θεολογία, είναι δημιούργημα του ανθρώπου, αλλά ο άνθρωπος μπορεί να γίνει Θεός, γιατί «οὕτως ἠγάπησεν ὁ θεὸς τὸν κόσμον» (Ιωα 3:16).

Τιμώντας σήμερα το Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. μια ποιήτρια καταφάσκει αυτή τη σχέση ποίησης και θεολογίας όπως περιγράφτηκε παραπάνω και σφυρηλατεί έναν ακόμη σύνδεσμο ανάμεσα στον πολιτισμό και τη θεολογική σκέψη.

Δημουλά_277

Με αυτές τις σκέψεις συγχαίρω την απόφαση του Τμήματος Θεολογίας και καλωσορίζω την ποιήτρια Κική Δημουλά στις τάξεις των θεολογούντων!

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.