Από τον πρόλογο της ελληνικής μετάφρασης
Το βιβλίο αυτό προορίζεται για θεολογικά καταρτισμένους ανθρώπους, που είναι σε θέση να το καταλάβουν όχι μόνο καθ’ ύλη άλλα καί να τό κρίνουν, κρατώντας για τον εαυτό τους ό,τι νομίζουν χρήσιμο. Γιά την κατανόηση του βιβλίου άπαιτούνται γνώσεις φιλολογικής και ιστορικής κριτικής των κειμένων τής Καινής Διαθήκης, και οπωσδήποτε κάποια γνώση τής ιστορίας τής καινο- διαθηκικής επιστήμης με τις διάφορες Σχολές και τις απόψεις τους όπως παρουσιάστηκαν κατά την ιστορία τής ερευνάς. Ό Ιδιος δ συγγραφέας δηλώνει καθαρά πώς τό βιβλίο αυτό προϋποθέτει ένα άλλο έργο του, που είναι κράμα Εισαγωγής στην Καινή Διαθήκη και ιστορίας τής έρευνας τής Καινής Διαθήκης. Σάν κάποια άναπλήρωση αυτής τής προϋπόθεσης προτείνεται στον Έλληνα αναγνώστη ή μελέτη τής Εισαγωγής στην Καινή Διαθήκη του Βασ. ’Ιωαννίδη ή του υποφαινόμενου (Εισαγωγή εις τήν Καινήν Διαθήκην, Άθήναι, 1970, ’Εκδόσεις Γρηγόρη). Όπως στον Πρόλογό του υποδεικνύει ο ίδιος ο συγγραφέας, οι δείχτες προσανατολισμού που δίνει πρέπει νά έπανεξετάζονται με τό μόχθο του ίδιου του άναγνώστη.
Γιατί, παρά τις δυσκολίες που παρουσιάΖει τό βιβλίο για τό δικό μας αναγνώστη, προχωρήσαμε στή μετάφρασή του; Πιστεύουμε πώς, εκτός από τό επιστημονικό κύρος και τήν εκκλησιαστική χάρη του συγγραφέα επισκόπου κ. Eduard Lohse, έκτος άπό τη συντομία καί σαφήνεια του έργου πού γράφτηκε κυρίως γιά τό φοιτητή, τό βιβλίο άναδεικνύει τήν ενότητα του μηνύματος τής Καινής Διαθήκης και τήν ουσιαστική σχέση του πρός τό μήνυμα τής ‘Εκκλησίας, παρότι με ιδιαίτερα κριτικό πνεύμα αντιμετωπίζει πολλά έπιμέρους ζητήματα.
Τό επίτευγμα του Lohse εκτιμά κανείς, όταν γνωρίζει πόσο αρνητικές τάσεις υπήρχαν καί εξακολουθούν νά υπάρχουν σέ ευρείς κύκλους τής επιστήμης σχετικά μέ τήν ενότητα τής Καινής Διαθήκης καί τή σχέση του μηνύματος της πρός τή θεολογία τής Καθολικής ’Εκκλησίας.