Πέτρος Βασιλειάδης, Επιτακτικό ιεραποστολικό καθήκον η προώθηση του βιβλίου «Η ημέρα που σταυρώθηκε ο Ιησούς»

12ηΔΕΒΘ_140

Η ομιλία του Ομότιμου Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στην παρουσίαση του βιβλίου του σερ Colin Humphreys, Η ημέρα που σταυρώθηκε ο Ιησούς, στη 12η ΔΕΒΘ (7 Μαΐου 2015)

Η δική μου σύντομη παρέμβαση στην αποψινή παρουσίαση του βιβλίου του Colin Humphreys που επιμελήθηκε ο συνάδελφος καθ. κ. Μόσχος Γκουτζιούδης και μετέφρασε η κ. Ανίτα Κλήμη δεν θα αναφερθεί παρά ελάχιστα στην αποτίμησή του από την σκοπιά της κλασικής βιβλικής επιστήμης, της κύριας δηλαδή επιστημονικής μου ειδικότητας. Έχουν άλλωστε προηγηθεί με επιτυχία οι δύο προλαλήσαντες ομότεχνοί μου. Θα υπογραμμίσω μόνο τη σημασία αυτής της έκδοσης από τη σκοπιά της δευτερεύουσας ειδικότητάς μου, της ιεραποστολικής, της αναγκαιότητας δηλαδή της «επιστημονικής» χριστιανικής μαρτυρίας. Άλλωστε αυτή κατά την ομολογία του συγγραφέα απετέλεσε το κατ’ εξοχήν κίνητρό της συγγραφής αυτού του βιβλίου: Η αντιμετώπιση δηλαδή της σύγχρονης αθεΐας, την οποία με πάθος μεθοδικότατα προωθεί ο Richard Dawkins, του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στο έργο The God Delusion, το οποίο επίσης μεταφράστηκε στα ελληνικά. Από την άποψη αυτή, και με δεδομένο ότι η προσπάθεια του Humphreys απευθύνεται στην ευρύτερη μη εξειδικευμένη στην βιβλική έρευνα επιστημονική κοινότητα αλλά και το ευρύτερο κοινό της δυτικής κοινωνίας, θεωρώ την συμβολή του, αλλά και τη έκδοσή της στα ελληνικά, πολύ σημαντική. Για να καταλάβετε τη σημασία που έχει στο σύγχρονο πολιτισμένο κόσμο η επέλαση της αθεΐας στην ευρύτερη κοινωνία να υπενθυμίσω πως χθες στον Βόλο και προχθές στην Αθήνα για το θέμα αυτό μίλησε συνάδελφος και συνονόματος [Richard] με τον Dawkins στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης καθηγητής Swinburne.

Με τη θεμελίωση της χριστιανικής ιεραποστολής στο τριαδικό δόγμα εγκαταλείφτηκε η ιμπεριαλιστική, επεκτατική και προσηλυτιστική τακτικής του παρελθόντος, και υιοθετήθηκε μια περισσότερο περιεκτική και ολιστική κοινή χριστιανική μαρτυρία. Τρία είναι τα κύρια στοιχεία αυτής της νέας ιεραποστολικής αντίληψης: (α) ο ιστορικός συμβιβασμός, και ο διάλογος, με τη νεωτερικότητα, αφού πλέον η ιστορική εξέλιξη έπαυσε να αποτελεί επανάσταση εναντίον της θεϊκής τάξεως και ο Θεός αναγνωρίζεται ως ο δημιουργός της ιστορικής αλλαγής, μέσα στην οποία επιτελείται το έργο του Θεού, (β) η καταδίκη του προσηλυτισμού. όχι μόνο μεταξύ χριστιανών διαφορετικών δογμάτων, αλλά και προς τους πιστούς των άλλων ζωντανών θρησκευμάτων, οι οποίοι δεν αποτελούν πια αντικείμενα της χριστιανικής ιεραποστολής, αλλά εταίροι στο διάλογο, και (γ) η εμπλοκή των χριστιανών στους κοινωνικούς αγώνες, Γι’ αυτό και οι σύγχρονοι ιεραποστολικοί όροι είναι μαρτυρία και δια-θρησκειακός διάλογος. Ο διάλογος επομένως με τις άλλες επιστήμες, κυρίως τις θετικές, αποτελεί desideratum.

12ηΔΕΒΘ_106

Η διεπιστημονικότητα, βέβαια, δεν αποτελεί μόνο αποδεκτό, ή ακόμη και επιθυμητό εργαλείο, αλλά άκρως επιτακτική αναγκαιότητα – που ούτως ή άλλως επιστημολογικά τείνει να επικρατήσει – στο βαθμό που η ακραία εκδοχή της νεωτερικότητας, αυτή της αθεΐας, συνεχίζει να επελαύνει χωρίς ουσιαστικό αντίλογο. Βρίσκεται όμως και σε πλήρη εναρμόνιση με την αυθεντική εκκλησιαστική μας παράδοση. Να υπενθυμίσω απλώς, ότι ο Μέγας Αθανάσιος προτρέπει τους χριστιανούς να μη διακηρύσ­σουν «ἄλογον τὴν εις Χριστὸν πίστιν» (Αθανασίου Αλεξανδρείας, Κατά Ελλήνων, κεφ 1, PG 25,4.), και ο ιερός Χρυσόστομος κατηγορηματικά επιτάσσει: «δει γαρ ἄπαντα τα ἀντικρουόμενα παραγαγεῖν εις μέσον και δῆλα ποιείν, ἵνα πανταχόθεν ὁ λόγος ἡμών εκκαθάρηται και μηδέ τοῖς ἀναισχυντοῦσι καταλείπηται πρόφασις» (Ι. Χρυσοστόμου, Περί νηστείας, Ομιλία VI 4, PG 49, 319). Γι’ αυτό και ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης συμπληρώνει: «επιστημονικώς τὴν θείαν Γραφήν ἀνελίσσειν ὀφείλεις, και τας αὐτῆς δυνάμεις νουνεχώς ἀνιχνεύειν και μὴ κατατολμᾶν ἀπλώς των ἀψαύστων και ἀνεφίκτων μυστηρίων, ἀναξίοις ταῦτα χερσίν επιτρέ­πων» (Ισιδώρου Πηλουσιώτου, Επιστολών βιβλία πέντε εις την ερμηνείαν της θειας Γραφής, PG 78, 197).

Η ενασχόληση μη βιβλικών με ζητήματα ερμηνείας της Αγίας Γραφής στον τόπο μας, στην πρόσφατη κυρίως ιστορία μας, έχει το προηγούμενο της προσπάθειας του Warneke να ταυτίσει την Μελίτη των Πράξεων με την Κεφαλονιά και όχι την Μάλτα. Διαφέρει όμως από το εγχείρημα του Humphreys στο ότι ο Warneke υπερέβη τα επιστημονικά όρια προχωρώντας σε επιστημονικά βιβλικά συμπεράσματα, την απόδοση δηλαδή των Ποιμαντικών επιστολών στην γραφίδα του Παύλου, ενώ αντίθετα – και πολύ σωστά κατά τη γνώμη μου – ο συγγραφέας του βιβλίου που παρουσιάζουμε δεν υπεισέρχεται στον πυρήνα της βιβλικής επιστήμης, αλλά βασίζεται και αποδέχεται τα συμπεράσματα της βιβλικής επιστημονικής έρευνας.

Βέβαια, και ο Humphreys αμφισβητεί τον κυρίαρχο, κατ’ εξοχήν, θεολογικό χαρακτήρα της Αγίας Γραφής, και στο σημείο αυτό – μαζί με πλειάδα καινοδιαθηκολόγων, όπως υπαινίσσεται και ο προλογίζων την πρώτη αγγλική έκδοση του βιβλίου καινοδιαθηκολόγος Ι. Howard Marshall – προσωπικά δεν με βρίσκει σύμφωνο. Με άλλα λόγια στην θεμελιακή για την ερμηνεία της Αγίας Γραφής δημιουργική αντιπαράθεση ιστορίας-θεολογίας ο Humphreys φαίνεται να δίνει πέραν του δέοντος βαρύτητα στον ιστορικό χαρακτήρα των ιερών κειμένων. Στην θεμιτή του αντιπαράθεση με τους ακραίους νεωτερικούς (τους σύγχρονους αθεϊστές) αναπαράγει την παλαιότερη συντηρητική πρόταση των υποστηρικτών του πεπαλαιωμένου γνωστού έργου Und das Bibel hat doch Recht. Προτείνει δηλαδή ότι αναφορικά με τις αντιφάσεις μεταξύ των Συνοπτικών και Δ΄ Ευαγγελίου, ως προς τον χρόνο κυρίως του τελευταίου δείπνου του Ιησού και της σταύρωσής του, και τα τέσσερα ευαγγέλια έχουν ιστορικό χαρακτήρα και επομένως μπορούν πλήρως να εναρμονιστούν. Αμφισβητεί δηλαδή την παλιότερη υπόθεση, τόσο της αρχαίας εκκλησιαστικής παράδοσης, όσο και της σύγχρονης βιβλικής έρευνας, ότι οι συνοπτικοί διατηρούν περισσότερο την ιστορικότητα των γεγονότων, ενώ ο Ιωάννης εξ αιτίας του αδιαφιλονίκητου θεολογικού συμβολισμού έρχεται σε δεύτερη μοίρα στην ιστορική αποκατάσταση των πραγματικών γεγονότων.

12ηΔΕΒΘ_163

Η άποψη βέβαια αυτή, της μεγαλύτερης δηλαδή από ό,τι πιστευόταν στο παρελθόν ιστορικής αξιοπιστίας του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, έχει τα τελευταία 50 περίπου χρόνια τη δική του ιστορία. Αναδείχτηκε από την εποχή που ο John Robinson συνέταξε το έργο Redating the New Testament (1976, και αργότερα The Priority of John, 1984), τοποθετώντας μάλιστα το Δ΄ Ευαγγέλιο γύρω στο ’60 μ.Χ., ακόμη και πριν απ’ αυτό. Ο John Robinson, πρώην επίσκοπος του Woolwich, ήταν σημαίνων αγγλικανός βιβλικός ερευνητής και πρωτοποριακός θεολόγος και συγγραφέας του μεταφρασμένου και στα ελληνικά έργου Τίμιοι με το Θεό (μετάφραση του Honest to God, 1964). Βέβαια, η ύπαρξη καθαρά ιστορικών στοιχείων, και μάλιστα λεπτομερειών ακριβέστερων ίσως και εκείνες των Συνοπτικών, δεν αμφισβητείται σήμερα. Ο κ. Καραβιδόπουλος στα έργα του έχει υποστηρίξει κάτι παρόμοιο, συγκρίνοντας τις ιωάννειες μαρτυρίες με το κατά Λουκάν, αλλά και ο ομιλών στο Global Bible Dictionary επέμεινε στην αξία του Δ΄ Ευαγγελίου, ακόμη και στην αναζήτηση του Ιστορικού Ιησού. Η μικρή αυτή, και φυσικά κατά πάντα συγγνωστή, λεπτομέρεια – η ταύτιση δηλαδή του τελευταίου δείπνου του Ιησού με τα πασχάλια δείπνα, και επομένως και του αποκλειστικά πασχάλιου και όχι μεσσιανικού/εσχατολογικού χαρακτήρα της Θ. Ευχαριστίας – έμμεσα θα είχε περαιτέρω θεολογικές επιπτώσεις και για την ταυτότητα ακόμη της Εκκλησίας.

Αυτή όμως είναι μια λεπτομέρεια που δεν περιλαμβάνεται στον κύριο στόχο του βιβλίου, που δεν είναι άλλος από την Ημέρα που (έλαβε χώρα το τελευταίο Δείπνο και) σταυρώθηκε ο Ιησούς. Και αυτό επιτυγχάνεται πλήρως από τον συγγραφέα, ο οποίος ανασυνθέτοντας τα αρχαία ημερολόγια με τη συνδρομή της αστρονομίας, λαμβάνοντας υπόψη ακόμη και παράγοντες όπως η νέφωση ή οι εμβόλιμες ημέρες του επίσημου ιουδαϊκού ημερολογίου, αλλά και ανατρέχοντας στα εξωβιβλικά κείμενα, υποστηρίζει ότι μπορούμε πλέον σήμερα να υπολογίσουμε την ακριβή ημέρα του τελευταίου δείπνου, και φυσικά του θανάτου του Ιησού, του σημαντικότερου ιστορικού προσώπου της παγκόσμιας ιστορίας. «Το τελευταίο δείπνο, καταλήγει  στο κεφ. 11 ο Humphreys, έλαβε χώρα την Τετάρτη 1 Απριλίου το 33 μ.Χ., με τη σταύρωση του Ιησού να ακολουθεί την Παρασκευή 3 Απριλίου του ίδιου έτους».

12ηΔΕΒΘ_59

Η συμβολή του, επομένως, στο ζήτημα αυτό είναι αδιαφιλονίκητη. Ακόμη σημαντικότερη είναι και η επιστημονική του αντιπαράθεση με τη σύγχρονη μαχητική αθεΐα. Γι’ αυτό και θλίβομαι και απορώ με την διστακτικότητα των εκκλησιαστικών βιβλιοπωλείων, όχι μόνον να το διακινήσουν, αλλά και να το προβάλουν με κάθε τρόπο.

Share this post
          
 
   
Δημοσιεύθηκε στην ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ και χαρακτηρίσθηκε , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.